Σύνδεση συνδρομητών

Αναζητώντας τη «χαμένη» ταυτότητα

Παρασκευή, 08 Σεπτεμβρίου 2023 12:02
Η φωτογραφία υπήρχε στο αρχείο της εφημερίδας Valley Times, που εκδιδόταν από το 1946 ώς το 1970 στην περιοχή San Fernando Valley της Καλιφόρνιας. Η φωτογραφία έχει τραβηχτεί στις 13 Νοεμβρίου 1956 και η λεζάντα που τη συνοδεύει λέει: «Η κυρία Ντένα Πίκουλας από το Βόρειο Χόλιγουντ θυμίζει στον υιοθετημένο έλληνα ορφανό της, Πέτρο, δυόμισι χρονών, αρχαίες ελληνικές παραδόσεις. Η κυρία Πίκουλας και ο σύζυγός της έφεραν το ορφανό από την Ελλάδα, αφού ανακάλυψαν ότι θα έπρεπε να περιμένουν περισσότερο από ένα χρόνο για να υιοθετήσουν παιδί στις ΗΠΑ».   
Los Angeles Public Library Photo Collection
Η φωτογραφία υπήρχε στο αρχείο της εφημερίδας Valley Times, που εκδιδόταν από το 1946 ώς το 1970 στην περιοχή San Fernando Valley της Καλιφόρνιας. Η φωτογραφία έχει τραβηχτεί στις 13 Νοεμβρίου 1956 και η λεζάντα που τη συνοδεύει λέει: «Η κυρία Ντένα Πίκουλας από το Βόρειο Χόλιγουντ θυμίζει στον υιοθετημένο έλληνα ορφανό της, Πέτρο, δυόμισι χρονών, αρχαίες ελληνικές παραδόσεις. Η κυρία Πίκουλας και ο σύζυγός της έφεραν το ορφανό από την Ελλάδα, αφού ανακάλυψαν ότι θα έπρεπε να περιμένουν περισσότερο από ένα χρόνο για να υιοθετήσουν παιδί στις ΗΠΑ».  

Τα υιοθετημένα ελληνόπουλα του Ψυχρού Πολέμου ζητούν δικαίωση

Mary Cardaras (edited), Voices of the Lost Children of Greece: Oral Histories of Cold War International Adoption, εισαγωγή: Gonda Van Steen, πρόλογος: Gabrielle Glaser, Anthem Press, London 2023, 210 σελ. 

Μια νέα συλλογή δοκιμίων από ελληνικής καταγωγής υιοθετημένα άτομα τη δεκαετία του 1950, έπειτα από δύο διαδοχικούς πολέμους  –Β’ Παγκόσμιος, Εμφύλιος– που κατέστρεψαν την Ελλάδα. Οι αφηγήσεις τους εστιάζουν  στην εμπειρία της διεθνούς υιοθεσίας, ο αντίκτυπος της οποίας είναι διά βίου αλλά δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί σωστά. Στόχος, η αναγνώριση από την ελληνική πολιτεία των δικαιωμάτων τους, εκκινώντας από την απόδοση ιθαγένειας. (τεύχος 143)

«Μια αρχειονόμος στην Πάτρα απορρυθμίζει την έρευνα στα αρχεία γέννησης ενός ελληνικής καταγωγής υιοθετημένου που ταξίδεψε από το τοπικό βρεφοκομείο στις μακρινές αμερικανικές μεσοδυτικές πολιτείες. Πώς μπορεί κανείς να αποπροσανατολίσει ή να απορρίψει μια νόμιμη αναζήτηση; Η Παναγία, λέει η αρχειονόμος, είναι η Μητέρα για όλους μας. Ποιος ενδεχομένως θα χρειαζόταν περαιτέρω απαντήσεις;»

Gonda Van Steen (Καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στην έδρα Κοραή του King’s College, Πανεπιστήμιο του Λονδίνου)   

Τα υιοθετημένα παιδιά επιστρέφουν πάντα στα παιδικά τους χρόνια, έστω και διακριτικά ή φευγαλέα, μου λέει η καθηγήτρια Γκόντα Φαν Στιν, η συγγραφέας του βιβλίου Adoption, Memory, and Cold War Greece: Kid pro quo?, University of Michigan Press, 2019 (ελληνική έκδοση: Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα, Ποταμός, Αθήνα 2021)[1]. Η πράξη της υιοθεσίας φέρνει μαζί της την ίδια τη χροιά μιας μετατόπισης ενός ακούσιου εκτοπισμού  που συνέβη κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της ζωής ενός ανθρώπου. Η παιδική ηλικία παραμένει το ακλόνητο σημείο αναφοράς της υιοθεσίας. Κανείς δεν ρωτάει για τα υπαρξιακά προβλήματα του υιοθετημένου ατόμου όταν πλέον αυτό έχει ενηλικιωθεί, ακόμη και αν ο άνθρωπος αυτός κάνει επανειλημμένα γνωστή την παρουσία του, στέκεται όρθιος μπροστά στους ντόπιους έλληνες συνομιλητές, οι οποίοι σχεδόν πάντα επιδεικνύουν περιέργεια και αισθήματα φιλοξενίας, αλλά ενίοτε η κρίση τους είναι αδιάκριτη ή αυτάρεσκη, υπογραμμίζει η βελγίδα καθηγήτρια Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Αφορμή για τη συνομιλία με τη Φαν Στιν ήταν η έκδοση, πρόσφατα, ενός νέου βιβλίου με τίτλο, Voices of the Lost Children of Greece: Oral Histories of Cold War International Adoption (edited by Mary Cardaras, London 2023). To βιβλίο μεταφράζεται στα ελληνικά και, αργότερα φέτος, θα κυκλοφορήσει και στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Ποταμός. Πρόκειται για συλλογή δοκιμίων από ελληνικής καταγωγής υιοθετημένα άτομα τη δεκαετία του 1950, έπειτα από δύο διαδοχικούς πολέμους  –Β’ Παγκόσμιος, Εμφύλιος– που κατέστρεψαν τη χώρα μας. Οι αφηγήσεις τους εστιάζουν  στην εμπειρία της διεθνούς υιοθεσίας, ο αντίκτυπος της οποίας είναι διά βίου αλλά δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί σωστά, πόσο μάλλον δεν έχει αναγνωριστεί.

