Σύνδεση συνδρομητών

Ο Μπέρνι Γκούντερ στην Αθήνα

Πέμπτη, 06 Ιουλίου 2023 23:07
Ο Φίλιπ Κερ. Το τελευταίο βιβλίο του τεθνεώτος συγγραφέα τοποθετείται στην Αθήνα του 1950.
Andrew Crowley
Ο Φίλιπ Κερ. Το τελευταίο βιβλίο του τεθνεώτος συγγραφέα τοποθετείται στην Αθήνα του 1950.

Ρhilip Kerr, Greeks bearing gifts, Quercus, London 2018, 496 σελ. (στα ελληνικά θα κυκλοφορήσει προσεχώς από τον Κέδρο)

Είναι άβολο και ταυτόχρονα άχαρο να διαβάζει κανείς το τελευταίο (;) βιβλίο ενός συγγραφέα, που κυκλοφόρησε λίγες μέρες μετά το θάνατό του, κι ακόμα πιο άχαρο να (πρέπει να) γράψει γι’ αυτό. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση του Φίλιπ Κερρ (1956-2018) και του μυθιστορήματος Greeks bearing gifts, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς μεγάλο μέρος της υπόθεσης εκτυλίσσεται στην Αθήνα του 1950 και σχετίζεται με την «υπόθεση Μαξ Μέρτεν», η οποία απασχόλησε για αρκετό διάστημα τον Τύπο στην Ελλάδα, αφ’ ενός λόγω της εμπλοκής του γερμανού αξιωματικού στις εκκαθαρίσεις των εβραίων της Θεσσαλονίκης, αφ’ ετέρου λόγω του μύθου γύρω από την τύχη της εβραϊκής περιουσίας, ένα μοτίβο που το εντοπίζουμε και σε κάποια μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή. Τεύχος 88, Ιούνιος 2018

Το κείμενο που ακολουθεί περιέχει πρώτες σκέψεις και εκτιμήσεις, με αφορμή το 13ο μυθιστόρημα του Φίλιπ Κερ, που μάς μεταφέρει στα χρόνια της Γερμανίας της ανοικοδόμησης και της μεταπολεμικής Ελλάδας, επιβεβαιώνοντας την αξία ενός σημαντικού συγγραφέα, καθώς ανανέωσε σημαντικά τη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία, εμπλουτίζοντάς τη με έναν καινούργιο «αντι-ήρωα» ο οποίος κινείται στους σκοτεινούς καιρούς που συντάραξαν την Ευρώπη τον προηγούμενο αιώνα.

 

Ευρηματική τομή, πειστικοί χαρακτήρες

Ήδη με το πρώτο του βιβλίο (March Violets, Viking 1989, Οι βιολέτες του Μάρτη, μετάφραση: Α. Καλοκύρη, δεκατέσσερα χρόνια μετά, στη σειρά Μαύρο Βελούδο των εκδόσεων Κέδρος, που δυστυχώς έκλεισε πρόωρα τον κύκλο της), ο Φίλιπ Κερ κατάφερε, στην παράδοση των δαιμόνιων σκωτσέζων στράικερ (Ντέννις Λω, Κέννυ Νταγκλίς κ.ά.), το δικό του «χατ-τρικ»:  πρώτο και βασικό κατόρθωμα ήταν η έμπνευση, και η καινοτομία του, να εντάξει προγραμματικά και να αναδείξει πειστικά στο σύγχρονο αστυνομικό αφήγημα μια ιδιαίτερα βεβαρημένη περίοδο της σύγχρονης γερμανικής, και κατ’ επέκταση ευρωπαϊκής ιστορίας, που ξεκινά από την παρακμή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κορυφώνεται με τραγικές συνέπειες στη διάρκεια του εθνικοσοσιαλισμού, με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, και ολοκληρώνεται καταστροφικά το 1945, αφήνοντας πίσω της εκατόμβες θυμάτων και μια Ευρώπη σε ερείπια.

