Σύνδεση συνδρομητών

Ενα βιβλίο, χίλιοι πύραυλοι

Τρίτη, 24 Μαϊος 2022 13:17
4 Αυγούστου 1914, Λονδίνο. Ενθουσιώδη πλήθη στο Μπάκιγχαμ Πάλας υποδέχονται την έναρξη του πολέμου, που αποδείχτηκε επίπονος και ιδιαίτερα φονικός. Όταν αργότερα μπροστά στην αιματοχυσία οι ηγεσίες έψαχναν τρόπους να λήξουν οι εχθροπραξίες, δεν τα κατάφερναν. Το αποτέλεσμα ήταν τρομερό. 10 εκατομμύρια νεκροί στις μάχες, άλλα δέκα εκατομμύρια από κακουχία και πείνα ανάμεσα στους αμάχους, καθώς επίσης εξευτελισμός κάθε έννοιας δικαίου, αρρώστιες και οικονομική καθυστερηση.
Underwood & Underwood / Library of Congress
4 Αυγούστου 1914, Λονδίνο. Ενθουσιώδη πλήθη στο Μπάκιγχαμ Πάλας υποδέχονται την έναρξη του πολέμου, που αποδείχτηκε επίπονος και ιδιαίτερα φονικός. Όταν αργότερα μπροστά στην αιματοχυσία οι ηγεσίες έψαχναν τρόπους να λήξουν οι εχθροπραξίες, δεν τα κατάφερναν. Το αποτέλεσμα ήταν τρομερό. 10 εκατομμύρια νεκροί στις μάχες, άλλα δέκα εκατομμύρια από κακουχία και πείνα ανάμεσα στους αμάχους, καθώς επίσης εξευτελισμός κάθε έννοιας δικαίου, αρρώστιες και οικονομική καθυστερηση.

Barbara W. Tuchman,  The Guns of August, Presidio Press, τελευταία έκδοση 2004, 640 σελ.

Λίγοι έχουν ακούσει για την Μπάρμπαρα Τάκμαν (Barbara W. Tuchman). Ακόμη λιγότεροι την έχουν διαβάσει. Το ότι φθάσατε στο σήμερα, ωστόσο, και διαβάζετε αυτές τις γραμμές το οφείλετε σε ένα βαθμό και σε εκείνη. Γιατί με ένα από τα βιβλία της επηρέασε τις τύχες του κόσμου.

Η Μπάρμπαρα Τάκμαν,  γεννημένη το 1912, ήταν Αμερικανή ιστορικός και συγγραφέας, εβραϊκής καταγωγής. Δυο από τα βιβλία της κέρδισαν το υψηλού κύρους βραβείο Πούλιτζερ. Το ένα από αυτά, The Guns of August που εκδόθηκε το 1962, περιγράφει την πορεία που οδήγησε το 1914 στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίον οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις «παραπάτησαν» από ολέθρια λάθη και κακούς υπολογισμούς. Σε έναν πόλεμο που όλοι νόμιζαν ότι θα διαρκέσει λίγο, ενώ τους ελάχιστους που διαφωνούσαν τους σταμπάριζαν ως «πεσιμιστές». Και μετά, όλοι βρέθηκαν βαθιά χωμένοι στην κόλαση του πολέμου, όπου τα μυδραλιοβόλα, οι βόμβες και οι οβίδες θέριζαν 5,000 στρατιώτες την ημέρα (με την ημερήσια σοδειά να φτάνει ενίοτε και τους 50.000 νεκρούς), σ΄ έναν πόλεμο που κανείς δεν ήθελε, κανείς δεν ήξερε γιατί πολεμούσε, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Για τέσσερα χρόνια, η Ευρώπη έγινε ένας πολτός από λάσπη, σάρκα και αίμα.

Ήταν αυτό το βιβλίο, τα Κανόνια του Αυγούστου,  που  έπαιξε κρίσιμο ρόλο στην κρίση της Κούβας το 1962, στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης – της ΕΣΣΔ.

