Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τερματίστηκε τον Αύγουστο του 1945 με τον ατομικό βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι. Από τότε τα πυρηνικά όπλα δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ ξανά, και ο πλανήτης κρατήθηκε μακριά από μια νέα παγκόσμια σύρραξη. Έως πρόσφατα μάλιστα σχεδόν κανείς δεν είχε απειλήσει ότι θα τα χρησιμοποιήσει. Ακόμη και η απλή αναφορά σε αυτά ήταν ταμπού. Ένα ιδιότυπο ταμπού που οικοδομήθηκε βήμα βήμα και στο οποίο οφείλουμε σε μεγάλο βαθμό το ότι είμαστε σήμερα ζωντανοί. Και το οποίο, αν διαρραγεί ολοκληρωτικά, θα φέρει μεγάλους κινδύνους για την ανθρωπότητα.
Πώς οικοδομήθηκε το πυρηνικό ταμπού*
Το καλοκαίρι του 1945, μήτε οι αμερικανοί πολιτικοί μήτε οι στρατιωτικοί είχαν πολλές αναστολές σχετικά με τη χρήση του νέου υπερόπλου, της ατομικής βόμβας. Είχαν προηγηθεί οι συμβατικοί βομβαρδισμοί του άμαχου πληθυσμού με εκρηκτικές και εμπρηστικές βόμβες, όπως η εφιαλτική καταστροφή της Δρέσδης και η ισοπέδωση ολόκληρων ιαπωνικών πόλεων. Για τη Μαφία των Βομβαρδιστών, όπως αποκαλούσαν μειωτικά το στρατηγό Κέρτις Λε Μέι και την παρέα του, η ατομική βόμβα ήταν η νομοτελειακή συνέχεια των συμβατικών βομβών. Τι μία και μεγάλη, τι πολλές και μικρότερες. Άλλωστε είχαν προηγηθεί τόσες βαρβαρότητες στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, είχαν εξοντωθεί και καεί ζωντανοί τόσοι άνθρωποι που τα ηθικά διλήμματα ήταν ντε φάκτο αποδυναμωμένα.
Αν και υπήρξαν εισηγήσεις να μη ριφθεί η ατομική βόμβα σε μια ιαπωνική πόλη, αλλά να γίνει μία ανώδυνη επίδειξη του νέου όπλου σε ένα ουδέτερο σημείο και να προσκληθούν οι Ιάπωνες ώστε να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι την τρομακτική μοίρα που τους περίμενε αν δεν συνθηκολογούσαν, ο πρόεδρος Τρούμαν ποτέ δεν σκέφτηκε σοβαρά να μη ρίξει την βόμβα. Θα την είχε χρησιμοποιήσει και εναντίον της Γερμανίας, αλλά ο πόλεμος εναντίον της είχε τελειώσει πριν να είναι ετοιμοπόλεμη. Άλλωστε έπρεπε να σταματήσει ο πόλεμος με την Ιαπωνία, για να μην υπάρξουν άλλα θύματα εκατέρωθεν, να μη συμβεί μία άλλη Οκινάβα. Αυτή τουλάχιστον ήταν η επίσημα εκδοχή· εκείνο όμως που πράγματι απασχολούσε τις ΗΠΑ ήταν η προέλαση των Σοβιετικών στην Μαντζουρία. Μια θεαματική ατομική έκρηξη που θα ισοπέδωνε κτίρια και θα εξαέρωνε ανθρώπους θα τους πάγωνε στις θέσεις τους. Έτσι η βόμβα έπεσε –απροειδοποίητα– στη Χιροσίμα το πρωί της 6ης Αυγούστου και στο Ναγκασάκι τρεις μέρες αργότερα. «Ήταν εξίσου νόμιμη με οποιοδήποτε άλλο φονικό όπλο του σύγχρονου πολέμου», έγραψε αργότερα ο υπουργός Πολέμου των ΗΠΑ, Χένρι Στίμσον. Τα επίσημα επιχειρήματα φαίνεται να έπιασαν τόπο στην κοινή γνώμη: αμέσως μετά τον πόλεμο, το 80% των Αμερικανών πίστευε ότι, προκειμένου να τελειώσει γρηγορότερα ένας πόλεμος, ήταν νόμιμο και ηθικό να χρησιμοποιηθεί η ατομική βόμβα εναντίον του εχθρού.
