Οι παλιές αστικές οικογένειες, ακόμη και οι μη αστικές που επένδυαν στη γνώση ως προϋπόθεση κοινωνικής ανόδου των παιδιών τους, φρόντιζαν πρωτίστως να αποκτήσουν τα παιδιά τους τρία βασικά προσόντα: γνώση ξένων γλωσσών, εμπειρία του διεθνούς περιβάλλοντος, επιστημονική κατάρτιση. Οι γονείς του Κώστα Σημίτη, ο δικηγόρος Πειραιώς Γεώργιος Σημίτης που διετέλεσε και καθηγητής στην Ανωτάτη Εμπορική (νυν ΑΣΟΕΕ) και η Φανή Χριστοπούλου, πρώιμη φεμινίστρια, έχοντας περάσει διά πυρός και σιδήρου τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου, ήθελαν τα παιδιά τους να προοδεύσουν. Ο νεαρός Κώστας Σημίτης, το 1952 είχε την τύχη να πάει σε ένα καλό και αυστηρό σχολείο του κέντρου της Αθήνας, το Πειραματικό. Είχε, επίσης, την τύχη να κάνει από νωρίς ιδιωτικά μαθήματα γλώσσας – πρώτα γαλλικά και γερμανικά, μετά και αγγλικά. Τέλος, ευτύχησε να σπουδάσει νομικά σε προπτυχιακό επίπεδο κατευθείαν στο εξωτερικό, στο απαιτητικό Πανεπιστήμιο μιας μικρής γερμανικής πόλης, του Μάρμπουργκ, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όταν ακόμη εκκρεμούσε το στοίχημα της ανοικοδόμησης της χώρας. Και στη συνέχεια, μετά τον στρατό, το 1961, να βρεθεί στο Λονδίνο για μαθήματα στα οικονομικά και στις πολιτικές επιστήμες στη London School of Economics (όπου και έζησε το μεγαλύτερο διάστημα μαζί με τη γυναίκα της ζωής του Δάφνη Αρκαδίου, με την οποία είχαν γνωριστεί και αγαπηθεί στην Αθήνα, σε δύσκολες εποχές, όταν στα πάρτι τα αγόρια ήταν περισσότερα από τα κορίτσια και όταν η σεξουαλική και ερωτική στέρηση οδηγούσε τα αγόρια στο σχολείο να ζουν τη στέρηση σαν τραύμα).
Όλη αυτή η εμπειρία τού άλλαξε την αγοραφοβική αντίληψη για τη ζωή, που ήταν σχεδόν νομοτελειακή στην απομονωμένη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ιδίως στο Λονδίνο, εξομολογείται ο Κώστας Σημίτης, «συνειδητοποίησα ότι ο μικρός και περιορισμένος κόσμος είτε του γερμανικού πανεπιστημίου είτε της Αθήνας υποχωρεί και υπερκαθορίζεται από έναν κόσμο όπου κυριαρχούν τα μεγάλα σύνολα. Είδα τη δυναμική για τη διαμόρφωση παγκόσμιων συστημάτων που θα προσδιόριζαν όλο και περισσότερο την τύχη των μικρότερων κρατών. Αυτό δεν αφορούσε μόνο την εξωτερική πολιτική, αλλά προπαντός την οικονομία και τον τρόπο ζωής, τις καταναλωτικές συνήθειες, τον πολιτισμό, τις αντιλήψεις μας. Ήμουν, χωρίς πολλές αναλύσεις, πεπεισμένος ότι η ελληνική εσωστρέφεια, η κομμουνιστοφοβία, ο μικρόκοσμος της ελληνικής πελατειακής πολιτικής αποτελούν βαρίδια για τη χώρα, την εμποδίζουν να προσαρμοστεί, να αποκτήσει δύναμη, να αντεπεξέλθει στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν».
Η νεανική ηλικία διαμόρφωσε τις αρχές του Κώστα Σημίτη και καθόρισε τις ιδεολογικές και τις πολιτικές επιλογές του στην πορεία, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα και, εξ ανάγκης, ανέλαβε το δικηγορικό γραφείο του πατέρα του. Από τη στιγμή που συνειδητοποιήθηκε έως και σήμερα, εργάζεται για να μπορεί η χώρα να γίνει ανταγωνιστική στις νέες όλο και πιο απαιτητικές συνθήκες. Την προσωπική αυτή περιπέτεια καταγράφει στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του, Δρόμοι ζωής (Πόλις, 2015).
