Γνώμες

Γιατί ο Ρασίντ Γιεκινί, είδωλο το 1994 στη Νιγηρία μετά το Μουντιάλ εκείνης της χρονιάς και, κατόπιν, ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού πέθανε φτωχός και νέος; Και τι σχέση έχουν τα πανηγύρια του ποδοσφαίρου, οι ηγέτες που διαχειρίζονται την κρατική διαφθορά, τους φανατισμούς και τους εθνικισμούς με τους θριάμβους και τις ήττες ενός θεάματος όπως το ποδόσφαιρο;

Στην ταινία Μπανάνες του Γούντυ Άλλεν ο πρωταγωνιστής βρίσκεται αναίσθητος, ξυλοκοπημένος από παραστρατιωτικούς μιας λατινοαμερικάνικης δικτατορίας. Όταν αυτοί του ρίχνουν νερό για να ξυπνήσει και να τον ξαναδείρουν, αυτός αρχίζει να φωνάζει τρομαγμένος: «Όχι, όχι άλλες Πολωνέζες». Όποιος έχει παρακολουθήσει τι και πώς λέγεται στις εργασίες της αποκαλούμενης Βουλής των Εφήβων δικαιούται να λιποθυμήσει και μετά να φωνάξει «όχι, όχι άλλοι Αυτιάδες - και τόσοι άλλοι».

Τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ εμφανίσθηκε πολιτικά διαιρεμένη και οικονομικά εξασθενημένη ενώ δεν άκουσε προσεκτικά όσα οι πολίτες προσπάθησαν να πουν. Οι πολιτικοί ηγέτες των «28» κρατών της ΕΕ, επίσης, απέτυχαν να αφηγηθούν την ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ιστορία διάδοσης της ελευθερίας και της αλληλεγγύης. Η «έλλειψη» της Ευρώπης σημαίνει την «υποχώρηση» της Ευρώπης. Αυτή είναι και η πραγματική παγίδα που η ίδια η Γηραιά Ήπειρος κινδυνεύει να στήσει στον εαυτό της.

Αυτή τη φορά ήταν ο Νίκος Μαραντζίδης και οι απόψεις του για τον εμφύλιο πόλεμο και το ρόλο του ΚΚΕ, πριν χρόνια ήταν ο Αλέξης Ηρακλείδης και οι θέσεις του για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αύριο θα είναι κάποιος άλλος, γιατί δυστυχώς στην Ελλάδα δεν μάθαμε ποτέ να ανταλλάσσουμε επιχειρήματα και να κάνουμε επιστημονικές συζητήσεις, αλλά να ανταλλάσσουμε συκοφαντίες, κατηγορίες, μπινελίκια και να πουλάμε τσαμπουκά, έτσι γεννούν οι ιδέες ιστορία.

Δυο απορίες, μετά τον χθεσινό ξυλοδαρμό του καθηγητή Νίκου Μαραντζίδη. Για ποιο λόγο, άραγε, η Αριστερά αποφεύγει να καταδικάσει πράξεις στην κατεύθυνση της φίμωσης προσώπων που θεωρεί ιδεολογικούς αντιπάλους; Δεν είναι συστατικό της δημοκρατίας η διαφωνία ή και η ιδεολογική αντιπαλότητα; Και η βίαιη κατάπνιξη της διαφωνίας δεν είναι πράξη αντιδημοκρατική;

Η συζήτηση για την ανασύσταση ή ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, αν και πρέπει να τονίσω ότι διαφωνώ και με τους δύο όρους καθώς αυτό που περιγράφουν ως ενιαία Κεντροαριστερά οι περισσότεροι εκ των μετεχόντων στο διάλογο δεν υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα ως ενιαίος πολιτικός σχηματισμός, μου θυμίζει σκηνές από το Άρωμα του Ζισκίντ.

Ο αντιδιαφωτισμός στην Ελλάδα είναι το κρυφό ή και το φανερό χαρτί στα χέρια του εθνολαϊκισμού. Εδώ το Έθνος ταυτίζεται με την άποψη του αντιδιαφωτισμού για τα έθνη (οντότητες στηριγμένες στους δεσμούς αίματος και ενίοτε της θρησκείας και όχι σύνολα ατόμων που έχουν πολιτικούς, οικονομικούς και διαφορετικούς ιδεολογικούς δεσμούς). Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι, την ίδια στιγμή που πλήθη σκέπτονται έτσι, συμμετέχουν και συμβάλλουν στην κοινωνία της αγένειας, μπορεί να κατανοήσει πολλές από τις ελληνικές ιδιοτυπίες, τον εθνικό μας εξαιρετισμό.

Για κάποιους αριστερούς υπάρχουν πράγματι δύο δρόμοι στη ζωή: ή θα ενσωματωθούν σε ένα διεφθαρμένο σύστημα ή θα το ανατρέψουν. Ενδιάμεση οδός δεν υπάρχει. Στη συνείδησή τους, δεν υπάρχει η περίπτωση να παλέψουν εντός του συστήματος για το καλύτερο δυνατό. Γιατί άλλωστε καλούν τον κόσμο να αντισταθεί στους δρόμους; Γιατί, απλούστατα, δεν πιστεύουν στο δημοκρατικό πολίτευμα. Είναι λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ ένα κόμμα που ετοιμάζεται να εγκαθιδρύσει ένα νέο κομμουνιστικό καθεστώς στην Ελλάδα; Ή μήπως ό,τι λένε δεν το εννοούν;

Οι σύγχρονοι Έλληνες αμελούν την ουσία της γνώσης και τη σημασία της προσωπικής τους ανάπτυξης. Προσπαθούν να περνούν εξετάσεις, να παρακολουθούν σεμινάρια, να ζητούν επίμονα «χαρτιά» που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να «πουλήσουν» τον εαυτό τους. Η στείρα αναζήτησή τους αποδυναμώνει την προσπάθειά τους να μάθουν πραγματικά, να βελτιωθούν, να προσφέρουν.