Ποτέ άλλοτε αυτή η ομάδα υιοθετημένων δεν συναντήθηκε για να γράψει τις ιστορίες της και να μοιραστεί τα συναισθήματά της. Ενώ πολλοί από τους υιοθετημένους έχουν παρόμοιες εμπειρίες και μπορεί να μοιράζονται κάποιες κοινές σκέψεις σχετικά με τις υιοθεσίες τους, οι προσωπικές τους εμπειρίες είναι πολύ διαφορετικές, άλλες οδυνηρές και άλλες αξιοσημείωτες. Η συλλογή καταδεικνύει τον αντίκτυπο της υιοθεσίας στο πέρασμα των χρόνων, ανεξάρτητα από το αν τα παιδιά απομακρύνθηκαν από τους γονείς και τη χώρα τους ως βρέφη ή ως νέοι. Το βιβλίο  εξετάζει την υιοθεσία από πολλές επιστημονικές οπτικές γωνίες – την κοινωνιολογία, την ψυχολογία και την ανθρωπολογία. Επίσης, εντάσσει αυτές τις υιοθεσίες σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο. Εμπλουτίζεται περαιτέρω από τη συμβολή του ελληνικής καταγωγής υιοθετημένου, ακαδημαϊκού, ποιητή και συγγραφέα, Andrew Mossin (Αντώνιος Σακκάς), ο οποίος έγραψε τον πρόλογο, και από την εξαιρετική ανάλυση της  Gonda Van Steen, η οποία στο εισαγωγικό κεφάλαιο επικεντρώνεται στην ιστορία αυτών των υιοθεσιών.

Την επιμέλεια της έκδοσης είχε η Μαίρη Καρδάρα, κάτοχος διδακτορικού διπλώματος στις δημόσιες και διεθνείς σχέσεις από το Northeastern University. Είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια και πρόεδρος πολιτικών επιστημών στο California State University, East Bay, όπου διδάσκει δημοσιογραφία και πολιτική επικοινωνία. Παράλληλα είναι παραγωγός, δημοσιογράφος και σκηνοθέτρια ντοκιμαντέρ για πάνω από 40 χρόνια. Αυτή την περίοδο, παράγει ντοκιμαντέρ μικρού μήκους για τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος στη δημόσια υγεία. Είναι διευθύντρια του Κέντρου Demos, το οποίο επικεντρώνεται στη διασύνδεση της δημοκρατίας, της δημόσιας πολιτικής και του ελεύθερου Τύπου, τη ρητορική και τα ηγετικά προσόντα, με έδρα το Αμερικανικό Κολλέγιο στην Αθήνα.        

Η Μαίρη Καρδάρα μόνο όταν πέθαναν οι θετοί γονείς της επέτρεψε στον εαυτό της να σκεφτεί ξανά σοβαρά την παιδική της ηλικία. Στη ζωή της υπήρξε ένα τεράστιο κενό. Μοναξιά στη συνειδητοποίηση ότι δεν είχε καμία γνωστή βιολογική σχέση με κανέναν, εφόσον μάλιστα η ίδια δεν έχει παιδιά. Ο μόνος της δεσμός ήταν με τη θετή της οικογένεια που είχε φροντίσει να της πει την ιστορία της υιοθεσίας της. Όταν οι «παππούδες» και οι «γονείς» πέθαναν και αυτοί, άρχισε να αναρωτιέται: «ποια είμαι τελικά;»     

orphans

Harry S. Truman Library & Museum

Δυο ορφανά στην Ελλάδα ψάχνουν στο σταυρό τα ίχνη των οικογενειών τους, περ. 1947.

Πότε; Πόσοι; Η ιστορία της μαζικής υιοθεσίας παιδιών από την Ελλάδα έλαβε χώρα το διάστημα μετά το τέλος του εμφυλίου έως και το τέλος της δικτατορίας, αλλά η διαδικασία αυτή εκδηλώθηκε με ένταση τα έτη 1950-1962, όταν 3.200 παιδιά ελληνικής καταγωγής στάλθηκαν για υιοθεσία στις ΗΠΑ. Μεταξύ 1960 - 1975, άλλα 600 παιδιά ελληνικής καταγωγής «μετώκισαν» για υιοθεσία στην Ολλανδία. Εκείνη την περίοδο, επίσης, περίπου 40 ελληνόπουλα «έγιναν μετανάστες» στη Σουηδία. Μια ομάδα επίσης στάλθηκε σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες και αρκετά στον Καναδά και στην Αυστραλία. Είναι γνωστά τα ονόματα περίπου 3.000 από το σύνολο των περίπου 4.000 ελληνικής καταγωγής υιοθετημένων παιδιών. Πολλά, άνδρες ή γυναίκες,  έχουν ήδη πεθάνει. Για τους υπόλοιπους υιοθετημένους, ο βιολογικός χρόνος τελειώνει. Τα αιτήματά τους είναι επείγοντα και υπογραμμίζουν ότι η ελληνική πολιτεία οφείλει να τα ικανοποιήσει.

Από πού; Οι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι που εστάλησαν στις πιο πλούσιες χώρες προέρχονταν από βρεφοκομεία σε όλη την Ελλάδα και από προβληματικές βιολογικές οικογένειες (χήροι σύζυγοι, φτωχές πολύτεκνες οικογένειες). Τα βρεφοκομεία της Πάτρας, το Κέντρο Βρεφών Μητέρα και το ΠΙΚΠΑ ήταν τα πιο δραστήρια στην αποστολή ελληνικής προέλευσης παιδιών στο εξωτερικό για υιοθεσία. Οι περισσότεροι έλληνες υιοθετηθέντες δεν γνωρίζουν την καταγωγή τους ή την πρώιμη ιστορία τους πριν από την εισαγωγή τους και τη μετέπειτα αποχώρησή τους από τα ακόλουθα ιδρύματα:

- Δημοτικό Βρεφοκομείο Πατρών,

- Κέντρο Βρεφών «Η Μητέρα»,

- ΠΙΚΠΑ (Πατριωτικό Ίδρυμα Κοινωνικής Προνοίας και Αντιλήψεως), πολλά παραρτήματα, αλλά τα παραρτήματα της Αθήνας και των Ιωαννίνων ήταν τα πιο ενεργά,

- Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών,

- Δημοτικό Βρεφοκομείο Θεσσαλονίκης «Άγιος Στυλιανός»,

- Παπαδοπούλειο Κέντρο Βρεφών Καλαμάτας,

- Γερωνυμάκειο Δημοτικό Βρεφοκομείο Ηρακλείου Κρήτης.

Γιατί; Οι πρώτοι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι ήταν πραγματικά ορφανά παιδιά, που είχαν χάσει τους γονείς τους στον ελληνικό εμφύλιο (είτε από θάνατο, είτε από εξορία, είτε από φυλάκιση) και είχαν ανάγκη από μια οικογένεια. Ωστόσο, τα επόμενα και μεγαλύτερα κύματα των ελληνικής καταγωγής υιοθετημένων ήταν, ως επί το πλείστον, μικρότερα παιδιά και βρέφη που είχαν γεννηθεί ως «νόθα» παιδιά από νεαρές, ανύπαντρες μητέρες. Ήταν τα θύματα των κοινωνικών ταμπού. Οι περισσότερες άγαμες μητέρες εγκατέλειψαν τα παιδιά τους κάτω από οικογενειακή ή και θεσμική πίεση. Ωστόσο, υπάρχουν και έχουν καταγραφεί περιπτώσεις εξαναγκαστικής συναίνεσης, παραποίησης εγγράφων συναίνεσης και παρανομιών για λόγους οικονομικού κέρδους.

