Συνεντεύξεις

Η συνέντευξη που παραχώρησε στον Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη ο Φιοντόρ Λουκιάνοφ, ένας από τους εγκυρότερους αναλυτές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής στη Ρωσία, είναι απολύτως αποκαλυπτική: ο αναλυτής εξηγεί τις ρωσικές θέσεις στη σύγχρονη εποχή και αναλύει τα ρωσικά επιχειρήματα στην κρίση της Ουκρανίας, αναλύοντας παράλληλα τη θέση όλων των υπόλοιπων παικτών στη διεθνή σκακιέρα επιρροής (ΕΕ, ΗΠΑ και Κίνα). Οι εξηγήσεις του Λουκιάνοφ εξηγούν για ποιο λόγο τα πράγματα εξελίχθηκαν όπως τα προσδιόριζε η Ρωσία και όχι όπως τα περιέγραφε η Δύση - και επιτρέπουν στον ψύχραιμο αναγνώστη να διαβλέψει τις βλέψεις του καθεστώτος Πούτιν. Μέρος της συνέντευξης δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα.

Ο συχνά διωχθείς στη Ρωσία για τη δράση του, Λεβ Αλεξάνδροβιτς Πονομαριόφ, συντηρητικός πολιτικός που διεκδικεί με πάθος τις αυτονόητες σε κάθε δυτική δημοκρατία ελευθερίες, παραχώρησε στον Δημήτρη Τριανταφυλλίδη για το Books' Journal εκτεταμένη συνέντευξη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα χρόνια της ΕΣΣΔ αλλά και τις μετέπειτα περιόδους, έως και την εποχή του Βλάντιμιρ Πούτιν. Η συνέντευξη αυτή είχε δημοσιευτεί στο τεύχος 80 του Books' Journal, τον Σεπτέμβριο του 2017, σε αφιέρωμα για τα εκατό χρόνια από τη Σοβιετική Επανάσταση. Η επιλογή του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ρωσίας να απαγορεύσει τη λειτουργία της οργάνωσης Μεμοριάλ αναδεικνύει τη σημασία του αγώνα όσων προσπαθούν για τη δημοκρατία και την ιστορική μνήμη στη Ρωσία του Πούτιν, ενός καθεστώτος που ολοένα και περισσότερο γίνεται ακόμα πιο αυταρχικό.

Η πρώτη και αρχαιότερη οργάνωση διατήρησης της μνήμης των αθώων θυμάτων της σταλινικής τρομοκρατίας στη Ρωσία, το Μεμοριάλ, πρέπει να κλείσει. Αυτή είναι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Ρωσίας, που υιοθετεί την εισήγηση της Γενικής Εισαγγελίας. Το επιχείρημα του εισαγγελέα για το κλείσιμό του ήταν: με τη δράση του δημιουργεί την αίσθηση πως η ΕΣΣΔ ήταν ένα κράτος τρόμου, ως εκ τούτου γιατί εμείς, οι απόγονοι των νικητών, θα πρέπει να ντρεπόμαστε γι' αυτό. Αλλά τι ακριβώς είναι το ίδρυμα Μεμοριάλ; «Καταστατικός μας στόχος είναι η οικοδόμηση κράτους δικαίου και ισχυρής κοινωνίας των πολιτών», δηλώνει στον Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, στη συνέντευξη που παραχώρησε για το Books' Journal ο πρόεδρός του, Γιαν Ραντσίνσκι (δημοσιεύτηκε στο τχ. 92). «Η δημιουργία μiας κατά το δυνατό πλήρους βάσης δεδομένων για τα θύματα της κρατικής τρομοκρατίας στην ΕΣΣΔ είναι στόχος που δεν έχουμε επιτύχει: σήμερα, διατίθενται δημοσίως στοιχεία για περίπου 3 εκατομμύρια καταγραφές, το ένα τέταρτο εκείνου του συνολικού αριθμού των θυμάτων». Τώρα, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, αυτή η προσπάθεια πρέπει να σταματήσει και το Μεμοριάλ να κλείσει. Η Ρωσία του Πούτιν επιβάλλει τη λήθη!

Ο Μιχαήλ Γιαμπόλσκι είναι ρώσος κριτικός γραμμάτων και τεχνών, σημειολόγος και, τα τελευταία χρόνια, καθηγητής στο New York University. Οι προσεγγίσεις του στην επιστήμη του δίνουν τα εργαλεία για τη ρηξικέλευθη προσέγγιση της πολιτικής τα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, για την άνοδο του λαϊκισμού, για τις αυταρχικές ηγεμονίες του παρόντος και του μέλλοντός μας αλλά και για τις αλλαγές στην πολιτική ζωή λόγω της παντοδυναμίας των ΜΜΕ. Στη συνέντευξη που παραχώρησε προσεγγίσαμε τις προοπτικές της Ευρώπης, της Ρωσίας, της Κίνας αλλά και τη φύση των αυταρχισμών του μέλλοντος.