Κορέα: Μόλις 5 χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, τον Ιούνιο του 1950, η Βόρεια Κορέα επιτέθηκε στην Νότια, σύμμαχο των ΗΠΑ. Μερικούς μήνες αργότερα, στη σύρραξη μπήκαν αιφνιδιαστικά και κινεζικά στρατεύματα. Ο Πρόεδρος Τρούμαν και οι στρατιωτικοί του σύμβουλοι συζήτησαν την χρήση πυρηνικών όπλων, αλλά δεν έκαναν καμία ουσιαστική κίνηση να τα αναπτύξουν και αργότερα την απέκλεισαν εντελώς. Ένας βασικός λόγος ήταν ότι είχαν ακόμη ελάχιστα από δαύτα και δεν θα ’θελαν να τα σπαταλήσουν στην Ασία, προτιμώντας να τα χρησιμοποιήσουν στην Ευρώπη –κύριο πεδίο των στρατηγικών τους συμφερόντων– αν γεννιόταν ή ανάγκη. Οι στρατιωτικοί βέβαια επέμεναν: η Κορέα παρουσίαζε μια εξαιρετική ευκαιρία χρήσης τακτικών πυρηνικών όπλων. Φαίνεται όμως ότι βασικό ρόλο σε αυτή την αυτοσυγκράτηση έπαιξε η διεθνής κοινή γνώμη: κυβερνήσεις και λαοί είχαν δει πολύ πρόσφατα τη φρίκη του ατομικού πολέμου. Οι συμβατικοί βομβαρδισμοί, όπως ισχυρίζονταν ορισμένοι στρατιωτικοί σύμβουλοι, θα είχαν απαράλλαχτο αποτέλεσμα με τη ρίψη πυρηνικών όπλων. Παρότι λοιπόν υπήρχαν αντικειμενικοί λόγοι να μη χρησιμοποιηθούν πυρηνικά όπλα, η εμφάνιση του πυρηνικού ταμπού έπαιξε εδώ καθοριστικό ρόλο. Μια ευρεία χρήση πυρηνικών όπλων για βομβαρδισμούς «θα στιγμάτιζε τους Αμερικανούς με την κατάρα του Κάιν για πολλές γενιές» είπε αργότερα ο Ντιν Ρασκ, ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών για την Άπω Ανατολή.
Κούβα: Η κρίση της Κούβας, τον Οκτώβριο του 1962, μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης αποτελεί ειδική περίπτωση. Για 13 μέρες ο κόσμος βρέθηκε στο χείλος μίας πυρηνικής σύρραξης, όπου από στιγμή σε στιγμή ο Ψυχρός Πόλεμος μπορεί να μεταλλασσόταν σε Θερμό. Εδώ τα πυρηνικά όπλα ήταν το κεντρικό διακύβευμα, όταν η Σοβιετική Ένωση αποφάσισε να εγκαταστήσει πυραύλους μέσου βεληνεκούς με πυρηνική γόμωση στην Κούβα, σε απόσταση 150 χιλιομέτρων και 6 λεπτών πτήσης από τα παράλια της Φλόριντας. Αυτά ήταν κατεξοχήν επιθετικά και όχι αμυντικά όπλα. Τα αμερικανικά κατασκοπευτικά αεροπλάνα U2 ανίχνευσαν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις και οι ΗΠΑ επέβαλαν ναυτικό αποκλεισμό στην Κούβα, ενώ εξέταζαν και το ενδεχόμενο εισβολής στο νησί. Ανταλλάχτηκαν πυρηνικές απειλές για δύο εβδομάδες, αλλά στο τέλος πρυτάνευσε η λογική και από τις δύο πλευρές και τα πυρηνικά αποσύρθηκαν (μυστικά μάλιστα αποσύρθηκαν και ορισμένα παλαιότερα αμερικανικά πυρηνικά που βρίσκονταν στην Τουρκία). Ήταν μια πρόσκαιρη αναστολή του ταμπού, το οποίο όμως βγήκε από την κρίση ενισχυμένο, μια και οι ηγέτες και ο κόσμος όλος κατάλαβαν τι θα συνέβαινε αν άρχιζε το πυρηνικό πινγκ πονγκ. Θα επιβεβαιωνόταν η ρήση του Αϊνστάιν: «Δεν γνωρίζω με τι είδους όπλα θα γίνει ο τρίτος παγκόσμιος, αλλά ο τέταρτος παγκόσμιος θα γίνει με πέτρες και ξύλα».