Αυτό μπορεί και να εκληφθεί ως το colpo grosso του σκωτσέζου συγγραφέα αν λάβουμε υπ’ όψη ότι, ναι μεν ο ναζισμός και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ενέπνευσαν σημαντικούς συγγραφείς και σκηνοθέτες, από τον Έρικ Άμπλερ και τον Φρέντερικ Φόρσαϋθ μέχρι τον Όρσον Γουέλς και τον Στήβεν Σπίλμπεργκ, όμως κανείς άλλος συγγραφέας, με εξαίρεση τον Άλλαν Φερστ, δεν «έστησε» έναν ολόκληρο αφηγηματικό κόσμο, αρθρωμένο σε 13 βιβλία, γύρω από τον κεντρικό του ήρωα στην καρδιά της «κοινοτοπίας του Κακού» (Χάννα Άρεντ), με επίκεντρο το Βερολίνο, την πρωτεύουσα-στρατηγείο του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού. Στην πραγματικότητα, ο Κερ σπάει ένα ταμπού, σαν «το αυγό του Κολόμβου»: νομιμοποιεί λογοτεχνικά μια ζοφερή περίοδο και εγκαθιδρύει συγγραφικά έναν πρωταγωνιστή που δρα στην «καρδιά του σκότους» της γερμανικής και ευρωπαϊκής ιστορίας, αντιπαραβάλλοντας στην «κοινοτοπία του Κακού» έναν ευάλωτο συναισθηματικά πρωταγωνιστή, κυνικό και ρεαλιστή συνάμα, ως εκπρόσωπο της «κοινοτοπίας του Καλού»[1], που κινείται στα όρια της ενοχής και της αθωότητας στην προσπάθειά του να μη συνθλιβεί από τα γρανάζια της καταπιεστικής πολιτικής εξουσίας και του διωκτικού-φονικού μηχανισμού της αστυνομίας, επιτελώντας το καθήκον του αλλά ταυτόχρονα έχοντας πλήρη επίγνωση των συνθηκών που γεννούν το Κακό.

Ο Γκούντερ είναι σαφώς ένας αντι-ήρωας που έχει τους δικούς του ηθικούς κώδικες. Κατ’ ουσίαν είναι ένας Lebenskünstler, ένας «δεξιοτέχνης της επιβίωσης», που μηχανεύεται διάφορους τρόπους για να επιζήσει μέσα στον ναζιστικό κυκεώνα και την ιεραρχία που σχεδιάζει και υλοποιεί το Κακό, τον μαζικό αφανισμό αντιφρονούντων κυρίως, αλλά και τον μαζικό αφανισμό λαών: η εγγενής, διαβολική αντίφαση έγκειται στο γεγονός ότι ο ίδιος βρίσκεται στην υπηρεσία του Κακού, αποδεχόμενος κατ’ ανάγκην έναν μηχανισμό ο οποίος, κανονικά, ήγουν στις δημοκρατίες, εντέλλεται την αποσόβησή του. Στο πρόσωπό του συνενώνονται τα στοιχεία του σκληροτράχηλου (hard-boiled) αστυνομικού, γερμανικής κοπής, του ντετέκτιβ (private eye), όταν κινείται πλέον εκτός του βεβαρημένου παρελθόντος του, κάνοντας «δουλειές του ποδαριού», όπως συχνά συμβαίνει κυρίως στις τελευταίες περιπέτειές του (Η άλλη πλευρά της σιωπής, Prussian Blue), και ταυτόχρονα του «μοναχικού λύκου», που αγωνίζεται συχνά με τους δικούς του κανόνες για την επιβίωσή του. Ο Γκούντερ βρίσκεται σε μια διαρκή αντιπαράθεση του ατόμου με το κοινωνικό (ασφυκτικό και «δολοκτόνο», για να θυμηθούμε τον Βασίλη Βασιλικό) περιβάλλον, στα όρια της υπαρξιακής κρίσης, με τον μηχανισμό και την ιεραρχία του, τις δολοπλοκίες και τα σκοτεινά συμφέροντα, το καθήκον, αλλά και τις τύψεις και τις ενοχές του. Και βέβαια, με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Κυρίως, στα διλήμματα που προκύπτουν όταν το νόμιμο συγκρούεται με το ηθικό, ένα στοιχείο που απασχολεί τον Κερ από την περίοδο των νομικών σπουδών του και της σύντομης σταδιοδρομίας του, πριν καταφύγει σε μια μεγάλη διαφημιστική εταιρεία και έως ότου δραπετεύσει επιτυχώς μέσω της γειτονικής βιβλιοθήκης (The London Library), όπου «έκανε κοπάνα» εν ώρα εργασίας, στο βασίλειο της αστυνομικής λογοτεχνίας.

