Αρκετά αργότερα πληροφορούμαστε ότι ο Σωκράτης είχε μεταβεί κάποτε στη Γαλλία για να σπουδάσει γαλλική φιλολογία. Καθώς όμως αυτό είναι το μόνο κενό χρονικό διάστημα στην αλληλογραφία του αλλά και στη συνεχή επαγγελματική του απασχόληση, θα μπορούσε να γίνει βάσιμη εικασία ότι σ’ αυτό έκανε τις εν λόγω σπουδές. Επίσης υπάρχει και η μη διασταυρωμένη, εξω-επιστολική πληροφορία σχετικά με σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Νανσύ, όταν ήταν εικοσάχρονος. Προκύπτει τότε το ερώτημα: Από εκεί δεν έγραφε στο σπίτι του; Γιατί δεν υπάρχει ούτε μία επιστολή στο επιμελώς σωζόμενο οικογενειακό αρχείο από την αδελφή του Μαριάνθη; Ήταν οι επιστολές ασήμαντες και πετάχτηκαν ή ίσως πολύ σημαντικές και αφαιρέθηκαν για κάποιον λόγο, π.χ. για να χρησιμοποιηθούν κάπου αλλού;
Τέλος πάντων, ας αφήσουμε τις εικασίες κι ας προχωρήσουμε στο διάστημα Μάρτιος - Αύγουστος 1901, όπου βρίσκουμε τον Σωκράτη πάλι στο Αϊβαλί.
Αντικείμενο του σημερινού σημειώματος, τέσσερις επιστολές των δύο φίλων, από τις συνολικά δώδεκα του διαστήματος αυτού. Δύο προς τον Σωκράτη, μία προς τον Δημητρό, ενώ η τέταρτη είναι η αποχαιρετιστήρια του Δημητρού προς τον Σωκράτη, καθώς ο τελευταίος φεύγει για τη Χάλκη.
Αυτή σηματοδοτεί το τέλος της περιόδου της ζωής στην πατρική οικογένεια, καθώς κι εκείνης των σπουδών.
Επιστολή 10
Πάμφυλα τη 12/25 Μαρτίου 1901
Φίλτατε Σωκράτη
Εις Κυδωνίας
Ευχαρίστως απαντώ εις την από 6 τρέχοντος αγαπητήν μοι επιστολήν σου, και σε ευχαριστώ θερμώς διά τα επί τη επετείω των γενεθλίων μου συγχαρητήρια ως και διά την αποστολήν των cartes – postales, κατόπιν της παραλαβής των οποίων έλαβον και το συγχαρητήριον επισκεπτήριόν σου. Ημείς εν τη διαρκεί εργασία ελησμονήσαμεν ότι η 23 Φεβρουαρίου είνε ημέρα σπουδαίου γεγονότος και την παρήλθομεν άνευ και απλού «και του χρόνου», ότε παρ’ υμών ανεμνήσθη το τοιούτον, δι’ ο και εκ δευτέρου σε υπερευχαριστώ.
Η επιστολή σου αγαπητέ και παμφίλτατε γέμει ιερεμιάδων[1], εν ω έπρεπε σκεπτόμενος καλλίτερον τα του βίου να γνωρίζης ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν, και κατά του εαυτού των ακόμη παράπονα, και κατά της κοινωνίας, διότι ο εις πάσχει από κάτι και ο άλλος από άλλο. Μη στενοχωρείσαι φίλτατε· όλα θα έλθουν κατ’ ευχήν και όπως ημείς τα θέμε. Ο άνθρωπος ήλθεν εις την κοινωνίαν όπως παλαίσει και πολλάκις τα πάντα αποβαίνουν φρούδα μ’ όλους τους κόπους ους καθεκάστην υφίσταται. Τι ωφελεί φίλτατε εις ένα νέον, όπως υμείς, μορφωμένον και περικοσμούμενον με τόσας αρετάς, ας παρασιωπώ, η απογοήτευσις; Και διατί απογοητεύεσαι; Να απογοητευθή άλλος το εννοώ και επιτέλους ο υποφαινόμενος ναι. Αλλά συ.
