Στήλες

Στις 16 Μαΐου 2022, πέθανε σε ηλικία 61 ετών ο δημοσιογράφος Κώστας Τσαούσης. Φίλος και συνεργάτης, ο Κώστας Τσαούσης εργάστηκε για πάρα πολλά χρόνια ως δημοσιογράφος του οικονομικού, αλλά όχι μόνο: τον απασχολούσαν ακόμα οι νεανικές κουλτούρες, η μαγειρική, το διαδίκτυο, η ιστορία και ιδίως η ιστορία της Αριστεράς. Τα κείμενα που εισέφερε στο Books' Journal ήταν, κυρίως, κείμενα για την ιστορία της ελληνικής Αριστεράς, για πρόσωπα και γεγονότα. Αναδημοσιεύουμε παρακάτω το βιογραφικό του Κώστα Τσαούση, όπως δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο bastanistas.gr, του οποίου υπήρξε συνεργάτης:

Πέθανε στις 27 Απριλίου 2022 ο Θεόδωρος Κουλουμπής, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ και μέλος του Τιμητικού Συμβουλίου του. Ασχολήθηκε συστηματικά με ζητήματα διεθνών σχέσεων των κρατών και, στην Ελλάδα, εργάστηκε για την προσέγγιση Ελλάδας και Τουρκίας, με βάση την εκατέρωθεν συνεννόηση στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Ήταν σπουδαίος δάσκαλος και παρεμβατικός διανοούμενος, που αγωνίστηκε για τη διευθέτηση των διεθνών κρίσεων – ανάμεσα στις οποίες, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό.

Η δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, όπως ολοκληρώθηκε με τη μοριακή θεωρία του κώδικα κληρονομικότητας, ανήκει στις σπουδαιότερες συνεισφορές των δύο προηγούμενων αιώνων, έδωσε στον άνθρωπο την ικανότητα να γνωρίσει τον έμβιο κόσμο και τον εαυτό του. Ο βιολόγος Ζακ Μονό (Jacques Monod), βραβείο Νόμπελ 1965, εμπλούτισε το 1970, με το βιβλίο Η τύχη και η αναγκαιότητα, την παγκόσμια επιστημονική, φιλοσοφική και πολιτική συζήτηση. Αν και τεχνικό κατά ένα μέρος, το βιβλίο πραγματοποίησε πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 200.000 αντίτυπα τον πρώτο χρόνο. Μια καίρια παρέμβαση που επηρεάζει την εξέλιξη της σκέψης, κατά την καταλυτική δεκαετία του 1960 έως και σήμερα. (τεύχος 127)

Θωμάς Στεργιόπουλος, Ο θάνατος του Κώστα Ταμπάνη, Διηγήματα, Ροές, Αθήνα 2010, 169 σελ.
Τα διηγήματα του Θωμά Στεργιόπουλου είναι διηγήματα της ζωής του χωριού. Καμία σχέση με βουκολικά ειδύλλια: θυμίζουν και τιμούν τους παλιούς μεγάλους έλληνες διηγηματογράφους. Κυριαρχούνται από την αντίληψη ότι ένας τόπος, η Βόρειος Ήπειρος, η μειονοτική περιοχή της Νότιας Αλβανίας, είναι οι άνθρωποί του και δίνουν μια υπέροχη στην καθαρότητά της πανοραμική εικόνα αυτού του τόπου, του τόσο γνωστού και τόσο άγνωστου.

Ο Έντμουντ Κήλυ ήταν ένα πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται συχνά οι έλληνες φιλόλογοι και όσοι μελετούν ή παρακολουθούν την ελληνική ποίηση. Μεταφραστής, συγγραφέας, νεοελληνιστής, συνδέθηκε νωρίς με την Ελλάδα μέσω της ποίησης του Γιώργου Σεφέρη και παρέμεινε συνδεδεμένος ώς το τέλος – που ήρθε στις 24 Φεβρουαρίου 2022. Ήταν 94 ετών.