Σε γενικές γραμμές, ο Κώστας Σημίτης είχε την τύχη να συμπορευτεί, σε πολλές καμπές της διαδρομής του, με σοβαρά πρόσωπα που απέφευγαν να καυχώνται τα ίδια, αλλά δεν είναι εύκολο να προσπεράσει κανείς το έργο τους. Στα παιδικά χρόνια, ο πρώην πρωθυπουργός θυμάται τη φιλία του με τον μετέπειτα διάσημο κριτικό κινηματογράφου Γιάννη Μπακογιαννόπουλο και τον Νίκο Πουλαντζά, με τον οποίο ήταν συμμαθητές στο Πειραματικό. Ηταν τα χρόνια που το παιδικό του φαντασιακό μαγεύτηκε από την παρουσία των γονιών του στην ιστορική ομιλία του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία. Σε μια από τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει ο Σπύρος Μελετζής, ο Κώστας Σημίτης αναφέρει: «Ο πατέρας μου διακρίνεται δίπλα του, με τη μητέρα μου να κοιτάζει εξεταστικά την κάμερα».
Η πρώτη μεγάλη παρέα με Ελληνες ήταν από τους κύκλους της Hellenic Society, στα χρόνια του Λονδίνου, με τον Σάκη Καράγιωργα, τον Σπήλιο Παπασπηλιόπουλο, τον Γιώργο Κριμπά, τον Τάκη Θωμόπουλο, τον Κώστα Δρακάτο, τον Νίκο Μουζέλη, τον Νίκο Γκαργκάνα, τον Γεράσιμο Νοταρά (σ. 48). Η παρέα αυτή διευρύνθηκε αργότερα, στις αρχές του 1964, στην Αθήνα, όταν ιδρύθηκε στο σπίτι του Κώστα Σημίτη, Ακαδημίας 35, ο Όμιλος Αλέξανδρος Παπαναστασίου, με αντικείμενο τον συντονισμό της δράσης προσωπικοτήτων για τη διεύρυνση της δημοκρατίας. Μεταξύ των άλλων, στον όμιλο συμμετείχαν οι Γεράσιμος Νοταράς, Μάνος Δελούκας, Τάκης Κύρκος (ο αδελφός του Λεωνίδα), Παναγιώτης Μερλόπουλος, Νίκος και Βέτα Οικονομίδου, Χρήστος και Ελσα Ροκοφύλλου, Γιάννης Σουριαδάκης, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Δημήτρης Δημητράκος, Βασίλης Φίλιας (πήγαινε και ο Τίτος Πατρίκιος, χωρίς όμως να γίνει μέλος). Στον κύκλο αυτό βρέθηκαν και δημοσιογράφοι, όπως ο Αστέρης Στάγκος, ο Λούης Δάνος, ο Σπύρος Γιαννάτος. Κάποια στιγμή τα μέλη του Ομίλου Παπαναστασίου προσέγγισαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, με το σκεπτικό ότι έπρεπε να μπει μπροστά ένας γνωστός και μαχητικός πολιτικός. Με ομιλητή τον Ανδρέα, μάλιστα, ο όμιλος Παπαναστασίου έκανε και εκδήλωση στις 2 Νοεμβρίου 1966. Η ομιλία ήταν ορμητική και, όπως σημειώνει ο Κώστας Σημίτης, ο Ανδρέας Παπανδρέου χρησιμοποίησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα τον όρο κατεστημένο (που έπρεπε να ανατραπεί). Ο Γεώργιος Παπανδρέου, πάντως, την αντιμετώπισε με ειρωνεία: «Του έκανε μάθημα μαρξισμού στην καθαρεύουσα» παρατήρησε.