Βιετνάμ: Στον εμφύλιο πόλεμο Νοτίου - Βορείου Βιετνάμ (1963 - 1974) οι ΗΠΑ συμμάχησαν (άμεσα) με τον Νότο και η Κίνα (έμμεσα) με τον Βορρά. Ήταν ένα ισχυρό τεστ του πυρηνικού ταμπού, γιατί οι ΗΠΑ αποχώρησαν με την ουρά στα σκέλια το καλοκαίρι του 1974 –ηττημένες κατά κράτος, κι αυτές και οι Νότιοι– πριν οι Βόρειοι κατακτήσουν όλο το Βιετνάμ, στο οποίο επέβαλαν κομουνιστικό καθεστώς. Και εδώ οι εισηγήσεις των στρατιωτικών για χρήση πυρηνικών ήταν πολλές («να πετύχουμε έναν πιο εντυπωσιακό ρυθμό προόδου» στο μέτωπο, υποστήριζε ένας μελετητής της διαβόητης RAND, συμβούλου του Πενταγώνου), αλλά ποτέ δεν πάρθηκαν στα σοβαρά: πότε οι πολιτικοί επικαλούνταν τις ηθικές και πολιτικές δυσκολίες του εγχειρήματος· πότε το κατεστημένο της Ουάσιγκτον ανησυχούσε ότι ενδεχόμενη χρήση θα έφερνε την Κίνα άμεσα στον πόλεμο, και ίσως αργότερα και τη Σοβιετική Ένωση, οπότε το ολοκαύτωμα θα ήταν αναπόφευκτο· και πότε ανεπίσημα, οι πολιτικοί (αν και δεν αποτελούσε μέρος του επίσημου πυρηνικού δόγματος των ΗΠΑ) υποστήριζαν τη «μη πρώτη χρήση» πυρηνικών. «Δεν ήταν η αντιτιθέμενη κοινή γνώμη που απέτρεψε τη χρήση πυρηνικών στο Βιετνάμ», είπε σε ένα συνέδριο το 1997 ο Μπομπ ΜακΝαμάρα, υπουργός Αμύνης εκείνη την εποχή. «Δεν συνέβη διότι ήταν στρατιωτικά μη επιθυμητό, και ηθικά μη αποδεκτό». Ακόμη και ο Χένρι Κίσινγκερ, πρωθιερέας της χρήσης τακτικών πυρηνικών παλιότερα, είχε πια μεταστραφεί. Το ταμπού ήταν στην θέση του, ενισχυμένο — κρατούσε καλά. Αυτή ακριβώς η εσωτερική «ισορροπία του τρόμου» στην αμερικανική διοίκηση απέτρεψε κάθε σοβαρή συζήτηση για τη χρήση των πυρηνικών, οι δε υπέρμαχοι της χρήσης τους παραπονιούνταν ότι οι ηθικολογικές ανησυχίες δεν άφηναν αυτούς που χάρασσαν πολιτική να σκεφτούν «λογικά» την πυρηνική εναλλακτική λύση.
Μοναδική παραφωνία αποτελεί ένα στρατήγημα του Προέδρου των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, όταν είπε στον πιο κοντινό του σύμβουλο του, Χ. Ρ. Χάλντεμαν, το 1968: «Την αποκαλώ τη Θεωρία του Τρελού, Μπομπ. Θέλω οι Βορειοβιετναμέζοι να πιστέψουν ότι έχω φτάσει στο σημείο να κάνω τα πάντα για να σταματήσω τον πόλεμο. Απλώς θα τους πούμε δήθεν εμπιστευτικά ότι, “για όνομα του Θεού, ξέρετε ότι ο Νίξον έχει εμμονή με τον κομμουνισμό. Δεν μπορούμε να τον συγκρατήσουμε όταν είναι θυμωμένος – και έχει το χέρι του στο πυρηνικό κουμπί”. O ίδιος ο Χο Τσι Μινχ θα βρίσκεται στο Παρίσι σε δύο ημέρες ικετεύοντας για ειρήνη». Το επιχείρησαν, αλλά ήταν σαν να μην είχε λεχθεί ποτέ.
