Δημ. Μάργαρης, Τα παλιά περιοδικά, η ιστορία τους και η εποχή τους (1954). Ήταν το βιβλίο που έπεσε στα χέρια μου όταν από τα φοιτητικά μου χρόνια άρχισα να ενδιαφέρομαι για τη συλλογή και τη μελέτη των περιοδικών εντύπων. Μέσα από τις σελίδες του, έμαθα πολλά σχετικά για τον Τύπο, όπως π.χ. ποιες αρετές πρέπει να έχει μια καλή βιβλιογραφική εργασία: να είναι πλήρης, ακριβής και εύχρηστη. Προσπάθησα να πάρω υπόψη μου αυτές τις επισημάνσεις και στις δικές μου εργασίες. Μόλις πρόσφατα πληροφορήθηκα για την εξαιρετική κριτική του Κλέωνος Παράσχου για το βιβλίο του Δ. Μάργαρη[1].
Βιβλίο και Βιβλιοθήκη. Ο οίκος Ελευθερουδάκη εξέδωσε με αυτόν τον τίτλο το σημαντικότερο βιβλίο του Δημ. Μάργαρη, ανωτέρου τότε υπαλλήλου της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Η εφημερίδα Εμπρός (12/6/1922), σε άρθρο της, έδωσε έναν ιδιαίτερο ορισμό: «Το βιβλίον είναι το πάθος και η υστάτη παρηγορία πολλών ανθρώπων. Αλλά όπως ενδιαφέρει ο σκύλος τον κυνηγόν, το άλογον τον καβαλάρην και η γυναίκα τον λέοντα των αιθουσών, το βιβλίον το οποίον διαρκεί περισσότερον από όλα τα ανωτέρω ενδιαφέρει τον βιβλιόφιλον καθ’ εαυτό. Δεν αγαπώμεν μόνον τα βιβλία που διαβάζομεν, αλλά λατρεύομεν την αφαίρεσιν, το βιβλίον γενικώς, ένα ον ιδιαίτερον που επηρεάζει την ανθρωπίνην ζωήν».
Στη συνέχεια παρουσίασε κριτικά «το σύντομον και κομψόν τομίδιον ανθρώπου συστηματικώς ασχοληθέντος εις την βιβλιοθηκονομίαν, αγαπήσαντος το βιβλίον και ποθούντος να το λατρεύσουν οι πολλοί, [που] είνε οδηγός και διαφωτιστής του βιβλιοφίλου. Εις 150 σελίδας συνεκέντρωσε τας απαραιτήτους βιβλιολογικάς γνώσεις με τάξιν και μέθοδον χάρις εις τας οποίας, μετά σύντομον ταξείδιον εις τους αιώνας και εις τους τόπους του βιβλίου, επαναφέρει τον βιβλιόφιλον εις την μικράν του βιβλιοθήκην καλύτερον και θερμότερον φίλον αυτής».
Γίνεται εκτεταμένη αναφορά και δίνονται πληροφορίες περί της ελληνικής τυπογραφίας της Βενετίας, ονόματα τυπογράφων και τίτλοι εκδοθέντων βιβλίων. «Εκεί εκτυπώθησαν και τα δημώδη βιβλία του ελληνικού λαού, όπως η ιστορία του Αλεξάνδρου του Μακεδόνος, ο Ερωτόκριτος, η Διήγησις Γαδάρου, Λύκου και Αλεπούς, ο Μπερτολδίνος, η Χαλιμά, η Αμαρτωλών Σωτηρία κ.τ.λ..
Τυπογράφοι και τυπογραφικά λάθη
Με τους τυπογράφους και τα τυπογραφικά λάθη ασχολήθηκε το ρεπορτάζ και η ιστορική αναδρομή του Δημ. Κ. Μάργαρη στο Ποικίλον Ημερολόγιον, Φιλολογικόν και Εγκυκλοπαιδικόν της Κατίνας Γ. Ηλιακοπούλου του έτους 1905. Με παιγνιώδη διάθεση διευκρίνισε γιατί επέλεξε ν’ ασχοληθεί με τους τυπογράφους: «εξ ευγνωμοσύνης προς εκείνους οι οποίοι πρώτοι θα παραλάβουν το χειρόγραφόν μου και θα το εκδώσουν ύστερον εις χιλιάδας αντιτύπων, να διαβασθή από χιλιάδας αναγνώστας και να γνωσθή τοιουτοτρόπως το όνομά μου».