Πώς; Οι διευθυντές των υπερπλήρων βρεφοκομείων ανέλαβαν την πρωτοβουλία να στείλουν εκατοντάδες νεαρά ελληνόπουλα στο εξωτερικό για υιοθεσία. Έλληνες και ελληνοαμερικανοί δικηγόροι διεκπεραίωσαν τις υιοθεσίες με πληρεξούσιο, ενεργώντας για λογαριασμό κυρίως αμερικανών γονέων (όλων των λευκών εθνοτικών και θρησκευτικών καταβολών), οι οποίοι δεν χρειάστηκε να ταξιδέψουν στην Ελλάδα για να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες υιοθεσίας. Τα ελληνικά πρωτοδικεία εξέδιδαν τις πράξεις υιοθεσίας και στάθμιζαν την οικονομική κατάσταση των αιτούντων αλλοδαπών γονέων πάνω από όλα τα άλλα κριτήρια. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ελλάδα συνεργάστηκαν για να εκδώσουν  «βίζες ορφανών». Ωστόσο, οι περισσότεροι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι δεν ήταν στην πραγματικότητα ορφανοί. Είχαν τουλάχιστον μια ζωντανή μητέρα, η οποία δεν είχε αρκετά καλή υποστήριξη από την οικογένειά της ή από το κράτος ώστε να είναι σε θέση να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της. Αυτές οι υιοθεσίες  έβλαψαν πολλά παιδιά και άφησαν τις βιολογικές τους μητέρες τραυματισμένες από την εμπειρία της εγκατάλειψης των παιδιών τους. Η επανόρθωση έχει λείψει τα τελευταία 60 με 70 χρόνια – και σήμερα ο χρόνος πιέζει.

Τι γνωρίζουμε; Ο αριθμός και τα ονόματα των παιδιών που αναχώρησαν από την Ελλάδα μπορούν να προσδιοριστούν με βάση τις ταξιδιωτικές βίζες και τα έγγραφα άφιξης στις ΗΠΑ. Οι ενήλικοι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι έχουν επίσης δημιουργήσει δίκτυα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η καθηγήτρια Γκόντα Φαν Στιν έχει πάρει συνεντεύξεις από εκατοντάδες. Η ερευνητική της μελέτη, Adoption, Memory, and Cold War Greece (2019), εκθέτει με μεγάλη λεπτομέρεια την ελληνική ιστορία της υιοθεσίας και καθορίζει τους αριθμούς, τις διαδικασίες, τα κανάλια των διαμεσολαβητών, το κόστος και τα κέρδη, την έλλειψη ελέγχου και παρακολούθησης, τα ίχνη ελέγχου, τα ψυχολογικά ζητήματα, τον σημερινό ακτιβισμό κ.λπ. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης της βάσης δεδομένων για την κατανόηση των ζητημάτων και των αναγκών των θιγομένων.

 

Μερικές αφηγήσεις

*Ένα τετράχρονο παιδί προσγειώνεται στο Σικάγο έχοντας έρθει αεροπορικώς από την Αθήνα με τη φροντίδα της θετής του μητέρας. Το παιδί μεγάλωσε στις ΗΠΑ  και ως ενήλικη γυναίκα, δεν μπορεί να θυμηθεί τίποτα από τα πρώτα παιδικά της χρόνια, γεγονός που συνεχίζει να τη στοιχειώνει έως σήμερα. «Διαισθάνομαι ότι πολλά υιοθετημένα παιδιά διακατέχονται από την αίσθηση της διαφορετικότητας. Είναι δύσκολο να το εξηγήσεις αν δεν είσαι υιοθετημένος. Συχνά νιώθουμε σαν παρείσακτοι επειδή είμαστε από κάπου αλλού. Δεν προερχόμαστε από τις οικογένειες με τις οποίες ζούμε. Δεν μοιάζουμε με τους ανθρώπους με τους οποίους είμαστε πιο κοντά. Και γι’ αυτούς που προέρχονται από το εξωτερικό, στην αρχή υπάρχουν δυσκολίες στην επικοινωνία, μη γνωρίζοντας τη γλώσσα των θετών γονιών μας. Νέοι άνθρωποι, νέα οικογένεια, νέες λέξεις, νέο φαγητό, νέα ρούχα, νέο κλίμα, τα πάντα είναι νέα. Οι προκλήσεις είναι πολλές για να τις διαχειριστούμε και να τις αντιμετωπίσουμε» (Αλεξάνδρα/Alexa, κεφάλαιο 3).

*Mια νεαρή γυναίκα θυμάται πώς ως παιδί έβρισκε παρηγοριά στην ελληνική μυθολογία, οι ιστορίες της οποίας γι’ αυτήν φαίνονταν πιο αληθινές από εκείνες που κυκλοφορούσαν στο σπίτι της θετής οικογένειάς της στη Βόρεια Αμερική (Αllison, κεφάλαιο 13).

*Ένα βρέφος τοποθετείται σε μια κούτα έξω από το ορφανοτροφείο της Πάτρας, τον Μάιο του 1953, για να υιοθετηθεί τρία χρόνια αργότερα από ένα παντρεμένο ζευγάρι που ζούσε στο Σαν Ντιέγκο. Αργότερα, το ζευγάρι θα υιοθετούσε άλλα τρία παιδιά, ανάμεσά τους και ένα αγόρι από το βρεφοκομείο της Αθήνας. Αντιμετωπίζοντας τη νυχτερινή κακοποίηση από τον θετό πατέρα της για την επανειλημμένη ενούρηση στο κρεβάτι της που συνεχίστηκε μέχρι τα 12 χρόνια της, το κορίτσι σκέπτεται: «ο πραγματικός μπαμπάς μου δεν θα μου φερόταν ποτέ έτσι» (Maria, κεφάλαιο 2).

*Για μια άλλη υιοθετημένη, η ιστορία της απορρύθμισης και του εκτοπισμού ξεκινά με την εγκατάλειψή της στο ίδιο βρεφοκομείο της Πάτρας. Στο βρεφικό σώμα της ήταν προσαρτημένο ένα σημείωμα που έγραφε: «Το όνομά της είναι Δέσπω. Γεννήθηκε στις 1/5/1958. Της αρέσει να τρώει» (Δέσποινα/Ellen Lori, κεφάλαιο 12).

