Σύνδεση συνδρομητών

Λογοτεχνία, ένα «γυμναστήριο διάκρισης» – ή «να ακούς τη φωνή ενός άλλου ανθρώπου»

Τετάρτη, 23 Απριλίου 2025 01:46
Ο Πάπας Φραγκίσκος. Πίστευε ότι ο T. Σ. Έλιοτ περιέγραψε με οξυδέρκεια τη σημερινή θρησκευτική κρίση ως κρίση μιας γενικευμένης συναισθηματικής ανικανότητας. Αν θέλουμε να πιστέψουμε αυτή τη διάγνωση, το πρόβλημα της πίστης σήμερα δεν είναι πρωτίστως το να πιστεύουμε περισσότερο ή λιγότερο σε σχέση με συγκεκριμένα δόγματα. Αντίθετα, είναι η αδυναμία τόσων πολλών συγχρόνων μας να συγκινηθούν βαθιά μπροστά στον Θεό, τη δημιουργία του και τους άλλους ανθρώπους.
Jeffrey Bruno
Ο Πάπας Φραγκίσκος. Πίστευε ότι ο T. Σ. Έλιοτ περιέγραψε με οξυδέρκεια τη σημερινή θρησκευτική κρίση ως κρίση μιας γενικευμένης συναισθηματικής ανικανότητας. Αν θέλουμε να πιστέψουμε αυτή τη διάγνωση, το πρόβλημα της πίστης σήμερα δεν είναι πρωτίστως το να πιστεύουμε περισσότερο ή λιγότερο σε σχέση με συγκεκριμένα δόγματα. Αντίθετα, είναι η αδυναμία τόσων πολλών συγχρόνων μας να συγκινηθούν βαθιά μπροστά στον Θεό, τη δημιουργία του και τους άλλους ανθρώπους.

Ο Πάπας για τη σημασία της ανάγνωσης λογοτεχνίας

Με την επιστολή του σχετικά με το ρόλο της λογοτεχνίας στην εκπαίδευση, που γράφτηκε στις 17 Ιουλίου 2024 και δημοσιεύτηκε την Κυριακή 4 Αυγούστου 2024 (https://booksjournal.gr/paremvaseis/5339-ekeinoi-pou-mathainoun-pragmatika-na-vlepoun-plisiazoun-afto-pou-einai-aorato), ο Πάπας Φραγκίσκος ενθαρρύνει και υποδεικνύει «μια ανανεωμένη αγάπη για την ανάγνωση» και κυρίως «προτείνει μια ριζική αλλαγή πορείας» στην προετοιμασία των υποψηφίων για την ιεροσύνη, ώστε να δίνεται περισσότερος χώρος στην ανάγνωση λογοτεχνικών έργων.

Η λογοτεχνία μέσα από το κείμενο της επιστολής δεν είναι απλώς ένα μέσο ψυχαγωγίας, αλλά ένα όχημα για την εξερεύνηση και την κατανόηση των βυθών της ανθρώπινης ψυχής, την προώθηση ενός γόνιμου διαλόγου με τον σύγχρονο πολιτισμό και την ενίσχυση της ενσυναίσθησης και της ποιμαντικής ικανότητας των εκκλησιαστικών λειτουργών. «Η πράξη της ανάγνωσης μοιάζει με μια πράξη “διάκρισης”, χάρη στην οποία ο αναγνώστης εμπλέκεται προσωπικά ως “υποκείμενο” της ανάγνωσης και ταυτόχρονα ως “αντικείμενο” αυτού που διαβάζει». Ο Πάπας Φραγκίσκος ζητά μια ριζική αλλαγή στην εκπαίδευση των ιερέων, εκτιμώντας τη λογοτεχνία ως βασικό συστατικό της εκπαιδευτικής τους διαδρομής. Υπογραμμίζει την «αξία της ανάγνωσης μυθιστορημάτων και ποιημάτων ως μέρος της πορείας του ατόμου προς την προσωπική ωριμότητα», επειδή ανοίγουν νέους εσωτερικούς χώρους και βοηθούν στην αντιμετώπιση της ζωής και στην κατανόηση των άλλων. Η λογοτεχνία κατά την κρίση του μπορεί να εκπαιδεύσει «τις καρδιές και τα μυαλά των ποιμένων» στην «ελεύθερη και ταπεινή άσκηση της χρήσης της λογικής μας» και στη «γόνιμη αναγνώριση της ποικιλίας των ανθρώπινων γλωσσών», διευρύνοντας έτσι την ανθρώπινη ευαισθησία και οδηγώντας σε μεγαλύτερο πνευματικό άνοιγμα.