 

Μια απειλή, πολλοί αποδέκτες

«Мы вас похороним!» («Θα σας θάψουμε!»), δήλωσε στους εμβρόντητους πρεσβευτές του Δυτικού Μπλοκ ο Νικήτα Χρουστσόφ, πρώτος γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, στο χαιρετισμό του κατά τη διάρκεια μιας δεξίωσης στην πολωνική πρεσβεία της Μόσχας, στις 18 Νοεμβρίου 1956. Ήταν δύο εβδομάδες μετά την κατάπνιξη της ουγγρικής εξέγερσης, όταν οι ρωσικές ερπύστριες ακόμη πλήγωναν την άσφαλτο της Βουδαπέστης σε μια εισβολή η οποία –αφότου ο Αμερικανός Πρόεδρος Αϊζενχάουερ κώφευσε στις εκκλήσεις των εξεγερμένων Ούγγρων για βοήθεια– πάκτωσε οριστικά το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Ορισμένοι ερμήνευσαν τη φράση του ηγέτη της ΕΣΣΔ ως έμμεση απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων εναντίον της Δύσης· άλλοι πάλι θεώρησαν ότι ήταν μία αναφορά στον Καρλ Μαρξ, που είχε γράψει στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο ότι «το προλεταριάτο είναι ο νεκροθάφτης του καπιταλισμού». Σε κάθε περίπτωση, οι αποδέκτες, οι δυτικές κυβερνήσεις αλλά και οι πολίτες των χωρών τους, πήραν την απειλή στα σοβαρά. Έτσι, όταν τα σύννεφα στις σχέσεις των υπερδυνάμεων πύκνωσαν με την κρίση της Κούβας, στη Δύση αυτός ο φόβος πήρε σάρκα και οστά. Το επιδέξιο μπαλέτο ανάμεσα στον Θείο Σαμ και τη Ρωσική Αρκούδα έγινε κυριολεκτικά ζήτημα ζωής και θανάτου.

 

Κρίση της Κούβας: Οι κρισιμότερες δυο εβδομάδες στην ιστορία της ανθρωπότητας

Τον Απρίλιο του 1962, ο Χρουστσόφ έκανε τον περίπατό του σε μία παραλία της Μαύρης Θάλασσας, μαζί με τον υπουργό Άμυνας της ΕΣΣΔ, τον Ραντιόν Μαλινόφσκι. Τους προβλημάτιζε ότι για να φτάσουν τους Αμερικανούς σε  πυραυλική και πυρηνική τεχνολογία θα χρειαζόταν μία δεκαετία. Ώσπου σε μία στιγμή, γυρνάει ο Χρουστσόφ στον συνομιλητή του και του λέει: «Γιατί να μη ρίξουμε ένα σκαντζόχοιρο μέσα στο παντελόνι του Θείου Σαμ;». Ο «σκαντζόχοιρος» ήταν πυρηνικά όπλα σε απόσταση αναπνοής από τις ΗΠΑ, στη φιλοσοβιετική Κούβα του Φιντέλ Κάστρο. Ένα μήνα μετά, το μυστικό σχέδιο «Αναντύρ», όπως ονομάστηκε, μπήκε σε εφαρμογή.