Ήδη σε συγχαίρω διά την δευτέραν μετάφρασίν σου του συγγράμματος του Βερν και σε ευχαριστώ διά την αποστολήν αυτού, το οποίον –σεμνυνόμενος γράφω τούτο– είνε μία έτι άδολος εκτίμησις και αγάπη.
Περισσότερα σήμερον δεν δύναμαι να γράψω· είμαι καταλυπημένος εκ της ασθενείας του γέρου και έχω τόση φασαρία εις το εργοστάσιον που άστα. Δουλειά πολύ μας έπεσε κατ’ αυτάς και σαστίσαμε, δράμα. Πιστεύω ακόμη τρεις μήνας και allax-qerim[2] –έχει ο Θεός– είθε ο πανάγαθος εισακούων τας παρακλήσεις των φίλων μου και εμού να εκτελέση τους διακαείς πόθους μου.
Σε χαιρετώ με Πάντας εν τω οίκω σας και σε φιλώ
ο ειλικρινής και αφοσιωμένος φίλος
Δημητρός
Επιστολή 11
Εν Παμφύλοις τη 4 Μαΐου 1901
Φίλτατε Σωκράτη
Εις Κυδωνίας
Επί τέλους ηξιώθην γράμμα σου κατόπιν τόσου καιρού και τόσων επιστολών μου. Ας είσαι καλά.
Ευχαριστώ και σε και τους περί υμάς – δι’ όσα εν τη γραφή σου με γράφεις. Ιδίως ευχαριστώ σε διά το προσφερθέν μοι δώρον, «Την διαθήκην ενός Ιδιοτρόπου»[3]. Το οποίον θα αναγνώσω, οπόταν ησυχάσει ολίγον το κεφάλι μου.
Είδον τα περί του πατρός σου· μη με λέγεις τοιαύτα διότι πολύ με λυπούν, μάθε όμως αγαπητέ, ότι δεν υπάρχει οικογένεια να είνε καθ’ όλα ευτυχής. Τι να γίνη, υπομονή και συ και οι περί σε και είμαι βέβαιος, βεβαιότατος ότι θα ’ρθη και δι’ ημάς καιρός ευτυχής και ίσως συντόμως.
Το εργοστάσιον έχει περί τους δύο μήνας ακόμη εργασίαν· οι άλλοι έκλεισαν και προ καιρού εργάζεται μόνον το ιδικόν μου. Η παρούσα είνε ασυνάρτητος και βιαστική. Είμαι καταγανακτισμένος από τον εκπεσμόν των λαδιών και ευρίσκομαι με 20.000 χ.υ. … ….[4] Αυτά έχει το εμπόριον.
Τας προσρήσεις μου τη αγαπητή μοι οικογενεία σας. Τα σέβη μου τη αδελφή σου[5].
Δημ.
Επιστολή 12
Αγαπητέ Δημήτριε[6]
Ευρίσκομαι υπό το κράτος αλλεπαλλήλων εντυπώσεων και συγκινήσεων, εν τούτοις σοι γράφω σήμερον μεθ’ όλα ταύτα ίνα μη νομίσης ότι ολιγωρώ εις τας επιστολάς σου αίτινες μοι είνε τόσον προσφιλείς. Απορώ πως σκέπτεσαι ότι ίσως κακιώνω μαζί σου και δεν σοι απαντώ. Εάν βραδύνω σοι το ομολογώ δεν είμαι κύριος εμαυτού άλλως τε δεν εσυνήθισα να γράφω πράγματα δυσάρεστα και μάλιστα εις σε, ώστε μοι είνε τόσον βαρύ, και λυπούμαι μη δυνάμενος να γράψω κάτι το καλόν. Και όταν αύτη κλαίει, η χειρ μου γίνεται όργανον της ψυχής μου δεν δύναται παρά να γράφη θλιβερά!