Λόγω και της δημοσιογραφικής του ιδιότητας, γνώρισε από κοντά τους στοιχειοθέτες και διαπίστωσε ότι είναι όλοι τους εγγράμματοι, συνήθως με απολυτήριο Σχολαρχείου, και ξέρουν απέξω τους γραμματικούς κανόνες. Αποδίδει τα τυπογραφικά λάθη στους όρους εργασίας, την ταχύτητα, την αγωνία και την ένταση νου και οράσεως. «Διά τα περισσότερα πταίουν οι ίδιοι οι γράφοντες με τον ελεεινόν γραφικόν χαρακτήρα των». Παραθέτει παραδείγματα γνωστών λογίων:
«Είδατε ποτέ σας ορνιθοσκαλίσματα; Αυτός είναι ο γραφικός χαρακτήρ του κ. Γαβριηλίδου. Έχετε ιδή τα ίχνη τα οποία αφίνει κανένας τρύπιος τενεκές γεμάτος νερό; Αυτό είναι χειρόγραφον του Επισκοποπούλου, όστις σημειωτέον πάσχει και από φοβεράν ατονίαν μη εννοών να βάλη εις καμμίαν λέξιν ποτέ τόνον… Του κ. Τσοκοπούλου τον γραφικόν χαρακτήρα θα τον εζήλευεν ο δεινότερος ψιλογράφος και χρειάζεται δια ν’ αναγνωσθή διπλούς φακός… Από τους δημοσιογραφούντας οι μάλλον καλλιγράφοντες είναι οι κ.κ. Μπάμπης Άννινος και Παύλος Νιρβάνας.»
Ο Δ. Μάργαρης παρακολούθησε και περιέγραψε, με κατανόηση των δυσκολιών, την εργασία του τυπογράφου: «καταπονείται και πνευματικώς, προσπαθών όχι να διαβάση αλλά να μαντεύση εκείνο το οποίον θα στοιχειοθετήση. Και εδώ έγκειται η αξία του καλού τυπογράφου».
Δεν θεωρούσε άμοιρο λαθών τον διορθωτή: «Τα λάθη όμως εξαρτώνται πολύ και από τον διορθώνοντα τα τυπογραφικά δοκίμια, πολλαίς φοραίς όμως καίτοι σημειούνται υπό τούτου, δεν διορθούνται ένεκεν αβλεψίας του τυπογράφου. Αλλά ασυγχώρητα λάθη είναι όταν στοιχειοθετούνται λέξεις μηδεμίαν έχουσα σχέσιν προς το κείμενον και την έννοιαν». Φέρνει το παράδειγμα δημοσιεύματος όπου αντί παθόντες «εξ ασφυξίας» γράφεται παθόντες «εξ αστυφύλαξ».
Κλείνει το ρεπορτάζ του με «εκείνο το οποίον είναι το νοστιμώτερον απ’ όσα ενθυμούμεθα: Εις τινα πρωινήν εφημερίδα ετίθετο καθημερινώς επί τινα καιρόν μία μεγάλη αγγελία ως εξής:
ΟΙΝΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ ΚΤΗΜΑΤΩΝ Π. ΣΚΟΥΖΕ
Συνιστώνται εις τας αναιμικάς κυρίας
Πωλούνται κ.τ.λ.
Αλλά κάποτε έπεσε το Ι της πρώτης διφθόγγου του ΟΙΝΟΙ και έμεινεν
ΟΝΟΙ ΠΑΛΑΙΟΙ κ.τ.λ.
Συνιστώνται εις τας αναιμικάς κυρίας…
Υπάρχουν όμως και οι αυτόκλητοι διορθωτές επιστολογράφοι, κυρίως των εφημερίδων. Περιώνυμος υπήρξε στα τέλη του 19ου αιώνα ο γυμνασιάρχης Πετρής («παροραματομάχο» τον χαρακτήρισε ο Παύλος Νιρβάνας). Τον εντόπισε ο φίλος Νίκος Σαραντάκος[2] και τον παρουσίασε με χάρη και χιούμορ: «ήταν απηνής διώκτης του Δαίμονα: έστελνε διαρκώς στα έντυπα με τα οποία συνεργαζόταν μακροσκελείς καταλόγους παροραμάτων που είχαν παρεισφρήσει στα άρθρα του, και επειδή οι κατάλογοι αυτοί τυπώνονταν πάλι με λάθη, έστελνε κι άλλους εις το διηνεκές. Μοιραία, ο Δαίμονας τον εκδικήθηκε, διότι στην αναγγελία του θανάτου του το όνομά του δημοσιεύτηκε “Πατρής” –κι έτσι μάθαμε πως δεν υπάρχει επικοινωνία με τον άλλο κόσμο, διότι αλλιώς θα ερχόταν συστημένη η ειδοποίηση: “Αντί Πατρής γράφε Πετρής!”»
[1] Η Καθημερινή, 25/12/1954, υπόδειξη Αντώνη Καραβασίλη.
[2] Η γλώσσα έχει κέφια, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2018.