Σύνδεση συνδρομητών

Παιχνίδι διαρκών σκιάσεων

Τρίτη, 21 Οκτωβρίου 2025 01:20
Ο Άρθουρ Μάκεν (1863-1947).
Arthur Machen society
Ο Άρθουρ Μάκεν (1863-1947).

Arthur Machen, Οι τρεις απατεώνες ή οι μεταμορφώσεις, μετάφραση από τα αγγλικά και εισαγωγή: Χριστόφορος Τσαπραΐλης, Μεταίχμιο, Αθήνα 2025, 316 σελ.

Οι φιλοσοφικές αναζητήσεις, η αρχαιολατρία, η φυσιολατρία, καθώς και η επιφυλακτική του στάση απέναντι στον αστικό χώρο και στον μητροπολιτικό χαρακτήρα του Λονδίνου αποτελούν σταθερά χαρακτηριστικά της γραφής ενός μυθιστοριογράφου ο οποίος έζησε βυθισμένος στη φτώχεια και τη βιοπάλη με μια έντονη τάση προς το αποξενωμένο, αδιάγνωστο περιβάλλον και προς την απόκοσμη ατμόσφαιρα.

Ο Άρθουρ Μάκεν (Arthur Manhen, 1863-1947) είναι ουαλός συγγραφέας, αναγνωρισμένος σήμερα για τη συμβολή του στο μυθιστόρημα τρόμου με υπερφυσικά και μυστικιστικά στοιχεία. Ο Μάκεν αποτελεί καθιερωμένη μορφή για κύκλους ειδικών αναγνωστών, πλην μέχρι και σήμερα δεν έχει κατορθώσει να σπάσει το φράγμα της προσηλωμένης αναγνωστικής κοινότητας και να αγγίξει τη φήμη του Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ, επί παραδείγματι, ο οποίος τον χαιρετούσε ως μετρ του είδους.

Ο Μάκεν άσκησε επιρροή όχι τόσο χάρη στα υπερφυσικά μοτίβα της πλοκής όσο στις υπαρξιακές ρίζες του μεταφυσικού πυρήνα του έργου του. Οι φιλοσοφικές του αναζητήσεις, η αρχαιολατρία και η φυσιολατρία του, καθώς και η επιφυλακτική του στάση απέναντι στον αστικό χώρο και στον μητροπολιτικό χαρακτήρα του Λονδίνου (ο ίδιος έζησε βυθισμένος στη φτώχεια και τη βιοπάλη), παραμένουν σταθερά χαρακτηριστικά της γραφής του με μια έντονη τάση προς το αποξενωμένο, αδιάγνωστο περιβάλλον και προς την απόκοσμη ατμόσφαιρα.

 

Ομόκεντρες ιστορίες

Τα δεδομένα αυτά είναι φανερά και στους Τρεις απατεώνες, σπονδυλωτό μυθιστόρημα σε τρεις  κύκλους και με τρεις διαφορετικές πλην ομόκεντρες ιστορίες, που έχοντας μεταφραστεί κατά καιρούς ξεχωριστά παρουσιάζονται πλέον στην ολότητά τους προκειμένου να εγκαινιάσουν την καινούργια σειρά τρόμου των εκδόσεων Μεταίχμιο Tenebrae, την οποία επιμελείται ο πεζογράφος και τώρα μεταφραστής Χριστόφορος Τσαπραΐλης.

 Ο κύριος Ντάισον και ο Τσαρλς Φίλιπς μπαίνουν σε μια παρακμασμένη έπαυλη λίγο μετά την εγκατάλειψή της από τρία μέλη μιας ομάδας, οι ισάριθμες αφηγήσεις των οποίων συνιστούν τις τρεις ιστορίες του μυθιστορήματος. Και μπορεί οι τρεις αφηγήσεις να μην επικοινωνούν ευθέως μεταξύ τους, υπάρχουν όμως μια αποκρυφιστική παράμετρος, καθώς και μια επιμονή σε λεπτομέρειες-σήματα για μια παράλληλη, εκτός ελέγχου πραγματικότητα, με οργανωμένη και σαφώς απειλητική τάξη η οποία βάζει σε διαρκή κίνδυνο τον ορθολογικό και επιστημονικό νου, οδηγώντας τον σε περιοχές χωρίς καμία λογική εξήγηση και θεμελίωση. Περιοχές όπου θα επικρατήσουν σταδιακά ο πανικός και ο τρόμος για έναν κόσμο που θα αποκαλύψει αργά μα πολύ σταθερά τα φρικιαστικά χαρακτηριστικά του, μολονότι ο Μάκεν αποφεύγει πάντοτε τη ρητή κατονομασία. Γιατί η οποιαδήποτε κατονομασία είναι έτοιμη να υπονομεύσει και να χαλάσει το παιχνίδι του υπαινιγμού και της ανυποχώρητης σκίασης κάθε καθαρής επιφάνειας, κάθε συνθήκης και κάθε κατάστασης η οποία είναι σε θέση να λειτουργήσει υπό άπλετο φως. Υπ’ αυτή την έννοια, η μετάφραση έχει κατανοήσει πλήρως τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του πρωτότυπου, υπηρετώντας με τη λιτότητα, με την ακρίβεια και με τον αφειδώλευτο πλούτο των περιγραφών της τις προθέσεις και τους σκοπούς του βιβλίου.