Αφγανιστάν: Από το Αφγανιστάν, εκείνο το μη κράτος, πέρασαν πολλές αποικιοκρατικές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Όλες απέτυχαν να το κατακτήσουν, να το εντάξουν στο πολιτικό και οικονομικό τους σύστημα, αποχωρώντας στο τέλος ηττημένες και ταπεινωμένες. Οι δύο τελευταίες ήταν η Σοβιετική Ένωση (1979 - 1989) και οι ΗΠΑ και σύμμαχοι (2001 - 2021). Κανείς τους δεν σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Αφενός μεν το ταμπού ήταν πάντοτε σε ισχύ, αφετέρου δεν είχε σοβαρό στρατιωτικό νόημα σε αυτό το αχανές πεδίο, τη στιγμή μάλιστα που τα συμβατικά όπλα είχαν φθάσει σε ένα τέτοιο επίπεδο καταστροφικότητας που μπορούσαν να τρυπήσουν και να καταστρέψουν ακόμη και ενισχυμένα καταφύγια των Ταλιμπάν.
Ιράκ: Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία απέκλεισε εξαρχής τη χρήση πυρηνικών όπλων στους δύο πολέμους στο Ιράκ («Καταιγίδα της Ερήμου» το 1991 και «Επιχείρηση Ελευθερία στο Ιράκ» το 2003). «Ας μη σκεφτούμε καθόλου τα πυρηνικά. Κατανοείς ότι δεν πρόκειται να απελευθερώσουμε εκείνο το τζίνι από το μπουκάλι», απάντησε ο τότε αρχηγός των Ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ Κόλιν Πάουελ στον υπουργό Άμυνας Ντικ Τσένι, όταν ρωτήθηκε σχετικά.
Με δεδομένη την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και την αδυναμία της Ρωσίας στη διεθνή γεωπολιτική σκηνή, η μη χρήση από τις ΗΠΑ δεν οφειλόταν τόσο σε φόβο παγκόσμιας θερμοπυρηνικής σύρραξης, όσο στην ύπαρξη του πυρηνικού ταμπού, και κατά τούτο αποτέλεσε ένα ακόμη χρήσιμο τεστ. Οι Αμερικανοί τότε φοβούνταν (κυρίως στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου) ότι θα είχαν μεγάλες απώλειες, αλλά και πάλι η χρήση των πυρηνικών δεν μπήκε στο τραπέζι. Εξάλλου χρησιμοποίησαν την αιτιολογία (παντελώς ψευδή όπως αποδείχτηκε) ότι το Ιράκ διέθετε χημικά και βιολογικά όπλα και είχε στοιχειώδεις εγκαταστάσεις για την κατασκευή πυρηνικών όπλων μακροπρόθεσμα. Η χρήση, συνεπώς, πυρηνικών όπλων σε αυτή την περίπτωση θα είχε ένα καταστροφικό αποτέλεσμα στην κοινή γνώμη. Άλλωστε τα αμερικανικά συμβατικά όπλα νέας γενιάς –που δοκιμάστηκαν εκεί για πρώτη φορά– ήταν τόσο φονικά που εξολόθρευσαν εκατοντάδες χιλιάδες Ιρακινούς με απίστευτη ευκολία. Οι ίδιοι οι πολιτικοί εδωπέρα ήταν οι «θέλοντας-και-μη» ιεραπόστολοι του ταμπού, προειδοποιώντας για τις σοβαρές στρατιωτικές, πολιτικές και ηθικές συνέπειες μίας χρήσης, ειδικά μετά από τόσο καιρό μη χρήσης ακόμη και σε πολύ δυσκολότερες περιστάσεις. Επιπλέον, το κροτάλισμα του πυρηνικού σπαθιού, ακόμη και ανεπαίσθητα, θα διέλυε την εύθραυστη «συμμαχία των (εξαναγκασμένων) πρόθυμων» εναντίον του Ιρακ.
