Παρεμβάσεις
John Berger, Η εικόνα και το βλέμμα, μετάφραση από τα αγγλικά: Ειρήνη Σταματοπούλου, Μεταίχμιο, Αθήνα 2022, 216 σελ.
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης μισού αιώνα από τη σειρά των περίφημων εκπομπών στην τηλεόραση του BBC, εκδίδεται εκ νέου στα ελληνικά το βιβλίο Η εικόνα και το βλέμμα, ενός από τους πιο επιδραστικούς θεωρητικούς και κριτικούς της τέχνης, που μας έμαθε να βλέπουμε: του Τζον Μπέρτζερ.
Ζούμε σήμερα σε περίοδο μνημών και αναστοχασμού για το μεγαλύτερο ίσως δράμα που, ως ελεύθερο κράτος, έζησε η πατρίδα μας πριν από 100 χρόνια. Πολλοί υποστήριξαν πως εξ αρχής το μικρασιατικό εγχείρημα του Ελευθερίου Βενιζέλου –στον οποίον κάποιοι και το 1915 καταλόγιζαν καιροσκοπισμό– ήταν εξαρχής, ήδη από το 1919, τυχοδιωκτικό, ίσως και αδιέξοδο. Ο Ιωάννης Μεταξάς, μάλιστα –ο οποίος άλλες στιγμές και για άλλα θέματα δεν έδειξε ανάλογη διορατικότητα και ευθυκρισία–, εν προκειμένω, είχε με ενάργεια αναδείξει τις δυσμενείς για εμάς προοπτικές που δημιουργούσαν τόσο τα γεωγραφικά όσο και τα δημογραφικά δεδομένα στην αιολική γη.
Πήγα για πρώτη φορά στην Ουκρανία τον Μάρτιο του 2003 προκειμένου να επισκεφθώ την ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας μου, την πόλη της Buczacz (Μπούτζαζ), τώρα γνωστή ως Buchach (Μπούτσα), και να ξεκινήσω προκαταρκτική έρευνα στα αρχεία του Lviv (Λβιβ) πάνω στην ιστορία των διεθνοτικών σχέσεων σε αυτή την πόλη και τη μαζική εξόντωση του εβραϊκού της πληθυσμού κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ήταν ένα μελαγχολικό ταξίδι. Ο καιρός ήταν τυπικός αυτής της εποχής του χρόνου – λάσπη, χιόνι, πάγος. Το μεγαλύτερο διάστημα ήμουν κρυωμένος. Η παμπάλαια τηλεόραση στο στενό διαμέρισμα όπου ζούσα στο Λβιβ μετέδιδε τα ρωσικά δελτία ειδήσεων για την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Τα βιβλιοπωλεία ήταν ήδη γεμάτα από βιβλία και μπροσούρες που εξυμνούσαν τον Στεπάν Μπαντέρα, τον πρώην επικεφαλής της ριζοσπαστικής πτέρυγας της Οργάνωσης των Ουκρανών Εθνικιστών (Organization of Ukrainian Nationalists-OUN), η οποία στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 είχε αφιερωθεί στην αποστολή της δημιουργίας μιας Ουκρανίας πλήρως απαλλαγμένης από Πολωνούς και Εβραίους, και εργαζόταν από κοινού με –αλλά επίσης, και ανεξάρτητα από τους– Γερμανούς κατά τη διάρκεια του πολέμου ώστε να κάνει αυτό το όνειρο πραγματικότητα μέσω γενοκτονίας και εθνοκάθαρσης, προσπαθώντας και τελικά αποτυγχάνοντας να σταματήσει αυτό που θεωρούσε ως ανακατάληψη της Ουκρανίας από τους Σοβιετικούς. Εκκλησίες που οι Σοβιετικοί είχαν εξαναγκάσει να μεταστραφούν στη Ρωσική Ορθοδοξία, τώρα επέστρεφαν στην Ελληνοκαθολική [Ουνία, σημείωση του μεταφραστή], η οποία σε αυτή την περιοχή της πρώην Ανατολικής Γαλικίας ήταν ταυτισμένη με τον ουκρανικό εθνικισμό.