Όταν ήταν μικρός, ο Μιχαήλ Γιαμπόλσκι (γενν. 1949) ονειρευόταν να γίνει δραματουργός και να γράφει θεατρικά έργα. Γεννήθηκε όμως σε οικογένεια γιατρών και ακολούθησε επιστημονική καριέρα. Απόφοιτος της Σχολής Ρομανο-Γερμανικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας, διδάκτωρ της Ακαδημίας Παιδαγωγικών Σπουδών της ΕΣΣΔ, δραστήριο μέλος του «Κύκλου του Ταρτού» στην Μόσχα (κύκλος σημειολογίας με επικεφαλής τον Γιούρι Λότμαν, στον οποίο ανήκε και ο Μιχαήλ Μπαχτίν). Με τη σημειολογία ασχολήθηκε εντατικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το 1991, χωρίς να έχει υποβάλει αίτηση, του χορηγήθηκε υποτροφία από το Getty Center του Λος Άντζελες κι έκτοτε μετακόμισε στις ΗΠΑ. Από το 1992 είναι τακτικός καθηγητής στο New York University, όπου διδάσκει θεωρία της συγκριτικής λογοτεχνίας αλλά και σλαβικές σπουδές. Παράλληλα, συμμετέχει ως μέλος στη συντακτική επιτροπή περιοδικών όπως Νέα Λογοτεχνική Κριτική, Αϊζενστάιν - Κέντρο, Σημειώσεις κινηματογραφικής κριτικής. Έχει γράψει 25 μονογραφίες με θέματα πολιτικής επιστήμης, σημειολογίας, κινηματογράφου και λογοτεχνίας, καθώς επίσης και εκατοντάδες άρθρα.
Το άρθρο του «Η άνοδος της εντοπιότητας και ο κατακερματισμός. Σημειώσεις για το μέλλον» που δημοσιεύτηκε στο αρχαιότερο ρωσικό περιοδικό, Ταχυδρόμος της Ευρώπης (έτος ίδρυσης 1807), ήταν το έναυσμα για μία μακρά συζήτηση μαζί του, η οποία έγινε δυνατή χάρη στις δυνατότητες που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.
Στο άρθρο σας στον Ταχυδρόμο της Ευρώπης, διατυπώνετε την άποψη πως, στη σύγχρονη εποχή, μία από τις βασικές αντιθέσεις θα είναι ανάμεσα στην παγκοσμιοποίηση και την εντοπιότητα. Πώς να το εκλάβουμε αυτό;
Το ζήτημα αυτό, κατά τη γνώμη μου, πρέπει το προσεγγίσουμε μέσα από το κείμενο του Ντελέζ, «Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια». Η αρετή αυτού του κειμένου είναι ότι δείχνει με ποιον τρόπο η πολιτική και θεσμική οργάνωση της κοινωνίας αντιστοιχεί σε ορισμένους τύπους ψύχωσης. Η ψύχωση, υπ’ αυτή την έννοια, παύει να είναι ατομική ιδιότητα του ψυχισμού, αλλά γίνεται προϊόν της συμμετοχής στις κοινωνικές μορφές οργάνωσης της πραγματικότητας. Η εποχή των αρχαίων βασιλείων, των αυτοκρατοριών, μέχρι και τον 19ο αιώνα όταν οι αυτοκρατορίες αρχίζουν να εκφυλίζονται, προϋπέθετε έναν συγκεκριμένο αυτοκρατορικό τύπο οργάνωσης της κοινωνίας, τον οποίο ο Ντελέζ αποκαλεί παρανοϊκό. Οικοδομείται ως συγκεκριμένο μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, η οποία εντοπίζεται ήδη στις αυτοκρατορίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή στην αυτοκρατορία του Τζένγκινς Χαν. Βασική της ιδιότητα είναι η αέναη επέκτασή της από το κέντρο προς την περιφέρεια και η υποταγή αχανών εκτάσεων στο κέντρο, στο οποίο βρίσκεται αυτό που ο Ντελέζ αποκαλεί κύριο σημαίνον ((le grand signifiant). Στον βαθμό που στην ομιλία ένα σημαίνον παραπέμπει πάντα σε ένα άλλο, η παράνοια έγκειται στο ότι φανταζόμαστε το ασυνάρτητο πεδίο του κόσμου ως παραπομπή σε ένα δαιμονικό σημαινόμενο (signifiant du despot). Από αυτό το παράλογο σύστημα, το οποίο βέβαια μπορεί να φανεί στον παρατηρητή απολύτως λογικό, υπάρχει μόνο μία διέξοδος: να καταφύγει κανείς στην περιφέρεια και να βγει έξω από τα όριά της.
Αλλά, κατά τον Ντελέζ, ο καπιταλισμός προτείνει μια άλλη μορφή κοινωνικής παράνοιας. Δεν μπορεί να υποταχθεί σε ένα ενιαίο σημαινόμενο. Ο καπιταλισμός διαμορφώνεται γύρω από συγκεκριμένα κέντρα – οικονομικά, βιομηχανικά: συνήθως μεγάλες πόλεις με υψηλό βαθμό συγκέντρωσης της οικονομικής δραστηριότητας και του πληθυσμού. Η παγκοσμιότητά του έχει το χαρακτήρα του δικτύου, το οποίο συνδέει πλήθος τοπικών κέντρων. Οι αλυσίδες των σημαινόντων (χρήματα, ιδέες, εμπορεύματα κ.λπ.) κινούνται προς πολλές κατευθύνσεις, χωρίς ενιαίο κέντρο. Αυτή είναι η παγκοσμιοποίηση των εντοπιοτήτων. Στον σύγχρονο κόσμο, αυτή η μορφή οργάνωσης της κοινωνίας συνεχίζει να παλεύει με την αρχαϊκή κοινωνική παράνοια, τις προσπάθειες αναγέννησης της οποίας παρατηρούμε στην Τουρκία, στη Ρωσία και στην Κίνα.