Οι απειλές του πυρηνικού Stoiximan
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μετρά πολλά θύματα και καταστροφές· ωστόσο, η διάρρηξη του πυρηνικού ταμπού –αυτού του αδιόρατου υμένα που κρατά τον κόσμο ζωντανό– ίσως είναι το πιο σοβαρό θύμα του. Το σκηνικό έστησε η ρωσική κρατική τηλεόραση από τον Μάιο φέτος, απειλώντας την Αγγλία με ένα παραστατικό βίντεο και τον προσήκοντα σχολιασμό: «Είναι τόσο μικρό το νησί που ένας και μόνος πύραυλος Σαρμάτ μπορεί να το καταστρέψει. Αλλά υπάρχει και άλλη επιλογή: μία πυρηνική τορπίλη Ποσειδών, που είναι αδύνατο να αναχαιτιστεί, μπορεί να προκαλέσει ένα τσουνάμι και να μετατρέψει την Αγγλία σε ραδιενεργό στάχτη για πολύ καιρό». Η απειλή ήταν κρυστάλλινα σαφής.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, αυτή η απειλή άρχισε να κλιμακώνεται επικίνδυνα όταν ο πρόεδρος Πούτιν δήλωσε ότι θα προστατεύσει την «εδαφική ακεραιότητα» της Ρωσίας με «όλα τα διαθέσιμα όπλα», προσθέτοντας καλού κακού ότι «δεν πρόκειται για μπλόφα». Η απάντηση του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλλιβαν ήταν ότι τυχόν χρήση πυρηνικών όπλων από τους Ρώσους θα είχε «καταστροφικές συνέπειες», χωρίς να διευκρινίσει τι ακριβώς σήμαινε αυτό. Αλλά δεν είναι και πολύ δύσκολο να το μαντέψει κανείς.
Από τότε, οι φωνές στην Ρωσία για χρήση τακτικών πυρηνικών (μικρής ισχύος κατ' ευφημισμό μόνον, μια και πολλά από τα 2,000 τακτικά όπλα που έχει η Ρωσία είναι ισχυρότερα από τις βόμβες που ισοπέδωσαν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι) πολλαπλασιάστηκαν: στρατιωτικοί, πολιτικοί, τηλεπαρουσιαστές παρότρυναν τη ρωσική ηγεσία (τον εξής έναν: τον Βλαντίμιρ Πούτιν) να κάνει χρήση πυρηνικών στο πεδίο της μάχης εναντίον της Ουκρανίας. Υπερθεμάτισε ακόμη και ο αγριάνθρωπος ηγέτης της Τσετσενίας Ραμζάν Καντίροφ: «Πρέπει να ληφθούν πιο δραστικά μέτρα, μέχρι την κήρυξη στρατιωτικού νόμου στις μεθοριακές περιοχές και τη χρήση μικρής ισχύος πυρηνικών όπλων». Οι δυτικοί σχολιαστές άρχισαν να εκτιμούν ότι διανύουμε την πιο επικίνδυνη εποχή για τον πλανήτη από την κρίση της Κούβας. Και οι δηλώσεις από τις δύο πλευρές συνεχίστηκαν και την εβδομάδα που πέρασε, όπου σιγά σιγά το ταμπού καταρρέει, δίνοντας την θέση του σε μια συζήτηση παραφρόνων. Όταν εφημερίδες του μέινστριμ, όπως η Γουόλ Στριτ Τζέρναλ, φιλοξενούν άρθρα που επιχειρηματολογούν υπέρ της πυρηνικής υπεροχής και της δυνατότητας «νίκης» σε έναν πυρηνικό πόλεμο, το πυρηνικό ταμπού φθείρεται σοβαρά.
