Σύνδεση συνδρομητών

Η Δικαιοσύνη και τα δεσμά της

Κυριακή, 26 Ιανουαρίου 2025 12:07
Γελοιογραφία της Δικαιοσύνης από τον Ονορέ Ντομιέ και τον Σαρλ Φιλιπόν, λιθογραφία επιζωγραφισμένη στο χέρι, 1836.
Honoré Daumier - Charles Philipon
Γελοιογραφία της Δικαιοσύνης από τον Ονορέ Ντομιέ και τον Σαρλ Φιλιπόν, λιθογραφία επιζωγραφισμένη στο χέρι, 1836.

Ένα κείμενο με αφορμή τη σύλληψη του συγγραφέα παιδικών βιβλίων Βασίλη Παπαθεοδώρου, με την κατηγορία της κατοχής υλικού παιδικής πορνογραφίας, την προφυλάκισή του και, τελικά, την αθώωσή του - αλλά, κυρίως, την ενδιάμεση υιοθέτηση δήθεν πληροφοριών και στοιχείων που με βεβαιότητα ενοχοποιούσαν τον συγγραφέα. 

Ι.

Τον Οκτώβριο του 2022 ο συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας Βασίλης Παπαθεοδώρου συνελήφθη για κατοχή σκληρού υλικού παιδικής πορνογραφίας, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, και προφυλακίστηκε στην Τρίπολη. Η συγκέντρωση του υλικού έγινε μέσω του eMule, μιας σχεδόν παρωχημένης πλατφόρμας διαμοιρασμού αρχείων, η οποία δεν παρέχει τη δυνατότητα στον χρήστη να γνωρίζει με ακρίβεια τα επιμέρους αρχεία που κατεβάζει.

Αρχές Νοεμβρίου το συμβάν δημοσιοποιείται και τα ρεπορτάζ, έντυπα και ψηφιακά, στη συντριπτική τους πλειονότητα, ναι μεν σε κάποιο σημείο τους επισημαίνουν την πιθανή αθωότητα του συγγραφέα, εντούτοις στο περιεχόμενό τους επικαλούνται εξακριβωμένες πληροφορίες, έγκυρες πηγές, αξιόπιστα δεδομένα που οδήγησαν στην προφυλάκισή του, ανεξάρτητα από τους ισχυρισμούς του κατηγορουμένου ότι το υλικό συνιστούσε μέρος της έρευνάς του για συγγραφικό του έργο. Επακολουθεί το διαδικτυακό λιντσάρισμα, ακόμα και από ανθρώπους που περιμένει  κανείς  να είναι πιο συγκρατημένοι και δύσπιστοι. Τίθεται και το ηθικό ερώτημα αν ένας συγγραφέας έχει δικαίωμα να έχει ανάλογο υλικό στην κατοχή του για να το αξιοποιήσει αποκλειστικά στο έργο του και η αρνητική απάντηση είναι αδιαπραγμάτευτη. Ή, δημόσια πρόσωπα, που έχουν υποστεί ανάλογο λιντσάρισμα στο παρελθόν, εκφράζουν την εκκωφαντική αποστροφή τους.

Αυτές τις ημέρες ανακοινώθηκε η απόφαση του δικαστηρίου η οποία καθαρογράφτηκε. Ο συγγραφέας αθωώθηκε για όλες τις κατηγορίες. Την απόφαση την ανάρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό κάνοντας και μια περιληπτική αναφορά για το τι του στοίχισε η περιπέτεια και σε προσωπικό επίπεδο. Που μάλλον όλοι μας καταλαβαίνουμε, έστω και αν σε αυτές τις περιπτώσεις η απόσταση ανάμεσα στην κατανόηση και στο βίωμα καθιστά την πρώτη, ακόμα και ως λεκτική αναφορά, ασήμαντη και ενοχική.

Το συμβάν εμπεριείχε όλα τα απαραίτητα, εύφλεκτα υλικά. Επιτυχημένος συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, καταξιωμένος τόσο σε επίπεδο ομοτέχνων του όσο και από το αναγνωστικό κοινό, διαμοιράζεται ψηφιακό πορνογραφικό υλικό. Αν ήμασταν στη χρυσή περίοδο του ρομαντισμού, τον 19ο αιώνα, πολλοί ίσως να ταύτιζαν τον συγγραφέα με το έργο του και με κριτήριο το δεύτερο να αθώωναν τον πρώτο. Δεν είμαστε όμως. Είμαστε στην εποχή της Εξέγερσης των μαζών[1].

 

ΙΙ.

