Οι διερευνητικές αποστολές είχαν επίσης διαπιστώσει πως ο τρίτος πλανήτης κατοικούνταν από ένα νοήμον είδος, το οποίο βρισκόταν ακόμα σε ένα προτεχνολογικό πολιτισμικό επίπεδο, παρ’ όλο που είχε ήδη καταφέρει να δημιουργήσει μεγάλα βασίλεια, από τα οποία μερικά είχαν σχέσεις – κυρίως πολεμικές και εμπορικές – μεταξύ τους ενώ άλλα, όπως φαίνεται, αγνοούσαν εντελώς την ύπαρξη των υπολοίπων. Οι σοφοί είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι θα αρκούσε ένας προπομπός –ένα είδος πολεμικής μηχανής υπό τον έλεγχο μιας τεχνητής νοημοσύνης με δυνατότητα να διασχίζει το υπερδιάστημα– για να υποτάξει τουλάχιστον ένα από τα μεγάλα βασίλεια και να προσηλυτίσει τους κατοίκους του στους Ιερούς Κανόνες, ώστε να τους χρησιμοποιήσει για την υποταγή των υπόλοιπων πολιτικών οντοτήτων και για την προετοιμασία των ιθαγενών να υποδεχτούν τους Ιερούς Κατακτητές ως επικυρίαρχους.
Ο Προπομπός Νο 1564 βγήκε από το υπερδιάστημα κοντά στον πέμπτο πλανήτη του συστήματος, έναν μετρίου μεγέθους αεριογίγαντα που η διαστρική συγκυρία τον έπλασε λίγο μικρότερο απ’ ό,τι θα αρκούσε για να αναφλεγεί και να δώσει στο πλανητικό σύστημα έναν δεύτερο μικρό ήλιο. Παρ’ όλα αυτά, η μάζα του ήταν αρκετή για να επηρεάζει το μητρικό αστέρι του συστήματος, έτσι ώστε και οι δυο να κινούνται γύρω από ένα κοινό βαρυτικό κέντρο, το οποίο βρίσκεται έξω από τον όγκο του κεντρικού αστεριού. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο αυτό το πλανητικό σύστημα ανακαλύφθηκε από τα αυτόματα συστήματα εξερεύνησης του τοπικού διαστήματος που ήταν εγκατεστημένα στο πιο πρόσφατο απόκτημα των Κατακτητών, έναν όμορφο πλανήτη γύρω από ένα όμορφο άστρο σε απόσταση περίπου εβδομήντα ετών φωτός. Και αυτός κατοικούνταν από ένα νοήμον είδος, το οποίο όμως αρνήθηκε να αποδεχτεί την αλήθεια του Προφήτη, γι’ αυτό υπέστη τη μόνη λογική συνέπεια αυτής της βλασφημίας: την ολοκληρωτική του εξαφάνιση.
Το σχέδιο προέβλεπε να χρησιμοποιήσει ο Προπομπός τον αεριογίγαντα ως «βαρυτική σφενδόνη» που θα του επέτρεπε να διεισδύσει γρήγορα στο εσωτερικό του πλανητικού συστήματος και να εγκαταστήσει στον τέταρτο πλανήτη, που δεν είχε μεν ίχνος ζωής αλλά πολύτιμα αποθέματα διάφορων πρώτων υλών, μια αυτόματη μονάδα παραγωγής μηχανημάτων που θα χρησιμοποιούσε για να καθυποτάξει τους ιθαγενείς του τρίτου πλανήτη και να προετοιμάσει τις υποδομές για τον τελικό εποικισμό.
