Σύνδεση συνδρομητών

Ο μεταφραστής-ποιητής

Τρίτη, 03 Ιουνίου 2025 08:50
Ο Ντέιβιντ Ρικς.
King's College London
Ο Ντέιβιντ Ρικς.

Ντέιβιντ Ρικς, Σημεία των Καιρών, μετάφραση από τα αγγλικά: Νάσος Βαγενάς, Σοκόλη, Αθήνα 2025, 46 σελ.

Ήδη από το 1989, στη συλλογή Η Πτώση του Ιπτάμενου, ο Νάσος Βαγενάς υλοποιεί τη μεταφραστική θεωρία του συμπαραθέτοντας, στο ίδιο ποιητικό σώμα, ποιήματα δικά του και αποδόσεις ξένων έργων. Με τον ίδιο τρόπο μεταφράζει τα Σημεία των καιρών του Ντέιβιντ Ρικς. Η πρακτική που ακολουθεί μεταφράζοντας επιβεβαιώνει την τάση του να αντιλαμβάνεται τη μετάφραση ως δημιουργία ενός νέου κειμένου λειτουργικά ενταγμένου στα συμφραζόμενα της γλώσσας-στόχου. [ΤΒJ]

Η σχέση του Νάσου Βαγενά με τη μετάφραση είναι παλιά. Εκκινώντας από μεμονωμένες μεταφράσεις δοκιμίων και λογοτεχνικών πεζών (ενδεικτικά: Walter Benjamin, «Πνευματική κληρονομιά και αθλιότητα των μαζών», περ. Τομές, 1975· Jorge Luis Borges, «Ragnarök», περ. Χάρτης, 1973· και πιο πρόσφατα: Giuseppe Tomasi di Lampedousa, «Λιγεία», εκδ. Στιγμή, 1991), ο Βαγενάς, σε όλη τη διάρκεια της μακράς παρουσίας του στα γράμματα, μεταφράζει συστηματικά –πεζογραφία, ποίηση και δοκίμιο–, ενώ παράλληλα δίνει το στίγμα του και ως θεωρητικός της μετάφρασης σε έργα όπως η συλλογή δοκιμίων: Ποίηση και Μετάφραση του 1989 (22004).[1]

 

νάσος

Η εμφάνεια του μεταφραστή

Τη μεταφραστική θεωρία του Νάσου Βαγενά, παρουσιάζει με ευκρίνεια το δοκίμιο της Μορφίας Μάλλη, Μοντερνισμός, μεταμοντερνισμός και περιφέρεια. Μελέτη της μεταφραστικής θεωρίας και πρακτικής του Νάσου Βαγενά (2002). Κατά τη Μάλλη, στόχος του Βαγενά, στο θεωρητικό του έργο, όσο και στις μεταφράσεις του, είναι να ανατρέψει την παιδευτική πρακτική των μοντερνιστών της «γενιάς του ’30», που μετέφραζαν προκειμένου να γνωστοποιήσουν στο νεοελληνικό κοινό εξελίξεις στο πεδίο του ευρωπαϊκού μοντερνισμού (χαρακτηριστικό παράδειγμα: η μετάφραση της Έρημης Χώρας [1922] του Έλιοτ από τον Σεφέρη [1936, 21949, 31965]).[2] Διότι ο παιδευτικός αυτός στόχος των μοντερνιστών του 1930 οδηγούσε στην «αφάνεια» (invisibility) του μεταφραστή[3] και στη δημιουργία και τη διατήρηση ενός αισθήματος μειονεξίας του μοντερνιστή ποιητή της περιφέρειας, απέναντι στον μοντερνιστή του κέντρου. Ο Βαγενάς με τη δική του πρακτική επιδιώκει, αντίθετα, την «εμφάνεια» (visibility) του μεταφραστή, μεταφραστικές πραγματώσεις οι οποίες, διά της υβριδιοποιήσεως λογοτεχνικών ειδών και ιδιωμάτων, ή αλλιώς: διά της συγχωνεύσεως της φυσιογνωμίας του ποιητή με τη φυσιογνωμία του μεταφραστή, παράγουν έναν έκκεντρο μεταφραστικό μετα-μοντερνισμό, μια συμπεριληπτική και παλίμψηστη «πολιτική κειμενικότητα».[4] Η μετάφραση δεν νοείται ως «αντίγραφο» (ο όρος του Σεφέρη – βλ. τη συλλογή μεταφράσεών του Αντιγραφές, του 1965), ή ως υποκατάστατο ενός υπερισχύοντος πρωτοτύπου. Το νέο έργο γίνεται αντιληπτό ως αναδημιουργία του καταγωγικού κειμένου εντός των διαφορετικών πολιτισμικών συμφραζομένων της γλώσσας-στόχου, τα οποία γίνονται εξίσου σεβαστά, όσο και τα συμφραζόμενα της γλώσσας-πηγής, του αρχικού έργου.

