Το 1989, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο που είχε τίτλο Η θεία Χούλια και ο Γραφιάς. Το βιβλίο ήταν πολύ διασκεδαστικό, ο άγνωστος σε μένα τότε συγγραφέας του, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, μιλούσε για το εξωτικό Περού της δεκαετίας του 1950 με τρόπο χειμαρρώδη και εξαιρετικά σύγχρονο. Μου κίνησε τόσο το ενδιαφέρον που άρχισα να αναζητώ και τα άλλα βιβλία του με πάθος και να προσπαθώ να τα διαβάζω στο πρωτότυπο. Σύντομα κατάλαβα ότι επρόκειτο για συγγραφέα που ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια της Λατινικής Αμερικής, για συγγραφέα παγκόσμιο με απόψεις που ενοχλούσαν.
Το διαπίστωσα και το 2002, όταν ο Λιόσα, χάρη στις εργώδεις προσπάθειες της τότε διευθύντριας του ισπανικού ινστιτούτου Θερβάντες, Νάτι Γκάλβεθ, ήρθε στη Αθήνα. Στην ομιλία του πήγαιναν όλα καλά, ώσπου άρχισε να μιλά για την Κούβα. Μουρμουρητό δυσαρέσκειας στο ακροατήριο – πώς είναι δυνατόν να φιλοδοξεί να βραβευτεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας ένας συγγραφέας που εναντιώνεται στην ανθρωπιστική επανάσταση του Φιντέλ Κάστρο… Ο Λιόσα μού παραχώρησε τότε τη συνέντευξη που ακολουθεί και η οποία επρόκειτο να προβληθεί στην κρατική τηλεόραση. Αυτό δεν συνέβη – και η συνέντευξη εκείνη, με αφορμή την πρόσφατη βράβευση του συγγραφέα με το Νόμπελ, δημοσιεύεται για πρώτη φορά στο Books’ Journal (τον Δεκέμβριο του 2010).
Οκτώ χρόνια μετά την παραχώρηση της συνέντευξης, οι απόψεις του Μάριο Βάργκας Λιόσα ήταν δραματικά επίκαιρες – επίκαιρες παραμένουν ακόμα. Ο Κάστρο, διά του αδελφού του Ραούλ, εξακολουθεί να ταλανίζει την Κούβα, ο εθνικισμός εξακολουθεί να ταλανίζει την Ευρώπη. Τα βιβλία, παρά τις ελπίδες του Μπιλ Γκέιτς, εξακολουθούν να ταλανίζουν τους αναγνώστες, όπως και η έλλειψη παιδείας ταλανίζει όσους δεν πιάνουν βιβλίο στο χέρι τους – και στη χώρα μας είναι πολλοί…
(Η εισαγωγή αυτή έχει επικαιροποιηθεί, με την προσθήκη ελάχιστων λέξεων. Το σύνολο των ερωταποκρίσεων αναδημοσιεύεται ακριβώς όπως το 2010.)
Αρχίσατε να γράφετε για να εναντιωθείτε στα σχέδια που είχε για σας ο πατέρας σας, ένας άνθρωπος ιδιαιτέρως αυταρχικός. Πώς ήταν το να ζει κανείς στο Περού, εκείνη την εποχή; Τι σήμαινε τότε για σας η λογοτεχνία;
Η λογοτεχνία ήταν καταφύγιο, ήταν ηρεμία. Ηταν ευτυχία και παρηγοριά, ήταν ο ενθουσιασμός που δεν ένιωθα στη ζωή με τον πατέρα μου, τον οποίο πρωτογνώρισα όταν ήμουν 10 ετών.
Ήσαστε λοιπόν φανατικός αναγνώστης…
Απολύτως. Η επαφή μου με τη λογοτεχνία άρχισε με την ανάγνωση. Όπως όλα τα παιδιά της εποχής μου, διάβαζα με μεγάλο ενθουσιασμό περιπετειώδεις ιστορίες. Τα αναγνώσματα αυτά με ενθουσίαζαν, μου προξενούσαν μεγάλη χαρά, μού άνοιγαν τον κόσμο της φαντασίας. Έθεσαν τις βάσεις για να εδραιωθεί η απόφασή μου γίνω συγγραφέας.
Τώρα, έπειτα από τόσα χρόνια, τόσα βιβλία και τόσες βραβεύσεις, για ποιο λόγο εξακολουθείτε να γράφετε;
Γιατί η γραφή, όπως έλεγε ο Φλωμπέρ, είναι τρόπος ζωής. Στην περίπτωσή μου, ισχύει απολύτως. Ζωή για μένα σημαίνει, πρωτίστως, γραφή. Ασφαλώς και με ενδιαφέρουν όλες οι άλλες εκδηλώσεις της ζωής, αλλά η γραφή με απορροφά, και αυτό συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια.
Τα βιβλία σας αντανακλούν την πραγματικότητα. Συχνά όμως χρησιμοποιείτε ως πρώτη ύλη για τα έργα σας τα βιώματά σας.
