Σύνδεση συνδρομητών

Θανάσης Βαλτινός: Βιβλία με τα λιτά φύλλα

Παρασκευή, 21 Φεβρουαρίου 2025 20:02
Ο Θανάσης Βαλτινός από τον Αλέκο Παπαδάτο. Εξώφυλλο στο Books’ Journal, τχ. 45, Ιούνιος 2014, με συνέντευξη του συγγραφέα και αφιέρωμα στο έργο του.    
Αλέκος Παπαδάτος / The Books’ Journal
Ο Θανάσης Βαλτινός από τον Αλέκο Παπαδάτο. Εξώφυλλο στο Books’ Journal, τχ. 45, Ιούνιος 2014, με συνέντευξη του συγγραφέα και αφιέρωμα στο έργο του.   

Το χειμώνα του 2000, κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του Θανάση Βαλτινού Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη. Βιβλίο Δεύτερο: Βαλκανικοί –’22. Αποφασίσαμε με την ανθρωπολόγο Πηνελόπη Παπαηλία, συνάδελφο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, να το παρουσιάσουμε στο πλαίσιο των ανοιχτών συναντήσεων με συγγραφείς που τότε οργανώναμε στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολόγιας. Στον Βόλο, το αμφιθέατρο ήταν γεμάτο τη βραδιά της εκδήλωσης. Μου έκανε, όμως, εντύπωση ότι ο Βαλτινός δεν ήθελε να μιλήσει για το «εργαστήρι» του. Στο στυλ των δύσκολων συγγραφέων του μοντερνισμού, έμεινε μυστηριώδης, ώς το τέλος. Εκ των υστέρων, έμαθα πως ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος, μέλος της προσωρινής γενικής συνέλευσης του τμήματος, τότε, δυσαρεστήθηκε με την εκδήλωση. Είχε βρει τον Βαλτινό «δεξιό».

Τα χρόνια που ακολούθησαν, διάβασα Βαλτινό με προσήλωση. Τον Φεβρουάριο του 2016 παρουσιάσαμε τη συλλογή διηγημάτων του Επείγουσα Ανάγκη Ελέου (2015), στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, υπό την επιστασία του Βασίλη Καραγιάννη, συγγραφέα, και εκδότη του περιοδικού της πόλης, Παρέμβαση. Τον Φεβρουάριο του 2018 παρουσιάσαμε την επόμενη συλλογή του, Ημερολόγιο της Αλοννήσου (2017) στην Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης, η ομότιμη καθηγήτρια ΑΠΘ Λίζυ Τσιριμώκου, η θεατρολόγος-επίκουρη καθηγήτρια ΑΠΘ Δηώ Καγγελάρη, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης και η αφεντιά μου, με τη διακριτική χορηγία του προέδρου της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, Δαυίδ Σαλτιέλ. Έκανε κρύο εκείνη την ημέρα, το ακροατήριο ήταν λιγοστό. Οι συγγραφείς της πόλης ήταν, όμως, παρόντες. Εκεί ο Σκαμπαρδώνης «ξεκλείδωσε» τον Βαλτινό: είπε για την τέχνη του όσα περίμενα 18 χρόνια.

Αυτός ήταν ο Βαλτινός. Φιλικός, προσηνής, είχε την ευγένεια να σε προστατεύει από τη φήμη του και τις «τεχνικές πλευρές» του εργαστηρίου του, αν δεν ήσουν ειδικός. Αντίθετα, ήταν εύκολο να του μιλήσεις για τα καθημερινά. Ίσως το επεδίωκε: η αφηγημένη καθημερινότητα των γύρω του, ήταν το προποιητικό υλικό του έργου του. Αφουγκραζόταν το λεξιλόγιο, τη σύνταξη, τις παύσεις μας.

