Ξεκινήσαμε από το Βλαντίμιρ και με κατεύθυνση το Ντεβέγιεβο, θέλοντας να επισκεφτούμε έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της ρωσικής Ορθοδοξίας. Η απόσταση από το Βλαντίμιρ στο Ντεβέγιεβο είναι 278 χιλιόμετρα, ακολουθώντας μια διαδρομή με δρόμους, οι οποίοι σε ορισμένα τμήματα –κυρίως δασικά– είχαν να συντηρηθούν δεκαετίες, πράγμα που επιβράδυνε δραματικά μεν την ταχύτητα, πρόσφερε όμως τη δυνατότητα να απολαύσεις με άνεση το περιβάλλον: τα δάση, τις λίμνες, τα ποτάμια, τους εγκαταλελειμμένους λειμώνες, τους κυνηγότοπους, τα κάποτε απέραντα βοσκοτόπια και τα ξέφωτα, όπου είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες κανθαρέλλες, κάτι κοκκινωπά πεντανόστιμα μανιτάρια, ιδίως στο τηγάνι, με τη ρωσική κρέμα γάλακτος, γνωστή ως σμετάνα.
Περάσαμε πάνω από τη γέφυρα του ποταμού Οκά, ο οποίος έχει μήκος 1.500 χιλιόμετρα και είναι από τους μεγαλύτερους παραπόταμους του Βόλγα, στην πόλη Αρντάτοβο και, μετά από 25 χιλιόμετρα, είδαμε από μακριά να λάμπουν στον εκτυφλωτικό ήλιο της στέπας του Βόλγα, οι επιχρυσωμένοι τρούλοι του ναού της Αγίας Τριάδας, της ομώνυμης μονής.
Εκείνο που ελάχιστοι γνωρίζουν είναι όλη αυτή η περιοχή ανάμεσα στον Οκά και τον Βόλγα, είχε σχεδιαστεί από τον Στάλιν να γίνει μια τεράστια αμυντική γραμμή κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Ήταν, μάλιστα, τόσο γρήγορη η εξέλιξη των εργασιών που τα χαρακώματα, τα οχυρά και τα υπόλοιπα αμυντικά έργα, με τη δουλειά εκατομμυρίων ανθρώπων έγιναν σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι εξελίξεις όμως κατέστησαν τη γραμμή αυτή άχρηστη. Σήμερα, ο υποψιασμένος οδηγός, καλός γνώστης της περιοχής, μπορεί να δείξει στον φιλοπερίεργο περιηγητή ό,τι απέμεινε από το κολοσσιαίο αυτό στρατιωτικό έργο.
Το Ντεβέγιεβο είναι ένα χωριό, η ζωή και η οικονομική δραστηριότητα περιστρέφεται γύρω από τη μονή. Έχει δεκάδες πανδοχεία, η διαμονή στα οποία, για ένα δίκλινο δωμάτιο, στοιχίζει 15 ευρώ τη βραδιά, μαζί με το κοζάκικο πρωινό που περιλαμβάνει ένα πιάτο χυλό, 2 φέτες σταρένιο ψωμί με μια φέτα τυρί ή σαλάμι και ένα ποτήρι τσάι.
Το δωμάτιο στο πανδοχείο «Κοζάκικο χάνι» είχε δύο άνετους χώρους, με μπάνιο, ψυγείο και πλαγιαστά παράθυρα, στη σκεπή του κτιρίου, απ’ όπου έβλεπες όλο το χωριό.