Αυτό που τελικά οδήγησε στην καταστροφική αποτυχία τού, σε γενικές γραμμές, καλομελετημένου και για εκατόν πενήντα γενεές Ιερών Κατακτητών επιτυχώς δοκιμασμένου σχεδίου ήταν το γεγονός ότι οι προηγούμενες διερευνητικές αποστολές δεν κατάφεραν να διαπιστώσουν πως στην περιοχή όπου ο Προπομπός Νο 1564 θα χρησιμοποιούσε για να κάνει το ελιγμό της σφενδόνης υπήρχε ένα πολύ λεπτός δακτύλιος, ο οποίος μάλιστα δεν εκτεινόταν σε όλη την περίμετρο της τροχιάς αλλά σχημάτιζε ένα μικρό τόξο. Ο λόγος που αυτό το τόξο είχε περάσει απαρατήρητο ήταν ότι είχε σχηματιστεί από το πέρασμα ενός κομήτη που είχε πιαστεί στα βαρυτικά δίχτυα του αεριογίγαντα μετά την τελευταία διερευνητική αποστολή – ένα συμβάν με σχεδόν μηδενική πιθανότητα, αλλά, όπως λέει μια παλιά γαλαξιακή παροιμία, κάτι που είναι εντελώς απίθανο να συμβεί είναι σκληρή πραγματικότητα αφού συμβεί.
Έτσι, λίγο μετά την είσοδο του Προπομπού Νο 1564 στην τροχιά που θα τον έφερνε στον τέταρτο πλανήτη, ένα μικρό θραύσμα διαστρικού υλικού από το νέφος του Όορτ, του αστεριού το όνομα του οποίου για τον Προπομπό Νο 1564 ήταν μόνο μια σειρά δεκαπέντε συμβόλων –οι κάτοικοι του τρίτου πλανήτη τον ονόμαζαν Ήλιο–, συγκρούστηκε με μεγάλη ταχύτητα με την άτρακτο του Προπομπού διαπερνώντας το προστατευτικό τοίχωμα και, για κακή του τύχη, και δύο από τους τέσσερις θαλάμους προωθητικού υλικού που χρησιμοποιούσε για ελιγμούς στο βαρυτικό πεδίο ενός πλανήτη. Επιπλέον, η ταχύτητα του θραύσματος ήταν τόσο μεγάλη ώστε, παρ’ όλη την ελάχιστη μάζα του –περίπου τρία γραμμάρια–, η ορμή κατά τη σύγκρουση ήταν αρκετή ώστε να αποσταθεροποιήσει τον Προπομπό από την τροχιά του και να του δώσει μια κατεύθυνση που τον οδηγούσε προς τα εξωτερικά στρώματα της ατμόσφαιρας του αεριογίγαντα.
Τα πρώτα λεπτά μετά τη σύγκρουση, η κατάσταση φαινόταν να είναι υπό έλεγχο. Ο Προπομπός έθεσε σε λειτουργία τα συστήματα ανάγκης, διέκοψε τις παροχές από τους κατεστραμμένους θαλάμους και προσπάθησε να εκκινήσει το σύστημα συμβατικής προώθησης ώστε να ανεβεί σε μια υψηλότερη τροχιά και να μπορέσει έτσι να εκτελέσει τον αρχικό ελιγμό. Όμως, για κακή του τύχη, εκείνη τη στιγμή δημιουργήθηκε βαθιά μέσα στην τροπόσφαιρα του αεριογίγαντα μια έκλαμψη φορτισμένων σωματιδίων η οποία, με τη συμβολή μαγνητικών πεδίων, πήρε τη μορφή μιας λεπτής αλλά καταστροφικά ισχυρής ριπής, στην πορεία της οποίας μπήκε ο Προπομπός με αποτέλεσμα να καταστραφεί ο κύριος μηχανισμός ελέγχου του προωθητήρα του.