Σε τι διαφέρει αυτή η τάση εντοπιότητας στη σύγχρονη δυτική δημοκρατία;
Η σύγχρονη δημοκρατία είναι εξέλιξη των ενιαίων απολυταρχικών καθεστώτων και τα ίχνη αυτής της γενέσεως είναι ακόμη ορατά. Έχουμε την ιεραρχία της εκτελεστικής εξουσίας με τον πρόεδρο ή τον πρωθυπουργό επικεφαλής, τα Κοινοβούλια η απαρχή των οποίων βρίσκεται στην εποχή των ύστερων μοναρχιών, τα ιεραρχικά οργανωμένα δικαστήρια, αλλά, κυρίως, ένα ολόκληρο σύμπλεγμα γραφειοκρατικών θεσμών. Όλες αυτές οι, κατ’ ουσίαν, αρτηριοσκληρωτικές και ακίνητες μορφές ελάχιστα ανταποκρίνονται στη δικτυακή οργάνωση της κοινωνίας. Το δικομματικό πολιτικό σύστημα ολοένα και λιγότερο ανταποκρίνεται στην πραγματική περιπλοκότητα της κοινωνίας. Το Κοινοβούλιο από καιρό έχει πάψει να είναι τόπος συζητήσεων, έχει μετατραπεί σε σφαίρα κομματικών δολοπλοκιών και κυνικής μάχης για την εξουσία. Το πολιτικό μας σύστημα βρίσκεται σε μόνιμη κρίση και το έχουμε συνηθίσει. Πρόσφατα, ο γάλλος ανθρωπολόγος Alain Testart, στο βιβλίο του για την εξέλιξη της κοινωνίας Avant l'histoire, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην κοινωνία εξελίσσεται η κουλτούρα, την οποία μελετούν οι ανθρωπολόγοι, αλλά οι κοινωνικοί θεσμοί, τους οποίους προανέφερα και με τους οποίους ασχολούνται οι κοινωνιολόγοι, σαν να βρίσκονται μονίμως εκτός της ιστορίας. Ο νόμος θεωρείται αιώνιος, οι Αμερικανοί πιστεύουν σε απίστευτο βαθμό στο αναλλοίωτο του Συντάγματός τους κ.λπ. Αλλά, πολλά χρόνια πριν, ο Ρόμπερτ Μέρτον, ο άνθρωπος που διατύπωσε την θεωρία των κοινωνικών δομών, είχε γράψει για τις αντιθέσεις ανάμεσα στα στοιχεία της κοινωνικής και της «πολιτισμικής δομής» της κοινωνίας. Οι θεσμοί χαρακτηρίζονται από ιεραρχική παράνοια, δεν είναι σε θέση να αντιδράσουν με ευελιξία (υπό την ευρεία έννοια αυτής της λέξης) και αυτό είναι ουσιαστικό πρόβλημα για τις σύγχρονες δημοκρατίες.
Μπορεί η πανδημία, που επηρεάζει τις κουλτούρες, να διαμορφώσει νέους κανόνες κοινωνικής συμβίωσης στις σύγχρονες, μεταβιομηχανικές κοινωνίες;
Η πανδημία, πιστεύω, θα οξύνει ακόμη περισσότερο τις αντιθέσεις. Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά αποκαλύπτει την ανισότητα διαφόρων τμημάτων της παγκόσμιας κοινότητας. Οι πλούσιες χώρες και οι άνθρωποι θα δημιουργήσουν κοιτίδες που θα χωρίζονται από τους μη προνομιούχους. Ο κόσμος θα χωριστεί σε ζώνες. Σε κάποια μέρη η κοινωνία θα μπορέσει να νικήσει τη μόλυνση η οποία θα συνεχίσει να υπάρχει στον κόσμο, κυρίως στις απομακρυσμένες περιοχές. Αλλά και σε μικροεπίπεδο, η πανδημία θα γεννήσει το φαινόμενο της εξατομικευμένης ζωής των προσώπων, τα οποία θα εντάσσονται στο παγκόσμιο φαινόμενο.
Πώς προσεγγίζετε το φαινόμενο του κατακερματισμού, βασικής κινητήριας δύναμης της σύγχρονης κοινωνίας;
Ο κατακερματισμός του σύγχρονου κόσμου είναι αδιαμφισβήτητος. Οι διαδικασίες που συνδέονται με την πολυπολιτισμικότητα και η διαρκής εμφάνιση νέων ομάδων (εθνικών, θρησκευτικών, φύλου κ.λπ.), οι οποίες απαιτούν αναγνώριση (σχεδόν κατά τον Χέγκελ), δείχνουν την αύξηση αυτού του κοινωνικού κατακερματισμού. Η διαδικασία αυτή, όμως, νομίμως εξισορροπείται από την ομογενοποίηση του παγκόσμιου και του εθνικού πολιτισμού, καθώς επίσης και από την αέναη εξέλιξη της καταναλωτικής κοινωνίας. Σε όλον τον κόσμο, πλέον, καταναλώνονται τα ίδια προϊόντα, των ίδιων εταιρειών, βλέπουν τις ίδιες ταινίες και, ταυτόχρονα, διεκδικούν μία ιδιαίτερη συλλογική ταυτότητα. Ο άγγλος κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Έρνεστ Γκέλνερ, στο κλασικό του έργο για τον εθνικισμό (Έθνη και εθνικισμός, Αλεξάνδρεια, 1992), έγραψε ότι ολοένα και μικρότερες εθνότητες διεκδικούν τον τίτλο του έθνους που, μόλις τον αποκτήσουν, αμέσως ομογενοποιούν την κουλτούρα τους, αποβάλλοντας από αυτήν όλες εκείνες τις ιδιαιτερότητες που δικαιολογούσαν τον αγώνα τους για να θεωρηθούν έθνη.
