Σύνδεση συνδρομητών

Πόλεις, Πόλεμος, Πολιτικές

Σάββατο, 10 Ιουνίου 2023 07:59
1941, Παρίσι. Το κτίριο της Όπερας, διακοσμημένο με σβάστικες λίγο πριν την έναρξη Φεστιβάλ Γερμανικής Μουσικής. Οι δυνάμεις κατοχής χρησιμοποιούσαν τους δημόσιους χώρους ως σύμβολα της στρατιωτικής παρουσίας τους στη γαλλική πρωτεύουσα.
Bundesarchiv, Bild 183-1985-1216-509 / CC-BY-SA 3.0
1941, Παρίσι. Το κτίριο της Όπερας, διακοσμημένο με σβάστικες λίγο πριν την έναρξη Φεστιβάλ Γερμανικής Μουσικής. Οι δυνάμεις κατοχής χρησιμοποιούσαν τους δημόσιους χώρους ως σύμβολα της στρατιωτικής παρουσίας τους στη γαλλική πρωτεύουσα.

Ιάσονας Χανδρινός, Πόλεις σε πόλεμο 1939-1945. Ευρωπαϊκά αστικά κέντρα υπό γερμανική κατοχή, πρόλογος: Hagen Fleischer, O μωβ σκίουρος, Αθήνα 2018, 567 σελ.

Ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός «ξεναγεί» τους αναγνώστες του στις πόλεις της Ευρώπης στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής: ένα «άβολο» οδοιπορικό στη μνήμη και την ιστορία όταν επικράτησε η «Αυτοκρατορία του Κακού» κι ένα βιβλίο που ξεχωρίζει στη σχετική βιβλιογραφία. Τεύχος 141

Σε λένε Χιροσίμα – Σε λένε Νεβέρ

Αλαίν Ρενέ, Χιροσίμα, αγάπη μου (1959)

Από την εποχή της ομηρικής Τροίας κι από την Κωνσταντινούπολη μέχρι το Στάλινγκραντ, αλλά και από το Βελιγράδι μέχρι τη Μαριούπολη πρόσφατα, οι πόλεις αποτέλεσαν το προνομιακό πεδίο συρράξεων, της κυριαρχίας δηλαδή μέσω των όπλων, αλλά και το κύριο στόχαστρο στις πολεμικές επιχειρήσεις.

Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δύο κατηγορίες «πόλεων σε πόλεμο»: εκείνες στη διάρκεια των μεγάλων, ευρωπαϊκών και παγκόσμιων συρράξεων (Βαρσοβία, Βουδαπέστη), και εκείνες υπό συνθήκες εμφυλίου πολέμου (Αθήνα), εισβολής ξένων στρατευμάτων (Βουδαπέστη)  ή «αντάρτικου πόλης» (Μπέλφαστ, Βερολίνο, Παρίσι και Αλγέρι την εποχή της Αλγερινής Επανάστασης και του OAS).

Οι ευρωπαϊκές πόλεις που καταλήφθηκαν από γερμανικά στρατεύματα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι το αντικείμενο του βιβλίου Πόλεις σε πόλεμο 1939-1945, του Ιάσονα Χανδρινού. Είναι ένα «άβολο» οδοιπορικό στη μνήμη και την ιστορία όταν επικράτησε η «Αυτοκρατορία του Κακού» κι ένα βιβλίο που ξεχωρίζει στη σχετική βιβλιογραφία.