*Ένα δωδεκάχρονο αγόρι που μεγαλώνει στη σκιά της Ντίσνεϊλαντ συμπληρώνει ένα έντυπο εγγραφής για το γυμνάσιο και συνειδητοποιεί ότι δεν ξέρει την απάντηση στην ερώτηση: «Ποια είναι η πόλη που γεννήθηκες;» Στη σχετική συζήτηση με τους γονείς του, ο θετός πατέρας του λέει: «Είσαι υιοθετημένος, σου το έχουμε ξαναπεί». Όπως θα θυμόταν χρόνια αργότερα, δεν μπορούσε εκείνη τη στιγμή να κατανοήσει το λόγο για τον οποίο κάποια μάνα θα ήθελε να εγκαταλείψει το παιδί της και να το προσφέρει για υιοθεσία (Νικόλαος/Nick, κεφάλαιο 10).  

*Είκοσι πέντε χρόνια αφότου αναγκάστηκε να δώσει το γιο της για υιοθεσία, μια Ελληνίδα γράφει στο ενήλικο πλέον παιδί της ένα γράμμα που θα αλλάξει τη ζωή και των δύο. Ήταν 16 ετών όταν γεννήθηκε ο γιος της, και το χειμώνα του 1984, όταν έγραψε το γράμμα που διάβασε ο γιος της, 43 ετών: «Γλυκό μου αγόρι, αγαπημένο μου παιδί, καλό μου αγόρι. Θα ήθελα να σε κρατούσα στην αγκαλιά μου μέχρι να πεθάνω» (Παυλάκης/David, κεφάλαιο 6).

Iστορίες υιοθετημένων, ορισμένες από τις οποίες είναι δυσάρεστες. Η Γιαννούλα/Robyn (κεφ. 11) και η Μαρία (κεφ. 2) αναφέρονται σε επαναλαμβανόμενες κακοποιήσεις. Ο Μαρίνος/Robert (κεφ. 4) μιλάει για το πώς αποσπάστηκε από τον δίδυμό αδελφό του. Η Αλεξάνδρα/Alexa (κεφ. 3) θυμάται σε ηλικία 4 ετών ένα τραυματικό γεγονός στο βρεφοκομείο. Η μητέρα του David περίμενε όλη της τη ζωή την επιστροφή του (κεφ. 6). Η Sonia (κεφ. 7) μαθαίνει ότι η μητέρα της είχε μια σοβαρή ασθένεια που θα μπορούσε να την είχε επηρεάσει επίσης. Η Δέσποινα/Ellen Lori γεννήθηκε Ελληνίδα και υιοθετήθηκε από εβραίους γονείς. Βρήκε μια αδελφή, αλλά την έχασε ξανά (κεφ. 12).

 

«Τα εξωτικά παιδιά από την Ελλάδα»    

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των παιδιών από την Ελλάδα που υιοθετήθηκαν από αμερικανικές οικογένειες. Σ’ αυτό συνέβαλαν διάφοροι παράγοντες, όπως η πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα, η φτώχεια και η επιθυμία των αμερικανικών οικογενειών να υιοθετήσουν παιδιά από άλλες χώρες.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα βρισκόταν σε κατάσταση πολιτικού και οικονομικού αναβρασμού. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε διαλύσει τη χώρα και οι κυβερνήσεις αγωνίζονταν να ικανοποιήσουν τις βασικές πρωτογενείς ανάγκες στις χειμαζόμενες οικογένειες. Τα παιδιά έμεναν συχνά χωρίς την κατάλληλη φροντίδα και υποστήριξη.

Την ίδια στιγμή, υπήρχε αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις υιοθεσίες από το εξωτερικό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αμερικανικές οικογένειες ήταν πρόθυμες να υιοθετήσουν παιδιά από άλλες χώρες, ιδίως εκείνα που θεωρούνταν «ορφανά» ή που χρειάζονταν μια καλύτερη ζωή.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, τα γραφεία υιοθεσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να αναζητούν ενεργά παιδιά από την Ελλάδα για υιοθεσία. Τα γραφεία αυτά συνεργάστηκαν στενά με έλληνες μεσάζοντες για να εντοπίσουν τα παιδιά που είχαν ανάγκη από «μια οικογένεια και ένα σπίτι» και να διευκολύνουν την υιοθεσία τους από αμερικανικές οικογένειες.

Υπήρχαν διάφοροι λόγοι για τους οποίους τα ελληνόπουλα θεωρούνταν ιδιαίτερα επιθυμητά για υιοθεσία. Πρώτον, πολλές αμερικανικές οικογένειες έλκονταν από την ιδέα της υιοθεσίας στην Ελλάδα λόγω της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. Τα ελληνόπουλα θεωρούνταν «εξωτικά και συναρπαστικά» αλλά επίσης ήταν λευκά.

Παρουσιάζονταν συχνά ως παιδιά που είχαν απόλυτη ανάγκη από βοήθεια. Τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης αναδείκνυαν συχνά τη φτώχεια και τα δεινά στην Ελλάδα και αυτή η κάλυψη συνέβαλε στο να ενισχυθεί η αντίληψη ότι τα παιδιά από την Ελλάδα είχαν άμεση ανάγκη υιοθεσίας.

Η υιοθεσία από τη χώρα συχνά θεωρήθηκε τρόπος προώθησης «της καλής θέλησης» στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών. Ήταν ένας τρόπος, εκτιμούσαν ορισμένοι, να χτιστούν γέφυρες και να προωθηθεί η κατανόηση μεταξύ των δύο λαών.

Οι  προκλήσεις  όμως και οι αντιπαραθέσεις γύρω από αυτή την πρακτική ήταν αρκετές. Μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες ήταν η πιθανότητα εμπορίας παιδιών. Οι επικριτές της όλης διαδικασίας υποστήριζαν ότι τα γραφεία υιοθεσιών εκμεταλλεύονταν ευάλωτα παιδιά και οικογένειες στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας τη φτώχεια και την απελπισία τους.

Εκφράσθηκαν επίσης επιφυλάξεις  σχετικά με τις πολιτισμικές επιπτώσεις της υιοθεσίας παιδιών από άλλες χώρες. Ορισμένοι εμπειρογνώμονες υποστήριξαν ότι η διεθνής υιοθεσία θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια της πολιτιστικής ταυτότητας και σε αίσθηση εκτοπισμού για τα παιδιά που απομακρύνονται από τις χώρες καταγωγής τους.