Αγαπητέ μοι, φαίνεται ότι δεν εχόρτασα ακόμη την ξενητειά και προορίζομαι πάλι διά ξένους τόπους. Που θα υπάγω ούτε εγώ δεν ηξεύρω διότι η διαμονή μου είνε άγνωστος εισέτι, εις Αθήνας; Εις Κωνσταντινούπολιν; Θα με συνοδεύση και μια των αδελφών μου, ίνα έχω μεθ’ εμού σύντροφον.
Τόσον προσφιλή αισθάνομαι ολιγώτερον τα συνεπείας του αποχωρισμού. Ίσως σοι φαίνομαι γελοίος με τας σκέψεις μου αυτάς περί ξενητειάς αλλά τι τα θέλεις ήμην τόσον ευτυχής εν τω οικογενειακώ βίω ώστε ποτέ δεν επεθύμησα ούτε εσκέφθην να ζήσω μακράν της οικογενείας μου.
Με βεβαιείς εν τη επιστολή σου φίλτατε περί ευτυχίας και συντόμως. Ας ήμην μάντης να γνωρίσω πόθεν πρέπει να περιμένω αυτήν τη ευτυχίαν να κτίσω βωμόν να καίω θυμίαμα. Αρχίζω να αμφιβάλλω εάν υπάρχει αυτή η ευτυχία εις τον κόσμον αφού είνε τόσον δυσεύρετος και δυσαπόκτητος. Αρχίζω να πιστεύω ότι ερρίφθημεν εις αυτήν την ζωήν προς δοκιμασίαν, και ότι είνε η οδός η ακανθώδης προς άλλην ζωήν καλλιτέραν ήτις μας αναμένει. Αρχίζω να πιστεύω και να αμφιβάλλω, να αμφιβάλλω και να πιστεύω, ώστε γίνεται ο νους μου μία σαλάτα και σταματώ.
Πολύ με ελύπησεν η είδησις της εκπεσμού των ελαιών. Τι να γίνη αγαπητέ μοι, να προσπαθήσω να σε παρηγορήσω δεν δύναμαι αφού ουδέν δύναμαι. Τις οίδεν, ο Θεός είνε μέγας. Ημπορεί να υψωθούν πάλιν και θα παρακαλώ τον Θεόν εις αυτό με όλη μου την καρδίαν. Θέλω να είσαι ευτυχής· η ευτυχία σου μοι προξενεί χαράν. Έλπιζε! Ο Θεός εισακούει τας ευχάς των θερμώς δεομένων.
Έχεις την ανταπόδοσιν των προσρήσεων της οικογενείας μου και την ευχήν της αδερφής μου, εις ην ευαρεστήθης να προσφέρης τα σέβη σου αδιάφορον και εάν μεταμεληθείς κατόπιν τα διέγραψες.
Σε φιλώ θερμότατα
Σωκράτης
16 Μαΐου 1901
Κυδωνίαι
Επί τη εορτή της λίαν ημίν αγαπητής και σεβαστής μητρός σου παρακαλώ να διαβιβάσης τα ειλικρινή συγχαρητήρια πάσης της οικογενείας μου. Συ δε να δεχθής πολλούς ασπασμούς εκ μέρους τους μετά των ιδικών μου θερμών ασπασμών
Πάντοτε ιδικός σου
Σωκράτης
Επιστολή 13
Φίλτατε Σωκράτη
Εις Κυδωνίας
Καλό σου κατευόδιον και ο Θεός μαζί σου σοι εύχομαι αγαπητέ Σωκράτη και περιπόθητε φίλε, και σπεύδω σήμερον να σοι γράψω ολίγας λέξεις ίνα η παρούσα μου σοι προφθάση αυτόθι και ίνα κατά την επιθυμίαν σου απαντήσω εις την από 24 δύοντος αγαπητήν μοι επιστολήν σου.