Πολιτισμικά, το Διαδίκτυο συμβάλλει σε αυτό που περιγράφετε ως ομογενοποίηση. Ωστόσο, μέσω της επιρροής του θα μπορούσε να αλλάξει την μορφή των παραδοσιακών κομματικών οργανισμών. Όντως το μπορεί; Από την άλλη, το χρησιμοποιούν πολλοί ανορθολογισμοί. Μπορεί να ανακύψουν κίνδυνοι για τη δημοκρατική διοίκηση της κοινωνίας;
Το Διαδίκτυο αντικατοπτρίζει πολύ καλύτερα την οργάνωση σε cluster της σύγχρονης κοινωνίας απ’ ό,τι τα γερασμένα πολιτικά κόμματα, τα οποία διεκδικούν την έκφραση της βούλησης μη υπαρκτών κοινωνικών ομάδων. Εκτός απ’ αυτό, τα κόμματα είναι άκρως εξαρτημένα από τα γερασμένα μοντέλα. Η κομματική γλώσσα έγινε εμφανώς κρατική και πρωτόγονα ιδεολογική, τη στιγμή που το Διαδίκτυο προτείνει μια πολύ πιο διευρυμένη γκάμα πρακτικών, ακόμη και για τις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Η βασισμένη σε δίκτυα οργάνωση της πολιτικής ζωής, κατά τη γνώμη μου, είναι απολύτως δυνατή στο ορατό μέλλον. Η πολιτική ζωή μπορεί, ταυτόχρονα, να μετακινηθεί από την «πραγματικότητα» στον ψηφιακό χώρο, πράγμα που όχι μόνο θα την αποκόψει από την τοπική νοηματοδότηση του «πολιτικού», αλλά θα της προσδώσει οριστικά επικοινωνιακά χαρακτηριστικά. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο.
Στην Ευρώπη παρατηρούμε μια τάση επιστροφής στις αρχές του εθνικού κράτους, ανεξάρτητα από την επίσημη ρητορική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κίνημα αυτό ενθαρρύνεται από λαϊκιστές πολιτικούς ηγέτες, και αριστερούς και δεξιούς. Είναι πιθανή μία τέτοια οπισθοδρόμηση;
Νομίζω πως θα γίνουμε μάρτυρες μιας διαρκούς διαδικασίας της ευρωπαϊκής παγκοσμιοποίησης και, ταυτόχρονα, προσπαθειών αποχώρησης από την Ευρώπη. Το πρόβλημα αυτό μοιάζει με εκείνο που ήδη ανέφερα. Οι παγιωμένες κοινωνικές δομές και οι γραφειοκρατικοί θεσμοί θα βρίσκονται σε διαρκή αντίθεση με τις τοπικές κουλτούρες, οι οποίες θα αλλάζουν διαρκώς. Είναι, σχεδόν αδύνατον να επιτευχθεί η σταθερότητα της ισορροπίας ανάμεσα στους θεσμούς και την κουλτούρα.
Κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαμαρτυριών στο Χαμπάροφσκ, που έγιναν ως έκφραση αλληλεγγύης προς τον τοπικό κυβερνήτη, ακούστηκε η λέξη «Σιβηριανός», ως στοιχείο της αυτοσυνείδησης των ντόπιων της ρωσικής Άπω Ανατολής. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ανάλογες διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και στη Ρωσία;
Η εξέλιξη του καθεστώτος στην Ρωσία δεν μπορεί να ερμηνευτεί με όρους εκφασισμού ή με τους κλασικούς πολιτικούς όρους του αυταρχισμού. Πολλοί πολιτικοί επιστήμονες μιλούν για την μετάβαση από τον εκλεγμένο αυταρχισμό (όπου οι δημοκρατικοί θεσμοί υπάρχουν με τη μορφή προσομοιώσεων) στην προσωποποιημένη δικτατορία, δηλαδή σε ένα καθεστώς που παύει να αντλεί την νομιμοποίησή του στις εκλογές και στη διάκριση των εξουσιών. Οι πολιτικές αυτές έννοιες έχουν νόημα, νομίζω όμως πως δεν αξίζει να υπερεκτικούμε την σχετικότητά τους. Γενικά, είμαι πολύ σκεπτικός απέναντι στις πολιτικές έννοιες. Επιστρέφοντας στα μοντέλα των δύο καθεστώτων παράνοιας του Ντελέζ, θα έλεγα ότι έχουμε να κάνουμε κυριολεκτικά με την πολιτική παράνοια. Η σημερινή παρανοϊκή αναζήτηση εχθρών και μυστικών υπηρεσιών είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτού του καθεστώτος. Η εξουσία προσπαθεί να κάνει την παράνοια μέτρο της ρωσικής συνείδησης. Σήμερα γίνεται προσπάθεια επιστροφής της χώρας, η οποία δοκίμασε τον καπιταλισμό και την κατανάλωση, στο ακραίο αρχαϊκό μοντέλο της παγκοσμιοποίησης κατά το αυτοκρατορικό πρότυπο. Το σημερινό μοντέλο προσπαθεί (έστω και