Αλλά δεν πρέπει ποτέ να χάνει κανείς από τα μάτια του τη «σάρκα» του Ιησού Χριστού, υπογραμμίζει εμφατικά ο Ποντίφηκας, «αυτή τη σάρκα που αποτελείται από πάθη, συναισθήματα και αισθήματα, λόγια που προκαλούν και παρηγορούν, χέρια που αγγίζουν και θεραπεύουν, βλέμματα που απελευθερώνουν και ενθαρρύνουν, σάρκα που αποτελείται από φιλοξενία, συγχώρεση, αγανάκτηση, θάρρος, αφοβία – με μια λέξη, αγάπη».

Η λογοτεχνία, υποστηρίζει, «μας διδάσκει πώς να κοιτάμε και να βλέπουμε, να διακρίνουμε και να εξερευνούμε την πραγματικότητα των ατόμων και των καταστάσεων ως ένα μυστήριο φορτισμένο με ένα πλεόνασμα νοήματος που μπορεί να κατανοηθεί μόνο εν μέρει μέσω κατηγοριών, επεξηγηματικών σχημάτων, γραμμικής δυναμικής αιτιών και αποτελεσμάτων, μέσων και σκοπών».

Στην επιστολή του Πάπα αναφέρονται η δική του εμπειρία ως καθηγητή λογοτεχνίας σε γυμνάσιο το 1964-65, καθώς και δοκίμια των συγγραφέων K. Σ. Λιούις (Clive Staples Lewis), Μαρσέλ Προυστ και Χόρχε Λουίς Μπόρχες και κείμενα του Ιησουίτη πατέρα Kαρλ Ράνερ, του Πάπα Παύλου ΣΤ' και του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β' καθώς και της Β' Συνόδου του Βατικανού. Αναφέρεται επίσης και στις Πράξεις των Αποστόλων όπου μαρτυρείται ότι ο Παύλος γνώριζε το έργο του ποιητή Επιμενίδη, ο οποίος έγραψε τον έκτο αιώνα π.Χ., και του ποιητή Αράτου του Σολέως από τον τρίτο αιώνα π.Χ.

Το κείμενο του ποντίφηκα εντυπωσιάζει με τον μεστό και βαθύ λόγο του, τις εξαιρετικές και τολμηρές θα έλεγα μνείες στους σύγχρονους μεγάλους συγγραφείς, και φανερώνει έναν παθιασμένο και άκρως εκλεπτυσμένο αναγνώστη της λογοτεχνίας.

Ξεχωρίζω όμως δύο βιβλιογραφικές αναφορές του:

Η πρώτη: «η λογοτεχνία [...] πηγάζει από τον πιο μη αναγώγιμο πυρήνα του ανθρώπου, αυτό το μυστηριώδες επίπεδο [της ύπαρξής του]... Η λογοτεχνία είναι ζωή, με συνείδηση του εαυτού της, που φτάνει στην πλήρη αυτοέκφρασή της μέσω της χρήσης όλων των εννοιολογικών πόρων της γλώσσας»[1].

Και η δεύτερη: «Μια άλλη εντυπωσιακή εικόνα για τον ρόλο της λογοτεχνίας προέρχεται από τη δραστηριότητα του ανθρώπινου σώματος, και συγκεκριμένα από την πράξη της πέψης. Ο μοναχός Γουλιέλμος του Saint-Thierry του 11ου αιώνα και ο Ιησουίτης Jean-Joseph Surin του 17ου αιώνα ανέπτυξαν την εικόνα μιας αγελάδας που μηρυκάζει –ruminatio– ως εικόνα της στοχαστικής ανάγνωσης. Ο Surin αναφέρθηκε στο “στομάχι της ψυχής”, ενώ ο Ιησουίτης Michel De Certeau μίλησε για μια αυθεντική “φυσιολογία της πεπτικής ανάγνωσης”. [28] Η λογοτεχνία μάς βοηθά να αναστοχαστούμε πάνω στο νόημα της παρουσίας μας σε αυτόν τον κόσμο, να “χωνέψουμε” και να αφομοιώσουμε και να συλλάβουμε αυτό που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της εμπειρίας μας. Η λογοτεχνία, με μια λέξη, χρησιμεύει για να ερμηνεύσουμε τη ζωή, να διακρίνουμε το βαθύτερο νόημά της και τις ουσιαστικές εντάσεις της»[29].

 

 

 

 

Δημήτριος Μποσνάκης

Καθηγητής κλασικής αρχαιολογίας στο τμήμα Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Βιβλία του: Ανέκδοτες Επιγραφές της Κω. Επιτύμβια μνημεία και όροι (2008), Eνθετταλίζεσθαι. Tεχνοτροπία και ιδεολογία των θεσσαλικών επιτυμβίων αναγλύφων του 5ου και 4ου αι. π.Χ. (2013), Το Ασκληπιείο της Κω. Το μνημείο και η επιγραφική συλλογή (2014), Κατηφείη και Όνειδος. Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι νεκροί (2020).

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.