Όσα παρέθεσα παραπάνω, είναι μόνο ελάχιστα επεισόδια από την περιπετειώδη ζωή του Κώστα Σημίτη, πριν εμπλακεί στην πολιτική και το ΠΑΣΟΚ. Η εμπλοκή αυτή, ασφαλώς, άρχισε από την εποχή του αντιδικτατορικού αγώνα, που ξεκίνησε αμέσως μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος το 1967, όταν ο Όμιλος Αλέξανδρος Παπαναστασίου μετεξελίχθηκε στην αντιδικτατορική οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα». Ο ίδιος συμετείχε σε σειρά αντιστασιακών ενεργειών, μεταξύ των οποίων και η τοποθέτηση βομβών. Για τη δραστηριότητα αυτή, παραπέμφθηκε ερήμην στο Στρατοδικείο για απόπειρα εμπρησμού και παράβαση του νόμου περί εκρηκτικών υλών, με αποτέλεσμα να διαφύγει στο εξωτερικό – μάλιστα, στην Ελλάδα, συνελήφθη η Δάφνη Σημίτη και κρατήθηκε δύο μήνες στην απομόνωση. Από το 1970, ο Κώστας Σημίτης, που ξανασυναντήθηκε με τον Ανδρέα Παπανδρέου στο εξωτερικό, συμμετείχε στο Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ) ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του. Το ΠΑΚ ήταν η βάση για τη δημιουργία του ΠΑΣΟΚ, μετά την πτώση της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, του οποίου ο Κώστας Σημίτης ήταν ιδρυτικό μέλος. Μάλιστα, μετά το 1981, η πολιτική γίνεται αποκλειστική δραστηριότητά του. Τη δραστηριότητα αυτή και τις καμπές της, άλλοτε ως κομβικό πρόσωπο που παρήγε πολιτική και άλλοτε ως διαφωνών σε ένα κόμμα που θεωρούσε ότι είχε μετατραπεί σε πελατειακό μηχανισμό, ο Κώστας Σημίτης την αφηγείται με πολλές λεπτομέρειες.
Πρωθυπουργός μιας εκσυγχρονιστικής κυβέρνησης
Στις 18 Ιανουαρίου 1996, ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρωθυπουργός από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου από το αξίωμα για λόγους υγείας. Και λίγο αργότερα, στις 30 Ιουνίου 1996, λίγες μέρες μετά το θάνατο του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, ο Κώστας Σημίτης εξελέγη από το συνέδριο του κόμματος με ποσοστό 52,4% έναντι 47,6% του αντιπάλου του, που ήταν ο Ακης Τσοχατζόπουλος. Επ’ αυτού, ο Κώστας Σημίτης σημείωνε στο τελευταίο κεφάλαιο των Δρόμων ζωής:
Η πλειοψηφία των συνέδρων είχε συνειδητοποιήσει ότι τα δεδομένα που καθόριζαν την πολιτική της χώρας δεν ήταν πλέον τα ίδια με την εποχή της ανόδου του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Απαιτούσαν τη χάραξη μιας διαφορετικής πολιτικής. Οι στενοί συνεργάτες του Ανδρέα, όμως, δεν ήταν σε θέση να την προσφέρουν.
Η πρωθυπουργία του Κώστα Σημίτη, που άρχισε με το επεισόδιο των Ιμίων που παραλίγο να οδηγήσει σε πολεμική σύγκρουση με την Τουρκία, η οποία αποφεύχθηκε έπειτα από παρέμβαση των Αμερικανών και προσωπικά του προέδρου, Μπιλ Κλίντον. Εντέλει, όμως, η πρωθυπουργία Σημίτη συνδυάστηκε με μια από τις ευτυχέστερες περιόδους στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Ο ίδιος, ως πρωθυπουργός, ήταν μετριοπαθής και οι πολιτικές του μαχητικά εκσυγχρονιστικές. Επιδίωξε και συνέβαλε στη σταδιακή ιδιωτικοποίηση του Δημοσίου, αποριζοσπαστικοποίησε τον πολιτικό λόγο του κόμματός του εντάσσοντάς το στις φωνές υπέρ της Ευρώπης και της ενοποίησής της. Ανάμεσα στις μεγάλες επιτυχίες των κυβερνήσεών του ήταν η ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση το 2001. Επίσης, ήταν καθοριστικός ο ρόλος του στην ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση – δρομολογώντας και μια σοβαρή πολιτική προοπτική λύσης, η οποία δεν ευοδώθηκε εκτός των άλλων επειδή δεν την στήριξε η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, που διαδέχτηκε τις κυβερνήσεις Σημίτη.