σε συμβολικό επίπεδο) να μετατρέψει τον Πούτιν στο απόλυτο κέντρο της κοινωνίας. Όσο πιο εντατικές είναι αυτές οι προσπάθειες, τόσο μικρότερο είναι το συμβολικό κεφάλαιο το οποίο διαθέτει ο Πούτιν. Λόγος, λοιπόν, γίνεται για την εσωτερική ανικανότητα του αυτοκρατορικού συστήματος να καθιερώσει την απόλυτη κυριαρχία του συμβολικού του κέντρου. Η ιδιαιτερότητα της κατάστασης, δεν έγκειται μόνο στο ότι το τοπικό αντιστέκεται στο παγκόσμιο ή το ολοκληρωτικό, όσο στην αντίσταση προς την παράνοια εκείνων που έχουν ενταχθεί ήδη στη δικτυακή παγκοσμιοποίηση καπιταλιστικού τύπου. Δεν είναι τυχαίο το ότι, σε αυτή την αντιπαλότητα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η αντιπαράθεση της τηλεόρασης (του αυτοκρατορικού ΜΜΕ, που παράγεται στο κέντρο) και του Διαδικτύου, το οποίο είναι το βασικό ΜΜΕ του ύστερου καπιταλισμού, όχι μόνο με την πολιτική έννοια, αλλά και με την οικονομική. Ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα αυτής της αντιπαλότητας, είναι, όπως νομίζω, η τελείως ασυνήθιστη κατάσταση του «σοβιετικού», του «αριστερού» στοιχείου, το οποίο σχεδόν ολοκληρωτικά επιδιώκει όχι την επανάσταση αλλά την παλινόρθωση της σταλινικής αυτοκρατορικής παράνοιας. Το σοβιετικό, βασικά, έχει αφομοιωθεί σε αυτή την περίπτωση από το αυτοκρατορικό. Το ότι πάντα νομιμοποιούνταν μέσω της επανάστασης, κατά εκπληκτικό τρόπο, συμβιώνει με τα συμφέροντα των διεφθαρμένων δισεκατομμυριούχων ολιγαρχών.
Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε την ολοκληρωτική, σχεδόν, καταστροφή, όλων των πολιτικών και διοικητικών θεσμών. Κάποτε, ο επιφανής ισραηλινός κοινωνιολόγος Shmuel Noah Eisenstadt, εξετάζοντας το φαινόμενο των γραφειοκρατικών αυτοκρατοριών, σημείωσε πως καμία αυτοκρατορία δεν μπορεί να διοικηθεί χωρίς γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατία, ωστόσο, δημιουργεί πάντα ένα κοινωνικό στρώμα, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στον πληθυσμό και τον εξουσιαστή, ένα στρώμα που ενδιαφέρεται για την απομόνωση του τελευταίου και, κατ’ επέκταση, για την αποδυνάμωσή του. Στο εσωτερικό μάλιστα της γραφειοκρατίας συμβαίνουν μονίμως δολοπλοκίες και διεξάγεται ανελέητη πολιτική διαμάχη. Όλα αυτά φαίνονται πολύ καθαρά και στη Ρωσία του Πούτιν. Ο Πούτιν μονίμως διορίζει κυβερνήτες αδύναμους αξιωματούχους, οι οποίοι τον θεωρούν ευεργέτη που του οφείλουν τα πάντα. Είναι προφανής η αύξηση του επιπέδου ανικανότητας της γραφειοκρατίας, ο εκφυλισμός της. Συχνά λένε ότι το καθεστώς του Πούτιν ως προς τη φύση του είναι «πληβειοκεντρικό», θεμελιώνεται δηλαδή στην άμεση σχέση με το λαό κι είναι υπεράνω των θεσμών. Αυτό το φαινομενικό μόνο χαρακτηριστικό της «πληβειοκεντρικότητας» είναι η έκφραση της διάθεσης να διοικεί χωρίς γραφειοκρατία, χωρίς την οποία όμως δεν μπορεί. Ανεξάρτητα από την επιδίωξη αποδυνάμωσης της γραφειοκρατίας, είναι προφανής η διαρκώς αυξανόμενη απομόνωση του Πούτιν και, κατ’ επέκταση, η αποδυνάμωσή του. Τα παρανοϊκά καθεστώτα οικοδομούνται με τις προσπάθειες δημιουργίας αποτελεσματικών κεντρικών δομών, οι οποίες πάντα, αναπόφευκτα συν τω χρόνω, αποσυντίθενται, όπως ακριβώς και η εξουσία του ηγέτη. Οι διαμαρτυρίες στο Χαμπάροφσκ ήταν αποτέλεσμα της απόφασης να καταργηθεί ο ισχυρός και αποτελεσματικός τοπικός ηγέτης. Η παράνοια, ενισχύοντας τη συμβολική εξουσία του ηγέτη («του δεσποτικού σημαινόμενου), μονίμως υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των θεσμών της. Υπ’ αυτήν, κυρίως, την έννοια, μπορούμε μάλλον να πούμε πως η εξουσία «κατακερματίζεται» και γίνεται «ψυχρή».