 

Απουσία κοινωνικής ιστορίας

Τόσο ο πρόλογος του Χάγκεν Φλάισερ όσο και εκείνος του συγγραφέα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του βιβλίου και αναγκαία εισαγωγή σ’ ένα θέμα που, όπως ορθώς επισημαίνει ο Χανδρινός, αγνοήθηκε συστηματικά, πρωτίστως από την εγχώρια ακαδημαϊκή κοινότητα, στα δύο μείζονα πεδία: εκείνο της «ιστορικής αστυγραφίας», της προσέγγισης δηλαδή του θέματος στο πεδίο των αστεακών σπουδών (urban studies) και, εξίσου σημαντικό, στο ζήτημα της καθημερινότητας σε συνθήκες πολεμικών συρράξεων. Στην ουσία, ο Χανδρινός επιβεβαιώνει την απουσία μιας κοινωνικής ιστορίας, που είναι σε θέση να αναδείξει, μέσω των ανθρωπολογικών, κοινωνιολογικών και εν μέρει πολιτισμικών προσεγγίσεων, το σύνολο των κοινωνικών και συμβολικών πρακτικών στον δεδομένο αστεακό χώρο μιας συγκεκριμένης περιόδου, εν προκειμένω σε συνθήκες πολέμου: εκεί όπου ανατρέπονται άρδην, και κυρίως απάνθρωπα και καταστροφικά, όλα τα συμβατικά δεδομένα της ειρηνικής περιόδου (οικονομική ανάπτυξη, κοινωνικές διεργασίες, συγκρούσεις και αλλαγές κ.λπ.).

Ο Χάγκεν Φλάισερ επικεντρώνεται πρωτίστως στις συνθήκες της γερμανικής κατοχής στην Κρήτη, που αποτέλεσε για τη Βέρμαχτ (Wehrmacht) στρατηγικό σημείο για την κυριαρχία της στη Μεσόγειο, ως «αβύθιστο αεροπλανοφόρο», πριν τη θέση της Κρήτης πάρει η Κύπρος στα μεταπολεμικά χρόνια. Ο ακάματος ιστορικός συγκεντρώνει και παραθέτει στοιχεία μιας «μικροϊστορίας» που συντίθεται από τα δημοσιεύματα και τα σχετικά τεκμήρια της εποχής, τα οποία επιβεβαιώνουν τη γερμανική μεθοδικότητα (deutsche Gründlichkeit) και στα ζητήματα ελέγχου, επιτήρησης και κυρώσεων του Στρατού, ως δύναμη Κατοχής, ενώ κορυφώθηκε στο ζήτημα της αποκληθείσης «Τελικής Λύσης».

Ας ξεχωρίσουμε ενδεικτικά τρία μόνο «στιγμιότυπα»: το μακάβριο μότο «Φέρετρα χαρίστε, πρακτικοί φανείτε!» (Praktisch denken, Särge schenken), τη φροντίδα –στο πλαίσιο της ευρύτερης επιμελητείας εκ μέρους της Βέρμαχτ– και για τα «κορίτσια των οίκων ανοχής» (επί λέξει «υπηρεσίες Β», εννοώντας Bordelle), καθώς και το εξίσου διαβολικό «μέτρο», σε επικίνδυνες διαδρομές στο νησί, να συνοδεύουν τις στρατιωτικές  αποστολές «κορίτσια, που προέρχονται από στρώματα εύπορα, κατά προτίμηση αγγλόφιλους […], επ’ ουδενί από γερμανόφιλες οικογένειες!» (Διαπιστώνουμε, επίσης, πως οι συστηματικές κλοπές χαλκού, για τις οποίες έχει γίνει πολύς λόγος τελευταία, έχουν μάλλον βαθιές ρίζες στην ιστορία του τόπου!)

Παράλληλα, ο Ιάσονας Χανδρινός, προβαίνει σε καίριες προλογικές και εισαγωγικές επισημάνσεις, ως προς το μειωμένο ενδιαφέρον των ιστορικών για ένα, πράγματι, πολύπλοκο ζήτημα που έχει ανάγκη από διεπιστημονική προσέγγιση. Μας εισάγει επίσης στη λογική και την προβληματική του εγχειρήματός του και στον τρόπο με τον οποίο συγκέντρωσε και οργάνωσε το σχετικό πρωτογενές υλικό, ως προς τις «εγγενείς δυσκολίες οριοθέτησης του ερευνητικού αντικειμένου». Στο προλογικό σημείωμα, αλλά και σε όλο το βιβλίο, είναι εμφανείς οι επιρροές από τη σύγχρονη, γόνιμη γερμανική ιστοριογραφία και, κυρίως, από την επίδραση που άσκησε πάνω του ο «μέντωρ» Χάγκεν Φλάισερ. Θα μπορούσαμε να το διαβάσουμε επιπλέον και ως «φόρο τιμής» στον πολιτογραφημένο Έλληνα (και γεννημένο στη Βιέννη) γερμανό ιστορικό!