Κύριος τόπος της εμφάνισης αυτής της μεταφραστικής θεωρίας και πρακτικής του Βαγενά, η συλλογή Η Πτώση του Ιπτάμενου του 1989,[5] στην οποία, θέτοντας σε λειτουργία την αρχή της «εμφάνειας», ο μεταφραστής-ποιητής συμπαραθέτει, στο ίδιο ποιητικό σώμα, ποιήματα δικά του και αποδόσεις ξένων έργων. Σε σύνολο πενήντα ποιημάτων, 35 είναι μεταφράσεις και 15 είναι πρωτότυπα ποιήματα του Βαγενά.[6] Έτσι, όπως διαπιστώνει και η Μάλλη στο σχετικό μελέτημά της, στην Πτώση του Ιπτάμενου ανθολογούνται έξι μεταφράσεις του αμερικανού μοντερνιστή Sandburg, τρεις του Wallace Stevens, δύο του William Carlos Williams, δύο της Marianne Moore, μία του Ezra Pound, μία του Archibald MacLeish, μία του e.e. cummings. Η μεταπολεμική αμερικανική ποίηση αντιπροσωπεύεται από τους Matthias, Ginsberg και Berryman. Ο ευρωπαϊκός μοντερνισμός από τους Eliot (δύο μεταφράσεις), Auden (μία μετάφραση), και Burns (μία μετάφραση). Η Ιταλία από μία μετάφραση του ερμητικού μοντερνιστή Montale, από τέσσερις μεταφράσεις αφηγημάτων του μεταμοντέρνου Calvino, και από μία του επίσης μεταμοντέρνου Andrea Zanzotto. Δείγματα της γαλλικής μοντερνιστικής γραφής προσφέρουν οι μεταφράσεις των Apollinaire και Michaud, ενώ περιλαμβάνεται και μία μετάφραση του Prévert.[7] Έτσι, η Πτώση του Ιπτάμενου αποκτά το νόημά της στην προοδευτική ανάγνωση της δευτερογενούς ποιητικής φόρμας της «ακολουθίας» (sequence), που συγκροτούν από κοινού πρωτότυπα και μεταφραστικές αποδόσεις. Το τέχνασμα αποκεντρώνει την καταγωγή του ποιητικού λόγου, διαλύοντας τις ιδεολογικές συνδηλώσεις του μύθου της καταγωγής, διά της ετερογλωσσίας που ενεργοποιεί η συμμετοχή ξένων ιδιωμάτων στο σώμα της ποίησής του. Και καθώς περνούν τα χρόνια, ο Βαγενάς σταδιακά κλιμακώνει την «εμφάνεια» του μεταφραστή: ολοένα και δραστικότερα διαφοροποιείται από το υλικό της γλώσσας-πηγής του.[8] Με αυτή την προϊστορία κατά νου, ας δούμε την νέα μεταφραστική-ποιητική εργασία του Βαγενά, την απόδοση στα ελληνικά τμημάτων της αγγλόφωνης συλλογής του φιλολόγου-ποιητή David Ricks, With Signs Following, Reading, 2024, στην έκδοση: Σημεία των Καιρών, και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σοκόλη.

 

