Συνολικά η αντιπολίτευση, με τον πιο ανίερο τρόπο, άδραξε την ευκαιρία να σκυλεύσει τα πτώματα, να μετατρέψει τον ανείπωτο πόνο κάποιων γονιών σε πολιτικό λάβαρο και να επιβάλει μια ιδιότυπη «θεσμική υπόσταση στον συναισθηματισμό». Ο λαϊκισμός επενδύει πάντα στο συναίσθημα: όχι στη λογική, όχι στην επιχειρηματολογία, αλλά στο δάκρυ που γίνεται όπλο, στο πένθος που μετατρέπεται σε τηλεοπτικό σόου, στην οργή που κατευθύνεται με χειρουργική ακρίβεια προς τον «κατάλληλο» πολιτικό στόχο.
Ο απεργός πείνας δεν έχει άλλο επιχείρημα πέρα από το γεγονός ότι το παιδί του υπήρξε θύμα μιας τραγωδίας. Είναι η πιο σκληρή αλήθεια, αλλά και η πιο εύθραυστη στιγμή. Σε αυτό το ανοχύρωτο και ευάλωτο έδαφος του πένθους εισβάλλουν οι ορδές των ανίερων πολιτικών επιτήδειων χειραγωγώντας τους πιο ευάλωτους για να βυσσοδομήσουν. Μετατρέπουν την προσωπική απώλεια σε δημόσιο θέαμα και το πένθος σε μέσο πολιτικής εκμετάλλευσης. Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη δεν είναι τόπος συνάντησης ανεξέλεγκτων διαμαρτυριών, αλλά θεσμικό σύμβολο της συλλογικής μνήμης του έθνους. Όταν μετατρέπεται σε τόπο βεβήλωσης, με μουντζούρες, πλακάτ, βρωμιές και τοξικότητα, προσβάλλεται όχι μόνο η Ιστορία αλλά και η ίδια η υπόσταση του ελληνικού κράτους. Και σε μια δημοκρατία, η μόνη αρμόδια να κρίνει και να αποδώσει ευθύνες είναι η Δικαιοσύνη. Ούτε το πεζοδρόμιο ούτε ο όχλος.
Η τραγωδία δεν προσφέρεται για πολιτικό παζάρι. Το να χτίζεις καριέρες πάνω στον πένθος άλλων υπερβαίνει τα απώτατα όρια του ανθρώπινου ευτελισμού. Παραβιάζεις τα πολιτισμικά αρχέγονα όρια. Διαπράττεις την απόλυτη ιεροσυλία. Και το να βαφτίζεις την εκμετάλλευση «δικαιοσύνη» ή «αντίσταση», είναι η πιο επικίνδυνη μορφή υποκρισίας: η προσπάθεια να μετατραπεί ο συναισθηματισμός σε θεσμό, σε επίσημη πολιτική πρακτική. Το να μεταβάλλεις το πένθος σε πολιτικό εργαλείο, σε ιδεολογικό μηχανισμό μιας επίδοξης ηγεσίας αποτελεί πρωτοφανή παραβίαση των ορίων του ανθρωπισμού.
Η Δικαιοσύνη της χώρας είναι εκείνη που καλείται να διερευνήσει, να καταλογίσει ευθύνες και να αποδώσει δίκαιο. Κανένα κόμμα, καμία ομάδα, κανένας «πρόθυμος» πολιτικός δεν έχει το δικαίωμα να υποκαθιστά τους θεσμούς. Όταν το επιχειρούν, δεν τιμούν τα θύματα. Αντίθετα, προσπαθούν να καταλύσουν τη θεσμική λειτουργία της δημοκρατίας, να επιβάλουν μια ιδεολογική χειραγώγηση του οχλοκρατικού συναισθήματος.