Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης

Π.Κ. Ιωακειμίδης. Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπήρξε ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Διακυβερνητική Διάσκεψη για τη σύνταξη της Συνθήκης της Νίκαιας και αναπληρωματικό μέλος της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης (Convention) για την επεξεργασία του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Πιο πρόσφατα βιβλία του: Ευρωπαϊκό σύνταγμα και ευρωπαϊκή ενοποίηση (2005), Θα επιβιώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση; (2007), Η θέση της Ελλάδας στο διεθνές, ευρωπαϊκό και περιφερειακό σύστημα (2007), Η Συνθήκη της Λισσαβώνας (2010).
Εξωτερική πολιτική και ελληνοτουρκικά: η ασταθής ισορροπία της «μη ειρήνης - μη πολέμου» (τεύχος 134, Σεπτέμβριος 2022)
Διακόσια χρόνια από την έναρξη του αγώνα της Ανεξαρτησίας και 40 χρόνια από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα/Ένωση (ΕΕ), ευλόγως συζητούμε απολογιστικά για τα οφέλη και τις απώλειες του ελληνικού κράτους. Από κάθε άποψη, δικαίως, η Μεταπολίτευση (1974 έως σήμερα) κρίνεται ως η καλύτερη περίοδος των 200 χρόνων. Η Ελλάδα, παρά τα προβλήματα, τις δυσκολίες και τις κρίσεις της, πέρασε από την κατάσταση της Ψωροκώσταινας στις 35 περισσότερο ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη – πολιτικά, δημοκρατικά, οικονομικά, κοινωνικά. Με σοβαρές δομικές παθογένειες και ελλείμματα βεβαίως σε πολλούς τομείς.
Γνώρισα τον Μίκη Θεοδωράκη, τον άνθρωπο και το έργο του, στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Πρώτα το έργο του. Μυήθηκα σ’ αυτό κυρίως με τον Επιτάφιο (σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου) αλλά και με ένα τραγούδι που καρφώθηκε στο μυαλό μου: το «Σε πότισα ροδόσταμο», σε στίχους Νίκου Γκάτσου – θυμάμαι, στη δισκογραφία κυκλοφόρησε με τη Μαίρη Λίντα και με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, αλλά σε εμένα έχει εμπεδωθεί η μοναδική απόδοσή του από τη Μελίνα Μερκούρη.[1]
Υπάρχει μια ιδιόμορφη σταθερά, ένα pattern, οιονεί νόμος, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που μάλλον τον παραβλέπουμε. Έπειτα από μια μεγάλη ένταση που φέρνει τις δύο χώρες στο χείλος του πολέμου, ή ακόμη έπειτα από μια μεγάλη καταστροφή, ακολουθούν οι πλέον φιλόδοξες, τολμηρές και μερικές φορές πρωτότυπες προτάσεις για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ τους.
Τίποτα τελικά, κανένα ανθρώπινο, κοινωνικό project δεν είναι «μη αναστρέψιμο» (irreversible), είτε αυτό λέγεται Σοβιετική Ένωση είτε Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Κατά κανόνα, ένα κατακλυσμιαίο γεγονός, μια βαθιά κρίση (που σπανίως έχει προβλεφθεί εκ των προτέρων) τέμνει τη μια ιστορική περίοδο από την άλλη, την παλαιά από τη νέα. Αναδημοσίευση από το Books' Journal 71, Νοέμβριος 2016.
Η Ελλάδα, ένα χρόνο μετά τις εκλογές που έφεραν ξανά τον μνημονιακό πλέον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, βρίσκεται σχεδόν στο σημείο μηδέν, χωρίς συντεταγμένες και ρεαλιστική προοπτική εξόδου από την κρίση.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την έκβαση του δημοψηφίσματος (όπως κάθε δημοψηφίσματος) για την παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ ή όχι. Αλλά εάν, όπως κάπως διαφαίνεται, το αποτέλεσμα είναι υπέρ της παραμονής, τότε μια μεγάλη, διαχρονική εκκρεμότητα για την Ευρώπη θα έχει κλείσει, ένας πονοκέφαλος θα έχει περάσει.
Οπωσδήποτε, η ισχύς μιας χώρας δεν εξαρτάται μόνο και αποκλειστικά από τις ένοπλες δυνάμεις της. Εξαρτάται από την ευρωστία της οικονομίας της, την αξιοπιστία, την εικόνα και την ελκυστικότητα που μπορεί να έχει στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα, από παράγοντες δηλαδή που της επιτρέπουν να ασκήσει επιρροή και που αθροιστικά ταξινομούνται ως μέσα ήπιας ισχύος (softpower). Και σε αυτό το πεδίο, η σημερινή Ελλάδα έχει διολισθήσει επικίνδυνα. Αναδημοσίευση από το Books' Journal 65, Απρίλιος 2016.
Στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης η χώρα - κλειδί βρίσκεται εκτός ΕΕ και λέγεται Τουρκία. Με τη χώρα αυτή έχει συμφωνηθεί ένα «Σχέδιο Δράσης» το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει υλοποιηθεί για πολλούς λόγους. Πρέπει να υλοποιηθεί και, μεταξύ άλλων, χρειάζεται, στο πλαίσιο του Σχεδίου αυτού, να συμφωνηθεί η απ’ ευθείας μετεγκατάσταση προσφύγων από το τουρκικό έδαφος σε χώρες μέλη της ΕΕ
Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται να επισείει την απειλή του βέτο, το μπλοκάρισμα δηλαδή αποφάσεων στο Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), προκειμένου να επιβάλει ορισμένα επιθυμητά μέτρα για τους πρόσφυγες/μετανάστες. Αλλά, αλήθεια, ποιo βέτο; Πού το βρήκε;