Συμπερασματικά, η υιοθεσία από αμερικανικές οικογένειες παιδιών από την Ελλάδα  κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ήταν ένα σύνθετο φαινόμενο που καθοδηγούνταν από διάφορους παράγοντες. Ενώ είναι σαφές ότι πολλά παιδιά μπόρεσαν να βρουν «αγαπημένα, ζεστά σπίτια» και «καλύτερες ζωές» χάρη στη διεθνή υιοθεσία, είναι επίσης σημαντικό να αναγνωρίσουμε τις ηθικές και πολιτισμικές ανησυχίες που ενυπήρχαν σε αυτή την πρακτική.

 

«Στοργικές οικογένειες»  

Μία από τις σημαντικότερες θετικές πτυχές της υιοθεσίας  ήταν ότι παρείχε στα παιδιά από την Ελλάδα τρόπο να ξεφύγουν από τη φτώχεια, την πείνα και την πολιτική αστάθεια. Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος είχε αφήσει πολλά ορφανά και εγκαταλελειμμένα παιδιά που ζούσαν σε εξαιρετικά άσχημες συνθήκες. Τα παιδιά αυτά αντιμετώπιζαν αβέβαιο μέλλον, με ελάχιστες ελπίδες να λάβουν κατάλληλη φροντίδα, εκπαίδευση ή ιατρική περίθαλψη. Με την υιοθεσία τους, οι αμερικανικές οικογένειες μπόρεσαν να τους προσφέρουν σταθερό σπίτι και καλύτερη ποιότητα ζωής.

Επιπλέον, η υιοθεσία είχε θετικές ψυχολογικές επιπτώσεις στα ίδια τα παιδιά. Τοποθετώντας τα σε στοργικά και υποστηρικτικά σπίτια, οι θετές οικογένειες τους έδωσαν μια αίσθηση ασφάλειας και σταθερότητας, απαραίτητη για τη συναισθηματική και την ψυχική τους ευημερία. Επιπλέον, οι υιοθεσίες βοήθησαν αυτά τα παιδιά να ενταχθούν στην αμερικανική κοινωνία, γεγονός που τους  επέτρεψε να γνωρίσουν ένα νέο σύγχρονο πολιτιστικό περιβάλλον, να μάθουν μια ξένη γλώσσα και να αναπτύξουν νέες δεξιότητες.

Η υιοθεσία των ελληνόπουλων είχε επίσης θετικές επιπτώσεις στις θετές οικογένειες. Για πολλές από αυτές, η υιοθεσία εκπλήρωνε την επιθυμία τους για οικογενειακή ολοκλήρωση και για κοινωνική επιβεβαίωση ότι είναι χρήσιμες στην κοινότητά τους. Η διαδικασία της υιοθεσίας συχνά περιλάμβανε εκτεταμένη συμβουλευτική προετοιμασία και  εκπαίδευση, γεγονός που συνέβαλε ώστε οι θετοί γονείς να αναπτύξουν τις γονικές τους δεξιότητες προς όφελος των παιδιών. Επιπλέον, οι υιοθεσίες επέτρεπαν στις αμερικανικές οικογένειες να επιδείξουν τη δέσμευσή τους στις δημοκρατικές αξίες και στα ανθρώπινα δικαιώματα, δέσμευση ιδιαίτερα σημαντική μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης ήταν υψηλές.

Μια άλλη θετική πτυχή της υιοθεσίας ήταν ότι συνέβαλε στην ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης για τη δυσχερή θέση των παιδιών στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες υπανάπτυκτες χώρες. Τα μέσα ενημέρωσης κάλυπταν συχνά τις υιοθεσίες, αναδεικνύοντας τις προκλήσεις αυτών των παιδιών και την ανάγκη για περισσότερη υποστήριξη και για μεγαλύτερη διάθεση πόρων. Αυτή η αυξημένη ευαισθητοποίηση βοήθησε στην κινητοποίηση της παγκόσμιας κοινότητας για τη στήριξη   προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας, τα οποία τελικά συνέβαλαν στη βελτίωση των συνθηκών για τα παιδιά στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη που αντιμετώπιζαν παρεμφερή οικονομικά προβλήματα.

Τέλος, η υιοθεσία ελληνογενών παιδιών συνέβαλε στην ενίσχυση στενότερων δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών. Οι υιοθεσίες παρείχαν μια ευκαιρία στις αμερικανικές οικογένειες να συνδεθούν με τον πολιτισμό και την ιστορία της Ελλάδας. Πολλές από αυτές τις οικογένειες διατήρησαν στενές σχέσεις με τις βιολογικές οικογένειες των παιδιών τους και τις ελληνικές κοινότητες στις ΗΠΑ. Επιπλέον, οι υιοθεσίες συνέβαλαν στην προβολή της αμερικανικής γενναιοδωρίας και συμπόνιας, γεγονός που βοήθησε στην αντιμετώπιση των αρνητικών αντιλήψεων για τις ΗΠΑ που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Συμπερασματικά, η υιοθεσία παιδιών από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε πολλές θετικές πτυχές για τους υιοθετημένους και τις θετές οικογένειες. Οι υιοθεσίες αυτές παρείχαν στα ελληνόπουλα έναν τρόπο να ξεφύγουν από τη φτώχεια και την πολιτική αστάθεια και να λάβουν τη φροντίδα και την υποστήριξη που χρειάζονταν για να ευδοκιμήσουν. Βοήθησαν επίσης στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τη δυσχερή θέση των παιδιών στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες και προώθησαν στενότερους δεσμούς μεταξύ της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Παρά τις προκλήσεις που αντιμετώπισαν αυτά τα παιδιά, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι υιοθεσίες αυτές επηρέασαν τελικά θετικά τις ζωές αυτών των παιδιών  και τις ζωές των θετών οικογενειών που τα υποδέχθηκαν στα σπίτια τους.

 

«Σύγχυση, απομόνωση, δυσαρέσκεια»  

Ένας από τους σημαντικούς αρνητικούς παράγοντες ήταν η έλλειψη ρύθμισης και εποπτείας. Εκείνη την εποχή, υπήρχαν λίγοι νόμοι και κανονισμοί που ρύθμιζαν τις πρακτικές υιοθεσίας. Αυτή η έλλειψη οδήγησε σε πολλές περιπτώσεις διαφθοράς και εκμετάλλευσης. Για παράδειγμα, ορισμένα γραφεία υιοθεσίας ή κάποιοι ιδιώτες χρέωναν υπέρογκα ποσά για την υιοθεσία ενός παιδιού, εκμεταλλευόμενοι την απόγνωση τόσο των βιολογικών όσο και των θετών γονέων. Επιπλέον, υπήρχαν περιπτώσεις όπου παιδιά απομακρύνονταν από τις οικογένειές τους χωρίς τη συγκατάθεση ή τη γνώση τους, μερικές φορές με εξαναγκασμό ή εξαπάτηση. Αυτή η έλλειψη ρύθμισης οδήγησε επίσης σε προβλήματα με τη διαδικασία ελέγχου των δυνητικών θετών γονέων, η οποία μερικές φορές είχε αποτέλεσμα να τοποθετούνται παιδιά σε σπίτια που δεν ήταν κατάλληλα ή ασφαλή.