Η συλλογή Ricks

Η συλλογή Ricks απαρτίζεται από 60-65 ποιήματα (αναλόγως πώς μετράμε τις σπονδυλωτές συνθέσεις), κατανεμημένα σε εννέα άνισα μέρη, καθένα από τα οποία αναπτύσσεται σε ποικίλα στιχικά και στροφικά σχήματα (εντός της επικράτειας του «ελεύθερου στίχου») και με πλούσια θεματική. Καθώς περιγράφει στο επίμετρό της η Alicia Stallings, κάτοχος της Έδρας Ποίησης της Οξφόρδης, σε μια διαπίστωση που διατηρείται στον «Πρόλογο» του Βαγενά: είναι ποιήματα που «βρίσκονται έξω από τις διακυμάνσεις της ποιητικής μόδας».[9] Ποιήματα που δεν διστάζουν να είναι λόγια και διακειμενικά (και διακαλλιτεχνικά), και συγχρόνως καλοφτιαγμένα. Αριστοτεχνικά θέτουν στην υπηρεσία τους τα εργαλεία της ομοιοκαταληξίας, του διασκελισμού, της συνήχησης και της παρήχησης, της επανάληψης αλλά και της παραλλαγής, της ειρωνείας και της μείξης γλωσσικών επιπέδων, για ερμηνευτικούς σκοπούς. Σε επίπεδο θέματος, ο Ricks έχει τη δυνατότητα να αιχμαλωτίζει στο κάθε κείμενό του τη στιγμή, το ανέκδοτο, το θραύσμα που εγκλείει μέσα του ολόκληρη ιστορική συγκυρία. Έτσι, έχουμε ποιήματα για την «εθνοκάθαρση», ποιήματα για τον Ρωσικό Εμφύλιο μετά το 1917, αλλά και ποιήματα (το τελευταίο μόνο στα αγγλικά) για την ουκρανική εθνότητα, όπως αυτή ανάγεται στο κράτος των Ρως του Κιέβου, του 10ου αιώνα. Αναπτύσσει ακόμα ο Ricks θέματα καλλιτεχνικής ποιητικής και ποιήματα-εκφράσεις έργων τέχνης, και θέματα καθημερινά. Είναι προσεκτικός στην επιλογή των λέξεων. Ενώ, όπως έχει ήδη διδάξει τον Ricks ο μεταφραστής του, Βαγενάς, περιλαμβάνει κι αυτός μεταφράσεις ελληνικών ποιημάτων (εδώ: των Άγρα, Καβάφη, Καρυωτάκη, Παλαμά και Χατζόπουλου), ως οργανικά τμήματα των δικών του συλλογών.

Τα ποιήματα που μεταφράζει ο Βαγενάς στη δίγλωσση ελληνική έκδοση είναι 15. Κρατά το «Πρελούδιο» της αγγλικής έκδοσης,[10] που προτάσσει και στο απάνθισμα, κι εν συνεχεία μεταφράζει τα: «Στιχαριθμήσεις», «Καντάτα για τον Άντον Βέμπερν», «Η εξομολόγηση του κ. Έλιοτ», «Genius Loci», «Αζωγράφιστοι πίνακες», «Εθνοκάθαρση», «Ένας Αξιωματικός των Λευκών το 1945», «Αφιέρωμα στον Γιοχάννες Μπομπρόφσκι», «Οι Σαδδουκαίοι», «Στον Λουί Αραγκόν (και σε άλλους)», «Οι Καθηγητές (πρώτης βαθμίδος)», «Στο Γραφείο του Καβάφη», και «Κυκλαδικόν».

Τα κείμενα δεν εμφανίζονται στα Σημεία των Καιρών με τη σειρά που έχουν στο αγγλικό πρωτότυπο. Η δευτερογενής αφήγηση που δημιουργεί, έτσι, η νέα διάταξη τροποποιεί τις αφηγηματικές κατευθύνσεις του αγγλικού προτύπου. Ομοίως, εντός κάθε κειμένου, η πρακτική που ακολουθεί ο Βαγενάς μεταφράζοντας επιβεβαιώνει την τάση του να αντιλαμβάνεται τη μετάφραση ως δημιουργία ενός νέου κειμένου λειτουργικά ενταγμένου στα συμφραζόμενα της γλώσσας-στόχου: ο μεταφραστής Βαγενάς αναπτύσσει καίριες ελευθερίες. Είναι επίσης ένας τεχνίτης του στίχου. Μεριμνά για τη μορφική δραστικότητα της μετάφρασής του, όσο και για το νόημα, σε αντίθεση, πάλι, με τους Μοντερνιστές του ’30, που μετέφραζαν με στόχο να διασώσουν το νόημα του προτύπου, και λιγότερο τη φόρμα του, στραμμένοι καθώς ήσαν στις παιδευτικές διαστάσεις της αποστολής τους. Κλείνω με ένα παράδειγμα. Το κομψό «Cycladic», με το οποίο ολοκληρώνεται η ελληνική συλλογή, αναπτύσσεται σε επτά ομοιοκατάληκτα δίστιχα ως εξής:

With what scholarly warrant

I confess I am ignorant,

 

The curator has  arranged

These familiar, strange

 

Statuettes in a semi-circle

Or curve of a sickle

 

From where they speak or gaze

Without mouths or eyes,

 

Inviting us to complete

The missing features. Their state

 

Lasts for millenia:

Even the cruder, tinier

 

Shapes are ever poised

To blink or to give voice.’[11]

Και η μετάφραση του Βαγενά, έχει ως εξής:

Με ποια επιστημονική δεοντολογία

 ομολογώ δεν ξέρω. Η αρχαιολογία

 

έχει κανόνες. Αυτά τ’ αγαλματίδια

(τόσο παράξενα και τόσο ίδια)

 

 -σαν να ξεφύγαν απ’ τη σμίλη-

στέκουν αραδιασμένα σε μια καμπύλη

 

δρεπανωτή, και μας κοιτούν αόμματα

ή ψιθυρίζουν δίχως στόματα

 

καλώντας μας να συμπληρώσουμε

ό,τι τους λείπει. Αυτή η κατάσταση

 

διαρκεί χιλιάδες χρόνια.