Στην αρχή υπήρχε η ανησυχία στην Δύση ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν, μεθυσμένος από τη γρήγορη επιτυχία του στην Ουκρανία, θα εισέβαλε στις βαλτικές χώρες –ίσως και στην Πολωνία– προκαλώντας μια συμβατική αναμέτρηση με το ΝΑΤΟ που γρήγορα θα εξελισσόταν σε πυρηνική. Τώρα όμως ο πόλεμος έχει διαρκέσει πάνω από 230 μέρες και οι ρωσικές αποτυχίες στο πεδίο της μάχης είναι εντυπωσιακές, με τους Ουκρανούς να ανακαταλαμβάνουν σημαντικά εδάφη. Θα προσπαθήσει ο Πούτιν να αναστρέψει αυτές τις αποτυχίες; Δεν υπάρχουν απαντήσεις. Κανείς δεν γνωρίζει τις εσωτερικές ισορροπίες στο Κρεμλίνο. Παραπαίει; Εξακολουθεί να είναι ισχυρός διασχίζοντας το πυρηνικό κατώφλι;
Πώς θα μπορούσε να συμβεί
Ας υποθέσουμε πως ναι. Πώς θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει; Υπάρχουν τέσσερις κύριες παραλλαγές. Η πρώτη είναι μια έκρηξη ψηλά στην ατμόσφαιρα. Θα είναι μια επίδειξη ισχύος, μια προειδοποίηση χωρίς θύματα, εκτός από τις ηλεκτρονικές συσκευές σε μια αρκετά μεγάλη ακτίνα που θα καταστραφούν από τον ηλεκτρομαγνητικό παλμό, τον οποίο εκπέμπουν οι πυρηνικές εκρήξεις. Το πρώτο σκαλί σε μία σταδιακή κλιμάκωση.
Η δεύτερη παραλλαγή είναι ο βομβαρδισμός στρατιωτικών στόχων: συστοιχίες πυροβολικού, αεροδρόμια, εφοδιαστικά κέντρα. Μπορεί να φαίνεται ελκυστική, επειδή οι Ρώσοι έχουν ελλείψεις σε προσωπικό και σε στρατιωτικό υλικό, αλλά δεν θα είναι και πολύ αποτελεσματική. Τα συμβατικά όπλα μπορούν να προκαλέσουν ισοδύναμη ζημία με λιγότερες επιπλοκές, και με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Τρίτη παραλλαγή θα είναι ο απευθείας βομβαρδισμός μίας ουκρανικής πόλης, μία νέα Χιροσίμα, που ίσως προκαλέσει τη συνθηκολόγηση της Ουκρανίας. Αυτή όμως είναι μία απελπισμένη επιλογή και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκαλέσει την εμπλοκή του ΝΑΤΟ —κάτι που επίσης θα συμβεί αν οι Ρώσοι βομβαρδίσουν γραμμές ανεφοδιασμού όπλων μέσω των οποίων εισρέει στην Ουκρανία οπλισμός από το ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια, πρόκειται για αυτοκτονικές επιλογές.
Παιχνίδι μηδενικού αποτελέσματος με θύμα τη ζωή στον πλανήτη
Όλες αυτές οι απειλές έχουν σοβαρά μειονεκτήματα και ελάχιστα ή μηδενικά πλεονεκτήματα για τον επιτιθέμενο. Με άλλα λόγια, οι πυρηνικές απειλές είναι ατελέσφορες. Δεν λειτουργούν. Το μόνο που κάνουν είναι να διαρρηγνύουν το πυρηνικό ταμπού και να υπονομεύουν την έννοια της αμοιβαίας αποτροπής, μία ασαφή κατάσταση, στην οποία ωστόσο στηρίζεται η ισορροπία του τρόμου και μέχρι σήμερα ο μη πόλεμος. Υπάρχει βέβαια και ένα σοβαρό πρόβλημα: αν ο πυρηνικός εκβιασμός της Ρωσίας περάσει, αυτό θα ενθαρρύνει και άλλους αυταρχικούς ηγετίσκους ανά την υδρόγειο να τον μιμηθούν. Το πώς αντιδρά η Δύση, συνεπώς, δεν είναι ένα εύκολο ζήτημα, ειδικά με τη δαμόκλειο σπάθη της ολοκληρωτικής καταστροφής να επικρέμαται. Εντέλει ζούμε σε μία εποχή όπου συνειδητοποιούμε, όπως είπε ο γάλλος φιλόσοφος Πασκάλ, ότι «ανάμεσα από εμάς και τον παράδεισο ή την κόλαση υπάρχει μόνον η ζωή, που είναι το πιο εύθραυστο πράγμα στον κόσμο».
* Εδώ αναλύονται κυρίως οι αμερικανικές αντιδράσεις και συμπεριφορές γιατί υπάρχει επαρκής πληροφόρηση. Δεν έχουμε αντίστοιχη πληροφόρηση για το τι συνέβαινε εκείνη την εποχή στη Σοβιετική Ένωση, αλλά αν είχαν εκτοξευθεί πυρηνικές απειλές από εκεί μέχρι σήμερα θα είχαν γίνει γνωστές.