Οι Σοβιετικοί φάνηκε ότι προετοιμάζονταν να πραγματοποιήσουν την απειλή τους όταν, στις 14 Οκτωβρίου 1962, ένα αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροπλάνο U2 που πετούσε στη στρατόσφαιρα πήρε εκατοντάδες φωτογραφίες από φρέσκες εγκαταστάσεις στα λιβάδια της Κούβας. Η ανάλυση από τη CIA ανίχνευσε εκτοξευτές και εξέδρες εκτόξευσης πυραύλων μέσου βεληνεκούς ικανών να πλήξουν το μεγαλύτερο μέρος των ΗΠΑ, καθώς και στρατηγικά βομβαρδιστικά που είχαν έρθει κρυφά σε κομμάτια και τα συναρμολογούσαν Σοβιετικοί τεχνικοί. Όλες οι προηγούμενες διαβεβαιώσεις των Σοβιετικών προς τις ΗΠΑ ότι δεν υπήρχαν επιθετικά όπλα στην Κούβα, ούτε επρόκειτο ποτέ να εγκατασταθούν, κατέρρευσαν και αποκάλυψαν ένα τερατώδες ψέμα, μια συστηματική συγκάλυψη. Το ισοδύναμο του 50% του μέχρι τότε πυρηνικού οπλοστασίου της Σοβιετικής Ένωσης (όπως εκτιμήθηκε αργότερα) βρισκόταν στα 150 χιλιομέτρα από τις ακτές της Φλόριντας. Ένα πλήγμα μπορούσε να συμβεί σε 6 λεπτά από την εκτόξευση, καθιστώντας όλα τα μέσα άμυνας, προστασίας, αλλά και ανταπόδοσης άχρηστα, ενώ σε περίπου μια εβδομάδα οι εγκαταστάσεις θα ήταν επιχειρησιακά έτοιμες. Η ισορροπία του τρόμου άρχισε να τρίζει: ξαφνικά, ο πρόεδρος Κένεντι είχε στα χέρια του μία κρίση 5 αστέρων.

Το σύντομο αλλά συναρπαστικό χρονικό Thirteen Days, γραμμένο από τον «Μπόμπι», τον μικρότερο αδελφό του προέδρου Κένεντι,  τότε υπουργό Δικαιοσύνης και πολύ στενό συνεργάτη του, δίνει πολύτιμες πληροφορίες εκ των έσω. Στη σύσκεψη του προέδρου με τους επιτελείς του, στις 16 Οκτωβρίου, εξετάζονται τρεις λύσεις: διπλωματική διευθέτηση με τους Ρώσους και τους Κουβανούς· ναυτικός αποκλεισμός της Κούβας ώστε να εμποδιστούν τα εμπορικά πλοία να μεταφέρουν όπλα και εξοπλισμό· και αεροπορική επίθεση που θα είχε χιλιάδες θύματα Σοβιετικούς και Κουβανούς και θα προκαλούσε μια μαζική αντεπίθεση.

Ο Κένεντι απορρίπτει την εναλλακτική πιθανότητα της επίθεσης, την οποίαν είχαν προτείνει αναφανδόν οι στρατιωτικοί, αλλά και ο Ντιν Άτσεσον, πρώην υπουργός Εξωτερικών και éminence grise της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Προκρίνει την καραντίνα (την οποία αποκαλεί έτσι και όχι αποκλεισμό, κάτι που θα ισοδυναμούσε με κήρυξη πολέμου), προκειμένου να κερδίσει χρόνο και να διαπραγματευτεί. Την ίδια μέρα, όπως διηγείται ο Μπόμπι,

Ο πρόεδρος μας είπε: «Ο μέγας κίνδυνος και το ρίσκο σε όλο αυτό είναι ένας εσφαλμένος υπολογισμός – μια λάθος εκτίμηση». Είχε πρόσφατα διαβάσει το The Guns of August της Τάκμαν και του είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Μας μίλησε για τους εσφαλμένους υπολογισμούς των Ρώσων, των Γερμανών, των Αυστριακών, των Γάλλων και των Βρετανών. Φαίνεται ότι, με κάποιον τρόπο, κατρακύλησαν σε πόλεμο, λόγω ηλιθιότητας, συγκεκριμένων ιδιοσυγκρασιών, παρανοήσεων και προσωπικών συμπλεγμάτων κατωτερότητας ή μεγαλείου.

Τις επόμενες μέρες, ένα δραματικό τηλεοπτικό διάγγελμα του Κένεντι το ακολούθησε καταιγισμός ανταλλαγής επιστολών μεταξύ Κένεντι και Χρουστσόφ. Επιστολές ευγενικές αλλά καλυμμένα απειλητικές, επιστολές οργίλες, επιστολές γραμμένες από τους ίδιους τους ηγέτες, επιστολές γραμμένες από τους απαράτσικ που έθεταν με ξύλινη γλώσσα νέα αιτήματα και έριχναν λάδι στη φωτιά.