Η μονή της Αγίας Τριάδας - Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ
Η μονή αναφέρεται σε γραπτές πηγές από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Σύμφωνα με τις αναφορές αυτές, γύρω στο 1758 πήγε στο Κίεβο μια πλούσια χήρα γαιοκτήμονα από το Ριαζάν, η Αγάφια Σιμεόνοβνα Μελγκουνόβα, η οποία σε νεαρή ηλικία είχε χάσει τον άντρα της και έδωσε όρκο να αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό. Στη μονή του Αγίου Φλώρου του Κιέβου εκάρη μοναχή με το όνομα Αλεξάνδρα. Μια φορά, κατά τη διάρκεια μιας ολονυχτίας στη μονή των Σπηλαίων του Κιέβου, είδε σε όραμα την Παναγία, η οποία την πρόσταξε να πάει σε ένα μέρος που θα της υποδείξει και να ιδρύσει ένα ακόμη «περιβόλι» της πάνω στη Γη. Οι στάρετς της μονής θεώρησαν το όραμα αυτό πραγματικό και έδωσαν την ευλογία τους στη μοναχή Αλεξάνδρα να ξεκινήσει την περιπλάνησή της στη Ρωσία. Εκείνη ξεκίνησε για τη μονή στην πόλη Σαρόφ, πριν όμως φτάσει εκεί, σε απόσταση δώδεκα βερστίων, σταμάτησε για να ξαποστάσει στο χωριό Ντεβέγιεβο. Τότε της παρουσιάστηκε ξανά η Παναγία και τα είπε ότι στο σημείο εκείνο θα πρέπει να ιδρύσει το «περιβόλι» της. Έτσι, το 1773 - 1774 η μοναχή Αλεξάντρ, δίπλα στην ξύλινη εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, με δικά της έξοδα, έχτισε τα θεμέλια του ναού της Παναγίας του Καζάν. Τα θυρανοίξια έγιναν στις αρχές του 1780 και ο ναός είχε δύο παρεκκλήσια, ένα του Αγίου Νικολάου και ένα του πρωτομάρτυρα διακόνου Στεφάνου.
Στην αρχή υπήρχε μόνο η μικρή αδελφότητα γύρω από το ναό της Παναγίας του Καζάν, στην οποία συμμετείχαν όλο κι όλο πέντε μοναχές, οι οποίες ακολουθούσαν το αυστηρό μοναστικό τυπικό των στάρετς του Σαρόφ. Το 1789 την πνευματική καθοδήγηση της μονής την ανέλαβε ο νεαρός ιεροδιάκονος Σεραφείμ, ο μετέπειτα άγιος. Όταν το 1796 πέθανε και η δεύτερη ηγουμένη, το δύσκολο αυτό έργο ανέλαβε η Ξένια Μιχαήλοβνα Κοτσεουλόβα και, μέχρι το 1826, ο αριθμός των μοναχών έφτασε τις 40. Επί σαράντα τρία χρόνια η ηγουμένη Ξένια διακόνησε την πίστη της σε αυτή τη μονή. Σύμφωνα με τις αναμνήσεις των συγχρόνων της ήταν πολύ αυστηρή προς τον εαυτό της και τους άλλους.
Το 1826, στις 21 Δεκεμβρίου, θεμελιώθηκε, με την ευλογία του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ, η αδελφότητα του Μύλου. Εκεί μετακόμισαν οκτώ μοναχές από την αδελφότητα της Παναγίας του Καζάν με ηγουμένη την Γιλένα Βασίλιβνα Μαντουρόβα, η οποία με χρήματα του αδελφού της έχτισε τον διώροφο ναό της Γεννήσεως του Χριστού, με το παρεκκλήσι της Γεννήσεως της Θεοτόκου.
Το 1842, εννέα χρόνια μετά το θάνατο του Άγιου Σεραφείμ του Σαρόφ, οι δύο αδελφότητες ενώθηκαν, σχηματίζοντας τη γυναικεία μονή του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ, η οποία υπάρχει και ανθίζει μέχρι τις μέρες.
Ο βίος του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ
Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρόφ, είναι μάλλον ο πλέον γνωστός άγιος της Ρωσίας στην Ελλάδα, τον οποίο τιμούν ιδιαιτέρως οι πιστοί. Σύμφωνα με τον βίο του, ο κατά κόσμον Πρόχορ Ισιντόροβιτς Μοσνίν γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1754 στο Κουρσκ και πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 1833 στη μονή του Σαρόφ. Η Ρωσική Εκκλησία τον ανακήρυξε όσιο το 1903 με πρωτοβουλία του τσάρου Νικολάου Β’.
Γόνος οικογένειας πλούσιου και φημισμένου εμπόρου, ο νεαρός Πρόχορ ορφάνεψε από μικρός και σε ηλικία επτά ετών έπεσε από το καμπαναριό του ναού του Αγίου Σέργιου και της Παναγίας της Καζάν που χτιζόταν τότε στη θέση του ναού του οσίου Σέργιου του Ραντονέζσκ, χωρίς όμως να πάθει τίποτα. Σε νεαρή ηλικία αρρώστησε βαριά. Κατά τη διάρκεια της ασθένειάς τους είδε στον ύπνο του την Παναγία, η οποία του υποσχέθηκε πως θα τον κάνει καλά. Κατά τη διάρκεια μιας λιτανείας που έγινε λίγες ημέρες αργότερα και πέρασε μπροστά από το σπίτι του με την εικόνα της Παναγίας Θεοτόκου, η μητέρα του τον πήγε να προσκυνήσει την εικόνα και αμέσως θεραπεύτηκε. Το 1776 ταξίδεψε ως προσκυνητής στην Αγία Λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο, όπου η μοναχή Δωσιθέα τον ευλόγησε και του υπέδειξε το μέρος στο οποίο θα έπρεπε να γίνει δόκιμος μοναχός και να δεχτεί την κουρά. Το μέρος αυτό ήταν η Έρημος του Σαρόφ στο κυβερνείο του Ταμπόφ. Το 1778 έγινε δόκιμος μοναχός στον στάρετς Ιωσήφ και το 1786 εκάρη μοναχός με το όνομα Σεραφείμ, ενώ το 1793 χειροτονήθηκε ιερομόναχος.
Το 1794 άρχισε να ζει μόνος του σε ένα κελί μέσα στο δάσος σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το μοναστήρι. Χειμώνα και καλοκαίρι φορούσε το ίδιο ράσο, έτρωγε ό,τι του πρόσφερε το δάσος, κοιμόταν ελάχιστα, τηρούσε με αυστηρότητα όλες τις νηστείες, διάβαζε διαρκώς το Ευαγγέλια και τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας. Δίπλα στο κελί του έφτιαξε ένα μικρό περιβόλι και μια κυψέλη.
Σύμφωνα με τον βίο του, για πολλά χρόνια τρεφόταν μόνο με το χόρτο κατσικοπόδαρο, ενώ έζησε επί χίλιες ημέρες και χίλιες νύχτες πάνω σε ένα βράχο, επαναλαμβάνοντας τον άθλο των στηλιτών των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού. Υπάρχουν μαρτυρίες πολλών ανθρώπων που τον επισκέπτονταν για συμβουλές και ευλογία, σύμφωνα με τις οποίες ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρόφ τάιζε μια τεράστια αρκούδα, αλλά και πολλά άλλα άγρια ζώα του δάσους.
Το 1807 έδωσε όρκο σιωπής, προσπαθώντας να αποφύγει συναντήσεις και συνομιλίες με άλλους. Το 1810 επέστρεψε στο μοναστήρι αλλά παρέμεινε έγκλειστος προσευχόμενος μέχρι το 1825. Στη συνέχεια, άρχισε να δέχεται επισκέπτες τόσο μοναχούς όσο και κοσμικούς. Τον επισκέπτονταν πολλοί, ανάμεσα σε αυτούς και ο τσάρος Αλέξανδρος Α’. Τους προϋπαντούσε όλους με την φράση «Χαρά μου!» και όλο το χρόνο τους χαιρετούσε με τη φράση «Χριστός Ανέστη!».
Σε αυτόν ανήκει η πρωτοβουλία και η καθοδήγηση για την ίδρυση της γυναικείας μονής στο Ντεβέγιεβο. Το 1831 είδε για εικοστή πέμπτη φορά στη ζωή του ένα όραμα με την Παναγία, συνοδευόμενη από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον Ιωάννη τον Θεολόγο. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 2 Ιανουαρίου 1833, ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρόφ πέθανε μέσα στο κελί του την ώρα που γονατιστός προσευχόταν.
* * *
Σήμερα η μονή ανθίζει. Καθημερινά χιλιάδες προσκυνητές (προσκυνητές και όχι επισκέπτες) την κατακλύζουν από νωρίς το πρωί. Υπάρχει οργανωμένη υπηρεσία ξεναγήσεων έναντι μικρού αντιτίμου. Κάθε ξενάγηση διαρκεί περίπου 45 λεπτά και ο προσκυνητής μαθαίνει για την ιστορία της μονής, τον βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ, αλλά και για τις διά Χριστόν Σαλές μοναχές που έζησαν εδώ και τιμούνται ιδιαιτέρως.