Έχετε διατυπώσει την άποψη, ότι οι σύγχρονες πολυεθνικές εταιρείες, κατά μία έννοια, είναι σημαντικότερες από τις κυβερνήσεις. Ισχύει αυτή η διαπίστωση και για τις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις της Ρωσίας;
Οι ρωσικές κρατικές επιχειρήσεις είναι προϊόν των προσπαθειών του Πούτιν και του στενού του περιβάλλοντος να απαλλαγούν από τον έλεγχο του νόμου και της γραφειοκρατίας. Είναι κρατικοί οργανισμοί ο προϋπολογισμός των οποίων δεν υπόκειται σε έλεγχο ούτε του Κοινοβουλίου ούτε του υπουργικού συμβουλίου. Είναι κρατικοί οργανισμοί, οι οποίοι κάνουν πως είναι ανεξάρτητοι από το κράτος και τα χρήματά τους, ουσιαστικά, δεν υπόκεινται σε έλεγχο. Από τα ταμεία τους, μπορούν να μεταφέρουν όσα θέλουν στους προσωπικούς τους λογαριασμούς και, από εκεί, πολύ εύκολα να τα κρύψουν. Είναι τεράστιοι μηχανισμοί διαφθοράς. Δεν είναι τυχαίο πως το «παλάτι του Πούτιν» στο Γκελεντζίκ, το οποίο έγινε διάσημο με την ταινία του Ναβάλνι, οικοδομήθηκε κατά κύριο λόγο με χρήματα των κρατικών εταιρειών. Οι ρωσικές κρατικές εταιρείες δεν έχουν πολλά κοινά με τις δυτικές πολυεθνικές εταιρείες, οι οποίες λειτουργούν εκτός των ορίων των κρατικών συνόρων και της εθνικής νομοθεσίας.
Η Δύση και η Ρωσία είναι δύο διαφορετικά, αλλά όμορα, πολιτισμικά συστήματα. Με βάση τα γεγονότα μετά το 2014, θεωρείτε πως μπορεί να έχουν κάποια μορφή παραγωγικού διαλόγου;
Η κατάσταση σε αυτό το ζήτημα είναι αξιοπερίεργη. Προφανώς, διάλογος δεν θα υπάρξει και είναι σχεδόν αδύνατος έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα. Ταυτόχρονα, η Ρωσία δεν μπορεί να ζει χωρίς την Ευρώπη, τον σημαντικότερο οικονομικό και εμπορικό της εταίρο. Έχει ενδιαφέρον, ως προς αυτό, η ορολογία του Πούτιν ή του Λαβρόφ, οι οποίοι διαρκώς μιλούν για «τους ευρωπαίους εταίρους μας» και μονίμως τους κατηγορούν για κατασκοπεία και δολιοφθορές. Οι «εταίροι» μονίμως παρουσιάζονται ως «θανάσιμοι εχθροί». Η κυρίαρχη ελίτ της Ρωσίας έχει τις ρίζες της στην Ευρώπη και ως προς τον τρόπο ζωής που έχει υιοθετήσει. Οι εκπρόσωποί της έχουν σπίτια στην Ευρώπη, στέλνουν τα παιδιά τους στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Η παράνοια εδώ αποκαλύπτει μία άλλη πλευρά της - τον ολοκληρωτικό διχασμό της προσωπικότητας. Μα, οικονομικά, και η Ευρώπη συνδέεται στενά με την Ρωσία. Τώρα όμως, όταν ο κόσμος ολόκληρος βιώνει την οικονομική κρίση, προσπαθεί με κάθε κόστος να αποφύγει τη ρήξη σε αυτές τις σχέσεις. Έτσι έχουμε κάτι που μοιάζει με τη συμβίωση δύο συζύγων που μισούν ο ένας τον άλλον, στο ίδιο διαμέρισμα. Δεν μιλούν μεταξύ τους, αλλά και δεν χωρίζουν.
Μπορούν οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Ρωσίας να πραγματοποιηθούν, όταν η οικονομία της δεν είναι ανταγωνιστική;
Οι πραγματικές γεωπολιτικές δυνατότητες της Ρωσίας, δεν είναι μεγάλες. Η Ρωσία, όμως, δεν είναι τόσο πραγματική χώρα, όσο ένα κατακερματισμένο πεδίο, όπου η πραγματικότητα έχει από καιρό υποκατασταθεί από λόγια. Στη Ρωσία συχνά λένε πως βρίσκεται σε πόλεμο με τη Δύση, πως έχει σχεδόν ξεσπάσει ο Γ’ Παγκόσμιος. Αυτός, όμως, ο πόλεμος δεν απαιτεί ισχυρή οικονομία. Τον διεξάγουν οι χάκερ, οι συμμορίες των μισθοφόρων, τα τρολ του διαδικτύου, οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί όπως το Russia Today και οι ομάδες των δηλητηριαστών που περιφέρονται στον κόσμο. Είναι ένας πόλεμος (συχνά τον αποκαλούν «υβριδικό») μιας αδύναμης χώρας στον αιώνα των «σημαινομένων» και της γενικής κυριαρχίας των ΜΜΕ.