Η επιστολή που φώτιζε τη λύση ήρθε στις 26 Οκτωβρίου, γραμμένη από τον ίδιο τον Χρουστσόφ σε συγκινησιακά φορτισμένο τόνο, και έτεινε κλάδο ελαίας. Την επόμενη μέρα, όμως, η κατάρριψη ενός U2 που πετούσε πάνω από την Κούβα αύξησε ξανά τις εντάσεις. Το ίδιο έκανε και μια δεύτερη επιστολή του Σοβιετικού ηγέτη, γραμμένη εμφανώς από τους γραφειοκράτες του υπουργείου Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, σε αυστηρό ύφος και η οποία ζητούσε νέες παραχωρήσεις από τους Αμερικανούς.

Σε μία έκλαμψη μεγαλοφυΐας, ο πρόεδρος Κένεντι αγνόησε τη δεύτερη επιστολή και απάντησε στην πρώτη. Ήταν η αρχή της  εκτόνωσης της κρίσης. Την επόμενη ημέρα ο Χρουστσόφ σε μία νέα, ανοιχτή επιστολή του στον πρόεδρο Κένεντι ανακοίνωσε ότι ο πυραυλικός εξοπλισμός και τα στρατηγικά βομβαρδιστικά θα αποσυναρμολογηθούν και θα εγκαταλείψουν την Κούβα. Όλος ο κόσμος, που κρατούσε την αναπνοή του, μπόρεσε  πλέον να αναπνεύσει πιο ελεύθερα.  Εν τέλει δεν ήταν η άτεγκτη στάση κάθε πλευράς που επέλυσε την κρίση, αλλά η εσωτερική  τους δέσμευση να διαπραγματευτούν.

Στο αποκορύφωμα της κρίσης προς το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, την ώρα που όλοι περίμεναν εναγωνίως μία συμβιβαστική απάντηση του Χρουστσόφ, στη διάρκεια μιας συζήτησης με τον αδελφό του, ο πρόεδρος αναφέρθηκε ξανά στα Κανόνια του Αυγούστου:

Δεν πρόκειται να ακολουθήσω μία πορεία που θα επιτρέψει σε κάποιον να γράψει ένα παρόμοιο βιβλίο γι’ αυτή την εποχή, Οι Πύραυλοι του Οκτωβρίου.  Αν βέβαια έχει απομείνει κάποιος ζωντανός ύστερα απ’ αυτό θα κατανοήσει ότι καταβάλαμε κάθε δυνατή προσπάθεια για ειρήνη και κάθε προσπάθεια για να δώσουμε στον αντίπαλό μας περιθώριο κινήσεων.  Δεν πρόκειται να πιέσω τους Ρώσους ούτε μία ίντσα παραπάνω απ’ όσο είναι απαραίτητο.

 

Ναι, θα το έκανε!

Από τότε που ειπώθηκαν αυτά τα λόγια, πριν 60 χρόνια, τα πυρηνικά οπλοστάσια έχουν μεγεθυνθεί υπερφυσικά και έχουν γίνει απίστευτα καταστροφικά (ένα μόνον υποβρύχιο κουβαλά διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους με πυρηνική γόμωση που έχουν  καταστροφική δύναμη συνολικά 700 φορές μεγαλύτερη από τη βόμβα της Χιροσίμα). Οι πολιτικοί, ωστόσο, δεν εξελίχθηκαν  ανάλογα. Η νεότερη γενιά πολιτικών δεν φαίνεται να κατανοεί τους κινδύνους ενός πυρηνικού πολέμου (ενός, γιατί δεν θα υπάρξει δεύτερος). Η παλιότερη φουρνιά, αν μη τι άλλο, θυμόταν τη δασκάλα τους στην τάξη που φώναζε: «Πέστε κάτω και καλυφθείτε!», ενώ εκείνοι έτρεχαν κάτω από θρανία και τραπέζια, άσκηση ετοιμότητας για την περίπτωση ατομικής επίθεσης. Αλλά και οι νεότερες γενιές εν γένει δεν σπαταλούν το χρόνο τους για να σκεφτούν και να ανησυχήσουν για τον «Πατέρα Όλων των Πολέμων».