Στο προσκήνιο του ανθρώπινου βίου εμφανίζεται ο μαζικός άνθρωπος με τον ιδιαίτερο τρόπο ύπαρξής του τέμνοντας εγκάρσια όλες τις κοινωνικές τάξεις. Το συγκεκριμένο είδος ατόμου ενυπήρχε στην ανθρώπινη κοινωνία, ωστόσο, από τον 19ο αιώνα και ύστερα, συναθροίζεται και ισχυροποιείται επιβάλλοντας την παρουσία του. Κατέχει αξιόλογες θέσεις στον επαγγελματικό χώρο, κατακτά μια μορφή σταθερότητας, διεκδικεί ολοένα και περισσότερα υλικά αγαθά. Η δράση του καθίσταται όλο και πιο ακώλυτη, ελεύθερη, δυσφορεί στον περιορισμό των επιθυμιών του. Ο Χοσέ Ορτέγα ι Γκασέτ (José Ortega y Gasset) αποδίδει τη δημιουργία του νέου ανθρωπότυπου στη φιλελεύθερη δημοκρατία και στην επιστήμη με τις προεκτάσεις της, που είναι η τεχνολογία και η βιομηχανοποίηση. Ο νέος άνθρωπος βιώνει την εποχή του με πρωτοφανή άνεση σε σχέση με τους προγόνους του και θεωρεί τις απολαύσεις του ως φυσικό προϊόν και όχι δημιούργημα προικισμένων ανθρώπων που προηγήθηκαν. Κρίνοντας μάλιστα τον δικό του βίο ως ανώτερο υποτιμά το ιστορκό παρελθόν. Επιθυμεί διακαώς την ικανοποίηση των ζωτικών του αναγκών και είναι αγνώμων έναντι όσων προετοίμασαν την άνεση του βίου του. Μοιάζει με κακομαθημένο παιδί, λέει ο φιλόσοφος. Θέλει ασφάλεια, ικανοποίηση των επιθυμιών του, απουσία ορίων, παραμένει αδαής για το παρελθόν. Σαρκάζει πνευματικές αξίες και πολιτισμικά αγαθά που απαιτούν διανοητικό μόχθο για την κατανόησή τους.

Έχοντας αποκτήσει τις τρέχουσες πεποιθήσεις και αντιλήψεις από το οικείο περιβάλλον του δεν αναστοχάζεται πάνω σε αυτές, δεν τις επαναξιολογεί, δεν επιζητεί νέες, ναρκισσεύεται με τη διανοητική του πληρότητα, θύει στα πολιτισμικά αγαθά που διευκολύνουν τη ζωή του. Βρίθει κοινοτοπίας και στερεοτύπων για τον δημόσιο βίο, στον οποίο παρεμβαίνει για να επιβάλλει τις γνώμες του. Κλασικός ημιμαθής άγεται από ένα είδους βαρβαρισμού, της έξης εκείνης που περιφρονεί τους κανόνες και δεν παρέχει καν τους λόγους αιτιολόγησης των πεποιθήσεών του. Μετατρέπει τον εαυτό του σε αυθεντία και  διεκδικεί θορυβωδώς θέση στην πολιτική αρνούμενος την παιδευτική αξία του διαλόγου που διέπει τον φιλελεύθερο άνθρωπο. Τέκνο της νεωτερικότητας και της τεχνολογίας, εξειδικεύεται σε επιστημονικά και τεχνολογικά πεδία και στερείται την καθολικότητα, την οικουμενικότητα της γνώσης. Την ποσοτικοποιεί, τη μηχανοποιεί, την κατακερματίζει.

Ο σημερινός μαζικός άνθρωπος μπορεί να λεονταρίζει, αυτό όμως το πράττει μόνο εκ του ασφαλούς. Παραμένει στον παραποιημένο, χρηστικό κόσμο του και λιποψυχά να ανοιχτεί στην πολυποίκιλη ετερότητα της ολότητας του κόσμου. Δρα ψυχρά και εργαλειακά και αδυνατεί να κατανοήσει, να συναισθανθεί τον αλτρουισμό της συνύπαρξης.

Πόσοι από εμάς δεν αναγνωρίζουμε στον ανθρωπότυπο του φιλοσόφου τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας, τον άνθρωπο του διαδικτύου και, πιθανόν, τον εαυτό μας; Υποκείμενα που η φιλελεύθερη δημοκρατία μάς έδωσε το δικαίωμα να εκφράζουμε ελεύθερα τις απόψεις μας εκλαμβάνοντας πλέον τον όποιο έλεγχό τους ως λογοκρισία, φίμωση, φασιστική απαγόρευση. Εξειδικευμένα, κυρίως σε τομείς των φυσικών επιστημών και της τεχνολογίας, τα νεωτερικά ή μετανεωτερικά υποκείμενα έχουν απωλέσει την οπτική του σύνολου κόσμου, τη συνεκτικότητα και την ιεράρχηση των αφηγήσεών του, πείσμονα ωστόσο όχι μόνο να εκφράζουν τη γνώμη τους διαδικτυακά, αλλά ταυτόχρονα η γνώμη τους να αποκτά και ηθική βαρύτητα, να καθίσταται γνώμονας συμπεριφοράς των άλλων.