Ο Προπομπός βρέθηκε έτσι μπροστά σε ένα δίλημμα: να προσπαθήσει να θέσει σε λειτουργία τον εφεδρικό μηχανισμό, κάτι που θα έπαιρνε λίγο χρόνο με αποτέλεσμα να πλησιάσει πολύ τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας του αεριογίγαντα και –το χειρότερο– να μπει σε μια από τις ζώνες Vaν Allen που τον περιστοιχίζουν διατρέχοντας κίνδυνο να υποστούν βλάβη περισσότερα συστήματα από την υψηλή ακτινοβολία που τις χαρακτηρίζει, ή να δοκιμάσει να ενεργοποιήσει το σύστημα εισόδου στο υπερδιάστημα ώστε να απομακρυνθεί άμεσα από την επικίνδυνη ζώνη και να προσπαθήσει εκ νέου την είσοδο στο πλανητικό σύστημα; Η δεύτερη επιλογή ήταν πιο θελκτική, είχε όμως και αυτή τα ρίσκα της. Τόσο βαθιά μέσα στη «βαρυτική χοάνη» του αεριογίγαντα, ο κίνδυνος να υπερφορτωθεί το σύστημα και να οδηγηθεί σε μια καταστροφική έκρηξη δεν ήταν καθόλου αμελητέος.
Ο Προπομπός προσπάθησε να εκκινήσει τον εφεδρικό μηχανισμό, όμως αυτός δεν ανταποκρίθηκε στα σήματα. Τα δευτερόλεπτα κυλούσαν αμείλικτα και το σημείο χωρίς επιστροφή πλησίαζε αδυσώπητα. Έτσι ο Προπομπός έδωσε την εντολή στο σύστημα εισόδου στο υπερδιάστημα να τον μετακινήσει στο σημείο που βρισκόταν πριν κάνει το τελικό άλμα που τον έφερε στην τροχιά του αεριογίγαντα.
Ήταν δειλινό σε μια περιοχή του τρίτου πλανήτη του αστρικού συστήματος, τον οποίο οι νοήμονες κάτοικοί του ονομάζουν Γη στις διάφορες γλώσσες τους. Σε ένα καραβανσεράι σε ένα χωριό κάπου στη σημερινή Ιορδανία, τρεις εύποροι ταξιδιώτες από τη Βαβυλώνα με τη συνοδεία τους είχαν καταλύσει εκεί για να περάσουν τη νύχτα στο δρόμο τους για τη σπουδαία πόλη Ιερουσαλήμ, όπου σκόπευαν να μιλήσουν με τους ιερείς του μεγάλου Ναού για κάτι προφητείες που είχαν φτάσει μέχρι τη Βαβυλώνα και μίλαγαν για τον ερχομό ενός μεγάλου βασιλιά και το αιώνιο βασίλειό του. Όπως όλοι οι σοφοί της Βαβυλώνας, ήταν και οι τρεις τους μυημένοι στα μυστικά των ουρανών και παρατηρούσαν κάθε βράδυ τη θέση των ουράνιων σωμάτων – λίγο από συνήθεια, λίγο για να ενημερώσουν τους αστρονομικούς χάρτες που κουβαλούσαν στα μπαγκάζια τους, λίγο ψάχνοντας να βρουν στους αστερισμούς ένα κρυμμένο μήνυμα σε σχέση με τις προφητείες που διερευνούσαν. Ο ήλιος είχε ήδη δύσει –ήταν η εποχή του χειμερινού ηλιοστασίου και οι μέρες είχαν τη μικρότερη διάρκεια της χρονιάς– όταν ο ένας από αυτούς διαπίστωσε ότι ο πλανήτης που ονόμαζαν Μάρντουκ και εκείνη την εποχή βρισκόταν σε σύνοδο με τον Ήλιο αύξησε ξαφνικά τη φωτεινότητά του. Φώναξε τους δυο συντρόφους του που έφεραν τα αστρονομικά τους όργανα και προσπάθησαν να διαπιστώσουν την ακριβή θέση του πλανήτη στην ουράνια σφαίρα. Παρατηρώντας τον Μάρντουκ να χάνεται πίσω από τον δυτικό ορίζοντα διαπίστωσαν ότι η φωτεινότητά του δεν ήταν σταθερή αλλά άρχισε να μειώνεται. Την άλλη μέρα, παραξενεμένοι, διαπίστωσαν ότι ο Μάρντουκ ήταν πάλι τόσο φωτεινός ώστε να φαίνεται σε μικρή απόσταση από τον ήλιο και να «αναβοσβήνει» ακολουθώντας τον στον ουρανό. Τις επόμενες μέρες, στο δρόμο τους για την Ιερουσαλήμ παρακολουθούσαν το φαινόμενο, μέχρι που διαπίστωσαν ότι ο Μάρντουκ έδυε σε ένα σημείο του ορίζοντα όπου οι χάρτες τους έλεγαν ότι αντιστοιχεί στην τοποθεσία μιας μικρής πόλης της Ιουδαίας, της Βηθλεέμ.
