Ο σκοπός των επιτιθέμενων δεν ήταν η απλή θανάτωση των εχθρών τους, αλλά η οδυνηρή ατίμωσή τους. Ο σκοπός ήταν να νιώσουν όλοι οι Ισραηλινοί –Εβραίοι, Άραβες, Δρούζοι, Βεδουίνοι, απλοί πολίτες, στρατιώτες, κάτοχοι κυβερνητικών θώκων, ακτιβιστές υπέρ της ειρήνης, άνθρωποι που είχαν αφιερώσει την ζωή τους στην ελάφρυνση της ζωής των κατοίκων της λωρίδας της Γάζας, ακραίοι φονταμενταλιστές, σιωνιστές, αριστεροί– αλλά και οι ξένοι κάτοικοι του Ισραήλ ότι ήταν αδύνατοι να αντιμετωπίσουν αυτή την αιμοδιψή λαίλαπα. Ο σκοπός ήταν να αναγκαστούν οι Ισραηλινοί να εκλιπαρήσουν γονατιστοί τους θύτες τους να λυπηθούν τους απαχθέντες, να τους χαρίσουν τη ζωή και να τους επιστρέψουν μαζί με τους νεκρούς που είχαν στην κατοχή τους.
Όμως οι υποχθόνιοι μακελάρηδες της Χαμάς και τα τσιράκια τους, τυφλωμένοι από την αναπάντεχη επιτυχία της ύπουλης επίθεσής τους, καταπάτησαν με πρόθεση τον θείο νόμο που διέπει τις σχέσεις μεταξύ ζωντανών και νεκρών: οι νεκροί δεν πρέπει να είναι μέρος οποιωνδήποτε συναλλαγών ανάμεσα σε ζωντανούς, στους νεκρούς πρέπει να αποδοθούν οι αρμόζουσες τιμές και να αφεθούν να εισέλθουν στον όποιο κόσμο ή βασίλειο ή ταξίδι τούς περιμένει.
Αντί λοιπόν να αφήσουν πίσω τους τα πτώματα αυτών που βασανιστικά θανάτωσαν, πήραν όσα μπόρεσαν μαζί τους και κράτησαν και τα πτώματα όσων είχαν την ατυχία να αφήσουν την τελευταία τους πνοή στα λαγούμια της Γάζας. Και όχι μόνο τα κράτησαν –μερικά τα περιέφεραν μάλιστα ως τρόπαια στους δρόμους– αλλά τα έριξαν και αυτά στη ζυγαριά των «διαπραγματεύσεων» με τους Ισραηλινούς.
Όμως όπως ξέρουμε από τους πανάρχαιους θρύλους που είναι κοινό κτήμα όλων των ανθρώπων, οι νεκροί που δεν έχουν αποδοθεί σύμφωνα με τα διάφορα ήθη και έθιμα στον κόσμο των νεκρών αναζητούν το δρόμο προς τον κόσμο αυτόν, αλλά επειδή είναι ακόμα στον κόσμο μας και είναι νεκροί δεν μπορούν να απομακρυνθούν από τον κόσμο των ζωντανών με δικές τους δυνάμεις – είναι νεκροί, στον κόσμο μας είναι πλέον αδρανείς.
Το μόνο που από τη σκοπιά τους μπορούν να κάνουν για να μη «νιώθουν» τον κόσμο των ζωντανών είναι να περιστοιχιστούν με άλλους νεκρούς. Κι έτσι το κακό παίρνει το δρόμο του: οι νεκροί φέρνουν άλλους νεκρούς και αυτοί πάλι άλλους, κι άλλους κι άλλους – εξήντα έξι χιλιάδες μέχρι σήμερα στη Γάζα, κατά τις παλαιστινιακές πηγές, και ο αριθμός τους μεγαλώνει μέρα με τη μέρα... Και όπως μας λένε οι αρχαίοι θρύλοι, το φόρο αυτών των νεκρών τον πληρώνουν αυτοί που ατίμασαν τους νεκρούς, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι για την πραγματοποίησή της βάφονται και άλλα χέρια με αίμα, χέρια που ίσως θα μπορούσαν να είχαν αποφύγει τη συμμετοχή τους.
Ζούμε σε φωτισμένους καιρούς, θα αντιτάξουν πολλοί με τον τόνο της δίκαιης αγανάκτησης στη φωνή τους. Οι παλιοί θρύλοι και οι κατάρες ανήκουν σε άλλες, σκοτεινές, εποχές. Δεν αναγνωρίζουμε συλλογική ευθύνη και δεν αποδεχόμαστε την τιμωρία και το θάνατο αθώων για την εξιλέωση εγκλημάτων στα οποία είναι αμέτοχοι. Και οι νεκροί είναι νεκροί, ούτε νιώθουν κάτι, ούτε απαιτούν, ούτε «προσπαθούν» να βρουν το «δρόμο» τους. Έγκλημα δεν εξιλεώνεται με έγκλημα, και το δίκαιο δεν μπορεί να επιβληθεί με την αδικία.
Όμως, μας λένε οι αρχαίοι θρύλοι, αθώοι, ένοχοι, εγκληματίες, συνεργοί, δικαστές – όλοι αυτοί είναι ζωντανοί, εμείς δεν μιλάμε για τις διαφορές, τις φιλοδοξίες, τη διχόνοια και τα εγκλήματα που διαπράττουν οι ζωντανοί στους ζωντανούς. Εμείς μιλάμε για τα εγκλήματα των ζωντανών απέναντι στους νεκρούς και, ναι, οι νεκροί που δεν έχουν κατευοδωθεί όπως τους αρμόζει παραμένουν στον κόσμο των ζωντανών, στοιχειώνουν το νου τους – και φέρνουν κι άλλους νεκρούς.
Αλλά αυτοί που ζουν τρεφόμενοι από το μίσος και σχεδιάζουν τις πλεκτάνες και τα εγκλήματά τους στο έρεβος των λαγουμιών και των στοών της Γάζας έχουν χάσει το κριτήριο της διαφοράς ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο.