Σύνδεση συνδρομητών

Κεντροαριστερά. Μια αξιολόγηση

Δευτέρα, 13 Νοεμβρίου 2017 14:27
Φώφη Γεννηματά και Νίκος Ανδρουλάκης, οι δύο πρώτοι της ψηφοφορίας για τον νέο κομματικό φορέα της Κεντροαριστεράς. Η πρώτη έλαβε ποσοστό 42,5%, ο δεύτερος, ποσοστό 25,1%.
Φωτογραφία αρχείου
Φώφη Γεννηματά και Νίκος Ανδρουλάκης, οι δύο πρώτοι της ψηφοφορίας για τον νέο κομματικό φορέα της Κεντροαριστεράς. Η πρώτη έλαβε ποσοστό 42,5%, ο δεύτερος, ποσοστό 25,1%.

Οι εκλογές στην Κεντροαριστερά πάντα προξενούν ένα ενδιαφέρον ιδιαίτερο. Μπορεί να μην έχουν την δόξα παλαιότερων εποχών –διάολε, ούτε μία τηλεοπτική εκπομπή στα mainstreammediaγια την αξιολόγησή τους μετά το πέρας των αποτελεσμάτων–, είναι όμως το ταυτοτικό μεταπολιτευτικό σημείο για σημαντικό μέρος του κόσμου. Η αυξημένη σε σχέση με τις προσδοκίες συμμετοχή στις διεργασίες της είναι ενδεικτική.

Το ποσοστό αυτό από μόνο του δεν σημαίνει αυτόματα και μεταβολή των συσχετισμών, καθίσταται όμως σημαντικό σε συνθήκες απαξίωσης του πολιτικού συστήματος και διάχυτης απογοήτευσης. Σημαντικό όχι όμως ανατρεπτικό και νικηφόρο. Αυτό δε που θα πρέπει να προβληματίσει είναι η ανθρωπογεωγραφία του. Φαίνεται πως οι μεγαλύτερες  ηλικιακές ομάδες είναι εκείνες που συμμετείχαν ενεργά.  Για τις νεότερες, ο εν λόγω χώρος δεν μοιάζει αυτή τη στιγμή ελκυστικός. Δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να γίνει, προς το παρόν όμως επικροτείται από εκείνους που με κάποιο τρόπο στο παρελθόν ταυτίστηκαν μαζί του. Αυτό είναι το βασικό του πρόβλημα αλλά και η πρόκλησή του. Ας δούμε όμως τους νικητές και τους χαμένους της βραδιάς.

Ξεκινώντας από την Φώφη Γεννηματά. Πρώτα από όλα, ήταν εξαιρετικά έξυπνη, πολιτικά μαεστρική η ενωτική της κίνηση για το νέο εγχείρημα. Συμμετείχαν σε αυτό όλοι οι άμεσα σχετιζόμενοι και όσοι εκ των υστέρων σκέφτονται να διαφοροποιηθούν δεν γίνεται παρά να προκαλούν τη χλεύη και την αναξιοπιστία. Με βαρύ brandnameπίσω της και απόλυτη γνώση του πασοκικού οικοσυστήματος κέρδισε τον πρώτο γύρο. Πέραν του ότι αποτελεί την όψη της συνέχειας φαίνεται πως είναι εκείνη που βρίσκεται πιο κοντά στις μεσοαστικές και λαϊκές εκφράσεις του χώρου όπως αυτός ιστορικά διαμορφώθηκε. Οι προγραμματικές της αδυναμίες -δεν εξέφρασε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο, είχε χαρακτηριστική αοριστία σε πληθώρα δηλώσεων, ο πολιτικός της λόγος, λόγος που παίζει κάπως κουραστικά με τη συνθηματολογία της μνήμης, δεν κινείται σε σύγχρονα εκσυγχρονιστικά πλαίσια ανατροπής του χρεοκοπικού μοντέλου– δεν στάθηκαν εμπόδιο στην νίκη της. Εμφανίζεται ως εκείνη που μπορεί να αφουγκραστεί τα κοινωνικά αιτήματα προωθώντας την ασφάλειά τους απέναντι σε μια κοσμοελίτ σεμιναριακών ακροατηρίων.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης αδιαμφισβήτητα σημείωσε σημαντική επίδοση, μένει να φανεί αν αυτή είναι ικανή να οδηγήσει και σε ανατροπή του αποτελέσματος. Αποδεικνύει πως η πολιτική πρώτα από όλα πρέπει να απευθύνεται στις μεγάλες μάζες. Η ευρωπαϊκή εμπειρία τον έχει ωριμάσει. Η παρουσία του στα debateήταν θετική. Η προσωπική του βιογραφία, άτομο με έντονη συνδικαλιστική δράση, εκλογικά τον ωφέλησε. Επικοινωνεί με το παλαιό ΠΑΣΟΚ αλλά συγχρόνως εντάσσεται βιολογικά στην γενιά της κρίσης προσπαθώντας να την εκφράσει. Έξυπνη η πολιτική τακτική του να πάρει τις απαιτούμενες αποστάσεις ασκώντας στοχευμένη κριτική. Θα έχει ενδιαφέρον αν καταφέρει να εκσυγχρονίσει περαιτέρω την πολιτική πρακτική του υιοθετώντας κάποια θετικά στοιχεία των ηττημένων της διαδικασίας.  

Ο Γιώργος Καμίνης είναι ο μεγάλος χαμένος των εκλογών. Όντας δήμαρχος Αθηναίων ξεκίνησε ως ένα από τα φαβορί. Μόνος του έσπευσε να υποβαθμίσει τον εαυτό του με μία κάκιστη προεκλογική καμπάνια ηττοπάθειας. Ηγετικοποίησε χωρίς λόγο το ΝΑΙ στη διαδικασία του δημοψηφίσματος, παρέδωσε μία προβληματική ιδεολογική πλατφόρμα. Προσέβαλε τους πολίτες της Αθήνας λέγοντάς τους σχεδόν ότι πρέπει να ζουν σε μια βρώμικη, σκοτεινή πόλη, οικονομικά παρακμασμένων μαγαζιών, και αυτό να τους αρέσει. Ότι οι όμορφες γειτονιές είναι δήθεν μικροαστική ευπρέπεια. Δεν θα μπορούσε να φανταστεί ποτέ, τουλάχιστον ο γράφων, τον Γιώργο Παπανδρέου για παράδειγμα, έναν αντικειμενικά κοσμοπολίτη πολιτικό, να νιώθει άνετα με τη διαχείριση και όχι με την ανατροπή της μιζέριας.  Ένα άτομο που εξελέγη με τις ψήφους και της Κεντροδεξιάς, χωρίς ποτέ να την ευχαριστήσει, δεν σταμάτησε να παραδίδει εστέτ μαθήματα αριστεροσύνης με κάθε ευκαιρία. Το πιο απογοητευτικό όμως είναι ότι κάποιος που το 2010 εξέφρασε μία υπερκομματική στιγμή ρήξης, συγκεντρώνοντας γύρω του πολλές ελπίδες διαφορετικής αντίληψης των πραγμάτων και (γιατί όχι;) χειραφέτησης, περιόρισε τον εαυτό του στα στενά όρια της φαντασίας του. Προσέφερε όμως ένα σημαντικό μάθημα για τους εργαζομένους στις επιχειρήσεις. Ποτέ να μη φεύγουν από μια δουλειά αν δεν έχουν βρει άλλη. Ενίοτε, βέβαια, αυτό είναι πολιτικά διαβρωτικό.

O Σταύρος Θεοδωράκης ήταν σε όλη τη διαδικασία πολιτικά αξιοπρεπέστατος. Μόνο κερδισμένο βγήκε από την παρουσία του το πολιτικό σύστημα. Η συμμετοχή του στις εκλογές μοιάζει περισσότερο με έναν εύσχημο τρόπο να ενταχθεί το Ποτάμι στον νέο φορέα. Σίγουρα κλείνει για εκείνον ένας κύκλος και ένα ενδιαφέρον πείραμα γεμάτο ιδέες και καινοτόμες προτάσεις, με μεγάλες όμως ελλείψεις πολιτικότητας και αντίληψης των στιγμών.

O Γιάννης Ραγκούσης είναι ένα casestudyαπό μόνος του. Ο καλύτερος υπουργός του ΠΑΣΟΚ, με πραγματικό gravitas μεταρρυθμίσεων πίσω του και τρομερά προωθημένες θέσεις, εγκλωβίστηκε στο χαμηλότερο δυνατό ποσοστό. Η αντιδεξιά ρητορική του, ενοχλητικά εμμονική, συνάντησε τα όριά της. Με την άνοδο της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην εξουσία, οι καιροί και οι παλαιές συνήθειες άλλαξαν θεμελιωδώς. Καιρός αυτό να γίνει αντιληπτό.

Τέλος, αν κάτι μένει από τις εκλογές είναι ότι οι ψηφοφόροι εξακολουθούν να ψάχνουν τον τόπο της οικειότητας, αυτόν που ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διασφάλιση των υλικών όρων ζωής στην καθημερινότητα των πολιτών, χωρίς να κουνά το δάχτυλο σε μία χώρα ηττημένη.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.