Γιατί ο Βαλτινός, όπως όλοι γνωρίζουμε, καλλιέργησε την «προφορικότητα» στην αφήγηση. Θαλερός εκπρόσωπος της δεύτερης μεταπολεμικής πεζογραφικής γενεάς, ανέτρεψε το στερεότυπο που εισηγήθηκε η «γενιά του ’30», της παντογνωσίας στην αφήγηση και της ενιαίας «αστικής» δημοτικής. Με τον Βαλτινό, η αφηγηματική γλώσσα «σπάει» σε τοπικά ιδιώματα κι ατομικές ιδιολέκτους. Καλλιεργείται, επίσης, το μυθιστόρημα-μαρτυρία, με έναν, και στην συνέχεια με πολλούς, αφηγητές. Σαν συνέπεια, η σκηνοθεσία που απευθύνει ο Βαλτινός στον αναγνώστη είναι αυτή του «βιβλίου με τα λιτά φύλλα», μιας αφηγηματικής σύνθεσης όπου μαρτυρίες πολλών προσώπων και άλλα γραπτά ή καταγεγραμμένα τεκμήρια συμπαρατίθενται, χωρίς χρονολογική ή άλλη ταξινομική σειρά, και οδηγούν κυκλωτικά στην αντίληψη του αφηγούμενου γεγονότος και στη συνειδητοποίηση της μερικότητας της αλήθειας, αναλόγως προς την οπτική γωνία θέασής της. Έτσι, τα μυθιστορήματα-μαρτυρίες του ενδέχεται να περιλαμβάνουν από απηχήσεις ημερολογιακών εγγραφών και  απηχήσεις του λόγου των διαφημίσεων μέχρι απηχήσεις υπηρεσιακών αναφορών πάνω στην έκβαση των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία: ένα γλωσσικό μωσαϊκό. Με τον τρόπο τους, προβληματοποιούν και την έννοια του «τεκμηρίου»: οι μελετητές εφηύραν τον όρο «τεκμηριοπλασία» για να περιγράψουν το παιχνίδι μυθοπλασίας και πραγματικότητας που διαρκώς αναπτύσσει το έργο του. Πρόκειται για έναν συγγραφέα τεχνοτροπικά μοντερνιστή, και οριακά μεταμοντέρνο ενώ, ως προς τα ζητήματα που θίγει, είναι πολιτικός με την ευρεία έννοια του όρου: από το έργο του αναδύθηκαν μείζονες συζητήσεις των τελευταίων χρόνων, πάνω σε θέματα-ταμπού της νεοελληνικής ιστορίας, όπως η «κόκκινη βία» του Εμφυλίου – ειδικότερα εδώ, με την εμβληματική Ορθοκωστά του 1994.

Στα τελευταία έργα του, ο Βαλτινός στράφηκε στην μικρότερη φόρμα: λόγου χάριν, στην συλλογή Επείγουσα Ανάγκη Ελέου, ορισμένα διηγήματα δεν ξεπερνούν τις 200 λέξεις· διερευνούν, επίσης, τις σχέσεις ποίησης και πεζογραφίας· επεξεργάζονται τον αυτοβιογραφικό αφηγητή· ενώ ανοίγουν νέα θεματικά πεδία, όπως αίφνης το ξεδίπλωμα της γυναικείας κατά μόνας ηδονής ή το εβραϊκό ζήτημα. Πρόκειται για μια γραφή που χαρτογραφεί τη νέα υποκειμενικότητα της εποχής του τέλους των ιδεολογιών και μιας ίσως αρχόμενης εποχής προσωπικού ακτιβισμού.  Η εκτενής βιβλιογραφία πάνω στο έργο του τα έχει συζητήσει όλα αυτά.

Κι όμως, υπάρχει πάντα κάτι που θα μας διαφεύγει με τον Βαλτινό. Γιατί ο Βαλτινός συνέχισε να επεξεργάζεται νέες ιδέες και φόρμες ώς το τέλος της νοητικής του διαύγειας, χωρίς ποτέ να επαναπαυθεί στις δάφνες του. Στο αίνιγμα αυτής της διαλεκτικής ας προσθέσω την κατάθεση μιας δικής του εκμυστήρευσης. Κατά την αναχώρηση μεγάλου αεροπορικού ταξιδιού προς την Ασία, επιβιβάζονται δίπλα του δύο κυρίες. Αφού τακτοποίησαν τις αποσκευές τους, σκούπισαν με το μαντιλάκι, προσεκτικά η καθεμία, την πλάτη του μπροστινού καθίσματος, τα μπράτσα του δικού τους καθίσματος, το πτυσσόμενο τραπεζάκι. Ο Βαλτινός μου εξήγησε: οι δύο γυναίκες είχαν σε τέτοιο βαθμό εσωτερικεύσει τον ρόλο τους ως οικιακές βοηθοί που, ακόμα και την ώρα της σχόλης τους, δεν μπορούσαν παρά να επαναλάβουν τη ρουτίνα της υποταγής τους. Είχε βρει τη σκηνή «σπαρακτική» και είχε αναρωτηθεί αν θα κατάφερνε να τη μεταφέρει σε πεζογράφημα. Νομίζω πως δεν το έκανε. Δεν είμαι και σίγουρη, όμως. Τα κατάλοιπά του θα μας δείξουν πολλά.

 

Μαρία Αθανασοπούλου

Αναπληρώτρια καθηγήτρια νεοελληνικής λογοτεχνίας και θεωρίας της λογοτεχνίας στο τμήμα Θεάτρου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει μεταφράσει στα ελληνικά το εγχειρίδιο του Jeremy Ηawthorn, Ξεκλειδώνοντας το κείμενο: μια εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας. Βιβλία της: Θεόδωρος Ντόρρος: Στου γλυτωμού το χάζι (2005), Το ελληνικό σονέτο (2011), Κ.Π. Καβάφης: τα θεατρικά ποιήματα (2014).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.