 

Χωρίς φως

To άπλετο φως απουσιάζει από τους δρόμους και τους χώρους του Λονδίνου του Μάκεν, όπως απουσιάζει και από την οποιαδήποτε μεγαλούπολη στην πεζογραφία του. Ο πυκνά υφασμένος αστικός ιστός της μεγαλούπολης είναι ταυτισμένος στις εικόνες του με την πηγή του Κακού και της αλλοίωσης. Μόνο εκεί και ποτέ σε ανοιχτό τοπίο θα βρούμε ό,τι παγιδεύει, δοκιμάζει, διαλύει και εντέλει αποσχηματίζει την ανθρώπινη συνείδηση, μόνο εκεί χάνει ο άνθρωπος την ανθρωπιά του και αρχίζει να βλέπει, αντί για το αντίγραφο του εαυτού του, παραμορφωτικά είδωλα και δηλητηριασμένες ουσίες μακριά από όποια απαντοχή και προοπτική. Τέτοια είδωλα και τέτοιες ουσίες δεν πάνε, παρ’ όλα αυτά, ακριβώς κόντρα στη φυσική προδιάθεση του ανθρώπου, συνιστώντας εντέλει έναν ευνόητο τόπο για την υποδοχή και την εκδήλωση του αρνητικού φορτίου και της αλλοτριωμένης ταυτότητας.

Η διαφορά είναι αλλού: με ποιον τρόπο μπορούμε να ξεφύγουμε από τη δεύτερη φύση του Κακού, που ελλοχεύει κάθε τόσο και κάτω από τις πλέον αλληλοσυγκρουόμενες περιστάσεις. Ο Μάκεν δεν έχει την παραμικρή εγγύηση για κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό, άλλωστε, γράφει όσα γράφει, εξ αυτού επιπροσθέτως και ο τρόμος, ο οποίος προκύπτει από τις σελίδες του, προκαλεί άμεση και όχι τεχνητή ανταπόκριση στον αναγνώστη. Και όπως μπορούμε εύκολα να υποθέσουμε, μόνο ο τρόμος ο οποίος δεν έρχεται ως προϊόν εργαστηρίου κατορθώνει όντως να τρομάξει, φτάνοντας μέχρι τις ρίζες της ύπαρξης και μέχρι τους απώτατους φόβους της. Η λογοτεχνία, λοιπόν, δεν είναι δυνατόν (και δεν χρειάζεται) να μας σώσει από τον τρόμο. Αρκεί να τον παραγάγει δεόντως. Και πάλι, όμως, δεν είναι βέβαιο πως ο τρόμος και το σκοτάδι δεν έχουν κοινωνική αφορμή, δεν είναι βέβαιο πως η ίδια η πόλη δεν γεννά τους ιστούς της αράχνης για την πολιορκία και για τον βασανισμό της ύπαρξης. Δεν θέλω να κάνω περαιτέρω αναγωγές. Αρκούν τόσες, νομίζω, για να καταλάβουμε και τι είναι ο τρόμος όταν συμβάλλεται με ένα είδος λογοτεχνίας όπως είναι αυτό του Μάκεν και μέχρι πού είναι πιθανόν να φτάσουν οι αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις του.

 

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου

Κριτικός λογοτεχνίας. Βιβλία του: Μίλτος Σαχτούρης: Η παράκαμψη του υπερρεαλισμού (1991), Οδόσημα (1999), Σύγχρονη Ελληνική Πεζογραφία (επιμ. με την Ελισάβετ Κοτζιά, 1995), Η κίνηση του εκκρεμούς. Άτομο και κοινωνία στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία, 1974-2017 (2018), Αντώνης Φωστιέρης (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.