Στο τεύχος Οκτωβρίου 2019 του περιοδικού Harper’s Magazine δημοσιεύτηκε έκκληση 152 συγγραφέων, καθηγητών, δημοσιογράφων και άλλων δημόσιων προσώπων υπέρ της ελευθερίας του δημόσιου διαλόγου και κατά του πνεύματος λογοκρισίας που συχνά ευνοείται από την πολιτική ορθότητα. Ανάμεσα στους υπογράφοντες ήταν ο Σαλμάν Ρούσντι, αλλά και πολλά ακόμα παρεμβατικά πρόσωπα του δημόσιου λόγου, με βιβλία, άρθρα, εκδόσεις, συμμετοχή σε κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις (μεταξύ άλλων, η Ανν Απλμπάουμ, η Μάργκαρετ Άτγουντ, η Σέρι Μπέρμαν, ο Ίαν Μπουρούμα, ο Νόαμ Τσόμσκι, ο Νίκολας Α. Χρηστάκης, ο Τζέφρι Ευγενίδης, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, ο Γκάρι Κασπάροφ, ο Μαρκ Λίλα, η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, ο Φαρίντ Ζακάρια). Το κείμενο της επιστολής τους, ιδιαίτερα επίκαιρο και σήμερα, όχι μόνο λόγω της απόπειρας δολοφονίας του Σαλμάν Ρούσντι, παρατίθεται στη συνέχεια:
Εδώ και καιρό, το site του London Review of Books (https://www.lrb.co.uk/?) δημοσιεύει τα κείμενα με τον αριθμό των λέξεών τους.
Σ’ ένα χωριό της Μάντσας που δεν θέλω να θυμάμαι το όνομά του...
[πρώτη πρόταση του Δον Κιχώτη]
Ο χρόνος είναι πάντα ο ίδιος, τον μετράμε πάντοτε σε μέρες, μήνες, χρόνια. Αν αλλάζει συχνά ο ρυθμός του είναι επειδή συμβαίνει κάτι σε μας, στον τρόπο που τον αντιλαμβανόμαστε και τον ζούμε. Ο χρόνος είναι πάντα ο ίδιος, εμείς αλλάζουμε. Η ιστορία που θα σας διηγηθώ άρχισε σ’ ένα νησί του Αιγαίου και ίσως να τελείωσε και εκεί – αν και δεν θα διαφωνούσα με κάποιον που πιστεύει ότι συνεχίζεται και ότι θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα.
Εκατό χρόνια έπειτα απ’ αυτό που κάποιοι χαρακτήρισαν «ενδικοφανές έγκλημα», σε κάθε περίπτωση δε άφησε ένα βαθύτατο έως ανεξίτηλο αποτύπωμα στο συλλογικό/ιστορικό ασυνείδητο όλων των Ελλήνων, ασφαλώς και είναι ενδεδειγμένη η στιγμή για κατά μέτωπον θεώρηση όλων των στοιχείων που συγκρότησαν το κορυφαίο δικαστικό δράμα της νεότερης ιστορίας μας. Στο κείμενο που ακολουθεί –χωρίς να επεκταθώ στο υπόστρωμα του Εθνικού Διχασμού, που κατέστησε μη αδιανόητη την αντιμετώπιση και καταδίκη ως εθνικών προδοτών των πολιτικών ηγετών της μιας εκ των βασικών πολιτικών παρατάξεων του τόπου, αυτό το κάνω αναλυτικά αλλού– θα εστιάσω σε τρία σημεία της όλης υπόθεσης: στο κατηγορητήριο, στη διεξαγωγή της διαδικασία και στις μεσομακροπρόθεσμες πολιτικές συνέπειες της Δίκης.