Ένας άλλος αρνητικός παράγοντας ήταν η πολιτισμική αποσύνδεση μεταξύ των υιοθετημένων παιδιών και των νέων οικογενειών τους. Πολλά παιδιά που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου προέρχονταν από αγροτικές περιοχές ή από φτωχά περιβάλλοντα, όπου μπορεί να μην είχαν εκτεθεί ιδιαίτερα στη δυτική κουλτούρα. Με την υιοθεσία στις ΗΠΑ συχνά αντιμετώπιζαν ένα σημαντικό πολιτισμικό σοκ. Οι θετές οικογένειες μπορεί να μην ήταν προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της ενσωμάτωσης ενός παιδιού από διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο στην οικογένεια και στην κοινότητά τους. Αυτή η πολιτισμική αποσύνδεση θα μπορούσε να οδηγήσει σε συναισθήματα απομόνωσης, σύγχυσης, ακόμη και δυσαρέσκειας εκ μέρους του παιδιού.

Επιπλέον, υπήρχε έλλειψη υποστήριξης και πόρων για τα υιοθετημένα παιδιά και τις οικογένειές τους. Οι θετοί γονείς μπορεί να μην ήταν επαρκώς προετοιμασμένοι για τις προκλήσεις της ανατροφής ενός παιδιού με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο. Μπορεί να μην είχαν πρόσβαση σε πόρους όπως μαθήματα γλώσσας, πολιτιστική εκπαίδευση ή σε συμβουλευτικές υπηρεσίες. Αυτή η έλλειψη υποστήριξης θα μπορούσε να κάνει τις θετές οικογένειες να αισθάνονται καταβεβλημένες και να αγωνίζονται για να παρέχουν στο παιδί την καλύτερη δυνατή φροντίδα.

Υπήρχαν επίσης ανησυχίες για τα κίνητρα ορισμένων θετών γονέων. Ενώ πολλοί θετοί γονείς είχαν τις καλύτερες προθέσεις και ήθελαν πραγματικά να προσφέρουν ένα σπίτι αγάπης σε ένα παιδί που το είχε ανάγκη, υπήρχαν επίσης περιπτώσεις όπου οι θετοί γονείς είχαν ως κίνητρο περισσότερο την αναπλήρωση του  προσωπικού τους κενού παρά την επιθυμία να «σώσουν» ένα παιδί από τη φτώχεια ή από την πολιτική αναταραχή. Τα στενά προσωπικά κίνητρα ήταν σε πολλές περιπτώσεις προβληματικά, διότι οδηγούσαν τους θετούς γονείς να αγνοήσουν τις ανάγκες του υιοθετημένου  παιδιού υπέρ των επιθυμιών ή των πεποιθήσεών τους.

Επιπλέον, το πολιτικό πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου προσέθεσε ένα επίπεδο πολυπλοκότητας στη διαδικασία υιοθεσίας. Οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες επιθυμούσαν να αποδείξουν τη δέσμευσή τους στη δημοκρατία και τον καπιταλισμό παρέχοντας βοήθεια και υποστήριξη σε χώρες όπως η Ελλάδα, που κινδύνευαν  από την επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης. Η υιοθεσία ήταν ένας τρόπος ανάδειξης των αξιών των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Οι δυτικές χώρες είχαν ευκαιρία, με τη διαδικασία των υιοθεσιών, να προβάλλουν την καλή τους θέληση και τη δέσμευσή τους για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ωστόσο, αυτό το πολιτικό πλαίσιο δημιούργησε επίσης πίεση για την επιτάχυνση των υιοθεσιών και την παράβλεψη πιθανών παρατυπιών ή προειδοποιητικών ενδείξεων για ανάρμοστες συμπεριφορές.

Εν κατακλείδι, ενώ η υιοθεσία στις ΗΠΑ μπορεί να αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για ορισμένα ελληνόπουλα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η διαδικασία ήταν ατελής. Η έλλειψη ρύθμισης και εποπτείας, η πολιτισμική αποσύνδεση, η έλλειψη υποστήριξης και πόρων, τα αμφισβητήσιμα κίνητρα ορισμένων θετών γονέων και το πολιτικό πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου συνέβαλαν σε ένα ελαττωματικό και μερικές φορές επιβλαβές σύστημα για τα εμπλεκόμενα παιδιά.

 

Επιχείρηση Νόστος

Μεταξύ 1948 και 1975, περίπου 4.000 παιδιά ελληνικής καταγωγής στάλθηκαν στις ΗΠΑ, στις Κάτω Χώρες και αλλού για υιοθεσία. Σήμερα, τον 21ο αιώνα, οι ομάδες των Αμερικανών και των Ολλανδών ελληνικής καταγωγής επιζητούν τον νόστο, την επιστροφή στις προσωπικές τους ιστορίες και στην πρώτη τους υπηκοότητα. Οι τρεις τομείς αποκατάστασης που επιδιώκουν είναι:

- πρόσβαση σε προσωπικά αρχεία,

- δυνατότητα έρευνας της ιστορίας τους από ειδική επιτροπή,

- επανασύνδεση ως αναγνωρισμένοι έλληνες πολίτες με τη χώρα όπου γεννήθηκαν, την Ελλάδα.

Τι πρέπει να γίνει. Αυτοί οι ελληνικής καταγωγής υιοθετημένοι αναζητούν νόμιμα επιστροφή στην προσωπική τους ιστορία. Τα τρία "R" της επανόρθωσης που επιδιώκουν είναι: αρχεία, έρευνα και αναγνώριση μέσω της αποκατάστασης της ιθαγένειας (Records, Research, Restored citizenship). Επιδιώκουν ευκολότερη πρόσβαση στα αρχεία της ιστορίας της γέννησης και της υιοθεσίας τους. Ζητούν περαιτέρω έρευνα μέσω μιας εθελοντικής ομάδας εργασίας από εμπειρογνώμονες που θα προωθήσει την υπόθεσή τους με την ελληνική κυβέρνηση. Ζητούν να αναγνωριστεί επίσημα η ιστορία τους και η αναγνώριση αυτή να έχει τη σφραγίδα μιας κυβερνητικής απόφασης.