Μετά μεγίστης ευχαριστήσεως είδον ότι είναι ότι επέτυχες θέσιν παρά τη Εμπορική Σχολή, είθε να εκπληρωθώσιν οι πόθοι της οικογενείας σου, των συγγενών σας, των φίλων σας και λοιπών γνωστών∙ είθε εν τη παρελεύση του χρόνου να αυξήσωσι αι πρόοδοι, να αναμειφθώσιν οι κόποι σου και είθε να σε ακούσω ημέρα τινά ότι είσαι ευχαριστημένος. Ταύτα σου εύχεται ειλικρινής σου φίλος, ανέκαθεν εκτιμήσας σε διά τον ευγένη χαρακτήρα σου, το τίμιον ήθος σου. Ελπίζω να συναντηθώμεν εν Κωνσταντινουπόλει, συ και ο Θεός το γνωρίζει.
Αρκούσι μοι φαίνεται ταύτα αναφορικώς της νέας σου θέσεως και λοιπών.
Την Πέμπτην 27 δύοντος αίφνης και καθ’ οδόν συνήντησα την Καν αδελφή σας Μαριάνθην την επλησίασα και ηρώτησα τα κατ’ αυτήν. Χθες δε καθ’ οδόν ερχόμενος από το χωριό πεζή, την συνήντησα συνοδευομένην από τον Κον κ Καν Νικολαΐδου. Δεν έμαθα ούτε τας ενεργείας της ούτε τι ζητεί. Καλόν όμως εθεώρουν να μοι έλεγε την θέλησίν της ίνα ομιλήσω τα συγγενή και γνωστά μας πρόσωπα της εφορίας. Τέλος είθε να επιτύχη εις τας ενεργείας της και είθε να εκπληρωθούν τα όνειρά της και να την κάνωμεν Μυτιληνιά.
Ταύτα προς το παρόν και θα κλείσω την παρούσαν μου. Είμαι πνιγμένος από δουλειές διαφόρους.
Σε ασπάζομαι
Ιδικός σας
Δημητρός
30ή Αυγούστου 1901[7]
Προηγούμενες επιστολές: https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3211-o-sokratis-apo-to-aivali, https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3223-o-sokratis-apo-to-aivali-2 και https://booksjournal.gr/stiles/pira-to-gramma-sou/3234-o-sokratis-apo-to-aivali-3
[1] Ο προφήτης Ιερεμίας προέβλεψε την απώλεια της Ιερουσαλήμ κι έδωσε το όνομά του στις μεμψίμοιρες προβλέψεις.
[2] Απόδοση με λατινικούς χαρακτήρες της σχετικής τουρκικής φράσης, που αργότερα, στα νεοτουρκικά, αποδόθηκε allah kerim
[3] Έργο του Ιουλίου Βερν, τίτλος πρωτοτύπου Le Testament d'un excentrique (Η διαθήκη ενός εκκεντρικού) κυκλοφόρησε πρώτη φορά σε συνέχειες σε γαλλικό περιοδικό το 1899. Η αρχική εικονογραφημένη έκδοση σε βιβλίο κυκλοφόρησε το 1900 ενώ τον Μάρτιο του 1901 εκδόθηκε μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Σωκράτη.
[4] Δύο δυσανάγνωστες λέξεις.
[5] Φράση σβησμένη οίκοθεν. Σ’ αυτήν αναφέρεται ο Σωκράτης στο επόμενο γράμμα.
[6] Η επιστολή αυτή προέρχεται από το πρόχειρο που κράτησε ο γράφων. Κατανοητές κατά συνέπεια κάποιες ασυνταξίες.
[7] Η επιστολή ήταν αχρονολόγητη από τον αποστολέα. Μάλλον ο Σωκράτης έγραψε την ημερομηνία παραλαβής με μολύβι, ημέρα αναχώρησής του από το Αϊβαλί.