 

Ο πόλεμος στις πόλεις

Το βιβλίο, μαζί με την εισαγωγή και το επίμετρο του συγγραφέα, χωρίζεται σε τέσσερα μέρη-πεδία: Καθημερινότητα – Οικονομία – Εξουσία – Αντίσταση. Κάθε κεφάλαιο επιμερίζεται σε υποκεφάλαια, αλλά και κάθε θεματική, αυτονόητα, είναι σε άμεση αλληλοεξάρτηση με τις άλλες, εντασσόμενες στο μείζον θέμα, Πόλεμος και Κατοχή: από τα πεδία των μαχών στην «άσκηση της πολιτικής με στρατιωτικά μέσα» στις κατεχόμενες πόλεις των (υπό γερμανική κατοχή) χωρών με κατεξοχήν «ιστορικά παραδείγματα» το Άμστερνταμ, την Αθήνα, πόλεις της Δανίας (δυστυχώς, απουσιάζει το Παρίσι αυτόνομα, για το οποίο όμως θα έπρεπε να αφιερώσει ένα άλλο βιβλίο, καθώς η σχετική βιβλιογραφία, γαλλική, και γαλλόφωνη πρωτίστως, διαρκώς εμπλουτίζεται) και τη Νάπολι.

Εδώ, ουσιαστικά επανέρχεται το κλασικό μοντέλο «ύπαιθρος-πόλη», όπου στο δεύτερο σκέλος συμπυκνώνονται και εμπεδώνονται οι κατοχικές πρακτικές, που υλοποιούνται by the book: πλήρης στρατιωτικός έλεγχος του (αστεακού) «χώρου», εποπτεία, οργάνωση, επιμελητεία, αντιμετώπιση κρίσεων (στάσεις, απεργίες, δολιοφθορές κ.ά.), επιβολή επιπλέον μέτρων και αντιποίνων (συλλήψεις, εκτελέσεις, πογκρόμ), καταστολή, άσκηση πολιτικής μέσω στελέχωσης στρατιωτικών αρμοδίων, αλλά και πολιτικών υπευθύνων (γερμανόφιλοι συνεργάτες, δωσίλογοι) κ.λπ. Πρακτικές που θα οδηγήσουν ανέκκλητα στην Αντίσταση, ως υπέρτατο ή, έστω, στοιχειώδες καθήκον των (ευρωπαϊκών) λαών απέναντι στον κατοχικό ζόφο, μια αγωνιστική, ενίοτε και ένοπλη, δράση «από τα κάτω», ποικιλόμορφη, διαβρωτική, «πένθιμη και ηρωική», που εκδηλώνεται ανάλογα και με τις «εθνικές ιδιοσυγκρασίες».

Αυτός ο «πόλεμος στις πόλεις» έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες: πρώτον, οι μάχες για την «κατάκτησή» τους αποτελούν επί δεκαετίες ειδικό εγχειρίδιο στις στρατιωτικές μελέτες και τα επιχειρησιακά σχέδια, αφού διεξάγονται όχι μόνο σώμα με σώμα, αλλά και δρόμο το δρόμο και κτίριο το κτίριο· δεύτερον, δεν αρκεί να μπουν «στην πόλη οι οχτροί», αλλά πρέπει και να τη διατηρήσουν σταθερά υπό την κατοχή τους για μεγάλο διάστημα, με άλλα λόγια να επανέλθει μια «καθημερινότητα» στα μέτρα των κατοχικών δυνάμεων, σε ένα καθεστώς δηλαδή εκτάκτου ανάγκης σε βάθος χρόνου, σε συνθήκες πολέμου στα μέτωπα των επιχειρήσεων.