Τα πιο ακατέργαστα είναι πιο σαρδόνια:

 

Ξεβράζουν μέσα από την άψυχη ύλη

λεπτά χαμόγελα σε άφτιαχτα χείλη.[12]

Πρόκειται για ένα κατ’ επίφασιν εκφρασιακό ποίημα, που στην πραγματικότητα μιλά για την αναγκαία συνεργασία παραγωγού και δέκτη κατά τη δημιουργία του έργου τέχνης (στ. 9). Το αγγλικό κείμενο εκμεταλλεύεται τις τεχνικές δυνατότητες της ποίησης (ρίμα, μέτρο, διασκελισμούς, ισχυρά σημεία στίξης εντός του στίχου), προκειμένου να κατασκευάσει ένα λεκτικό οικοδόμημα εύπλαστο και ρυθμικό, το οποίο να συναγωνίζεται σε πλαστικότητα τα έργα που υποτιθεμένως αναπαριστά.

Ο μεταφραστής-ποιητής Βαγενάς ακολουθεί, διά της αντιστοιχίας, τις μορφικές αρετές του προτύπου. Σέβεται τη ζευγαρωτή ρίμα του, ποικίλλει το ρυθμό του στίχου εισάγοντας επίσης ισχυρά σημεία στίξης εντός του, όπου είναι απαραίτητο, αξιοποιεί τον διασκελισμό. Είναι, μάλιστα, αρκετά πιστός στο νόημα του προτύπου. Ενώ, κατά κάποιον τρόπο, το βελτιώνει, εισάγοντας κάποτε αποκλίσεις από αυτό. Συγκεκριμένα, ο «επιμελητής έκθεσης» (στ. 3) του αγγλικού κειμένου, μεγεθύνεται και προσωποποιείται στην «αρχαιολογία» (στ. 2) της ελληνικής απόδοσης, ενώ αυτό που είναι απλώς μια υποθετική αφήγηση περιστατικού (στ. 3: «πώς τακτοποίησε») στο αγγλικό κείμενο, τρέπεται σε κατηγορική προσταγή (στ. 3: «έχει κανόνες») στην ελληνική απόδοση. Το νόημα γενικεύεται, και ταυτόχρονα αποσαφηνίζεται. Αναδεικνύονται τρισδιάστατα τα ειδώλια του Ricks, που είναι απλώς «τοποθετημένα σε ημικύκλιο», στο αγγλικό κείμενο (στ. 5), καθώς στον Βαγενά: «στέκουν αραδιασμένα σε μια καμπύλη / δρεπανωτή» (στ. 6). Και, βέβαια, δεν διαφεύγει της προσοχής του στοχαστικού φιλολόγου-μεταφραστή Βαγενά η λέξη «sickle» (στ. 6) του προτύπου, λέξη ελισαβετιανή, την οποία γνωρίζουμε από το εμβληματικό σονέτο 116 του Σαίξπηρ [1609], που μιλά για την αιωνιότητα της πνευματικής αγάπης, η οποία δεν θα καμφθεί από το δρεπάνι του καιρού (στ. 10: «Within his bending sickle’s compass come»). Πουθενά στις σημειώσεις της αγγλικής έκδοσης δεν δηλώνεται το διακείμενο, ούτε, βέβαια, στις σημειώσεις της ελληνικής. Όμως, ευρυμαθής ποιητής-μεταφραστής το εντοπίζει και το αναδεικνύει, τοποθετώντας την κρίσιμη λέξη, σαν σε βάθρο, μετά από έναν ισχυρό διασκελισμό, που γεφυρώνει δύο στροφές. Εξίσου καίρια, η παρέμβαση του Βαγενά στον στ. 12 του ελληνικού κειμένου: «Τα πιο ακατέργαστα είναι πιο σαρδόνια», που συμπυκνώνει τους στ. 12-13 του προτύπου: «Even the cruder, tinier // Shapes are ever poise». Ο στίχος του Βαγενά εγγράφει στο κείμενο τη συναισθηματική ανταπόκριση του θεατή, εκεί όπου το αγγλικό λειτουργεί απλώς περιγραφικά, αναφέροντας ότι ακόμα και τα πιο «ακατέργαστα» ειδώλια έχουν τη χάρη τους («poised»). Και ας σημειώσουμε πως ο Βαγενάς κατασκευάζει ρίμες για τα δίστιχα, ακόμα κι εκεί όπου ο Ricks αφήνει τον στίχο ανομοιοκατάληκτο στο πρωτότυπο (όπως εδώ). Παρόμοια τεχνική ελαφράς επίτασης του νοήματος ακολουθείται στο καταληκτικό δίστιχο με το ρήμα «ξεβράζουν», για τα χαμόγελα που αχνοφαίνονται στα μισοσκαλισμένα γλυπτά. Πρόκειται για εργασία λεπτή και χαμηλόφωνη, αντίστοιχη του μεταφραζόμενου έργου.