Η Ελλάδα του Σημίτη ήταν μια χώρα η οποία δημιούργησε πλήθος νέες υποδομές, στο δρόμο προς τη διοργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων στη χώρα, με θετικό τελικό πραγματικό και συμβολικό αποτέλεσμα. Προηγουμένως, ο Κώστας Σημίτης συγκρούστηκε με τις συντηρητικές δυνάμεις του τόπου, τις οποίες εκπροσωπούσε αναλαμβάνοντας προσωπικά πολιτικό ρόλο, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στην ταυτότητα.
Ωστόσο, η διακυβέρνηση Σημίτη βαρύνεται κυρίως με δύο επιλογές που συνέβαλαν στις μετέπειτα εξελίξεις. Η πρώτη αφορά την ασφαλιστική μεταρρύθμιση που είχε προετοιμάσει ο Τάσος Γιαννίτσης. Ο Κώστας Σημίτης υπαναχώρησε έπειτα από τις αντιδράσεις που κλιμακώθηκαν με κινητοποιήσεις από τα συνδικάτα και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά ακόμα και από τα περισσότερα στελέχη και από υπουργούς του ΠΑΣΟΚ. Χαρακτηριστικά, ο Τάσος Γιαννίτσης είχε δηλώσει:
Στο Ασφαλιστικό δεν με στήριξαν ούτε οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ. Όχι μόνο η συνδικαλιστική πλευρά, δεν υπήρξε ένα κόμμα να τις υποστηρίξει, μια κοινωνική δύναμη, ούτε καν τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, ούτε καν υπουργοί, με εξαίρεση τον πρωθυπουργό και κάποιους υπουργούς ή πολιτικά στελέχη μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, όχι των δύο.
Στον Κώστα Σημίτη επιρρίφθηκαν ευθύνες και για την υπερτίμηση του Χρηματιστηρίου, τη «φούσκα» που οδήγησε στην κατάρρευσή του, με αποτέλεσμα την απώλεια μεγάλων ποσών ακόμα και από μικροεπενδυτές.
Οι αιτίες και το αποτέλεσμα της χρεοκοπίας
Με το τέλος της θητείας του ο Κώστας Σημίτης αρνήθηκε να παροπλιστεί. Χωρίς να συμμετέχει ενεργά στις πολιτικές εξελίξεις, παρέμεινε μαχητικά παρών για τις ιδέες του. Χωρίς να συνθηματολογεί, χωρίς να αποφαίνεται ανέξοδα στα ΜΜΕ, εργάστηκε αδιάλειπτα και με σύστημα, παρεμβαίνοντας κυρίως με το συγγραφικό έργο του. Στο οποίο εξέθετε τις θέσεις του για τα προβλήματα του καιρού μας αλλά και τις ιδέες του και τα περιστατικά της θητείας του στην πολιτική, υλικό χρήσιμο για ανήσυχους αναγνώστες αλλά και για ιστορικούς του μέλλοντος.
Στο τελευταίο βιβλίο του («Υπάρχει λύση;»), στην ουσία μιας μεγάλης συνέντευξής του στον δημοσιογράφο Γιάννη Πρετεντέρη, δεν τοποθετήθηκε μόνο για τα κρίσιμα ζητήματα της ελληνικής κοινωνίας σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία, το διάστημα μετά την περιπέτεια του 2015 που άρχισε με το σχηματισμό κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, κορυφώθηκε με το δημοψήφισμα και ολοκληρώθηκε με το τρίτο και αχρείαστο μνημόνιο Τσίπρα. Ο Κώστας Σημίτης έκανε μια πλήρη τοποθέτηση για τα αίτια της κρίσης, για τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος αλλά και των ελλήνων πολιτών, για τα λάθη των εταίρων και δανειστών, για τις απαραίτητες θυσίες αλλά και για την αδυναμία της χώρας να υποστηρίξει και να προωθήσει μεταρρυθμίσεις, για τη στρεβλή αρχιτεκτονική της ΟΝΕ, για την ανάδυση των δυνάμεων του εθνικολαϊκισμού. Απάντησε και στα δικά του πεπραγμένα –γιατί υποχώρησε, π.χ., στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση (προείχαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, απαντά) ή για το λεγόμενο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου (απαντά ότι στελέχη της κυβέρνησής του είχαν προειδοποιήσει για ρίσκο των επενδυτών).