Η μονή διαθέτει τέσσερις μεγαλοπρεπείς, εντυπωσιακούς ναούς, το ναό της Αγίας Τριάδος, το ναό της Γεννήσεως του Χριστού, το ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και το ναό του Ευαγγελισμού.
Ιδιαιτέρως εντυπωσιακή είναι η αδελφότητα της Τάφρου. Σύμφωνα με την παράδοση, η Παναγία εμφανίστηκε σε όραμα στον Άγιο Σεραφείμ του Σαρόφ και του υπέδειξε μια τοποθεσία εντός της σημερινής μονής, στην οποία θα έπρεπε να ιδρύσει μια νέα αδελφότητα, αποτελούμενη από μοναχές - πολεμίστριες. Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρόφ μερίμνησε για την ίδρυση της αδελφότητας, η οποία, αφού έκτισε το ναό και τα διάφορα βοηθητικά κτίρια, έσκαψε μια βαθιά τάφρο, η οποία συμβόλιζε την οχυρωμένη άμυνά της στις επιθέσεις του διαβόλου. Σήμερα, οι πιστοί διανύουν την απόσταση των 777 μέτρων επαναλαμβάνοντας την προσευχή «Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά Σου» 150 φορές. Είναι από τα πιο διαδεδομένα τάματα στη Ρωσία. Κατά τη σοβιετική περίοδο, οι αρχές είχαν χτίσει κτίρια, στα οποία στέγαζαν εργατικά συνεργεία, οι άντρες των οποίων μεθούσαν διαρκώς και ειρωνεύονταν, έφτυναν, πετούσαν ακαθαρσίες και σκουπίδια στις μοναχές και τους τολμηρούς εκείνους προσκυνητές που έρχονταν από τα πέρατα της Ρωσίας.
Εκείνοι που θέλουν να προσκυνήσουν τα λείψανα του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ, οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, πρέπει να οπλιστούν με μεγάλη υπομονή. Η αναμονή διαρκεί τουλάχιστον δύο ώρες, ωστόσο πρόκειται για κάτι εξαιρετικά εντυπωσιακό. Η ουρά των προσκυνητών κινείται με αργούς ρυθμούς. Κάποια στιγμή, φτάνεις στην πόρτα της αριστερής πλευράς του ναού της Αγίας Τριάδας. Στη συνέχεια ανεβαίνεις περίπου 30 απότομα σκαλοπάτια για να βρεθείς στο εσωτερικό του ναού. Εκεί, σε ειδικό βάθρο και λάρνακα εκτίθεται τα λείψανα του αγίου, υπό την επιστασία μιας μοναχής. Σε αυτήν δίνεις τις εικόνες, το κερί ή ό,τι άλλο, προκειμένου να τα αγγίζει πάνω στο τζάμι που χωρίζει τον άγιο από τον προσκυνητή και να «πάρει την ευλογία του». Στη συνέχεια, δύο βήματα πιο πέρα, εκτίθεται η μοναδική εικόνα πορτραίτο του αγίου που φιλοτεχνήθηκε όσο ο ίδιος ήταν εν ζωή.
Μέσα στον περίβολο της μονής υπάρχουν περίπτερα, από τα οποία ο καθένας μπορεί να προμηθευτεί βιβλία με την ιστορία της αδελφότητας, εικόνες, αναμνηστικά, κεριά, παξιμάδια, πρόσφορα. Οι τιμές είναι χαμηλές, αλλά η κατανάλωση τεράστια.
Για εκείνους που θέλουν να κάνουν μεγαλύτερες οικονομικές προσφορές υπάρχει το έθιμο να καταθέτεις χρήματα και να σου δίνουν μια προτυπωμένη απόδειξη αγοράς τούβλων.
Το τάμα
Για τον Ρώσο, η επίσκεψη στο Ντεβέγιεβο και στη μονή της Αγίας Τριάδας - Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ δεν έχει κανένα απολύτως χαρακτηριστικό ταξιδιού αναψυχής. Προετοιμάζονται ψυχικά και σωματικά για το προσκύνημα. Νηστεύουν, εξομολογούνται, έρχονται να συναντήσουν την πνευματικότητα εκείνη με την οποία ζουν εδώ και αιώνες στα χώματα τούτα. Γι’ αυτό, τόσο στο Ντεβέγιεβο, όσο και στη γύρω περιοχή, δύσκολα θα βρεις καταστήματα αναψυχής ή έστω κάτι που να μοιάζει με αυτά.