Ορισμένοι ισχυρίζονται πως ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας του αυταρχισμού και παραθέτουν τα παραδείγματα της Ρωσίας και της Κίνας. Συμφωνείτε με αυτή την προσέγγιση;
Δεν θα απέκλειε την δυνατότητα των αυταρχικών καθεστώτων τον 21ο αιώνα. Νομίζω, ωστόσο, πως η Ρωσία και Κίνα δεν μπορούν να γίνουν μοντέλα προς υιοθέτηση. Είναι αρχαϊκά καθεστώτα με αυτοκρατορική χροιά. Πολύ πιο πιθανό στο μέλλον θεωρώ το μοντέλο του αυταρχισμού του Τραμπ. Δεν πρέπει, όμως, να συγχέουμε τον Τραμπ με τον Πούτιν, ανεξάρτητα από την αμοιβαία φιλία τους. Το φαινόμενο Τραμπ πρέπει να τύχει σοβαρού αναστοχασμού. Πρώτον, είναι ένας άνθρωπος εκτός πάσης πολιτικής, παρ’ όλο που ο απομονωτισμός του έμοιαζε με πολιτικό κίνημα. Στην πραγματικότητα, πολύ πιο σημαντικά γι’ αυτόν ήταν τα προσωπικά ποσοστά δημοτικότητάς του στο χώρο των ΜΜΕ. Δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με τις κρατικές υποθέσεις, περνώντας το χρόνο του μπροστά στην τηλεόραση και στο twitter. Και ο Πούτιν αποδίδει κολοσσιαία σημασία στα προσωπικά ποσοστά δημοτικότητάς του, ενώ έχει εντατική παρουσία στο χώρο των ΜΜΕ. Δεν τα καταφέρνει, όμως, καλά, τον έχει κουράσει ο σύγχρονος κόσμος.
Ο Τραμπ, σε σημαντικό βαθμό, έχει καταστρέψει το Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Και αυτό, φυσικά, έχει γίνει συνείδηση στους Ρεπουμπλικανούς κομματικούς γραφειοκράτες και τους ανησυχεί πολύ. Έχει καταστρέψει το πολιτικό κόμμα αρχών υποκαθιστώντας το αδιόρατα με τη μάζα των οπαδών του και τη λατρεία του προσώπου του. Σε αυτό το νέο μόρφωμα στο χώρο των ΜΜΕ, τεράστιο ρόλο διαδραματίζουν οι κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας που ερμηνεύουν απλοϊκά τον κόσμο και η αδυναμία διαχωρισμού της αλήθειας από το ψέμα. Έχουμε να κάνουμε με την υποκατάσταση της πολιτικής από μισοδιασκεδαστικές προσεγγίσεις των ΜΜΕ, οι οποίες θεμελιώνονται στην επινόηση, στο fiction. Ποτέ στην ιστορία ο αποκλεισμός του ηγέτη μίας χώρας από το twitter και το facebook δεν μπορούσε να σημαίνει το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας. Ο παραδοσιοκράτης Μπάιντεν από την πρώτη κιόλας ημέρα αρνήθηκε τη χρήση των κοινωνικών δικτύων, όπως έκανε πριν από αυτόν ο Ομπάμα και άλλοι. Δεν είναι, ωστόσο, ξεκάθαρο αν είναι ικανό το πολιτικό σύστημα της Αμερικής να επιστρέψει με επιτυχία στο παρελθόν ως προς αυτό το ζήτημα. Το τέλος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, το οποίο πολλοί περιγράφουν ως κρίση του κόμματος, είναι πολύ πιθανόν να είναι σύμπτωμα των μελλοντικών μεταλλάξεων όλων των πολιτικών συστημάτων. Σήμερα, όμως, είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα είναι η πραγματικότητα του νέου αιώνα.

Η επέτειος του Πολυτεχνείου και οι συζητήσεις για το νόημά του και τους αγωνιστές κατά της χούντας φέρνει στη μνήμη έναν αξέχαστο ανάμεσά τους, τον Βαγγέλη Καργούδη[1]. Και μας υποχρεώνει να ανακαλέσουμε μια παλιά του συνέντευξη, που παραχώρησε στον Κωστή Κορνέτη, τα χρόνια που ο Κορνέτης συγκέντρωνε μαρτυρίες για το διδακτορικό του, που είχε θέμα τα παιδιά της δικτατορίας. Πόκειται για απομυθοποιητική μαρτυρία, που καταγράφει τους συσχετισμούς της εποχής, το κλίμα της δικτατορίας, τους εναλλακτικούς τρόπους πολιτικής στράτευσης και τη σημασία του πολιτικού ρεαλισμού σε δύσκολες εποχές.
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ BOOKS' JOURNAL - τχ. 1967, Ιούνιος 2016

Η βράβευση της "Νίκης" του Χρήστου Χωμενίδη με το ευρωπαϊκό βραβείο μυθιστορήματος επιβάλλει να θυμηθούμε ξανά το σημαντικό εκείνο βιβλίο, που πρωτοκυκλοφόρησε το 2014. Προσφεύγουμε στα λόγια του συγγραφέα ο οποίος εξομολογείται τι επιδίωκε γράφοντας το συγκεκριμένο μυθιστόρημα - μάλιστα σε μια από τις πιο κρίσιμες καμπές της νεότερης ελληνικής ιστορίας, μετά τη χρεοκοπία και την προσπάθεια εκμετάλλευσης των "Αγανακτισμένων" από τα άκρα.