Αναφερόμενος στη χρεοκοπία, ο Κώστας Σημίτης απέδιδε το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης στον εκτροχιασμό των κυβερνήσεων Κώστα Καραμανλή. Χρησιμοποιώντας οικονομικά στοιχεία, μαρτυρίες, δημοσιεύματα, μετρήσεις, περιγράφει ως εξής τις συνθήκες που οδήγησαν στη χρεοκοπία:
Το δημόσιο χρέος έφτασε από 93,28 δισ. ευρώ το 1996, τα 146,01 δισ. ευρώ το 2010. Αυξήθηκε, από το 2009 έως το 2010, κατά 20 δισ. περίπου, ένα ποσό-ρεκόρ […]. Δεν συμφωνώ καθόλου με την άποψη ότι όλα αυτά ήταν λίγο-πολύ συνηθισμένα. Παρόμοια αρνητική εξέλιξη δεν υπήρξε άλλη φορά, μετά τη Μεταπολίτευση. Βεβαίως, ούτε επί των κυβερνήσεών μου. Το έλλειμμα της κυβέρνησης ήταν το 1996, το πρώτο έτος της διακυβέρνησής μου, -6,31% του ΑΕΠ, και -5,52% του ΑΕΠ το 2003, τον τελευταίο χρόνο της διακυβέρνησής μου. Μειώθηκε, δηλαδή. Στο τέλος του 2008 ήταν -9,8%. Το 2009, έπειτα από δέκα μήνες διακυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας και δύο μήνες διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ υπό τον Γ. Παπανδρέου, έφτασε το -15,25% του ΑΕΠ, ένα απόλυτο ρεκόρ» (σελ. 11-12).
Ο Κώστας Σημίτης δεν διστάζει να επιρρίψει τη μερίδα του λέοντος των ευθυνών στη διακυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, για την οποία δηλώνει ότι «δημιούργησε το μεγαλύτερο έλλειμμα στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, πρωτόγνωρο στην Ευρωπαϊκή Ενωση». Αλλά δεν αφήνει έξω από τις ευθύνες ούτε τη διακυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου. «Ισχυριζόταν ακόμη, στις αρχές του 2010, ότι “λεφτά υπάρχουν”» γράφει ο Κώστας Σημίτης. «Οταν διαπραγματεύτηκε με την Ένωση, δεν είχε πειστικό σχέδιο. Μετά το πρώτο Μνημόνιο, τον Μάιο του 2010, συνέχισε να αμφιβάλλει για το πρακτέο. Οι αμερικανοί σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου, ο κ. Στίγκλιτς και ο κ. Γκάλμπρεϊθ, μετέπειτα συνεργάτης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, επέμεναν ότι η Ελλάδα πρέπει να αποχωρήσει από την Ενωση».
Σοβαρές ευθύνες ο Κώστας Σημίτης αποδίδει και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα μέρος τους θεωρεί ότι είναι διαρθρωτικό, η αρχιτεκτονική της ΟΝΕ που ευνοεί τη διαφορά πλούσιου Βορρά έναντι φτωχού Νότου. Ωστόσο, υπήρξαν και λάθη στη συγκυρία. Το πρώτο Μνημόνιο, π.χ., δεν είχε επίκεντρο την ανάπτυξη, μάλιστα έχοντας σχεδιαστεί για να περιστείλει τις δημόσιες επενδύσεις βύθισε ακόμα περισσότερο τη χώρα στην ύφεση –η οποία πολλαπλασιάστηκε εξαιτίας του λάθους που έχει παραδεχθεί το ΔΝΤ: «Οι δανειστές υπολόγισαν τις επιπτώσεις των μέτρων με βάση τον κανόνα ότι η μείωση της δαπάνης κατά 1% οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ (ύφεση) κατά 0,5%. Σε χώρες όμως με διαρθρωτικές αδυναμίες, η μείωση του ΑΕΠ μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη, όπως και συνέβη» (σελ. 39). Αποτέλεσμα: αντί για -7,5%, η ύφεση στο τέλος του 2012 έφτασε το -23,66%. Πανωλεθρία. Εξίσου πανωλεθρία ήταν η αδιαφορία της ευρωζώνης για τις επενδύσεις, η αξία των οποίων υποχώρησε από 20,7% του ΑΕΠ το 2009 σε 11% το 2015.
