Με μια λέξη θα έλεγα πως το σήμα της γραφής της Ασημίνας Χασάνδρα είναι ο μοντερνισμός: τόσο η ιστορία των κατακτήσεών του, όπως τις απηχούν τα κείμενά της, όσο και οι σημερινές εκφραστικές του δυνατότητες, όπως η ίδια εξακολουθεί ακούραστα να τις διερευνά. Μα, μοντερνισμός σήμερα; Δεν έχουν από καιρό, ήδη από τα μέσα περίπου του προηγούμενου αιώνα, εξαντληθεί τα πάντα; Κι επίσης, πώς είναι δυνατόν να συνεχίζεται στις ημέρες μας, και δη ακούραστα, η διερεύνηση των μοντερνιστικών δυνατοτήτων;
Η φυσική πνοή της γλώσσας
Το ενδιαφέρον με τα δύο βιβλία για τα οποία συζητώ είναι ακριβώς αυτό: πρώτον, ότι δείχνουν την αντοχή του μοντερνιστικού λόγου και, δεύτερον, ότι δεν καθιστούν μάταιη την προσπάθεια αν όχι ακριβώς για την ανανέωσή του, τουλάχιστον για μια ζωντανή –και ακμαία– διάσωσή του. Κοιτάζοντας τα ποιητικής υφής πεζά της Χασάνδρα, είναι εύκολο να διαπιστώσουμε πως τίποτε δεν φαντάζει κουρασμένο και παλιοκαιρίσιο στις αράδες τους. Μια σχεδόν φυσική πνοή πηγάζει από το εσωτερικό τους, ένας φρέσκος αέρας πνέει ανάμεσα στις λέξεις και στις φράσεις τους. Και είναι φανερό πως αυτά τα στοιχεία ποιητικής υγείας έλκουν την καταγωγή τόσο από το φρόνημα όσο και από την τεχνική μιας γλώσσας που έχει ευθύς εξαρχής επίγνωση των στόχων και του προορισμού της. Στόχος, η ανίχνευση του ποιητικού εαυτού σε μόνιμο συσχετισμό με το ποιητικό και το μυθικό παρελθόν. Και προορισμός, η εξασφάλιση των εντελέστερων μέσων για την επιτυχία της.
Η Χασάνδρα θητεύει στον αγγλοσαξονικό κλάδο του μοντερνισμού και σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν θα δυσκολευτούμε να βρούμε στα πεζά της κάτι από το σθένος της γραφής της Βιρτζίνια Γουλφ ή μια ελευθεριότητα και ένα είδος ευκινησίας που ενδεχομένως παραπέμπουν στη Μέλπω Αξιώτη – κι αυτό όχι με άδοξες αντιγραφές, αλλά με τρόπους οι οποίοι έχουν αφενός αφομοιώσει εις βάθος τα χαρακτηριστικά των πηγών τους, χαράσσοντας αφετέρου, κατά το ζητούμενο, μια γραμμή ικανή να αναδείξει μια προσωπική, εξατομικευμένη φωνή με έναν εγγυημένα αυθεντικό τόνο για τη λειτουργία της:
Ονειρεύομαι ατελεύτητα σφριγηλά λόγια στην εύφημο μνεία με υπογραφές που μυρίζουν φύκι και αρμύρα θαλασσινή και εάν χάνω στα ζάρια είναι γιατί το φως που βγάνω από τον βηματισμό μου είναι θαλπωρή για μιαν όχι σιμά κι απάνω μου λυτρωτική αγάπη και βρίσκομαι αόρατη σε ό,τι συμβαίνει όταν τραντάζεται χαράματα η υπακοή και πειθαρχία που αποκαλύπτεται στην φλόγα κυματιστά ασάλευτη η γραμμή της γραφής του δίσκου της Φαιστού σάλι απλωμένο με τα χέρια στο άσραμ γύρω μου να μου χαρίζει τον θόλο μπορετή.
Λόγιο και δημώδες
Συστεγάζοντας το λόγιο με το δημώδες ύφος (τα χύδην με τα υψηλά υλικά), και αποφεύγοντας εκ παραλλήλου την προσποίηση και την οποιαδήποτε επιδεικτική διάθεση, η Χασάνδρα θα χτίσει προσεκτικά και δίχως χάσματα (αν μπορώ να το διατυπώσω έτσι) τις αρρυθμίες της ποιητικής της τάξης. Να σημειωθεί επιπροσθέτως πως η ποιήτρια θα επιχειρήσει υπερβάσεις και αποσυνδέσεις οι οποίες μας πηγαίνουν μέχρι και τον υπερρεαλισμό, πετυχαίνοντας μια ασυνήθιστη συνέχεια και ενότητα για το λόγο της. Λόγος ο οποίος παραμένει αποσπασματικός και κατακερματισμένος, χωρίς την ίδια στιγμή να παρασύρεται στην αναρχία και στην αποδιοργάνωση από τις οποίες πάσχουν κατά κανόνα τα υπερώριμα προϊόντα του μοντερνισμού:
Άγρυπνη ξαφνικά η παλιγγενεσία πηγαινοέρχεται τρίζοντας στην τάξη του εργαστηρίου ακούραστα στην νιότη της αιτώντας από όπου κατείχα ελληνικής μετα-νεωτερικής γλωσσικής ανατριχίλας κι όπως οι αρμοί απαντέχουνε τον λυτρωτή λυρικό ύμνο άνεμος από το χέρι της μάνας απάνωθέ μου ο ήλιος στον κάβο βολικά ο γητευτής προσμένοντας στον νου τα δίκρανα στην κατάβαση της αμμουδιάς έτοιμη όμοια ροδοκόκκινη σαν βυσσινάδα η χαρά και ανοιχτή σα στολίδι το στάρι στην μνημόνευση αυτή η βροχόπτωση και του πελάγου το δάκρυ για σε.
Δεν απουσιάζει από όλα αυτά η θεωρία του μοντερνισμού, η αγωγή μέσω της οποίας η Χασάνδρα καταλήγει στις πρακτικές εφαρμογές της. Και σε αυτό το πεδίο, πάντως, έχουν τηρηθεί τα ενδεδειγμένα και έχουν προβλεφθεί όλες οι αναγκαίες προφυλάξεις. Τίποτε δεν βιάζεται να ανεβεί στην επιφάνεια και να μας προκαταλάβει με υπερκείμενες, προγραμματικού τύπου δεσμεύσεις ή προειδοποιήσεις, όπως το βλέπουμε κάποτε να γίνεται σε βιβλία νεότερων και πολύ νεότερων ποιητών. Και μια παρόμοια συγκράτηση και οικονομία δηλώνει πολλά – όχι μόνο για το ύφος ενός μοντερνισμού ο οποίος αρνείται σθεναρά να γεράσει, αλλά και για το εκφραστικό του ήθος, που μοιάζει απαλλαγμένο από κάθε σπουδή και βία πειθούς. Γιατί εκείνο που ζητάει η Χασάνδρα δεν είναι να πείσει τον οποιονδήποτε για το οτιδήποτε. Το δικό της μέτρο παραμένει, ας το ξαναπώ, η εξοικονόμηση του λόγου και η πυκνή άρθρωση της ποιητικής εκφοράς του.