Το αίτημα για σωστή έρευνα είναι σημαντικό. Η πρόσφατη «Κοινή Δήλωση για τις Παράνομες Διακρατικές Υιοθεσίες», που εκδόθηκε από τα όργανα της Συνθήκης των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (28 Σεπτεμβρίου 2022), συνιστά μια «προσέγγιση βασισμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα και ευαίσθητη ως προς το φύλο για την πρόληψη και την εξάλειψη των παράνομων διακρατικών υιοθεσιών». Στην Κοινή Δήλωση προβλέπονται τα εξής:

  • Τα κράτη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι όλες οι περιπτώσεις παράνομων διακρατικών υιοθεσιών διερευνώνται με πλήρη, αμερόληπτο, επιμελή και αποτελεσματικό τρόπο, ακόμη και αν δεν υπάρχει επίσημη καταγγελία.
  • Λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα, όπου είναι αναγκαίο, για να διασφαλιστεί ότι ο καταγγέλλων, οι μάρτυρες, τα θύματα και οι συνήγοροί τους, καθώς και άλλα πρόσωπα που συμμετέχουν στη διερεύνηση, προστατεύονται από κάθε κακομεταχείριση ή εκφοβισμό ως συνέπεια της καταγγελίας ή οποιουδήποτε αποδεικτικού στοιχείου που δόθηκε.
  • Τα κράτη διασφαλίζουν ότι οι αρχές που ερευνούν τις παράνομες διακρατικές υιοθεσίες έχουν πρόσβαση σε όλα τα σχετικά έγγραφα, αρχεία και άλλες πληροφορίες, ώστε να είναι σε θέση να διεξαγάγουν αποτελεσματικά την έρευνα.
  • Τα κράτη παρέχουν επίσης στα όργανα που εμπλέκονται στη διερεύνηση των παράνομων διακρατικών υιοθεσιών επαρκείς οικονομικούς και τεχνικούς πόρους και εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να είναι σε θέση να επιτελέσουν το έργο τους άμεσα και αποτελεσματικά.

orphan kim kruse

Kimm Anderson, Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Η Kim Kruse, που υιοθετήθηκε παράνομα to 1963 μέσω του ορφανοτροφείου «Άγιος Στυλιανός» της Θεσαλονίκης, έχει στη διάθεσή της τα έγγραφα που καταγράφουν την υιοθεσία της από την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου του ελληνικού της διαβατηρίου, καθώς και το πιστοποιητικό πολιτογράφησης της στις Ηνωμένες Πολιτείες.

 

Δικαίωμα στην αλήθεια

Τα θύματα παράνομων διακρατικών υιοθεσιών έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν την αλήθεια. Επιδιώκεται η τροποποίηση του ελληνικού νόμου που θα τους αποκαταστήσει την ελληνική ιθαγένεια την οποία έχασαν χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Εκτιμάται ότι οι ενέργειες αποκατάστασης της δικαιοσύνης θα αποτελέσουν ορόσημο, στο οποίο θα λάμψει η ελληνική πολιτεία, δεδομένου ότι οι ιστορίες της μεταπολεμικής υιοθεσίας συζητούνται σήμερα σε αρκετές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά δεν έχουν ακόμη οδηγήσει σε ικανοποιητικά αποτελέσματα είτε για τους υιοθετημένους είτε για τους βιολογικούς συγγενείς τους.

Μια εθελοντική ομάδα εργασίας από πέντε το πολύ εμπειρογνώμονες μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη ενός εθνικού πλαισίου για την αντιμετώπιση των συνεπειών της μεταπολεμικής ελληνικής υιοθεσίας, υπογραμμίζει η καθηγήτρια Φαν Στιν. Μια τέτοια ομάδα εργασίας, που θα εργάζεται αφιλοκερδώς, μπορεί να δημιουργήσει τα αποθετήρια των αρχείων υιοθεσίας, να συντάξει μια λεπτομερή ιστορική αφήγηση και να μελετήσει τις νομικές αλλαγές, διασφαλίζοντας ότι όλα τα «θύματα», συμπεριλαμβανομένων όσων υιοθετήθηκαν στο παρελθόν, λαμβάνουν τη βοήθεια που χρειάζονται για να μάθουν την καταγωγή τους. Ως εκ τούτου, το κράτος καλείται να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στις προσπάθειες αναζήτησης και εντοπισμού των «εξαφανισμένων παιδιών», με ειδικό σκοπό την αποκατάσταση της ταυτότητας των θυμάτων παράνομης διακρατικής υιοθεσίας, σημειώνει η βελγίδα καθηγήτρια.

Γράφει η Μαίρη Καρδάρα, επιμελήτρια του βιβλίου η οποία είναι, επίσης, υιοθετημένο παιδί εκείνη την περίοδο:

Η συλλογή των αφηγήσεων είναι ταυτόχρονα μια έκκληση και προσευχή από μένα προς την ελληνική κυβέρνηση και οποιονδήποτε έχει την εξουσία, κάποιον που θα ακούσει και μπορεί πραγματικά να κάνει κάτι. Χρειαζόμαστε κάποιον να μας πάρει στα σοβαρά, να καταλάβει γιατί είναι σημαντικό να μάθουμε τι μας συνέβη, να μάθουμε τις κατακερματισμένες λεπτομέρειες της ζωής μας. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχω μιλήσει δημοσίως, έχω γράψει άρθρα, έχω πάρει συνεντεύξεις στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και έχω συμμετάσχει ως προσκεκλημένη σε πολλά διαδικτυακά σεμινάρια. Έχω μιλήσει με υπουργούς και δικηγόρους, ακόμη και με έναν έμπιστο του ίδιου του πρωθυπουργού. Το ίδιο και η καθηγήτρια Γκόντα Φαν Στιν, μαζί μου, η οποία έγραψε το θεμελιώδες βιβλίο Adoption, Memory, and Cold War Greece. Αυτό το βιβλίο ξεκίνησε ένα δημόσιο κίνημα υιοθετημένων για δικαιοσύνη και έφερε τους Έλληνες σε μεγαλύτερη επαφή με την ιστορία τους, ανέδειξε μάλιστα αυτή την ιστορία σε Έλληνες που γνώριζαν ελάχιστα έως τίποτα γι’ αυτήν.

Πολλές από τις ζωές των υιοθετημένων δεν ήταν ευτυχισμένες. Κάποια παιδιά κακοποιήθηκαν συναισθηματικά και σεξουαλικά. Κάποιους τους «έκλεψαν». Ορισμένοι δεν γνώρισαν ούτε έναν βιολογικό συγγενή. Οι βιολογικές μητέρες έμειναν σημαδεμένες για όλη τους τη ζωή. Με υποστήριξη, θα μπορούσαν να είχαν μεγαλώσει τα δικά τους παιδιά. Οι βιολογικοί πατέρες έγιναν δυστυχώς εντελώς ασήμαντοι.