Ο  Μπερτράν Μπυφφόν (Bertrand Buffon[2]) συμφωνεί με τον Ορτέγα ι Γκασέτ ότι το νεωτερικό υποκείμενο συγκροτείται υποστασιακά τον 19ο αιώνα με το μύθο της «φυσικής κατάστασης» που προϋπάρχει της «κοινωνικής κατάστασης». Είναι από μόνο του εν ενεργεία τέλειο και μοναχική ύπαρξη, αντίθετα με τους προκάτοχούς του οι οποίοι ήταν μόνο εν δυνάμει πλήρεις. Η αυτοαντίληψή του είναι υλιστικής έμπνευσης με τη σημασία ότι ανάγει τα πάντα στην ύλη. Πιστεύει ότι δύναται να την ανακαλύψει επιστημονικά, να την ελέγξει και να αποδεσμευτεί από μεταφυσικές θεωρίες.

Απολαμβάνει την οντολογική βεβαιότητα της πληρότητας της υποκειμενικότητάς του, ανεξαρτήτως των γνωσιακών και ηθικών του ανεπαρκειών. Σημείο αναφοράς  συνιστά ο εαυτός του. Ποθεί την πλήρη και αυθεντική ζωή, ταυτίζεται με τον συναισθηματικό του κόσμο. Αμφισβητεί τα παραδοσιακά πρότυπα ηθικής συμπεριφοράς και βασική επιδίωξη είναι η αυτοσυντήρηση της ύπαρξής του και η ελευθερία των δικαιωμάτων του. Καθηλώνεται στην εγωκεντρική υποκειμενικότητα του, αποβλέπει στην ευημερία του, το έλλογο συμφέρον του και όχι στο κοινό καλό. Προτεραιότητά του είναι η ικανοποίηση των ενστίκτων του, οι άμεσες απολαύσεις.  Διεκδικεί την αυτοπροβολή, την επιδειξιμανία, γίνεται ματαιόδοξο, και κυρίως αλαζονικό βαυκαλιζόμενο ότι κυριαρχεί στον φυσικό κόσμο.

Ο υλισμός επιφέρει τον καθολικό εξισωτισμό ανατρέποντας τις παγιωμένες ιεραρχήσεις. Υποβαθμίζεται το υψηλό και αναβαθμίζεται το κοινότοπο, το χαμηλό. Η γενική εικόνα του κόσμου ως σύνθεση, τάξη, αναλογία ναρκοθετείται και αποσυντίθεται. Η ελευθερία καθίσταται απελευθέρωση από προσδιορισμούς, ακόμα και φυσικούς, και η ισότητα προωθεί και ενισχύει, μέσω του μιμητισμού, την ομοιομορφία και τον κομφορμισμό. Η διευρυμένη εγκαθίδρυση της ισότητας υποσκάπτει τους τρόπους συμπεριφοράς, καθώς οι τελευταίοι επικυρώνουν την ιεραρχία της σχέσης μέσω των υπηρεσιών που προσφέρει ο επαΐων σε κάποιο τομέα σε εκείνον που έχει την ανάγκη του. Ενισχύονται συμπεριφορές  αντίθετες με αυτές που δημιουργούσαν οριοθετήσεις, όπως η οικειότητα, η αδιακρισία, η ξεδιαντροπιά, η αυθάδεια. Ο θρίαμβος της φιλελεύθερης ιδεολογίας επιφέρει, εκτός του ατομικισμού και του υπερκαταναλωτισμού, και τη χυδαιότητα. Την άρνηση αυτοελέγχου και συμμόρφωσης με τα κόσμια ήθη. Το θράσος, την ωμότητα, τον βάναυσο, αγελαίο λόγο, τη σκληρότητα, τη βιαιότητα. Ανάλογα επιτακτικό είναι το ύφος διαμορφωμένο από ψυχρότητα και ναρκισσισμό. Τα ένστικτα αποχαλιναγωγούνται στο όνομα της αυθεντικότητας του υποκειμένου. Ο εαυτός εκτίθεται επαναληπτικά και αδιάκριτα, και ταυτόχρονα αυτοεξαπατάται ως προς την ποιότητά το, αφού, έχοντας απορρίψει το άριστο πρότυπο, αδυνατεί να αποστασιοποιηθεί από την εσωστρέφεια του εαυτού του και κρίνοντάς τον να τον κατανοήσει.