Ο Μπέρνχαρντ Σλινκ είναι ένας αγαπημένος στους Έλληνες συγγραφέας, κι αυτό αποδεικνύεται από το ότι το νέο βιβλίο του στα ελληνικά, η συλλογή διηγημάτων Χρώματα του αποχαιρετισμού (μετάφραση: Απόστολος Στραγαλινός, Κριτική, 248 σελ.), μερικές εβδομάδες μετά την κυκλοφορία της στα ελληνικά, είναι πολύ ψηλά στις προτιμήσεις των αναγνωστών. Η εξαιρετική δημοσιογράφος Κική Τριανταφύλλη (είναι απώλεια ότι ο βιοπορισμός την έστρεψε σε ρεπορτάζ που δεν έχουν σχέση με το βιβλίο), είχε συναντήσει την άνοιξη του 2013 τον συγγραφέα, στον απόηχο της μεγάλης του επιτυχίας, Διαβάζοντας στη Χάννα (που έγινε εξίσου επιτυχημένη κινηματογραφική ταινία). Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο τεύχος 30 του Books' Journal, Aπρίλιος 2013, και ο Σλινκ ήταν στο εξώφυλλο, όπως πάντα από τον Αλέκο Παπαδάτο. Ήταν μια δύσκολη εποχή. Η ελληνική κρίση κορυφωνόταν με άδηλο το μέλλον. Όμως ζούσε ο Φίλιπ Ροθ και δεν είχε γίνει ακόμα η φονική επίθεση ισλαμιστών κατά του σατιρικού Charlie Hebdo… (Η συνέντευξη που ακολουθεί είχε δημοσιευτεί με τίτλο: «Η γερμανική λογοτεχνία πάει στο Χόλλυγουντ»)

Δημήτρης Δημητράκος, Ηγεμονία και Λόγος. Ο Αντόνιο Γκράμσι και το πρόβλημα της κατάκτησης της εξουσίας, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2021, 399 σελ.
«Αυτό που με ενέπνευσε είναι η εσφαλμένη σύνδεση στον δημόσιο διάλογο της σκέψης του Γκράμσι με τα σύγχρονα λαϊκιστικά κινήματα. Ο Γκράμσι αντιτίθεται σθεναρά στην ιδέα του λαϊκισμού. Δεν υποστηρίζει τις διάσπαρτες, ορμέμφυτες εκδηλώσεις, εξεγέρσεις, διεκδικήσεις δικαιωμάτων κ.λπ. Το πρόταγμα του Γκράμσι είναι πολιτικό, εξουσιαστικό. Αφορά την κατάκτηση της εξουσίας. Δεν έχει καμία σχέση με ένα είδος “πολιτιστικής επανάστασης” στο όνομα των καταπιεσμένων κάθε είδους, που επιχειρείται από ορισμένους στην Αμερική, αλλά και ευρύτερα, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με το αίτημα της περίφημης cancel culture, δηλαδή με την ακύρωση μιας κουλτούρας και την αντικατάστασή της από μια άλλη». Μια συνομιλία με τον καθηγητή Δημήτρη Δημητράκο.
Συνέντευξη στον Γιώργο Αρχόντα και τον Ηλία Κανέλλη

Rich Koslowski, The King. Έγχρωμο κόμικς, μετάφραση από τα αγγλικά: Γαβριήλ Τομπαλίδης, Μικρός Ήρως, Αθήνα 2021, 244 σελ.
Rich Koslowski, Τρία Δάχτυλα. Ασπρόμαυρο κόμικς, μετάφραση από τα αγγλικά: Γαβριήλ Τομπαλίδης, Μικρός Ήρως, Αύγουστος 2021, 148 σελ.
«Η ζωή δεν είναι κόμικς, μωρό μου», αυτός ήταν ο τίτλος μιας πολυδιαβασμένης ιστορίας των Μουνιόζ και Σαμπάγιο με τον ντετέκτιβ Άλακ Σίνερ. Αλλ’ ο αμερικανός καλλιτέχνης των κόμικς, Ριτς Κοσλόφσκι, που ζει μέσα από τα κόμικς και, ακόμα και στις δουλειές του, εμπνέεται από τις τεχνικές του επαγγέλματός του, έχει βαλθεί να διαψεύσει τους συναδέλφους του. Μας μίλησε για το πάθος του, τις τεχνικές του, τη ζωή του – και για τα δύο βιβλία του που ήδη κυκλοφορούν στα ελληνικά. [ΤΒJ]

Ζήτησα τη συνέντευξη που ακολουθεί από τον Μιχάλη Γκανά περισσότερο ως αφορμή για να τον βάλω να μιλήσει για την ποιητική του ως αέναο ταξίδι από το χωριό στην πόλη κι από την παιδική ηλικία προς την ωριμότητα που στον απόλυτο βαθμό δεν θα κατακτηθεί ποτέ. Επέλεξα να του ζητήσω, ευθύγραμμα, να περιγράψει τη διαδρομή του: από τον Τσαμαντά Θεσπρωτίας, όπου γεννήθηκε το 1944, στην Αθήνα για σπουδές Νομικής, την παρέκκλισή του από τον στόχο που τότε ήταν ταυτόσημος κοινωνικής ανόδου και την εμπλοκή του με το χώρο του βιβλίου, απ’ όπου διέρρευσε προς την ποίηση. Συνέντευξη στον Ηλία Κανέλλη