Πεζογραφία

Από τη δεκαετία του 1980 ήταν υποψήφιος για Νόμπελ ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, από τους πρώτους σ’ όλους τους καταλόγους, από τους επικρατέστερους σ’ όλες τις συζητήσεις – ωστόσο είκοσι πέντε τόσα χρόνια στην αναμονή είναι, τουλάχιστον, εξαντλητικά. Σε αποθαρρύνουν. Παύεις να περιμένεις πια. Αν ληφθεί μάλιστα υπ’ όψη και το «πολιτικό ατόπημα» του συγγραφέα να αποκηρύξει την αριστερή του νιότη, να συμπαραταχθεί με την Κεντροδεξιά και να διεκδικήσει την προεδρία της χώρας του το 1990, οι ελπίδες του για Νόμπελ μάλλον είχαν εκπνεύσει οριστικά. Κι όμως, το 2010, στα 74 χρόνια του, ο περουβιανός συγγραφέας, με πεζογραφικό έργο από τα πιο πολυπρισματικά, πολυδιάστατα, αριστοτεχνικά δομημένα της σύγχρονης λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας, αξιώθηκε, επιτέλους, τη διάκριση της Σουηδικής Ακαδημίας «για τη χαρτογράφηση των δομών της εξουσίας και την καυστική απεικόνιση της αντίστασης, της εξέγερσης και της ήττας του ατόμου», σύμφωνα με την ετυμηγορία της.

Χριστουγεννιάτικο διήγημα επιστημονικής φαντασίας
Ο Προπομπός Νο 1564 βγήκε από το υπερδιάστημα κοντά στον πέμπτο πλανήτη του άστρου που στις τράπεζες δεδομένων του χαρακτηριζόταν με έναν δεκαπενταψήφιο αλφαριθμητικό κωδικό που περιείχε όλες τις βασικές πληροφορίες για τον τύπο του (κατηγορία 15-2 σύμφωνα με την ταξινόμηση των σοφών της Πηγής – έτσι ονόμαζε το νοήμον είδος τον πλανήτη από τον οποίο καταγόταν πριν δημιουργήσει μια τεράστια αστρική αυτοκρατορία), τις συντεταγμένες του σε σχέση με το κέντρο του γαλαξία και την ταξινόμησή του ως φέρον πλανήτη με νοήμονα ζωή. Οι τράπεζες δεδομένων χαρακτήριζαν τον τρίτο πλανήτη ως φέροντα ζωή και προηγούμενες διερευνητικές αποστολές είχαν διαπιστώσει πως ο πλανήτης αυτός είχε ένα πλούσιο οικοσύστημα με ιδανικές συνθήκες για τον εποικισμό του από τους Ιερούς Κατακτητές – όπως αυτοαποκαλούνταν οι κάτοικοι της Πηγής από τότε που ένας προφήτης είχε υποτάξει με έναν παγκόσμιο ιερό πόλεμο όλες τις ομάδες οι οποίες ώς τότε ζούσαν σε ανεξάρτητες πολιτικές οντότητες και τις είχε ενώσει σε μια παντοδύναμη καταρχήν πλανητική αυτοκρατορία που αργότερα επεκτάθηκε σε γειτονικά πλανητικά συστήματα υποτάσσοντας τους όποιους νοήμονες ιθαγενείς έβρισκε στο διάβα της ή απλά εξολοθρεύοντάς τους αν δεν αποδέχονταν τους Ιερούς Κανόνες του Προφήτη.

Να. Εδώ είναι. Αυτό το μονοπάτι πήραν.
Δεν είναι αυτό το χώμα που πάτησαν τα πόδια τους. Δεν είναι αυτές οι πέτρες που κατρακύλησαν στο διάβα τους. Δεν είναι αυτή η ξεραμένη κοίτη του χειμάρρου. Αυτό ήταν το αληθινό τους μονοπάτι. Το αληθινό μονοπάτι είναι κάτω από τα σκαλιά, αυτά τα σκαλιά από χρυσαφένια πέτρα που κόλλησαν πάνω στο αληθινό μονοπάτι για να μη χαθεί το ίχνος του, για να μη σβηστεί το αληθινό μονοπάτι.

Ο homo sexualis είναι καταδικασμένος να παραμένει μονίμως ατελής και ανεκπλήρωτος –ακόμα και όταν φθάσει σε μια ηλικία στην οποία, κατά το παρελθόν, η σεξουαλική φλόγα είχε σβήσει οριστικά αλλά πλέον ελπίζεται να αναζωπυρωθεί χάρη στις συντονισμένες προσπάθειες θαυματουργών προγραμμάτων διατροφής και μαγικών χαπιών. Αυτό το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ, το δρομολόγιο επαναπροσδιορίζεται σε κάθε σταθμό και ο τελικός προορισμός παραμένει άγνωστος καθ’ όλη τη διάρκεια[2].
Η φετιχιστική εμμονή με την εικόνα της σωματικής ικμάδας και τον ευδαιμονισμό είναι μία από τις πολλές νεότευκτες στρεβλώσεις της πραγματικότητας με τις οποίες αρέσκονται να πειραματίζονται οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες.

Ο ηθοποιός, εικαστικός και λογοτέχνης Μάκης Πανώριος, που πέθανε στις 8 Φεβρουαρίου 2023, υπήρξε συνεργάτης του Books' Journal, γράφοντας κριτική για λογοτεχνία του φανταστικού. Στο τεύχος 70 (Οκτώβριος 2016) δημοσιεύτηκε διήγημά του με θέμα την 11η Σεπτεμβρίου, στο πλαίσιο του ανθολογίου διηγημάτων με θέμα τη μεγάλη τρομοκρατική επίθεση του 21ου αιώνα που άλλαξε τον κόσμο (σύμπραξη του Books' Journal με το ιστολόγιο Πλανόδιον - Ιστορίες Μπονζάι). Το διήγημά του εκείνο αναδημοσιεύουμε παρακάτω.

Με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 βρέθηκα σε δύσκολη θέση. Ως νομικός, γνώριζα πως είναι συνταγματικά μετέωρο, καταλάβαινα ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις – που η πρόληψη ή η θεραπεία τους θα απαιτούσε ισχυρές δόσεις αυθαιρεσίας και αυταρχισμού. Είχα δηλαδή σχηματίσει την πεποίθηση πως μόνο κακά μπορεί να σωρεύσει στον τόπο. Όμως εγώ στήριζα την κυβέρνηση, με στήριζε και αυτή. Επειδή, ως δημόσιο πρόσωπο, ήμουν αρκούντως αναγνωρίσιμος, το να εκφράσω τη θέση μου αυτή δημόσια θα είχε αντίκτυπο αρνητικό για την κυβέρνηση και το κόμμα.