Η χυδαιότητα όμως, εκτός των επιβλαβών ατομικών συνεπειών, υποσκάπτει και τον αρμονικό συλλογικό βίο. Μεταδιδόμενη ως ιός εκχυδαΐζει το κοινωνικό περιβάλλον καλλιεργώντας τη βαναυσότητα του λόγου και της συμπεριφοράς. Πολύ εύκολα, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, γεφυρώνεται η απόσταση λόγου και πράξης, και ενεργοποιείται η βία ως μοναδικός τρόπος διεκδίκησης των ατομικών συμφερόντων. Η χυδαιότητα ως αποδοκιμασία, απόρριψη και μίσος δοκιμάζει και το δημοκρατικό πολίτευμα. Καθώς ο λαός είναι κάτοχος της εξουσίας εξαναγκάζει και τους υποψήφιους ηγέτες του να υιοθετήσουν τους τρόπους του για να εκλεγούν.

 Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και ο φθόνος ως απότοκο της εξισωτικής κοινωνίας. Η κρυμμένη, λανθάνουσα φύση του διαφεύγει ενίοτε και των φορέων του. Ο Νίτσε πίστευε ότι ο κατώτερος πνευματικά φθονούσε τον πνευματικά γενναιόδωρο, ενώ ο Σοπενάουερ υποστήριζε ότι οι άνθρωποι δεν αντέχουν την ευτυχία των συνανθρώπων τους. Σε μια ατομικιστική κοινωνία ο φθόνος σχετίζεται με αυτό που έχουν οι άλλοι και όχι με αυτό που λείπει από το υποκείμενο. Και βέβαια δεν εκδηλώνεται ποτέ απροκάλυπτα, αλλά πάντα συγκαλυμμένα. Δολοπλοκεί παρασκηνιακά με την προβιά και το προσωπείο ηθικών αξιών και ιερών στόχων. Εκπορεύεται από μία ασθένεια του πνεύματος και όχι από ένα σωματικό πάθος. Ο Φρόυντ μίλησε για το «φθόνο του πέους» και τον φθόνο μεταξύ των αδελφών όταν διεκδικούν την αποκλειστικοτητα και την αγάπη των γονιών τους,  ενώ η Mέλανι Κλάιν για το «φθόνο του μαστού» ως κυρίαρχη επιθυμία του παιδιού.

Σύντροφος του φθόνου είναι η μνησικακία.[3] Διανοητική κατάσταση που δημιουργεί αίσθημα κακοβουλίας απέναντι στη ζωή όσων νιώθουν αδύναμοι να επιτύχουν τις επιθυμίες στους. Προέρχεται από απωθημένα συναισθήματα όπως η εκδικητικότητα, το μίσος, η μοχθηρία, η κακολογία. Οι μνησίκακοι καταφεύγουν στη δηλητηριώδη, τοξική κριτική δίχως να προσδοκούν ούτε να εύχονται την εξάλειψη του κατακριτέου. Απεναντίας, η εξάλειψή του, θα τους στερούσε την ευφορία της εξύβρισης.

 

ΙΙΙ.

Τεχνολογική αιχμή της Εξέγερσης των μαζών συνιστά το διαδίκτυο. Το άπειρο του διαδικτύου υποθάλπει την ελπίδα απεριόριστων δυνατοτήτων σαν και αυτές που έλκουν την παιδική ηλικία του ανθρώπου. Όταν και δεν έχει αναπτυχθεί το τμήμα του εγκεφάλου που ελέγχει τον παρορμητισμό και προειδοποιεί για τις συνέπειες. Υποδαυλίζει τους χαμαιλεοντισμούς, τους λεονταρισμούς, τις ψυχότροπες μεταμορφώσεις με τις εφήμερες λυτρωτικές τους παρενέργειες διατηρώντας την καθησυχαστική απόσταση από τα πράγματα καθιστώντας το παρόν τη μόνη χρονική διάσταση. Η άγνοια του παρελθόντος, η απώθησή του, αποστερεί από το τρισδιάστατο του χρόνου και το τρίτο τμήμα του, το μέλλον, στο οποίο αναφέρονται οι πράξεις του παρόντος και τα αποτελέσματά του.