Όταν έφτασαν έπειτα από μερικές μέρες στην Ιερουσαλήμ ο Μάρντουκ είχε χάσει πλέον σχεδόν όλη την καινούργια φωτεινότητά του και αναβόσβηνε σαν την καύτρα ενός κεριού, ορατός μόνο σε αυτούς που ήξεραν πού να κοιτάξουν. Ζήτησαν ακρόαση από τον ηγεμόνα της περιοχής, κάποιον βασιλιά Ηρώδη, που βασικά δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα διεφθαρμένο υποχείριο του Ρωμαίου έπαρχου. Του μίλησαν για την προφητεία και ο Ηρώδης φάνηκε να εκπλήσσεται με τα νέα και τους ζήτησε να πάνε μέχρι τη Βηθλεέμ κι αν βρουν αυτόν τον νέο βασιλέα να έρθουν να του το πουν για να πάει να του δηλώσει υποταγή κι αυτός. Τους έδωσε μάλιστα και μια ένοπλη συνοδεία, γιατί το μονοπάτι που κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ προς τη Βηθλεέμ το λυμαίνονταν ληστές. Το επόμενο βράδυ ξεκίνησαν οι τρεις με τους υπηρέτες τους και την ένοπλη συνοδεία, αλλά κάπου μεσοστρατίς τους είχαν στήσει καρτέρι τρεις από τους πιο επικίνδυνους ληστές της περιοχής. Οι τρεις σοφοί και οι υπηρέτες τους βρήκαν έναν άγριο θάνατο, ενώ οι ένοπλη συνοδεία πέταξε τα όπλα και χάθηκε μέσα στη νύχτα…
Η υπερφόρτωση του συστήματος εισόδου στο υπερδιάστημα μετέτρεψε τον Προπομπό Νο 1564 και το μεταφορικό του σύστημα σε έναν μικρό ήλιο που άρχισε μια σπειροειδή τροχιά πρόσκρουσης με τον αεριογίγαντα, τον πέμπτο πλανήτη του αστρικού συστήματος με τον δεκαπενταψήφιο κωδικό των Ιερών Κατακτητών, τον Μάρντουκ των Βαβυλώνιων, τον Δία των Ελλήνων, τον Jupiter των Ρωμαίων. Έπειτα από περίπου δυο εβδομάδες, τα υπολείμματα του Προπομπού βυθίστηκαν στην ατμόσφαιρα του πλανήτη. Η ισχύς της πρόσκρουσης ήταν τόσο μεγάλη ώστε σε εκείνο το σημείο δημιουργήθηκε ένας τεράστιος κυκλώνας που είναι και σήμερα ορατός από τη Γη με ένα καλό τηλεσκόπιο – η λεγόμενη ερυθρά κηλίδα.
Οι τρεις νεκροί σοφοί που έψαχναν το νέο βασιλέα δεν αξιώθηκαν ποτέ να τον γνωρίσουν. Τα δώρα όμως που –καλού-κακού– έφερναν μαζί τους γι’ αυτόν, έφτασαν τελικά στον αποδέκτη τους. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία…