Η εξάλειψη της ιλαράς ήταν σημαντικό επίτευγμα βασισμένο σε υποχρεωτικούς εμβολιασμούς σε νηπιαγωγεία και σχολεία. Ανακοινώθηκε με πανηγυρικούς τόνους και προοιωνιζόταν την ελπιδοφόρα έναρξη της νέας χιλιετίας. Από αφηγηματική σκοπιά με ενδιέφερε ότι συνέπιπτε χρονικά και ταίριαζε θυμικά στο ευφορικό Gestalt του Τέλους της Ιστορίας, της επικράτησης του ορθολογισμού, της επιστήμης, των ελεύθερων αγορών και μιας μονόδρομης, αν και όχι κατ’ ανάγκην γραμμικής, πορείας προς ένα υγιεινότερο μέλλον υπό την καθοδήγηση πεφωτισμένων τεχνο-ελίτ αφοσιωμένων στο κοινό καλό.
Η χεγκελιανής έμπνευσης φράση Τέλος της Ιστορίας συσχετίζεται με τον Alexandre Kojève (1902-1968) αλλά μπήκε δυναμικά στο λεξιλόγιο του 20ού αιώνα χάρις στο δοκίμιο και κατόπιν βιβλίο του Φουκουγιάμα The End of History and the Last Man, που κυκλοφόρησε το 1992. Το βιβλίο προφήτευε ότι, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, ο πλανήτης θα μετατρεπόταν σε Φιλελεύθερη Δημοκρατία κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του τότε Washington consensus. Αλλά σχεδόν αμέσως η φράση Τέλος της Ιστορίας απέδρασε από τα δεσμά της πολιτικής θεωρίας. Αυτονομήθηκε, απέκτησε δική της ζωή και έγινε συνώνυμη με τη διάχυτη αισιοδοξία και ενέργεια των αμερικανικών 1990s. Ήταν σαν η ανθρωπότητα να βρισκόταν στο κατώφλι καινούργιας ουτοπίας.
Το τέλος της ιλαράς και το Human Genome Project (η αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου DNA ήταν η άλλη μεγάλη βιοϊατρική είδηση του 2000) επιβεβαίωναν την αισιοδοξία. Από αυτή την επινίκια εκδοχή του Τέλους της Ιστορίας, η επανεμφάνιση θυλάκων ιλαράς τον 21ο αιώνα φαινόταν σαν ενοχλητικό πετραδάκι στο παπούτσι της Προόδου.
Σήμερα η ιλαρά έχει εξαπλωθεί σε 30 πολιτείες. Παιδιατρικοί εμβολιασμοί ελαττώνονται. Μετά τον κορωνοϊό έχουμε αισθητή πτώση εμβολιασμών σε ενήλικους για Covid, γρίπη και πνευμονία. Και ο νέος υπουργός Υγείας έχει χτίσει καριέρα κάνοντας ανταρτοπόλεμο στα εμβόλια. Η εμφάνιση του MAHA (Make America Healthy Again) και η άνοδος του RFK Jr στο ανώτατο υγειονομικό αξίωμα της Αμερικής υποδηλώνουν αναπροσαρμογή. Προεκλογικά ο Τραμπ είπε τα εξής για τον τζούνιορ:
I’m going to let him go wild on health. I’m going to let him go wild on food. I’m going to let him go wild on medicines. Θα τον αμολύσω να κάνει ό,τι θέλει σε υγεία, τρόφιμα, φάρμακα.
Η απώλεια της εμπιστοσύνης
Το ότι οι ψηφοφόροι επιβράβευσαν τέτοια ρητορική ταύρου σε υαλοπωλείο ή φρέσκου νερού στον στάβλο του Αυγεία, αναλόγως του πώς το βλέπει κανείς, δείχνει βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης σε ιατρικούς και υγειονομικούς θεσμούς. Σε σύγκριση με τις μεγάλες προσδοκίες του 2000, κάποιοι θα αποκαλούσαν το 2025 ανώμαλη προσγείωση. Τι συμβαίνει;

General Social Survey
Εμπιστοσύνη στην ιατρική, 1975-2025.
Το διάγραμμα 1 απεικονίζει τα ποσοστά όσων εμπιστεύονται την ιατρική και το σύστημα υγείας τα τελευταία 50 χρόνια (το General Social Survey του Πανεπιστημίου του Σικάγου παρακολουθεί αυτές τις τάσεις από το 1972). Από πλειοψηφίες πάνω από 60% στα μέσα της δεκαετίας του 1970, αυτοί που εμπιστεύονται την ιατρική σήμερα έχουν συρρικνωθεί γύρω στο 25%. Το 20% δεν την εμπιστεύεται. Ανάμεσα στους δύο πόλους αιωρείται η σιωπηλή πλειοψηφία που δηλώνει λίγη εμπιστοσύνη (και κατά πάσα πιθανότητα διχάζεται σε υπο-ομάδες που έλκονται η μία προς το ένα και η άλλη προς το άλλο άκρο). Μετά το 2020, η πτώση είναι σχεδόν κατακόρυφη, γεγονός που επιβεβαιώνουν και άλλες έρευνες εκτός του UC που μελετούν διαφορετικά δείγματα σε διαφορετικά χρονικά σημεία (RH Perlis et al. JAMA Network Open, 31 Ιουλίου 2024).
Αν ισχύει ότι την εμπιστοσύνη την κερδίζεις σταγόνα σταγόνα και τη χάνεις με κουβάδες, στην πρόσφατη πανδημία χάθηκε με βαρέλια.
Το διάγραμμα σε αναγκάζει να σκεφτείς διάφορα ερωτήματα. Υπάρχει κάποιο διαχρονικά σταθερό ποσοστό εμπιστοσύνης πάνω από το οποίο οι σχέσεις ιατρικής και κοινωνίας είναι οκέι, και κάτω από το οποίο σηματοδοτούν κρίση; Μήπως κάθε εποχή επαναδιαπραγματεύεται το δίπολο εμπιστοσύνη/δυσπιστία και του δίνει το δικό της ρελατιβιστικό στίγμα;
Μήπως τα ποσοστά εμπιστοσύνης και δυσπιστίας συνιστούν δημοσκοπικά άρτιφακτ που έχουν μικρή σχέση με την πραγματικότητα; Στο κάτω κάτω ακόμη και αυτοί που δεν εμπιστεύονται γιατρούς και νοσοκομεία αρρωσταίνουν και αργά ή γρήγορα κλείνουν ραντεβού ή τους φέρνουν στα επείγοντα. Μήπως το διάγραμμα αντανακλά κόπωση από την ιατρικοποίηση, τις επιτεινόμενες και ανεξάντλητες τεχνικές πρόληψης, παρακολούθησης και βελτιστοποίησης του σώματος; Μήπως οι άνθρωποι δεν δυσπιστούν απέναντι σε κάποια Αφηρημένη Ιατρική αλλά απαντούν με βάση προσωπικές εμπειρίες; Μήπως η δυσπιστία είναι συνέπεια των πολυποίκιλων διαπλοκών γιατρών, φαρμακοβιομηχανιών, κομμάτων και εξουσίας; Μήπως η Θεραπευτική Κοινωνία συναντά τα όρια της;
Γιατί οι άνθρωποι εμπιστεύονταν την ιατρική στην δεκαετία του 1970; Ήταν πιο εύπιστοι; Λιγότερο ενημερωμένοι; Και γιατί τέτοια αντιποδική δυσθυμία το 2025, παρότι θεραπείες και προγνώσεις έχουν βελτιωθεί θεαματικά τον 21ο αιώνα; Συγκρινόμενη με το σήμερα, η ιατρική της δεκαετίας του 1970 ήταν ιατρική των σπηλαίων. Πάμπολλες διαγνώσεις που πριν από μισό αιώνα ήταν θανατικές καταδίκες σήμερα θεραπεύονται και αναρίθμητα συμπτώματα αντιμετωπίζονται πολύ καλύτερα. Μήπως η σημερινή δυσπιστία έχει να κάνει λιγότερο με ιατρική και περισσότερο με την καχύποπτη εποχή μας; Μήπως το διάγραμμα είναι ένδειξη κοινωνιολογικής αμνησίας επειδή τα ιατρικά επιτεύγματα θεωρούνται δεδομένα και δεν εντυπωσιάζουν πια; Μήπως εκφράζει την αποξένωση φτωχότερων τάξεων; Από τη σκοπιά των οικονομικά κατώτερων, το πανάκριβο αμερικανικό σύστημα υγείας φαίνεται να υπηρετεί τα συντεχνιακά του συμφέροντα και τους πλουσιότερους. Και εάν η εμπιστοσύνη στην ιατρική βρίσκεται σε τέτοιο ναδίρ στις ΗΠΑ, τι συμβαίνει σε χώρες όχι τόσο προσηλωμένες στη λατρεία της τεχνολογίας;
Το μυστήριο του εμβολιασμού
Ανεξαρτήτως απαντήσεων, τα εμβόλια αποτελούν προνομιακό χώρο αντίθεσης σε ιατρική, γιατρούς και συστήματα υγείας. Καμία άλλη ιατρική παρέμβαση δεν οξύνει τόσο πάθη και πνεύματα. Για παράδειγμα, οι δεοντολογικές και πρακτικές αντιπαραθέσεις γύρω από stem cells και Crispr, δύο πεδία με δυνητικά βαρυσήμαντες επιπτώσεις, περιορίζονται σε ολιγάριθμες ομάδες υπερ-ειδικών, σε διηγήματα επιστημονικής φαντασίας και σ’ αυτούς που τα διαβάζουν. Μόνο οι εμβολιασμοί προκαλούν μαζικές αντιδράσεις, ηχηρές και σιωπηρές.
Ιστορικοί της ιατρικής έχουν τεκμηριώσει ότι άρνηση και ενεργή αντίσταση σε εμβόλια ξεκίνησε με τους πρώτους ενοφθαλμισμούς του Τζέννερ στα τέλη του 18ου αιώνα. Στο Bodily Matters. The Anti-Vaccination Movement in England, 1853-1907, η Nadja Durbach δείχνει πώς οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί για ευλογιά του Compulsory Vaccination Act στη βικτωριανή Αγγλία συνάντησαν σφοδρή αντίδραση από την αρχή μέχρι την απόσυρση του νόμου το 1907. Οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί δημιούργησαν αντι-εμβολιαστικές οργανώσεις και κινήματα τις δεκαετίες 1860-1870, με ονόματα όπως Anti-Compulsory Vaccination League και National Anti-Vaccination League.
Οι μυώδεις ευθυτενείς νεοσύλλεκτοι στον πίνακα του Touchemolin είναι μανεκέν σε βιτρίνα μιλιταρισμού (η αντικειμενοποίηση δεν αποτελεί γυναικείο προνόμιο). Οι δύο εύρωστοι γυμνόστηθοι στο προσκήνιο είναι παραλλαγές της ίδιας ανέκφραστης φιγούρας, υπενθύμιση ότι στο στρατό η προσωπικότητα ισοπεδώνεται. Καθισμένος δεξιά, ο υγειονομικός μαζεύει υγρό που μπορεί να είναι και πύον από την αγελαδίτσα που δεν γελάει, και ένας άλλος το ενοφθαλμίζει με μικρή τομή στο μπράτσο του ρομποτικού στρατιώτη. Ο εμβολιασμός διαμεσολαβεί το αυταρχικό τρίγωνο κράτος-εξουσία-σώμα. Δεν υπάρχει ελευθερία ούτε αυτονομία.
Ο φόβος και η αντίδραση ενάντια σε εμβόλια ήταν δικαιολογημένα τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Οι εμβολιασμοί γίνονταν με πρωτόγονους επώδυνους τρόπους και είχαν ανεπιθύμητες ενέργειες. Κανείς δεν είχε ιδέα για ιούς, μικρόβια, ή πώς μεταδίδονται και προλαμβάνονται οι λοιμώξεις. Αυτό που είναι δύσκολο να εξηγηθεί είναι οι αντιδράσεις τον 21ο αιώνα, όταν τα εμβόλια περνούν πολλαπλούς ελέγχους πριν εγκριθούν και τα αποτελέσματά τους είναι τεκμηριωμένα και γνωστά.
Ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο είναι ότι οι αντιεμβολιαστές αποτελούν αμόρφωτο περιθώριο και δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Τα μίντια αναπαράγουν κλισέ ψεκασμένων που αναμασούν συνομωσιολογικές ανοησίες για γκλομπαλιστές οι οποίοι θέλουν να αλλάξουν το DNA. Εν τω μέσω της πανδημίας, οργισμένο editorial του Books’ Journal ξεσπάθωσε κατά της πανδημίας των αστοιχείωτων (τχ. 124, Νοέμβριος 2021).
Σίγουρα υπάρχουν αυτοί αλλά, εκτός από γελοιογραφικές φιγούρες και ρητορικές υπερβολές, μεγάλα ποσοστά όσων έχουν επιφυλάξεις για εμβολιασμούς ανήκουν σε μορφωμένα προνομιούχα στρώματα που εκφράζουν έναν κατά βάση υγιή σκεπτικισμό. Έχει σημασία να μην τσουβαλιάζουμε όσους είναι ιδεοληπτικά ενάντια στα εμβόλια και δεν πρόκειται να αλλάξουν γνώμη ό,τι και να τους πεις (εμβολιοαρνητές επίσης γνωστοί ως anti-vaxxers), με όσους ζητούν ανεξάρτητη αντικειμενική πληροφόρηση προκειμένου να αποφασίσουν αν θα εμβολιασθούν (εμβολιοσκεπτικιστές). Μελέτες και ανεκδοτολογικές εμπειρίες δείχνουν ότι οι εμβολιοσκεπτικιστές είναι ψαγμένοι και διαβασμένοι πολύ πάνω από τον μέσο όρο. Πριν από χρόνια μου έκανε ανεξίτηλη εντύπωση μια μητέρα που μου εξήγησε γιατί δεν είχε εμβολιάσει τα παιδιά της. Είχε ασχοληθεί και διαβάσει πολύ περισσότερο από εμένα που τη συμβούλευα να κάνει τα συνιστώμενα εμβόλια στο γιο της. Ήξερε ποσοστά υδραργύρου και αλουμινίου σε κάθε σκεύασμα και αναρωτιόταν για τις επιπτώσεις τους σε μικρά παιδιά. Δεν ήταν αστοιχείωτη ούτε ψεκασμένη.
Δεν έχω εξήγηση ούτε θεωρία για το φαινόμενο, αλλά έχω εμπειρίες ασθενών που λένε, ο καθένας με τον τρόπο του, «Απελθέτω απ’ εμού το εμβόλιον τούτο». Η φράση που ακούγεται συχνά είναι Δεν πιστεύω στα εμβόλια. I don’t believe in shots. Είναι ενδιαφέρον ότι η άρνηση εμβολιασμού επιστρατεύει την πίστη. Φιλόσοφοι κάνουν διάκριση ανάμεσα σε belief και faith σαν δύο διαφορετικά είδη πίστης. Βelief είναι πίστη βασισμένη σε εμπειρικά δεδομένα και αποδείξεις. Faith είναι πίστη σε κάτι που δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ούτε να διαψευσθεί.
Όταν προτείνουμε εμβολιασμούς ζητάμε από υγιείς ανθρώπους να συναινέσουν σε κάτι που υπόσχεται να ελαττώσει την πιθανότητα μελλοντικής σημαντικής ασθένειας. Η εμπειρική βιοϊατρική λογική παρουσιάζει τον εμβολιασμό σαν πεζό τεχνικό risk-benefit πρόβλημα με προφανή οφέλη για εμβολιαζόμενο και κοινότητα τα οποία υπερτερούν κατά πολύ των κινδύνων. Αλλά για το κοινό που δεν ξέρει ιατρική ή βιολογία ούτε έχει υποστεί τη μακρόχρονη επεξεργασία (professional socialization) στην οποία υποβαλλόμαστε ώστε να γίνουμε ειδικοί, η συναίνεση σε εμβόλιο απορρέει από ένα μείγμα belief και faith. Αυτό το μείγμα αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της εμπιστοσύνης που είναι απαραίτητη προκειμένου να υπάρξει συναίνεση. Η επιπρόσθετη δυσκολία εδώ είναι ότι, σε συνθήκες σημαντικής ασυμμετρίας γνώσης και πληροφορίας, όπως συμβαίνει ανάμεσα σε ιατρική και στην υπόλοιπη κοινωνία, απαιτούνται μεγάλα ποσά εμπιστοσύνης.
Η φράση του Άρθουρ Κλαρκ ότι είναι αδύνατον να ξεχωρίσουμε την ανεπτυγμένη τεχνολογία από τη μαγεία (Any sufficiently advanced technology is indistinguishable from magic) μπορεί να διαβαστεί με διαφορετικούς τρόπους και να υποστηρίξει ποικίλα επιχειρήματα, αλλά σηματοδοτεί και το ρήγμα που χωρίζει ειδικούς από μη ειδικούς. Για τον ειδικό, το εμβόλιο δεν είναι μαγεία. Για τον μη ειδικό, η ανεπαίσθητη ποσότητα ανοσοδραστικής ουσίας που μπαίνει στο σώμα με πάνλεπτη βελόνα μπορεί κάλλιστα να είναι μαγεία. Για όσους είναι κατά των εμβολίων αποτελεί μαύρη μαγεία. Και όταν οι εμβολιασμοί γίνονται υποχρεωτικοί, αισθάνονται ότι παραβιάζεται η ατομικότητά τους και τα πνεύματα οξύνονται.
Εκτός από διάχυτη δυσπιστία υπάρχουν και πρακτικές απορίες. Για παράδειγμα, το καινούργιο εμβόλιο mNEXSPIKE της Moderna κατά του κορωνοϊού που μόλις εγκρίθηκε από το FDA χορηγεί μικρότερη δόση από το προηγούμενο SPIKEVAX. Αλλά στις ανεπιθύμητες ενέργειες ο κατασκευαστής αναφέρει φαρδιά πλατιά την πιθανότητα μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας, ενώ προειδοποιεί ότι ίσως να μην προστατεύει κάθε εμβολιαζόμενο από Covid-19 (Medical Affairs Newsletter της Moderna, Ιούνιος 2025). Παρότι στον γενικό πληθυσμό η πιθανότητα σοβαρής επιπλοκής είναι πολύ μικρή, γι’ αυτόν που θα την πάθει είναι 100%. Ακόμη χειρότερα, η σπάνια πλην σοβαρή επιπλοκή της μυοκαρδίτιδας φαίνεται να είναι συχνότερη σε νέους υγιείς άνδρες που έχουν πολύ χαμηλό ρίσκο να αρρωστήσουν από κορωνοϊό, κάτι που αλλάζει δραστικά το risk-benefit προφίλ του εμβολίου στη συγκεκριμένη ομάδα. Μου είναι δύσκολο να φανταστώ ότι όσοι εξετάζουν στο μικροσκόπιο κάθε πληροφορία περί εμβολίων θα αλλάξουν γνώμη όταν διαβάσουν το παραπάνω και θα εμβολιαστούν.
Πόλωση μετά τον κορωνοϊό
Εμβολιομάχοι και εμβολιολάτρες κατοικούν σε παράλληλα σύμπαντα από τα οποία αλληλοεκτοξεύουν κατηγορίες, απειλές και πυραύλους, όπως δύο εχθρικές γειτονικές χώρες. Τα πολλαπλά στρες της πανδημίας έφεραν καινούριες αδιαλλαξίες και κομματικοποίησαν το πρόβλημα.
Στις αρχές Ιουνίου ο RFK Jr (Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ) απέλυσε τα μέλη της επιτροπής που εγκρίνει εμβόλια (ACIP). Ακολούθησαν οι αναμενόμενες εκρήξεις οργής για πόλεμο κατά της επιστήμης, διάλυση του συστήματος υγείας, απειλή κατά της δημόσιας υγείας και το, κάπως πολυχρησιμοποιημένο, «ψευδοεπιστημονικά τάγματα εφόδου» (shock troops of pseudoscience). Αυτό που δεν ανέφεραν και έπρεπε να ψάξεις για να το βρεις ήταν ότι και τα 17 μέλη που απολύθηκαν είχαν διοριστεί από τον Μπάιντεν (για την ακρίβεια, είχαν διοριστεί από το κογκλάβιο που χειριζόταν τον ανοϊκό πλανητάρχη).
Τι είδους μήνυμα προσλαμβάνει η κοινωνία όταν όλα τα μέλη μιας σημαντικής επιτροπής διορίζονται από ένα κόμμα, όποιο κι αν είναι; Και τι μας λέει αυτό για τους γιατρούς και άλλους υγειονομικούς που συμμετέχουν σε μονοκομματικές επιτροπές; Ένα γεγονός που βαραίνει το ACIP είναι ότι δεν έχει υπάρξει ούτε ένα εμβόλιο που δεν ενέκριναν, ακόμη και αν αργότερα αυτό αποσύρθηκε επειδή δεν ήταν ασφαλές. Δεν χρειάζεται να είσαι συνωμοσιολόγος για να υποψιάζεσαι διασυνδέσεις, καριερισμό, συμφέροντα ή συνουσία ανάμεσα σε Big Pharma και βαθύ κράτος. Ξαφνικά, οι τεχνο-ελίτ που θα μας οδηγούσαν στο υγιές μέλλον δεν φαίνονται τόσο αθώες ή καλοήθεις.
Η πρόσφατη πανδημία άφησε ανάμεικτη κληρονομιά. Σε τεχνολογικό επίπεδο, τα RNA εμβόλια κατά του Covid-19 αποτελούν καταλύτη μελλοντικών εμβολίων για καινούργιες ενδείξεις. Ενώ σήμερα έχουμε 35 εμβόλια για 13 νοσήματα, το 2034 προβλέπονται 100-120 εμβόλια για 40 νοσήματα. Αλλά ο υγειονομικός αυταρχισμός με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η κρίση ενίσχυσε προϋπάρχοντες σκεπτικισμούς και αρνητικές προδιαθέσεις. Όσοι αμφισβήτησαν τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς για όλους αδιακρίτως χωρίς risk assessment των εμβολιαζομένων, τα λοκντάουν, τις υποχρεωτικές μάσκες, το πάγωμα της οικονομίας, το κλείσιμο σχολείων, την μιντιακή υπερδιόγκωση της επικινδυνότητας του κορωνοϊού, λογοκρίθηκαν και περιθωριοποιήθηκαν.
Μέχρι ποιο σημείο μπορεί η ιατρική να χρησιμοποιείται για τη λήψη αυταρχικών μέτρων; Το ερώτημα τέθηκε με επείγουσα οξύτητα στην πανδημία, όταν είδαμε πολιτικούς και θεσμούς να κρύβονται πίσω από μάσκες, άσπρες ποδιές και ιικά φορτία. Το ότι τα έκτακτα μέτρα υποστηρίχθηκαν από μεγάλα και τουλάχιστον στην αρχή πλειοψηφικά κομμάτια της κοινωνίας δεν τα κάνει λιγότερο αυταρχικά. Όταν τα εμβόλια γίνονται με το ζόρι, οδηγούν σε κατάχρηση εξουσίας η οποία προκαλεί αναπόφευκτες αντιδράσεις, δυσαρέσκεια και, στο τέλος, ελάττωση εμβολιασμών όπως βλέπουμε σήμερα. Η πτώση της εμπιστοσύνης μετά το 2020 δεν οφείλεται σε παραπληροφόρηση, σκοτεινό πόλεμο κατά της επιστήμης ή τάγματα εφόδου. Κατά κύριο λόγο, είναι συνέπεια του κορωνοαυταρχισμού. Ένα από τα διδάγματα της πανδημίας είναι ότι οι καταναγκαστικοί εμβολιασμοί δεν οδηγούν σε πιο υγιείς κοινωνίες αλλά σε καταβαράθρωση της αξιοπιστίας της ιατρικής. Σήμερα είναι δύσκολο να φανταστούμε αναβίωση της σχεδόν καθολικής αποδοχής που απολάμβαναν οι εμβολιασμοί τη δεκαετία του 1990, η οποία έκανε εφικτή την εξάλειψη της ιλαράς.
Εάν το πολιτικό Τέλος της Ιστορίας κατέρρευσε μαζί με τους πύργους της 11ης Σεπτεμβρίου και το οικονομικό Τέλος της Ιστορίας με την κρίση του 2008, ίσως δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το υγειονομικό Τέλος της Ιστορίας τελείωσε με την επανεμφάνιση της ιλαράς, την ενίσχυση του εμβολιαρνητισμού, τον διάχυτο εμβολιοσκεπτικισμό και τη δυσπιστία σε ειδικούς.