 

Η Αθήνα του Κερ

Ο Κερ διαφοροποιείται εξ αρχής από τον συντοπίτη του Ίαν Ράνκιν (αμφότεροι τέκνα του Εδιμβούργου): επιλέγει την «Αθήνα του Σπρέε» (Βερολίνο) από την «Αθήνα του Βορρά» (Εδιμβούργο) και αντιπαραθέτει στην εντοπιότητα του tartan noir τον κοσμοπολιτισμό με επίκεντρο τη γερμανική μητρόπολη, ενώ ταυτόχρονα απορρίπτει αναφανδόν το whodunit, όπως και ο ίδιος δηλώνει σε αρκετές συνεντεύξεις του. Αυτή η αντιδιαστολή, σε ειδολογικό, θεματικό και χρονοτοπικό επίπεδο, διαφοροποιεί επίσης τον συγγραφέα από τους πολλούς σύγχρονους ομότεχνούς του, καθώς σχετίζεται με το γεγονός ότι ο Κερ κατάφερε με αυτόν τον ρηξικέλευθο τρόπο να συνδυάσει συστηματικά και, κυρίως, να συναρμόσει με πειστικότητα διαφορετικά υπο-είδη (subgenres): το αστυνομικό (detective story), το κατασκοπικό και, συνακόλουθα, το (ιστορικό-πολιτικό) θρίλερ. Επιπλέον, όπως προαναφέρθηκε, κληροδοτεί στη λογοτεχνία και το αναγνωστικό κοινό έναν ακόμα διακριτό πρωταγωνιστή: τον Μπέρνι Γκούντερ, που υπηρετεί στην Αστυνομική Διεύθυνση του Βερολίνου, την εποχή της ανόδου και της μετέπειτα κυριαρχίας του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, ο οποίος κάλλιστα μπορεί να σταθεί ισότιμα με τους αντι-ήρωες της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας, όπως ο επιθεωρητής Μαιγκρέ, ο (τηλεοπτικός, πρωτίστως) υπαστυνόμος Κολόμπο, ο Πέπε Καρβάλιο, ο Μονταλμπάνο, ή ακόμα και οι «δικοί μας» αστυνόμοι Μπέκας και Χαρίτος. Ήδη από την εποχή του Θερβάντες, αλλά κυρίως στους πρωταγωνιστές του Τσάντλερ και του Χάμμετ (λογοτεχνικούς και κινηματογραφικούς), αναγνωρίζουμε σε αυτούς, σε αντίθεση με τους «υπερ-ήρωες» (Σάιμον Τέμπλαρ - «Ο Άγιος», Τζαίημς Μποντ, Μάλκο κ.ά.), που ενίοτε κινούνται στην τροχιά των κόμικς ως προς τις υπερφυσικές τους ικανότητες και τις περιπέτειες στις οποίες εμπλέκονται[2], και συμμεριζόμαστε την ανθρώπινη φύση (τους) ταυτιζόμενοι στη διάρκεια της ανάγνωσης περισσότερο με τον ευάλωτο χαρακτήρα και τις αδυναμίες τους: κατά κάποιον τρόπο, ο αναγνώστης, ακόμα και αν δεν είναι εξοικειωμένος με την «κοινοτοπία του Κακού», συμπάσχει, βιβλίο το βιβλίο, με τον κυνικό και πραγματιστή Γκούντερ, έχοντάς τον ήδη ξεχωρίσει ως τον «καλό Γερμανό».

