Σύνδεση συνδρομητών

Η βεβήλωση των συμβόλων και η κόπωση της Δημοκρατίας

Σάββατο, 11 Οκτωβρίου 2025 11:54
Ο απεργός πε'ινας Πάνος Ρούτσι.
Φωτογραφία αρχείου
Ο απεργός πε'ινας Πάνος Ρούτσι.

Η εικόνα ενός ανθρώπου που έχει στήσει σκηνή μπροστά από το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη είναι βαθιά συμβολική, ταυτόχρονα επικίνδυνα αποκαλυπτική και ιδιαίτερα ανησυχητική για το πού έχει φτάσει η χώρα ως προς τη σύγχυση ανάμεσα στα δικαιώματα και στην ασυδοσία. Αποτελεί ένα σουρεαλιστικό στιγμιότυπο της σύγχρονης Ελλάδας. Στην περίπτωσή μας, ο ακτιβισμός λειτουργεί ως θέαμα, η πρόκληση ως εισιτήριο για τηλεοπτικό χρόνο, ο δημόσιος χώρος ως σκηνικό προσωπικής ηρωοποίησης και πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Ο Πάνος Ρούτσι, απεργός πείνας «εδώ και 23 ημέρες» (χωρίς εμφανή ίχνη εξάντλησης, αλλά με πλήρες πρόγραμμα δημοσίων σχέσεων),  δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη και ότι θα φέρει «συμβούλους από το εξωτερικό». Προφανώς γιατί, στη χώρα που του προσέφερε ασφάλεια, εργασία και δικαιώματα, ο ίδιος δεν βρίσκει πια κάτι αξιόπιστο εκτός από τον εαυτό του.

Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία είναι ιερό, αλλά δεν είναι ασυλία για το παράλογο. Το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, όπως και η Ακρόπολη, δεν προσφέρονται για σκηνικά performance art, ούτε για βήματα πολιτικής καριέρας ή για τόπους ανάρτησης πανό. Είναι χώροι-σύμβολα, φορτωμένοι με ιστορική βαρύτητα και εθνική μνήμη.

Όποιος παραβιάζει αυτούς τους χώρους, είτε πολίτης, είτε συλλογικότητα, είτε πολιτικό κόμμα, προβαίνει σε βεβήλωση και ιεροσυλία. Όπως δεν μπορεί ένας οίκος μόδας ή ένας σκηνοθέτης να χρησιμοποιήσει την Ακρόπολη για διαφημιστικούς λόγους, για χίλιους λόγους περισσότερο δεν μπορεί ένα κόμμα, όπως το ΚΚΕ, να βεβηλώνει ατιμώρητα και συστηματικά το υπέρτατο σύμβολο της Ελλάδας για να διαδώσει τη σταλινική του προπαγάνδα. Υπάρχουν όρια που δεν ορίζονται από την ιδεολογία, αλλά από την ιστορική ευθύνη και τον σεβασμό.

Η ανοχή της Δημοκρατίας δεν μπορεί να προσλαμβάνεται ως απεριόριστο πεδίο αυτοπροβολής. Δεν γίνεται κάθε απεργός πείνας-σελέμπριτι να στήνει ενα πρόχειρο τσαντίρι στο κέντρο της χώρας και να παραδίδει μαθήματα δικαιοσύνης, ενώ ανάμεσα στις «συνεντεύξεις» και τις «χειραψίες» να ποζάρει αγέρωχος μπροστά σε κάμερες και δεσποτάδες. Η νηστεία θέλει εγκράτεια, όχι χορηγούς.

Και κάτι ακόμη πιο κρίσιμο: η χώρα που φιλοξενεί μετανάστες έχει και αυτή δικαιώματα. Έχει το δικαίωμα να προστατεύει τα σύμβολά της, τους θεσμούς της, την ίδια της την αξιοπρέπεια. Δεν υπάρχει πολιτισμός χωρίς σεβασμό, ούτε ελευθερία χωρίς όρια. Όποιος απολαμβάνει τα αγαθά μιας δημοκρατίας, οφείλει να μην την υπονομεύει στο όνομα της ίδιας της ανεκτικότητάς της. Η πιο θλιβερή, όμως, όψη αυτής της υπόθεσης δεν είναι ο ίδιος ο απεργός, αλλά όσοι έσπευσαν να τον «ευλογήσουν».

Όταν ο Αρχιεπίσκοπος, στο όνομα της χριστιανικής αγάπης, σπεύδει να νομιμοποιήσει τη βεβήλωση του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, είναι σαν να υπονομεύει τα ιερά και τα όσια του ελληνισμού που υποτίθεται πως υπηρετεί με πίστη. Δείχνει και κάτι ακόμη πιο ανησυχητικό: μια πολιτική σκοπιμότητα επιμελώς καλυμμένη πίσω από το φωτοστέφανο της «αγάπης». Τι δουλειά είχε ο Αρχιεπίσκοπος ανάμεσα σε αμφιλεγόμενους πολιτικούς και εξτρεμιστές; Ποια «αγάπη» ήθελε να υπερασπιστεί και σε ποιον; Όταν ο Ρουβίκωνας μιλά για δικαιοσύνη και ο ιεράρχης για αγάπη, οι λέξεις χάνουν το νόημά τους. Διαφορετικές στο περίβλημα, ίδιες στην κενότητά τους, εργαλεία μιας κοινής υποκρισίας που χρησιμοποιεί τα ιερά σύμβολα για να νομιμοποιήσει τη βεβήλωση. Έτσι, η γλώσσα φθείρεται μαζί με την πίστη και οι  λέξεις αντί να φωτίζουν, καπνίζουν πάνω από τα ερείπια του νοήματος προσβάλλοντας όλους εκείνους  που θυσιάστηκαν για να υπάρχει σε αυτή τη χώρα  σύνταγμα δημοκρατία ελευθερία! Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι μια Δημοκρατία που ανέχεται τα πάντα, παύει να υπερασπίζεται τον εαυτό της.

Η Εκκλησία, αντί να υψώσει φωνή υπέρ του μέτρου και του σεβασμού, νομιμοποίησε τη σύγχυση, σαν να μην υπάρχει πια ιερό και όσιο, μόνο επικοινωνιακή συγκίνηση και τηλεοπτική ευσπλαχνία. Και τα σχολεία που οδήγησαν μαθητές μπροστά σε αυτή την εικόνα, παιδιά που ακόμη μαθαίνουν τι σημαίνει πατρίδα και ευθύνη,  μετέτρεψαν τον παιδαγωγικό ρόλο σε συναισθηματικό εκβιασμό. Πώς θα εμπνεύσουν αυτά τα παιδιά, όταν αύριο θα παρελαύνουν μπροστά από το Μνημείο κι έχουν ήδη μάθει να το βλέπουν σαν τσαντίρι της οικουμένης; Όταν η προοδευτική εκπαίδευση τα σπρώχνει να τυφλώνουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην εθνική επέτειο και να γίνονται  συμπαραστάτες απεργών πείνας μπροστά στο εθνικό μνημείο... 

Η Ελλάδα υπήρξε χώρα υποδοχής, πολλές φορές και σωτηρίας. Όμως η ευαισθησία δεν σημαίνει εθελοτυφλία. Ο δημόσιος χώρος δεν είναι ανοιχτό πεδίο για προσωπικές παραστάσεις. Δεν μπορεί να μετατρέπεται το μνημείο των πεσόντων σε πανό για τηλεθέαση.

Η Δημοκρατία πρέπει να είναι ανεκτική, όχι αφελής. Η ανθρωπιά δεν συνεπάγεται αυτοϋπονόμευση. Οι πολίτες που έδωσαν το αίμα τους για να υπάρχει αυτή η χώρα δεν το έκαναν για να βλέπουν την πλατεία τους να μοιάζει με καταυλισμό επαιτείας και τους νόμους τους να λοιδορούνται στο όνομα ενός «δικαιώματος στην πρόκληση».

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται συμβούλους από το εξωτερικό για να θυμηθεί τι σημαίνει Δικαιοσύνη. Χρειάζεται απλώς να θυμηθεί τι σημαίνει μέτρο  και να το υπενθυμίσει, με ψυχραιμία αλλά και αποφασιστικά, σε όσους θεωρούν πως η δημοκρατία είναι πεδίο για τηλεοπτικές πρόβες επανάστασης.

Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης

Συγγραφέας. Βιβλία του: Μια κοινή περιπέτεια του σώματος (1989), Γυναικωνίτης (1995), Η μέρα άρχισε με το αλεύρι (2001), Οι καλύτερες μέρες (2007), Από στήθους (2009), Αθήνα (2015), Ο παράξενος ταξιδιώτης της Μπολιβάριας (2020),  Το λευκό κουστούμι (2022), Το καλοκαίρι του μεγάλου καύσωνα (2024).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.