 Όμως η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική μας αδιαφορία. Η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία αλλά τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδίασε — όπως συμβαίνει σε κάθε πόλεμο άλλωστε. Βγάζει τότε από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας τις πυρηνικές απειλές, και μάλιστα άγαρμπα, και τις εκτοξεύει κατά της Δύσης. Την ημέρα της εισβολής ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν απειλεί όποια χώρα παρέμβει «με συνέπειες μεγαλύτερες από αυτές που έχετε αντιμετωπίσει στην Ιστορία» και ελπίζει «να έχουν ακούσει καλά».  Τρεις μέρες αργότερα  θέτει τις πυρηνικές δυνάμεις του σε υψηλή ετοιμότητα.

Η Δύση, από την πλευρά της, επιβάλλει σκληρότατες κυρώσεις, συχνά αμφίβολης αποτελεσματικότητας, αλλά τεράστιας συμβολικής σημασίας, μια και ο Πούτιν δηλώνει ότι οι δυτικές κυρώσεις ισοδυναμούν με «κήρυξη πολέμου» εναντίον της Ρωσίας. Ο τρέχων πλανητάρχης αρνείται να σηκώσει το τηλέφωνο για να μιλήσει με τον αιμοσταγή δικτάτορα Πούτιν, που όμως είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει πίσω και να λύσει την κρίση· φέρεται σαν να παραγνωρίζει ότι η Ρωσία είναι ακόμη μία Μεγάλη Δύναμη, παραπαίουσα μεν,  οπλισμένη μέχρι τα μπούνια με πυρηνικά όπλα δε.

Η Φινλανδία και η Σουηδία, δικαιολογημένα εκ πρώτης όψεως, κάνουν αίτηση να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, μεσούσης της κρίσης, σε έναν δυνητικό αντικατοπτρισμό της Κούβας. Ο πρόεδρος Μπάιντεν δηλώνει απερίσκεπτα ότι ο ομόλογός του Ρώσος πρόεδρος «δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία», αναιρώντας το ευθύς, αλλά η ζημιά σε έναν ηγέτη που δείχνει να διακατέχεται από την παράνοια της περικύκλωσης έχει ήδη γίνει. Επιπλέον, η Αμερική διαισθάνεται ότι η ουκρανική κρίση είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να απισχνανθεί η Ρωσία και το δηλώνει, εξίσου απερίσκεπτα, μέσω του αρχηγού του Πενταγώνου. «Πάντα  μπορούν να βρεθούν επιχειρήματα για να μετατρέψουν την επιθυμία σε πολιτική», γράφει η Τάκμαν στα Κανόνια του Αυγούστου.

Η Αμερική, σε αδρές γραμμές φαίνεται να υπεραντιδρά χωρίς να διακυβεύονται τα ζωτικά της συμφέροντα, όπως στην κρίση της Κούβας. Όπως σωστά διέγνωσε –από το 1981– ο διευθυντής του Foreign Affairs, Τζέιμς Τσέις, η  Αμερική μετά το Βιετνάμ έχει χάσει την ικανότητα να διακρίνει ποια είναι τα ζωτικά της συμφέροντα και ποια όχι (Λιβύη, Γρανάδα, Παναμάς, Σομαλία, Ιράκ, Γιουγκοσλαβία, Αϊτή, Αφγανιστάν, έρχονται στο νου). Τέλος, το φάσμα του κατευνασμού, προσωποποιημένο από τον Βρετανό πρωθυπουργό Νέβιλ Τσάμπερλαιν το 1938 με τη χαρακτηριστικά ηττοπαθή ομπρέλα του στο Βερολίνο, ο οποίος με τη συμπεριφορά του φαίνεται να ενθάρρυνε τον Χίτλερ να προχωρήσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,  στοιχειώνει ακόμη τη Δύση.