Ωστόσο, επίσκεψη στο Ντεβέγιεβο σημαίνει εκπλήρωση της υπόσχεσης, του τάματος. Για να συμβεί αυτό όμως, ο προσκυνητή πρέπει να φύγει από το Ντεβέγιεβο και να πάει στην πηγή του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ, σε απόσταση 15 χιλιομέτρων.
Για τον ξένο προσκυνητή ή επισκέπτη, η πρόσβαση στην πηγή αυτή είναι απαγορευμένη. Το δάσος του Σαρόφ, στο οποίο βρίσκεται, ανήκει στην διοικητική περιφέρεια της ομώνυμης πόλης, η οποία από την εποχή της ΕΣΣΔ ακόμη είναι μια «κλειστή» πόλη, μια πόλη απαγορευμένη για τους ξένους, λόγω του ότι εκεί υπάρχουν επιχειρήσεις και ερευνητικά ινστιτούτα των πυρηνικών εξοπλισμών της Ρωσίας.
Η πηγή αυτή είχε ξεχαστεί, αλλά σύμφωνα με τις αφηγήσεις των ντόπιων, κατά τη δεκαετία του 1960 πολλοί στρατιώτες που φυλούσαν σκοπιές ή έκαναν περιπολίες στο δάσος είχαν οράματα με την Παναγία ή τον Άγιο Σεραφείμ του Σαρόφ φορώντας έναν λευκό χιτώνα. Οι αρχές αναγκάστηκαν να μετακινήσουν τα συρματοπλέγματα και να απελευθερώσουν την περιοχή, ώστε να έχουν πρόσβαση οι πιστοί.
Παραβιάζοντας την πινακίδα που απαγορεύει τη διέλευση ξένων υπηκόων, διασχίσαμε την μικρή αυτή απόσταση και φτάσαμε στην πηγή του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ. Ξύλινα κτίσματα, γέφυρες και μια λίμνη με νερό, η θερμοκρασία του οποίου στο μέσο του καλοκαιριού ήταν 3 ή 4 βαθμοί κάτω απ’ το μηδέν.
Εκατοντάδες άνθρωποι, άντρες και γυναίκες ετοιμάζονταν πνευματικά και σωματικά για το τάμα τους. Οι άντρες φορώντας απλά το μαγιό τους, οι γυναίκες φορώντας τους λευκούς λινούς χιτώνες που αγόρασαν σε παρακείμενα καταστήματα. Σε μια σειρά ξύλινες καμπίνες, οι προσκυνητές άλλαζαν ρούχα. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια μια ξύλινης σκάλας, κατέβαιναν στη λίμνη, όπου, αφού έκαναν πρώτα τον σταυρό τους, βυθίζονταν στο παγωμένο νερό. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται για τρεις φορές και συμβολίζει την εκ νέου βάπτιση του πιστού. Το τάμα αυτό στα ρωσικά έχει το δικό του ρήμα, «οκουνάτ», που σημαίνει βυθίζω κάτι ή κάποιον στο νερό, η δε διαδικασία ονομάζεται «οκουνάνιγιε».
Το θέαμα συναρπάζει και συγκινεί. Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις τον άλλον να αναγεννιέται μέσα από την πίστη του, ακόμη κι όταν εσύ έχει προ πολλού λύσει το θέμα του εφήμερου και της αιωνιότητας μέσα σου.
Φεύγοντας από την πηγή του Αγίου Σεραφείμ του Σαρόφ ήξερα πως είχα δει, επιτέλους, την αιώνια ψυχή της Ρωσίας, της Ρωσίας που, παρά τον καταναλωτισμό, τον άγριο, τον πρωτόγονο καπιταλισμό, τους πολέμους, τα δεινά, τους εξανδραποδισμούς και τις σφαγές, παραμένει εκείνο το μικρό παιδί που δέχτηκε πριν από έντεκα αιώνες τον χριστιανισμό και παραμένει αγνή, τρυφερή και αρχέγονη μέσα στην πίστη της.
Ντεβέγιεβο
12 - 13 Ιουλίου 2016