Στο τελευταίο αυτό βιβλίο του, ο Κώστας Σημίτης περιγράφει και αναλύει τον μόνο δρόμο που πρέπει και μπορεί να ακολουθήσει η Ελλάδα – τον δρόμο της προόδου. Προϋπόθεση της πρόδου είναι η χώρα να αποδεχθεί και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις. Αλλά τι είναι ακριβώς οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις;
Κατά τον Κώστα Σημίτη, κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια οφείλει να επιδιώκει τη δημιουργία ενός κράτους και μιας κοινωνίας που θα διευρύνουν τις ελευθερίες και τις δυνατότητες των πολιτών. Οι μεταρρυθμιστές «επιδιώκουν να ενδυναμώσουν το παραγωγικό δυναμικό της χώρας, να στηρίξουν τις επενδύσεις και την απασχόληση, να ενισχύσουν την παιδεία και την τεχνολογική πρόοδο. Να εξασφαλίσουν, ταυτόχρονα, μια δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος, την κοινωνική στήριξη των αδυνάτων και τη μείωση των ανισοτήτων. Τέλος, βασικοί τους στόχοι είναι και η ενίσχυση της δημοκρατίας, η εξασφάλιση της ισονομίας και η διεύρυνση των ελευθεριών, ο περιορισμός της κρατικής και κοινωνικής αυθαιρεσίας» (σελ. 217). Για να γίνουν κατορθωτά όλα αυτά, χρειάζεται μια χώρα που θα καταπολεμήσει τις δομές του πελατειακού κράτους (ο Κώστας Σημίτης χρησιμοποιεί τη διατύπωση του καθηγητή Γιάννη Βούλγαρη: «Την προσοδοκρατία των ισχυρών συμφερόντων και την κρατική πελατειακή διανομή των πόρων») αλλά και την εκμετάλλευση στην εργασία και στη λειτουργία της αγοράς. Και για να αρχίσουν όλα αυτά να υλοποιούνται, χρειάζεται η χώρα να συμμετάσχει στις ευρωπαϊκές και τις παγκόσμιες εξελίξεις, υπερβαίνοντας «την εθνικιστική εξωστρέφεια και τις φαντασιώσεις για τα δήθεν ιδιαίτερα δικαιώματά της».
Τα βιβλία του
Ο Κώστας Σημίτης είχε κάνει νομικές και οικονομικές σπουδές στη Γερμανία και την Αγγλία. Στη διάρκεια της δικτατορίας, όταν έφυγε από την Ελλάδα, δίδαξε ως υφηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κόνσταντς το 1971 και ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γκίσσεν την περίοδο 1971-1975. Το 1977 εκλέχτηκε καθηγητής Εμπορικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Έχει γράψει πολλά βιβλία, τα περισσότερα με πολιτικό περιεχόμενο, τα οποία ωστόσο δεν μοιάζουν με μπροσούρα (όπως είναι τα βιβλία των περισσότερων πολιτικών) αλλά είναι αναλυτικά και στοχαστικά, ενώ περιέχουν σημαντικά στοιχεία της πολιτικής του ταυτότητας και των επιλογών της ζωής του, πολλές από τις οποίες ήταν επιλογές συνυφασμένες με το μέλλον της χώρας. Μετά τη μεταπολίτευση, στην Ελλάδα, κυκλοφόρησαν τα ακόλουθα βιβλία του: Η δομική αντιπολίτευση (1979), Για μια κοινωνία ισχυρή, για μια ισχυρή Ελλάδα (1995), Το δικαίωμα επί της εφευρέσεως (1998), Για μια ισχυρή Ελλάδα, σύγχρονη και δημοκρατική (2002), Για μια ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη και στον κόσμο (2002), Για μια Ελλάδα οικονομικά ισχυρή και κοινωνικά δίκαιη (2002), Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004 (2005), Στόχοι, στρατηγική, προοπτικές (2007), Η δημοκρατία σε κρίση; (2007), Σκέψεις για μια προοδευτική διακυβέρνηση (2008), Η κρίση (2008), Ο εκτροχιασμός (2012), Δρόμοι ζωής (2015), Υπάρχει λύση; (με τον Γιάννη Πρετεντέρη - 2016).