Όλα αυτά τα γεγονότα μεμονωμένα ίσως δεν κάνουν μεγάλη εντύπωση, αλλά εν συνθέσει δημιουργούν μια κρίση που μπορεί να ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Μήπως τα  μαθήματα που αποκόμισε ο πρόεδρος Κένεντι έχουν βυθιστεί στη λήθη; Μήπως ο αντίπαλος δεν έχει πλέον περιθώριο κινήσεων; Δύσκολα ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχει απάντηση, και ελπίζουμε να μην κατρακυλήσουμε σε ιστορικά γεγονότα μετά από τα οποία δεν θα έχει απομείνει κανείς ζωντανός για να τα καταγράψει.

Όπως έχει ειπωθεί «η απόσταση ανάμεσα στο να αισθανθεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν βαθιά ταπεινωμένος και στο τέλος της ζωής στη Γη όπως την ξέρουμε είναι ελάχιστη». Για ξαναδιαβάστε το, παρακαλώ, και συνειδητοποιήστε την απύθμενη παραφροσύνη που εμπεριέχει. Και όσο για το αν θα προχωρούσε σε χρήση πυρηνικών, έχουμε την εκτίμηση της Φιόνα Χιλ, συμβούλου των αμερικανικών κυβερνήσεων σε στρατηγικά θέματα που γνωρίζει την Ρωσία και τον Πούτιν όσο λίγοι: «Ναι, θα το έκανε», αποφαίνεται σε μία πρόσφατη συνέντευξη στο Politico. «Μια σταθερά από τα στοιχεία του 1914  -όπως και κάθε εποχής– ήταν η προδιάθεση όλων, από όλες τις πλευρές, να μην προετοιμάζονται  για την χειρότερη εναλλακτική λύση και να μην ενεργούν γι’ αυτό που έχουν υποψιαστεί ότι ισχύει», μας θυμίζει η Τάκμαν.

Μήπως λοιπόν πλησιάζουμε, αργά και αναπόδραστα, σαν υπνοβάτες, τη στιγμή του λανθασμένου υπολογισμού, του παραπατήματος, της σύγκρουσης ιδιοσυγκρασιών, των παρανοήσεων και των συμπλεγμάτων μεγαλείου, όπως στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο; Και μήπως όταν θα έρθει η ώρα της κρίσης ουδείς θα φερθεί με σωφροσύνη και αυτοσυγκράτηση επειδή κανένα βιβλίο δεν θα βρεθεί να τους σταματήσει γιατί απλά δεν θα ξέρουν καν ποια ήταν η Μπάρμπαρα Τακμαν και δεν θα έχουν ποτέ διαβάσει τα Κανόνια του Αυγούστου;

Γιώργος Ναθαναήλ

Έχει σπουδάσει στο Yale και στο New York University, επί  προέδρων Τζέραλντ Φόρντ, Τζίμι Κάρτερ και Ρόναλντ Ρέιγκαν. Αφότου επέστρεψε εργάζεται ως σύμβουλος επιχειρήσεων, κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας, και γράφει για κακώς κείμενα, βιβλία που έχει διαβάσει, και αιχμές της τεχνολογίας.
 
 
 
 

1 σχόλιο

"Νομίζω και του είπα ότι κάνει ένα ιστορικό και θεμελιώδες λάθος για τον λαό του, για τον εαυτό του και για την ιστορία".

"Δεν πρέπει να ταπεινώσουμε τη Ρωσία, ώστε την ημέρα που σταματήσουν οι μάχες να μπορέσουμε να ανοίξουμε μια πύλη εξόδου με διπλωματικά μέσα"».

Να τον ακούτε τον Μακρόν. Είναι μακράν ο ηγέτης με το καλύτερο πολιτικό αισθητηριο.

Ελενη Τζαφάλια
Ελενη Τζαφάλια
04 Ιουν 2022, 08:06

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.