Αυτή η επιτυχής όσμωση των (υπο)ειδών προσδίδει στα βιβλία του Κερ, με κεντρικό ήρωα τον γερμανό αστυνομικό, χάρις στην αφηγηματική τεχνική του συγγραφέα, ένα τρόπον τινά ειδικό –λογοτεχνικό– βάρος: μέσα από την ανέλιξη της πλοκής και τη δράση του (αντι)ήρωα «ξετυλίγεται» και, κυρίως, αναβιώνει, αρκούντως πειστικά και ατμοσφαιρικά, μια ολόκληρη εποχή που συντάραξε τον κόσμο και έκανε αγνώριστη την Ευρώπη, με τη φαντασμαγορική άνοδο, την αιματηρή κυριαρχία και την κατάρρευση του Γ’ Ράιχ, που κόστισε εκατόμβες θυμάτων και σωρούς ερειπίων στη Γηραιά Ήπειρο και στη χώρα που «γέννησε τον Λούθηρο, τον Νίτσε και τον Αδόλφο Χίτλερ», όπως μονολογεί ο ήρωας του Κερ. Ο αναγνώστης έχει την (ψευδ)αίσθηση ότι κινείται ταυτόχρονα σε «παράλληλους κόσμους»: είτε στα ιστορικά ντοκυμανταίρ των δεκαετιών 1930-1950 είτε στις νουάρ ταινίες της εποχής, είτε πάλι ανάμεσα στα ολογράμματα των πόλεων και των πρωταγωνιστών. Ο κόσμος του Κερ συναντά –και συνομιλεί με– την ιστορική και συλλογική μνήμη, καθώς, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος «είναι κατ’ αναλογία ο Τρωικός Πόλεμος των ημερών μας», της ύστερης νεωτερικότητας δηλαδή και της μάχης ανάμεσα στον πολιτισμό και τη βαρβαρότητα.

Ο Μπέρνι Γκούντερ, που τον Ιανουάριο του 1957 έχει πάρει το όνομα Κρίστοφ Γκαντς, αφήνει πίσω του τους μακάβριους χώρους του νεκροτομείου, όπου εργάζεται ευκαιριακά, συνομιλώντας με τα πτώματα, και προσγειώνεται στο Ελληνικό, αφικνούμενος από το Μόναχο μέσω Φρανκφούρτης, όπου τον περιμένει ένας γερμανομαθής, λόγω καταγωγής, Έλληνας, με το περίεργο ονοματεπώνυμο Αχιλλέας Γκαρλόπις, που οδηγεί μία Oldsmobile με ηλεκτρικά παράθυρα και έχει καρφιτσωμένο στο πέτο του ένα τριφύλλι, καθ’ ότι οπαδός του Παναθηναϊκού. Είναι επιφορτισμένος με μία υπόθεση ασφαλιστικού ενδιαφέροντος, στην οποία εμπλέκεται εκών-άκων, όταν ένας αστυνομικός από το παρελθόν τον αναγνωρίζει και του προτείνει εκβιαστικά να συνεργαστεί μαζί του. Η νέα και τελευταία (;) περιπέτειά του έχει σχέση με ένα φαινομενικά ασήμαντο ναυτιλιακό ατύχημα, όμως η παραμονή του στην Αθήνα θα φέρει απρόσμενα στην επιφάνεια μια υπόθεση στην οποία εμπλέκεται ο εκ των βασικών υπευθύνων για το διωγμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, με τον οποίο ο Γκούντερ-Γκαντς θα έχει ήδη μια πρώτη, αρκετά περιπετειώδη, συνάντηση στο Μόναχο. Όπως και στα Δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου της Πατρίσια Χάισμιθ ή στον Κατάσκοπο των Βαλκανίων του Άλαν Φερστ, η πόλη (Αθήνα και Θεσσαλονίκη) συμπρωταγωνιστεί στο πλαίσιο μιας «τοπογραφικά προσδιορισμένης λογοτεχνίας»[3], σε μια αφηγηματική χαρτογράφηση και λογοτεχνική μεταποίηση του αστεακού τοπίου, που συχνά αποτελεί ένα από τα κύρια συστατικά του καλού αστυνομικού μυθιστορήματος. Αυτή η «σκηνογραφία» κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα την αφήγηση, καθώς παρακολουθούμε τον πρωταγωνιστή να περιπλανιέται στο άναρχο και πολύβουο αθηναϊκό κέντρο, προσπαθώντας να εντοπίσουμε τις κινήσεις του και κάποιες, πιθανόν σκόπιμες, ανακρίβειες εδώ κι εκεί, στις οποίες αρεσκόταν ο συγγραφέας σ’ ένα «κρυφτό» με τους αναγνώστες του.