Ο Χανδρινός επωμίζεται ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο, που πάντως το φέρνει σε πέρας με εξαιρετική επιτυχία: δεν αρκείται απλώς να παραθέσει τις ιδιάζουσες συνθήκες της γερμανικής κατοχής σε διαφορετικές ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά

1. πρέπει να θεωρήσει και το σχετικό, ογκώδες υλικό, ώστε και να τεκμηριώσει τις θέσεις του, αλλά και να προβεί σε αναγκαίες συγκρίσεις, αφού η γερμανική κατοχή «ποικίλλει» από χώρα σε χώρα, παρά τις πάγιες διαταγές που διέπουν το καθεστώς της και

2. ενθέτει στο εγχείρημα παραμέτρους που, για την ιστοριογραφία, αποτελούν ένα είδος εξαίρεσης, καθώς εντάσσει, αν όχι προτάσσει, στην προβληματική του «μεγάλες χωροχρονικές διαφοροποιήσεις», την «εννοιολογική και ιδεολογική περιγραφή της ρευστής έννοιας του “καθημερινού”», τη «δομική ανάλυση της “οικονομίας της καταστροφής”» και την «οργανωτική και ιδεολογική συγκρότηση ελέγχου και καταστολής» (με φουκωϊκή ορολογία, την επιτήρηση και τιμωρία, σε μακροκοινωνικό-πολιτικό επίπεδο σε συνθήκες πολέμου), των μορφών αντίστασης συμπεριλαμβανομένων, δηλαδή της πολιτικής (συχνά ένοπλης) ανυπακοής απέναντι στον εθνικοσοσιαλιστή κατακτητή.

Αν όμως, κάτι διαφοροποιεί αυτόν ειδικά τον πόλεμο στις πόλεις, πέραν της σφοδρότητας των μαχών και του πλήθους των αμάχων θυμάτων, αυτό είναι το στοιχείο της εθνοκάθαρσης εις βάρος του εβραϊκού λαού, στο πλαίσιο της «Τελικής Λύσης» (Endlösung), ένα τραγικό κεφάλαιο το οποίο «γράφτηκε» και με τους Έλληνες Εβραίους – και ιδίως της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, που στην ουσία εξοντώθηκε ολόκληρη.

 

Αναστοχασμός και προσδοκίες

Οι Πόλεις σε Πόλεμο 1939-1945 είναι ένα σημαντικό βιβλίο, το πρώτο για τα ελληνικά δεδομένα, στο είδος μιας ιστοριογραφίας που διευρύνει τον ορίζοντα του τρόπου που έως σήμερα αντιμετωπίζεται η Ιστορία, ως σχολιασμένη και κριτική «παράθεση» γεγονότων και εξελίξεων στον άξονα του αιτίου-αιτιατού, με την αναγκαία χρονολογική σειρά των πραγμάτων: εδώ, το ίδιο το ιστορικό γεγονός εν-τοπίζεται όχι πλέον στα μέτωπα, στα Sandkastenspiele (ειδικές κατασκευές με ανάγλυφο το πεδίο των επιχειρήσεων) των Επιτελείων, αλλά και στις διεθνείς συσκέψεις που καθόρισαν το μέλλον της μεταπολεμικής Ευρώπης και, πρωτίστως, στις πόλεις, σε εκείνα τα «αστικά (αστεακά) κέντρα» που παίζουν μείζονα ρόλο στις πολεμικές-πολιτικές εξελίξεις, κυρίως στις υπό κατοχή Μητροπόλεις, με προεξάρχουσα το Παρίσι. Ο συγγραφέας, με σημαντικούς τίτλους στο ενεργητικό του (έρευνες για το Πολυτεχνείο, την ΟΠΛΑ, τον ΕΛΑΣ και τους εβραίους της Θεσσαλονίκης), στο συγκεκριμένο έργο του «απογειώνεται», τόσο θεματικά όσο και ερευνητικά. Καταρχάς, απομακρύνεται από την «ελληνική εσωστρέφεια», που θέλει να διατηρεί το χαρακτηριστικό της «μοναδικότητας» και της «αποκλειστικότητας» ως προς κάποια γεγονότα-σταθμούς στη σύγχρονη ιστορία του τόπου.