Υπήρξε συνεργάτης του Books’ Journal.
Δηλώσεις για τον Κώστα Σημίτη
Η πρόεδρος της δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, για την απώλεια του Κώστα Σημίτη, δήλωσε τα εξής:
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές και πολύπλευρες πολιτικές προσωπικότητες της νεότερης ιστορίας μας. Η παρουσία του στον δημόσιο βίο της χώρας συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση και τη συνέχεια μιας άλλης πολιτικής συνείδησης και κουλτούρας στη Μεταπολίτευση, με έμφαση στη μέθοδο, τον ορθολογισμό και την προσήλωση στον στόχο. Με σταθερή, κύρια αναφορά του την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και το ρεύμα του εκσυγχρονισμού, οραματίστηκε, ως Πρωθυπουργός, μια Ελλάδα ισχυρή και ισότιμη στην Ευρώπη. Η είσοδος της χώρας στην Ευρωζώνη και η ένταξη της Κύπρου στην Ευρώπη έχουν καταγραφεί ως κορυφαίες στιγμές για τα εθνικά μας συμφέροντα. Το δημοκρατικό ήθος, η αγωνιστικότητα και η χαμηλότονη αφοσίωση στο καλό της Πολιτείας μας συνόδευσαν τον Κώστα Σημίτη σε όλη τη ζωή του, στην αντίσταση στη δικτατορία, στην ακαδημαϊκή του πορεία, στην σπουδαία πολιτική του διαδρομή. Τον αποχαιρετώ με θλίψη και σεβασμό και εκφράζω τα βαθιά μου συλλυπητήρια στη σύζυγό του Δάφνη, στις κόρες του και στους οικείους του.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση:
Με θλίψη και σεβασμό αποχαιρετώ τον Κώστα Σημίτη. Τον άξιο και ευγενή πολιτικό αντίπαλο. Αλλά και τον Πρωθυπουργό που συνόδευσε την Ελλάδα στα μεγάλα εθνικά της βήματα: την ένταξη στην Ευρωζώνη και στο Ευρώ και την είσοδο της Κύπρου στην Ευρώπη. Μία προσωπικότητα η οποία, αναμφίβολα, αφήνει το δικό της αποτύπωμα στην εξέλιξη του τόπου, όλες τις τελευταίες δεκαετίες.
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε συνεπής αγωνιστής κατά της δικτατορίας και, αργότερα, ιδρυτικό μέλος, ηγετικό στέλεχος και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Ένας ικανός ακαδημαϊκός δάσκαλος και μετριοπαθής κοινοβουλευτικός άνδρας. Κυρίως, όμως, ένας καταλύτης της δημόσιας ζωής, που έθεσε με τόλμη στο επίκεντρό της την μεγάλη προσπάθεια του εκσυγχρονισμού της χώρας.
«Ο εκσυγχρονισμός δεν έχει ημερομηνία λήξης», πίστευε ο ίδιος. «Είναι μια διαρκής διεργασία, έχοντας βάση τις αξίες της Δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της διαρκούς διεύρυνσης των δυνατοτήτων του ατόμου. Αποτελεί όρο με περιεχόμενο και πολιτική αξία. Ένα εργαλείο δράσης για την αλλαγή της κοινωνίας όσο υπάρχει παρελθόν που καθορίζει το παρόν και εμποδίζει την προσαρμογή στο μέλλον».