Ο λόγος και πάλι στη Μαίρη Καρδάρα:

Να είστε σίγουροι ότι θα επιστρέφαμε στην πατρίδα νωρίτερα από τα Μάρμαρα, και μάλιστα με τη δική μας θέληση! Άλλες κυβερνήσεις υποδέχονται πίσω τα υιοθετημένα παιδιά τους και αναλαμβάνουν την ευθύνη για τα μακροχρόνια σημάδια που συνέβαλαν στην επιβολή τους. Η Ελλάδα πρέπει να ενταχθεί στην κοινότητα των εθνών και να κάνει το ίδιο για τα 4.000 υιοθετημένα παιδιά της. Πώς είναι δυνατόν η ελληνική κυβέρνηση να δίνει ιθαγένεια σε ανθρώπους που δεν έχουν καμία οργανική σχέση με την Ελλάδα, εκτός του ότι έγραψαν γι' αυτήν ή μελέτησαν την ιστορία και τον πολιτισμό της ή επένδυσαν χρήματα; Αν αυτοί οι άνθρωποι έχουν πάρει την ιθαγένεια, γιατί όχι κι εμείς; Γεννηθήκαμε στη χώρα και είχαμε έλληνες γονείς, αλλά μας αφαίρεσαν τα διαβατήρια και την ταυτότητά μας χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Δεν θα ήταν λογικό να διορθώσουμε αυτό το λάθος;

 

Επίλογος

Αμέσως μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, υπήρξε μια συστηματική κίνηση για την αφαίμαξη της Ελλάδας από τα βρέφη: τα παιδιά της δόθηκαν για υιοθεσία εκτός της χώρας. «Ο συνολικός αριθμός των ελλήνων ορφανών πολέμου (που είχαν χάσει τον ένα ή και τους δύο γονείς τους) υπολογίστηκε σε 340.000 έως 375.000 και, ώς το 1950, ένα στα οκτώ παιδιά ήταν ορφανό», σύμφωνα με το ελληνικό Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας. Η Ελλάδα είχε γίνει «έθνος ορφανών» και. μεταξύ 1948 και 1962, «είχε την υψηλότερη ετήσια κατά κεφαλήν αναλογία υιοθεσιών στον κόσμο».

Ορισμένες υιοθεσίες εκείνης της εποχής ήταν απλές και νόμιμες. Άλλες ήταν δαπανηρές και περίπλοκες. Πολλές ήταν παράνομες και άλλες είχαν εγκληματικές προεκτάσεις. Είχε δημιουργηθεί ένα κίνητρο κέρδους για τη μετακίνηση παιδιών από το ένα μέρος στο άλλο στην ίδια τη χώρα αλλά και πολύ πέρα από τα ελληνικά σύνορα, διεθνώς. Το ζήτημα όμως ήταν κυρίως υπόθεση ανθρώπινων δικαιωμάτων. Βιολογικές μητέρες και θετές οικογένειες εξαπατήθηκαν συστηματικά σε αυτό το υπερεθνικό σκηνικό μεσιτείας βρεφών, το οποίο άφηνε τα παιδιά χωρίς προστασία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα έγγραφα «επινοήθηκαν», σε άλλες ήταν πλαστά. Ορισμένα μωρά «κλάπηκαν» από τις βιολογικές τους μητέρες. Κάποια καταγεγραμμένα στα μητρώα, εμφανίστηκαν σε ορισμένους γονείς ως νεκρά, χωρίς να δουν ποτέ τα νεκρά παιδιά ή, έστω, το πιστοποιητικό θανάτου τους. Επίσης, πολλές μητέρες παιδιών που γεννήθηκαν εκτός γάμου στερούνταν κάθε ουσιαστική συναίνεση στις διαδικασίες υιοθεσίας.

Το βιβλίο που κυκλοφόρησε στις αρχές του χρόνου αντικατοπτρίζει αυτή την εποχή της ελληνικής ιστορίας. Περιέχει μια συλλογή δοκιμίων γραμμένα από αυτά τα παιδιά, γνωστά ως τα «χαμένα παιδιά της Ελλάδας», που πλέον είναι ενήλικοι. Πολλές από τις ιστορίες τους είναι συγκλονιστικές, κάποιες απίστευτες. Οι αφηγήσεις τους αντανακλούν την εποχή, αλλά περιγράφουν επίσης τα συναισθήματα, τις εμπειρίες και τις σκέψεις υιοθετημένων παιδιών σε ταραγμένους καιρούς. Καταγράφουν επίσης τις αναζητήσεις για τους βιολογικούς συγγενείς τους, στις περισσότερες περιπτώσεις, αφού οι θετοί γονείς τους έχουν πεθάνει. Πολλά έχουν γραφτεί για την ιστορία των υιοθετημένων παιδιών αυτής της εποχής, ερήμην τους. Ας ακούσουμε τώρα και τη δική τους φωνή.

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Μαίρη Θεοδωροπούλου, Μαρία 43668, Ελληνική Παιδεία, Αθήνα 2006 

Dionysios C. Dionou, Twentieth-Century Janissary: An Orphan’s Search for Freedom, Family, and Heritage, USA: Xlibris 2011 

Gonda Van Steen, Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα, Ποταμός, Αθήνα 2021

Andrew Mossin, A Son from the Mountains: A Memoir, New York: Spuyten Duyvil, 2021

Mary Cardaras, Ripped at the Root: An Adoption Story Based on True Events, New York: Spuyten Duyvil, 2021

Mary Cardaras & Gonda Van Steen, “Bring Them Back”, The Pappas Post, June 16, 2021, https: //pappaspost.com/ opinion-bring-them-back/ 

Gonda Van Steen, “Επώδυνος Ελληνισμός, The Greek Diaspora in Pain: From Adoption Allure to Adoptee Activism.” Position Essay in Ergon: Greek/ American Arts and Letters, edited by Y. Anagnostou (January 26, 2022), https:// ergon.scienzine.com/article/editorials/ from-adoption-allure-to-adoptee-activism 

Μαργαρίτα Πουρνάρα, «Ήμουν το μωρό 44488. Δεν ήξερα ποια είμαι», Καθημερινή , σ. 23-24, 22 Ιανουαρίου 2023  

 

[1] Πρβλ., Βύρων Καρύδης, «Εμπόριο παιδιών από την Ελλάδα στις ΗΠΑ», The BooksJournal, τχ. 125, Ιανουάριος 2022 (https://booksjournal.gr/kritikes/istoria/3611-emporio-paidion-apo-tin-ellada-stis-ipa) και Βίκυ Καϊσίδου, «Ζητούνται ορφανά από την Ελλάδα. Διακρατικές υιοθεσίες και αμερικανική ηγεμονία», The BooksJournal, τχ. 108, Νοέμβριος 2021 (https://booksjournal.gr/kritikes/istoria/3521-zitoyntai-orfana-apo-tin-ellada-diakratikes-yiothesies-kai-amerikaniki-igemonia).  

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.