Κατά δεύτερον, το κυριότερο, προβαίνει σε μια ενδελεχή χαρτογράφηση του πολεμικού τοπίου στις ευρωπαϊκές πόλεις, πολλές από τις οποίες υπέστησαν σημαντικές καταστροφές, σε αντίθεση με την Αθήνα, η οποία παρέμεινε στη διάρκεια της Κατοχής «ανοχύρωτη πόλη», αλλά δεν γλίτωσε από την εμφύλια μήνιν. Επί πλέον, μέσω της χαρτογράφησης, ανοίγει το οπτικό πεδίο του παρατηρητή-αναγνώστη σε χώρες και πόλεις που, στη θεματική αυτή, αγνοούσε την ύπαρξή τους, όπως εν προκειμένω στο ζήτημα της δανικής, βελγικής ή πολωνικής Αντίστασης. Επιπλέον, αναδεικνύει τη βαρύτητα, δηλαδή τη σημαίνουσα θέση των πόλεων ως (αστεακούς) Τόπους και Χώρους, όπου εκδηλώνεται μια συμπυκνωμένη έξαρση βίας, στρατιωτική (δυνάμεις κατοχής) και πολιτική (Αντίσταση), τόσο στη διάρκεια του πολέμου όσο και, στη συνέχεια, στα χρόνια της Απελευθέρωσης, όταν ξεσπά ένα (δικαιολογημένο) κύμα βίας, πλην όμως όχι μόνο επί δικαίων αλλά και επί αδίκων. Αυτή η «ρήξη με το ζοφερό χτες» και η προσδοκία για ένα καλύτερο αύριο δεν (θα) μπορούσε να έχει «καθαρό μυαλό», συχνά λοιπόν η ανάκτηση της ελευθερίας και η αποκατάσταση των αδικιών συνοδεύτηκε από φαινόμενα αυτοδικίας και συσσωρευμένες αυτενέργειες (όπως στην περίπτωση της Εθνικής Πολιτοφυλακής στη Θεσσαλονίκη με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, αλλά, πρωτίστως στη Γαλλία, την Ιταλία και το Βέλγιο).

Εδώ, σ’ αυτό το βιβλίο, βρίσκουμε «το απόθεμα μνήμης μιας κοινής ευρωπαϊκής πορείας», μέσα από τα ερείπια των πόλεων, μνήμης ιστορικής και συλλογικής, μνήμης τραυματισμένης, αλλά και ελπιδοφόρας, εφόσον μπορεί να αποτρέψει τον επόμενο ζόφο, που αποτέλεσε και σημαντική παρακαταθήκη για τη σημερινή ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: ένας άλλος μπενγιαμινικός «Άγγελος της Ιστορίας» – μέχρι τον επόμενο πόλεμο…

 

Κώστας Θ. Καλφόπουλος

Δημοσιογράφος και συγγραφέας. Βιβλία του: Στην εποχή της περιπλάνησης (2000), Tilt! Δοκίμιο για το φλίππερ (2005), Far from the RAF. 30 χρόνια από το «γερμανικό φθινόπωρο»(2007), Καφέ Λούκατς. Budapest Noir (2008), Ένα παράξενο καλοκαίρι (2011), Καρέ-καρέ και άλλα διηγήματα (2013), Φλίππερ (2016). Μόλις κυκλοφόρησαν τα βιβλία του, Όταν έρθει η μέρα που ξέρεις (με τον Άγη Πετάλα) και Ένα φέρετρο για τη Σόφια (με τον Ανδρέα Αποστολίδη), Multiball (επιμ.).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.