Ο μεταφραστής-ποιητής Βαγενάς γνέφει πατρικά προς τον νεότερο ποιητή Ricks, καθώς τον συστήνει ευεργετικά στο ελληνικό κοινό, με τις αριστοτεχνικές μεταφράσεις του.

 

[1] Βλ. Σάββας Παύλου, «ΙΙΙ. Μεταφράσεις», Βιβλιογραφία Νάσου Βαγενά (1966-2008), Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, Λευκωσία 2010, σ. 54-58 – για την πλήρη σχετική εργογραφία.

[2] Εξέταση της μεταφραστικής αυτής προσπάθειας στο: Νάσος Βαγενάς, «Ο Σεφέρης ως μεταφραστής της αγγλικής ποίησης», Ποίηση και Μετάφραση, Στιγμή, Αθήνα 1989, σ. 95-105.

[3] Τη συνθήκη της «αφάνειας του μεταφραστή» συζητά το έργο του L. Venutti, The Translator's Invisibility: A History of Translation, 1995, 22008. Σχετικά με τη μεταφραστική πρακτική της «γενιάς του ’30», βλ. Μ. Μάλλη, Μοντερνισμός, Μεταμοντερνισμός και Περιφέρεια. Μελέτη της Μεταφραστικής Θεωρίας και Πρακτικής του Νάσου Βαγενά, Πόλις, Αθήνα 2002, σ. 17, κ.ε..

[4] Βλ. Μάλλη, ό.π., σ. 107-108.

[5] Τώρα στον συγκεντρωτικό τόμο: Νάσος Βαγενάς, Βιογραφία. Ποιήματα 1974-2014, Κέδρος, Αθήνα 2015, σ. 157-208.

[6] Βλ. τις σχετικές διαπιστώσεις του Ευριπίδη Γαραντούδη, «Παρατηρήσεις για την ποίηση του Νάσου Βαγενά», Από τον Μοντερνισμό στη Σύγχρονη Ποίηση. 1930-2006, Καστανιώτη, Αθήνα 2007, σ. 397-423: 402. Πρόκειται για τη συλλογή στην οποία πρώτη φορά κάνει αισθητή την παρουσία της η ρίμα στην ποίηση του Βαγενά, ως στοιχείο ειρωνικής χρήσης της ποιητικής γλώσσας.

[7]Μάλλη, ό.π., σ. 60-61.

[8]Μάλλη, ό.π., σ. 131.

[9]Βλ. Alicia Stallings, ‘Afterword’, David Ricks, With Signs Following, Afterword by A. E. Stallings, Two Rivers Press, Reading, 2024, σσ. 78-81: 78. Και: Νάσος Βαγενάς, «Πρόλογος», Ντέιβιντ Ρικς, Σημεία των Καιρών, μτφρ. Νάσος Βαγενάς, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 2025, σσ. 7-12: 8.

[10]Σημειώνω παρενθετικά πως Τhe Prelude τιτλοφορούνταν το έργο ζωής του μείζονος άγγλου Ρομαντικού William Wordsworth, που άρχισε να συντίθεται το 1798-99, και εκδόθηκε μεταθανάτια το 1850.

[11]Ρικς, Σημεία των Καιρών, σ. 40.

[12]Στο ίδιο, σ. 41.

Μαρία Αθανασοπούλου

Αναπληρώτρια καθηγήτρια νεοελληνικής λογοτεχνίας και θεωρίας της λογοτεχνίας στο τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει μεταφράσει στα ελληνικά το εγχειρίδιο του Jeremy Ηawthorn, Ξεκλειδώνοντας το κείμενο: μια εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας. Βιβλία της: Θεόδωρος Ντόρρος: Στου γλυτωμού το χάζι (2005), Το ελληνικό σονέτο (2011), Κ.Π. Καβάφης: τα θεατρικά ποιήματα (2014).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.