Ανεξάρτητα από πολιτικές διαφορές, νομίζω ότι αυτή η παρακαταθήκη του διατρέχει και σήμερα, ως κοινή διεκδίκηση, τα ζητούμενα της πατρίδας. Κάτι που σηματοδοτεί το μερίδιο προσφοράς του Κώστα Σημίτη σε αυτήν. Επιτρέποντάς του, στο εξής, να διατηρεί μία ξεχωριστή θέση στη μνήμη και στην Ιστορία. Τα πιο ειλικρινή μου συλλυπητήρια στη γυναίκα του Δάφνη, τις κόρες και τους δικούς του ανθρώπους.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
Ο Κώστας Σημίτης ήταν από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Μεταπολίτευσης αφήνοντας σπουδαία πολιτική παρακαταθήκη και κάνοντας πράξη την ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη.
Ο πρώην Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ήταν βαθιά οραματιστής και ευρωπαϊστής. Συνέδεσε την πρωθυπουργία του με κορυφαίες εθνικές επιτυχίες: την ένταξη της χώρας στον σκληρό πυρήνα του ευρώ και την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. με άλυτο το Κυπριακό.
Αλλά και με μακρόπνοα έργα υποδομών, που άλλαξαν ριζικά την εικόνα της πατρίδας μας, βελτίωσαν άρδην την καθημερινότητα των πολιτών και ενίσχυσαν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Ο Κώστας Σημίτης και το έργο των κυβερνήσεών του σφράγισαν μία από τις πιο δημιουργικές περιόδους της χώρας. Με σχέδιο, μεθοδικότητα και βαθιά προοδευτικό όραμα απέναντι σε κάθε είδους συντήρηση άνοιξε ως Πρωθυπουργός νέους ορίζοντες στην ελληνική κοινωνία σε μια περίοδο καταιγιστικών αλλαγών στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Εργάστηκε για την μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας, αλλά πρώτα και καίρια για να γίνει πράξη η κοινωνική σύγκλιση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Τον χαρακτήριζε ο μετριοπαθής, ρεαλιστικός πολιτικός λόγος και η ασυμβίβαστη, ρηξικέλευθη πολιτική δράση.
Αγωνίστηκε κατά της χούντας με τους συντρόφους του στη Δημοκρατική Άμυνα και έπειτα στο ΠΑΚ.
Τον αποχαιρετούμε με βαθύ σεβασμό και ευγνωμοσύνη για τους πρωτοπόρους δρόμους, που άνοιξε για την πατρίδα μας και τον ελληνικό λαό.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε την ακόλουθη δήλωση:
Ο Κώστας Σημίτης έχει καταγραφεί στην κοινή συνείδηση ως εκφραστής του εκσυγχρονιστικού ρεύματος. Αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή για μια Ελλάδα που μπορεί να κινείται ισότιμα στην Ευρώπη και διεκδικεί τη θέση της στο διεθνές γίγνεσθαι έχοντας επίγνωση των συσχετισμών και των καταστάσεων. Το έθνος τον αποχαιρετά με την τιμή και την αναγνώριση που του αξίζει. Το ΠΑΣΟΚ αποχαιρετά τον δεύτερο ιστορικό ηγέτη του και την εμβληματική φυσιογνωμία μιας θεμελιώδους όψης του. Η Ιστορία θα αποτιμήσει το έργο του Κώστα Σημίτη και εμείς που είχαμε την τύχη να υπηρετήσουμε και να συμπράξουμε ως μέλη των κυβερνήσεων του υποκλινόμαστε στη μνήμη του. Προσωπικά τον ευχαριστώ από καρδιάς για την εμπειρία της συνεργασίας, υποβάλλω τα σέβη μου στην κυρία Δάφνη Σημίτη και εκφράζω τα συλλυπητήρια μου στην οικογένεια του στην οποία νιώθουμε ότι ανήκουμε.
*Με απόφαση της Κυβέρνησης, η κηδεία του Κώστα Σημίτη θα γίνει δημοσία δαπάνη, θα αποδοθούν τιμές εν ενεργεία Πρωθυπουργού και θα κηρυχθεί τετραήμερο εθνικό πένθος. Η κηδεία θα γίνει την Πέμπτη, 9 Ιανουαρίου, στις 12.00, στη Μητρόπολη Αθηνών, και στη συνέχεια ο Κώστας Σημίτης θα ταφεί στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.