Ε, λοιπόν! Από εφέτος, 1933, η «Διάπλασις των Παίδων» εισήλθεν εις το ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΟΝ ΠΕΜΠΤΟΝ (55ον) έτος της εκδόσεώς της, και τα εγγόνια των παιδιών των πρώτων της αναγνωστών είνε σήμερα οι αναγνώσται της.
Ευρήκα τον ιδρυτήν της στο γραφείον του. Ένα γραφείον, απαρτιζόμενον από 10 δωμάτια, γεμάτα με... τόμους του περιοδικού του. Ανάμεσα εις τα χαρτιά του, μέσα εις τα οποία επέρασε όλη τη ζωή του και μέσα από τα οποία έδωσε ζωή σε γενεές παιδιών, ο κ. Νικ. Π. Παπαδόπουλος μ' εδέχθη με το μειδίαμα στα χείλη. Είνε ο πατήρ της «Διαπλάσεως» και ο πνευματικός πατήρ όλων των αναγνωστών της.
- Πώς εσκεφθήκατε να εκδόσετε τη «Διάπλασι»;
Ο κ. Παπαδόπουλος με μίαν ευχάριστη διάθεσιν, που τον ξαναγυρίζει στα νεανικά του χρόνια, μας αφηγείται την χαριτωμένην ιστορίαν της εκδόσεως:
- Προ 55 χρόνων, ήμουν... 19 ετών. Φοιτητής της Νομικής, νέος ζωηρός, χωρατατζής, έπαιζα φλάουτο και ήμουν περιζήτητος στις κοσμικές συγκεντρώσεις της εποχής. Εμάθαινα και αγγλικά. Για να εξασκούμαι δε παρακολουθούσα ένα παιδικό αγγλικό περιοδικό, το «Πράιζ», το οποίον μου άρεσε πολύ. Δυο χρόνια πριν βγη η «Διάπλασι», δηλαδή το 1877, ενεπνεύσθηκα την έκδοσί της και τον τίτλο της. Αλλά, ενώ δεν είχα ούτε ιδέα από εκδόσεις, κυκλοφορίες, συνδρομές και τα τοιαύτα, δεν μπορούσα να κλείσω μάτι, μέρα και νύχτα, ονειροπολώντας την έκδοσι της «Διαπλάσεως», η οποία μ' ενδιέφερε όχι τόσον από απόψεως κέρδους, όσο από πραγματική ιδεολογία. Εφιλοδοξούσα να προσφέρω στα παιδιά της εποχής μου ένα ωραίο περιοδικό, σαν το «Πράιζ». Αλλά το όνειρό μου έμενε απραγματοποίητο. Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, πέρασε και δεύτερος χρόνος, και κυνηγούσα διαρκώς το όνειρο της εκδόσεως της «Διαπλάσεως», που δεν εφαίνετο πώς θα πραγματοποιείτο.
- Μα γιατί; Τι σας εμπόδιζε;
- Μ' εμπόδιζε κάτι σοβαρώτατο, κάτι ανώτερο των νεανικών δυνάμεών μου. Μ' εμπόδιζε το ότι δεν είχα... διακόσιες πενήντα δραχμές, που εχρειάζοντο για να εκδώσω το πρώτο φύλλο! Το ονειροπολούσα μηνιαίον, οκτασέλιδον, με ωραίας ξυλογραφίας, ωραία διηγήματα και θρησκευτικά ποιήματα. Διότι η μητέρα μου ήταν πολύ θρήσκα και μου είχε εμφυτεύσει την ανάγκη να προσφέρω εις τους μέλλοντας αναγνώστας μου και ολίγην θρησκευτικήν.