RIP Philip Kerr…

merten

Αρχείο The Books’ Journal

Φεβρουάριος 1959. Αστυνομικός λύνει τις χειροπέδες του κρατούμενου Mαξ Μέρτεν, προκειμένου αυτός να αντιμετωπίσει το Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου στην Αθήνα στο οποίο προέδρευε ο συνταγματάρχης Κοκορέτσας. Στις 5 Μαρτίου 1959, ο πρόεδρος ανακοίνωσε την ετυμηγορία της ενοχής του Μαξ Μέρτεν, ο οποίος καταδικάστηκε σε 25 χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για παράνομες φυλακίσεις και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Ελλήνων και Ισραηλιτών, φόνους και θάνατο από ασιτία Ισραηλιτών, τρομοκράτηση σε βάρος 56.000 Ισραηλιτών, καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου της Θεσσαλονίκης, εκτοπίσεις 40.000 εβραίων σε γερμανικά στρατόπεδα κ.λπ. Με ειδικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΕΡΕ, που επικρίθηκε εντονότατα από την αντιπολίτευση, ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε στη Γερμανία. Τα επόμενα χρόνια, ο σφαγέας, από το Βερολίνο, κατηγόρησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και άλλους πολιτικούς ότι στην Κατοχή ήταν έμμισθοι πληροφοριοδότες των Γερμανών, με αποτέλεσμα η πολιτική ζωή της Ελλάδας να κινείται για μήνες γύρω από τις καταγγελίες του, οι οποίες πάντως δεν επιβεβαιώθηκαν. Στις 10 Νοεμβρίου του 1961, ο Μέρτεν καταδικάστηκε ερήμην σε τετραετή φυλάκιση και χρηματική καταβολή 70.000 δραχμών ως ένοχος συκοφαντικής δυσφήμισης.

[1] Βλ. την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και διαφωτιστική συνέντευξη του Φίλιπ Κερ στην Κριστίνα Γουώρντ, με αφορμή το προηγούμενο μυθιστόρημά του, Prussian Blue, στο:  crimespreemag.com/philip-kerr-interview/ (29/ 6/ 2017).

[2] Βλ. ενδεικτικά, Umberto Eco, Κήνσορες και θεράποντες, μτφρ.: Ε. Καλλιφατίδη, Γνώση 1994 και Πέτρος Μαρτινίδης, Συνηγορία της παραλογοτεχνίας, Υποδομή 1994².

[3] Βλ. ενδεικτικά, Λίζυ Τσιριμώκου, Λογοτεχνία της πόλης, Λωτός 1988.

Κώστας Θ. Καλφόπουλος

Δημοσιογράφος και συγγραφέας. Βιβλία του: Στην εποχή της περιπλάνησης (2000), Tilt! Δοκίμιο για το φλίππερ (2005), Far from the RAF. 30 χρόνια από το «γερμανικό φθινόπωρο»(2007), Καφέ Λούκατς. Budapest Noir (2008), Ένα παράξενο καλοκαίρι (2011), Καρέ-καρέ και άλλα διηγήματα (2013), Φλίππερ (2016). Μόλις κυκλοφόρησαν τα βιβλία του, Όταν έρθει η μέρα που ξέρεις (με τον Άγη Πετάλα) και Ένα φέρετρο για τη Σόφια (με τον Ανδρέα Αποστολίδη), Multiball (επιμ.).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.