Όμως εμείς βιώνουμε τον εμπράγματο βίο μας με το σώμα μας το οποίο συχνά βρίσκεται σε εν δυνάμει επικίνδυνες καταστάσεις. Αναζητούμε σύμφωνα με τον Μωρίς Μερλώ-Ποντύ τη βέλτιστη λαβή στον κόσμο, η οποία θα μας επιτρέψει, όταν αντιλαμβανόμαστε κάτι, να το συλλαμβάνουμε και ως όλον αλλά και ως επιμέρους. Η συνείδηση είναι μία ολιστική συλλογική και αισθητηριακή κατάσταση και όχι αφηρημένες διαδικασίες. Είναι η αντιληπτική βάση στο εσωτερικό της οποίας το σώμα συνυπάρχει με τον κόσμο. Στο διαδικτυακό σύμπαν αφενός χάνεται η σωματικότητα του υποκειμένου και αφετέρου το πλαίσιο αναφοράς ως προς το πώς βιώνουν τα ανθρώπινα όντα τις εκάστοτε καταστάσεις και τις ενσώματες αλληλεπιδράσεις τους. Η αχανής δικτύωση, η αποθήκευση δεδομένων και η διαρκής διαθεσιμότητα, πλήττει την ιδιωτικότητα και το βάθος των καταστάσεων. Τα πρόσωπα αποπροσωποποιούνται και μετατρέπονται σε ένα ανεντόπιστο μαζικό πρόσωπο. Το εικονικό ομοίωμα υποκαθιστά τον πραγματικό Άλλο. Απομειώνεται και εκμηδενίζεται το βίωμα της ευθραυστότητας και της επικινδυνότητας, του κοινωνικού διαμοιρασμού και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που δημιουργεί. Η ψηφιοποίηση του δημόσιου χώρου  επιτρέπει στον καθένα να εκφέρει την άποψή του και να μην φέρει ευθύνη γι' αυτήν. Η όποια δέσμευση και ευθύνη είναι εικονική, αφού τα άτομα αποφεύγουν την άμεση εμπλοκή τους. Πόσο μάλλον όταν τα άλλα ανθρώπινα υποκείμενα έχουν εξοβελιστεί από τον εμπράγματο κόσμο και έχουν μετατραπεί σε ψηφιακές οντότητες. Σε αφηρημένα, ασώματα υποκείμενα τα οποία στερούνται την ευάλωτη φύση τους, τον οργανικό και υπαρξιακό πόνο, την διάτρηση του τραύματος.  

Ωστόσο, το πραγματικό επαναδιεκδικεί τα δικαιώματά του ως προς τις συνέπειες που έχουν οι πεποιθήσεις και οι ηθικές αξιώσεις. Όταν βάλλεται ένα άτομο και δη δημόσιο πρόσωπο, είτε για τις επιλογές του βίου του είτε για μία πεποίθηση του, όταν οι επιθέσεις ερείδονται σε αστήρικτα, διαστρεβλωμένα γεγονότα, οι συντονιζόμενες, μαζικές διαδικτυακές γνώμες, οι εκκινούμενες από την ημιμάθεια, τη χυδαιότητα, το φθόνο, την μνησικακία, τραυματίζουν το βαλλόμενο υποκείμενο και η όποια δικαστική του δικαίωση παραμένει αδικαίωτη, καθώς αδυνατεί να επανορθώσει τα εσωτερικά, διαπροσωπικά και κοινωνικά τραύματα. Επιπλέον, η επαναληπτικότητα της συγκεκριμένης κουλτούρας, η παγίωσή της, μεταφέρεται από μακροκλίμακα και στη μικροκλίμακα, διαμορφώνει ένα δηλητηριασμένο κλίμα που μετατρέπει όλα τα υποκείμενα σε εν δυνάμει στόχους για να ικανοποιηθούν τα πάθη της εξεγερμένης μάζας.

Η δικαιοσύνη, ως θεσμός, με τις όποιες ατέλειες και αδυναμίες της, εξακολουθεί να παραμένει προτιμότερη από το διαδικτυακό αίσθημα δικαίου και τα ελαυνόμενα, συχνά, σκοτεινά του κίνητρα. Αν οι μάζες εξαναγκάζουν πολλές φορές τους πολιτικούς να εξομοιωθούν μαζί τους για να εκλεγούν, η δικαιοσύνη είναι ο θεσμός που, ως τρίτος πυλώνας της δημοκρατίας, μαζί με τη νομοθετική και την εκτελεστική, μπορεί να ανακόψει τη διάβρωσή της και να την υπερασπιστεί προστατεύοντας μαζί με αυτή τα ανθρώπινα υποκείμενα και το βίο τους στις πολύπτυχες εκφάνσεις του.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.