Εβασανίσθηκα δύο ολόκληρα χρόνια ονειροπολώντας. Επί τέλους, μετά την παράδοσιν των δύο ετών, ένας αλευροβιομήχανος από τον Πειραιά, ο Αντώνιος Κονοπισόπουλος, πρώην υπάλληλος του πατέρα μου και, κατά την εποχήν εκείνην, πάμπλουτος, μ' εγνώριζε, κι' όταν του είπα τ' όνειρό μου, προσεφέρθη με προθυμία εξαιρετική να μου δανείση όχι μόνο διακόσιες πενήντα δραχμές, αλλά πέντε και δέκα ολόκληρες χιλιάδες δραχμές, με τις οποίες θα μπορούσα να κάμω εκείνο που ήθελα. Έτρεξα, πηδώντας, στο πρώτο τυπογραφείο, που βρήκα εμπρός μου. Είχα ήδη από... διετίας ετοιμάσει ύλην για πενήντα φύλλα. Έδωσα την ύλην στο τυπογραφείο και τους έδωσα και χρήμα. Η «Διάπλασις των Παίδων» εγίνετο πραγματικότης! Ευρήκα έναν ξυλογράφον του Πολυτεχνείου, που μας έφτιαξε την ξυλογραφία του εξωφύλλου.
Το πρώτο φύλλο εκυκλοφόρησε την 1ην Φεβρουαρίου του 1879.
Ετυπώσαμεν έξη χιλιάδες φύλλα. Εννοείται ότι, για την εποχήν εκείνην, ο αριθμός αυτός ήταν μυθικός. Αλλά εγώ δεν είχα ιδέαν από τας κυκλοφορίας των περιοδικών, και γι' αυτό παρήγγειλα τόσα πολλά φύλλα. Οι τυπογράφοι με εκορόιδευαν, πιστεύοντας ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να διαθέσω τόσα φύλλα. Και όμως η «Διάπλασις» έπιασε αμέσως και έγινε δημοφιλής.
- Κι' ο πρώτος σας συνδρομητής ποιος ήταν;
- Τον θυμούμαι σαν να είνε αυτή η ώρα. Μπήκε στο μικρό στενόχωρο δωματιάκι, που εχρησιμοποιούσα για γραφείο του περιοδικού, και ρώτησε:
- Εδώ είνε τα γραφεία της «Διαπλάσεως»;
Μου εφάνη σαν ειρωνεία. Ο άνθρωπος εκείνος κρατούσε από το χέρι τα δύο παιδάκια του. Με είδε πίσω από το τραπεζάκι που εχρησιμοποιούσα για γραφείον και με ξαναρώτησε:
- Είνε εδώ ο κύριος Διευθυντής;
Φυσικά δεν ημπορούσα να κρυφθώ. Του απάντησα δειλά ότι «ο κύριος διευθυντής» ήμουν εγώ.
Και εκείνος, αντί να με δείρη, όπως επερίμενα, μου έδωσε το χέρι του και με συνεχάρη για τη ιδέαν να εκδώσω την «Διάπλασι». Και ενέγραψε τον γυιό του συνδρομητή. Δύο δραχμές. Ήταν η ετήσια συνδρομή!
- Και ποιος ήταν ο άνθρωπος εκείνος;
- Ο Δημήτριος Ρακτιβάν, ο οποίος έγραψε συνδρομητή τον γυιό του Κωνσταντίνον Ρακτιβάν, τον σημερινόν πρόεδρον του Συμβουλίου της Επικρατείας!
Η ιστορία της «Διαπλάσεως των Παίδων» διήλθε τρεις σταθμούς: Από τα 1879 έως τα 1884 εξεδίδετο μηνιαία και εις μικρόν σχήμα. Από τα 1885 έως τα 1893 έγινε δεκαπενθήμερος. Και από τα 1894 εισήλθεν εις νέαν περίοδον, έγινε εβδομαδιαία, εμεγάλωσε το σχήμα της και ετέθη υπό την αρχισυνταξίαν του κ. Γρηγ. Ξενόπουλου, ο οποίος κατώρθωσε να την συνδέση ψυχικώς προς τους παλαιούς και τους νέους αναγνώστας της κατά τέτοιον τρόπον, που να αποτελή για τους μεγάλους την γλυκυτέραν ανάμνησιν της νεότητός των και για τους μικρούς τον καλλίτερό τους σύντροφο. [...]