Η στήλη «Πήρα το Γράμμα σου» της ηλεκτρονικής έκδοσης τού Books’ Journal διακόπτει σήμερα τη δημοσίευση γραμμάτων από το αρχείο, για να δημοσιεύσει το διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη, «ΔΥΟ ΜΙΚΡΟΙ» δημοσιευμένο στο περιοδικό Εστία[1] του 1889. Το περιέλαβε ο Μανόλης Αναγνωστάκης στον τόμο, στον οποίο ανθολόγησε κείμενα του συγγραφέα με τίτλο: Μιχαήλ Μητσάκης Πεζογραφήματα και για τον οποίο μεταξύ άλλων λέει: «Αν κανόνας είναι ο χρόνος να λειτουργεί αρνητικά για τους περισσότερους συγγραφείς και το έργο τους, η λαμπρή εξαίρεση του Μιχαήλ Μητσάκη έρχεται να διαψεύσει –ή να επιβεβαιώσει- τον κανόνα. Απαράμιλλος στυλίστας, οξύς παρατηρητής της ζωής, γλωσσικά και κοινωνικά απροσάρμοστος, με προδρομικά στίγματα μιας νέας γραφής, προσφέρεται σήμερα σε μια καινούργια ανάγνωση, σχεδόν αποκαλυπτική από ορισμένες πλευρές»[2].

Ένας πλανόδιος φωτογράφος, στη Γαλλία, με παρακίνησε να ασχοληθώ, πράγμα που είχα αμελήσει για καιρό, με το συμφοιτητή στη Γεωπονική και καλό μου φίλο Κώστα Φλέγκα. Τον γνώρισα στη Σχολή πρωτοετή φοιτητή, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, και γρήγορα αναπτύχθηκε μεταξύ μας μια βαθιά φιλία που διατηρήθηκε αδιατάρακτη μέχρι την αποδημία του, το 2000. (τεύχος 125)

Ο Μάκης δεν κατάφερε να βρει δουλειά στη στεριά την δεκαετία του 1980. Έκανε μια προσπάθεια μεταξύ 1982 και '87, ανοίγοντας μαγαζί σχολικών ειδών, το οποίο όμως δεν μπόρεσε να ζήσει την οικογένεια. Από το 1987 και μετά το δούλεψε η γυναίκα του, μέχρι το 1996 που το έκλεισαν κι έβγαλαν στο ενοίκιο το κτίριο.

Η μετά το 1981 αλληλογραφία του Μάκη και της Αλεξάνδρας δείχνει ότι οι ελπίδες για δουλειά του Μάκη στη στεριά διαψεύστηκαν, παρά τις χαμηλές προσδοκίες τους σε σχέση με το εισόδημα. Έμεινε τέσσερα χρόνια στη στεριά αλλά χρειάστηκε να ξαναμπαρκάρει, σε κρουαζιερόπλοιο αυτή τη φορά, με μεγαλύτερες απαιτήσεις, ενώ τα πράγματα για το επάγγελμα των ασυρματιστών έγιναν δυσκολότερα, καθώς χρειάστηκε ν’ ανταποκριθούν σε νέες τεχνολογίες μαθαίνοντάς τες πάνω στη δουλειά. Έτσι αυτοί οι δύο άνθρωποι αναγκάστηκαν να ικανοποιούν την μεγάλη λαχτάρα τους για κοντινή επαφή με το ασθενές υποκατάστατο των τηλεφωνημάτων και των γραμμάτων.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΤΙΝΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΙΑΣ
Έχετε ακόμη τον χρόνο να διαβάζετε επιστολές;
Ελπίζω πως ναι. Οι επιστολές είναι σαν να διαγράφουν μια κυκλική πορεία στη ζωή: πρώτα τις αγαπάμε, μετά τις ξεχνάμε και ύστερα τις χάνουμε, νομίζω όμως ξαναγυρίζουμε πάντα σ’ αυτές.
Στέφαν Τσβάιχ, 14 Σεπτεμβρίου 1912
Τράβηξα απ’ το σωρό της μικρότερης επιστολογραφίας ένα γράμμα. Ένιωθα σαν εκείνον που βρήκε το μπουκάλι με το τζίνι στο παιδικό παραμύθι. Μέσα από το μπουκάλι - γράμμα βγήκαν ένα όνομα «Γιάννης», ένας τόπος «Μουρμάνσκ», μια ημερομηνία «22 Αυγούστου 1982», μία προσφώνηση «Αγάπη μου», μια υπογραφή «Μάκης».