Η μνήμη είναι η πιο σημαντική πρώτη ύλη για ένα συγγραφέα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα έργα μου είναι αυτοβιογραφικά. Το σημείο εκκίνησης είναι βέβαια προσωπικές εμπειρίες. Πάντα ξεκινώ από μια προσωπική εμπειρία, από κάτι που έζησα, που διάβασα, που άκουσα, από γεγονότα που άφησαν ένα ίχνος στη μνήμη μου. Έτσι σχηματίζεται το έμβρυο μιας ιστορίας. Τώρα ορισμένες εμπειρίες είναι πολύ εύφορες την ώρα που γράφω, άλλες όχι. Είναι μυστήριο, όμως αισθάνομαι ότι υπάρχουν και λόγοι στο υποσυνείδητο που επενεργούν την ώρα της επιλογής του θέματος. Συχνά έχω την εντύπωση ότι τα θέματα με διαλέγουν, ότι δεν τα διαλέγω εγώ.
Ποιος είναι ο ρόλος της λογοτεχνίας σήμερα;
Η λογοτεχνία αφ’ ενός βοηθά τους ανθρώπους να ζήσουν όσα δεν μπορούν, όσα θα ήθελαν να ζήσουν, εμπλουτίζει τη ζωή τους. Αφ’ ετέρου, οξύνει την κριτική μας σκέψη, χάρη σε αυτή συνειδητοποιούμε τις προσδοκίες μας, όσα λείπουν από τη ζωή μας. Υπό την έννοια αυτή, η λογοτεχνία συμβάλλει στο ανικανοποίητο της ύπαρξης, συμβάλλει στην πρόοδο, στο να μη βαλτώσουμε στον κομφορμισμό. Ο κομφορμισμός και η καλή λογοτεχνία είναι ασύμβατα.
Σύμφωνα με τις στατιστικές, ο αριθμός των αναγνωστών περιορίζεται. Πού οφείλεται αυτό;
Σήμερα τυπώνονται πιο πολλά βιβλία και πιο πολλοί άνθρωποι μπορούν να αγοράσουν βιβλία από ό,τι στο παρελθόν. Είναι όμως αλήθεια ότι οι σημερινοί αναγνώστες αφιερώνουν λιγότερο χρόνο σε σχέση με τους αναγνώστες του παρελθόντος. Αυτό οφείλεται κυρίως στον ανταγωνισμό της τηλεόρασης, αλλά και επειδή η εκπαίδευση δεν ενσωματώνει τη λογοτεχνία ως κάτι θεμελιώδες στη ζωή. Πρέπει να οργανωθεί η εκπαίδευση –όχι μόνο στα σχολεία αλλά και στις οικογένειες– ώστε η ανάγνωση να αποτελεί κομμάτι της ζωής των ανθρώπων από τα παιδικά τους χρόνια.
Έχετε εκφράσει την αντίθεσή σας στον Μπιλ Γκέιτς ο οποίος ισχυρίζεται ότι τα βιβλία θα αχρηστευθούν…
Ελπίζω να διαψευσθεί ο Μπιλ Γκέιτς! Νομίζω ότι τα ΜΜΕ δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τα βιβλία. Αν τα βιβλία περιθωριοποιηθούν, αν βρεθούν στις κατακόμβες της κοινωνίας, θα είναι μεγάλη φτώχεια για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Και ο κινηματογράφος και η τηλεόραση μου αρέσουν πολύ, η οθόνη όμως δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ανάγνωση ως δίαυλο ιδεών, ως όργανο που αναγκάζει την ανθρώπινη φαντασία να λειτουργήσει. Ο θεατής είναι πολύ πιο παθητικός σε σχέση με τον αναγνώστη.
Αναφέρεστε στα ΜΜΕ. Ποιος είναι ο ρόλος τους σήμερα;
Τα ΜΜΕ είναι ένα εκπληκτικό εργαλείο, είναι επανάσταση για την πληροφορία. Μας κάνουν να ζούμε την επικαιρότητα σε πραγματικό χρόνο. Σήμερα συμβάλλουν στο να σπάσουν τα σύνορα μεταξύ των κρατών, μεταξύ των πολιτισμών. Χάρη σε αυτά δεν υπάρχει λογοκρισία και, επίσης, προσφέρουν ψυχαγωγία. Ταυτόχρονα, όμως, εξαιτίας των τεχνολογικών τους υποδομών και εξαιτίας του υψηλού τους κόστους, είναι περισσότερο ελεγχόμενα και λιγότερο ελεύθερα σε σχέση με τα βιβλία. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ενδεχόμενη εξαφάνιση των βιβλίων θα ήταν περιορισμός της ελευθερίας του ανθρώπου.
Εναντίον του αυταρχισμού
Στη νεότητά σας, σας προσέλκυσαν οι σοσιαλιστικές ιδέες. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας έκαναν να αλλάξετε τις πολιτικές σας απόψεις και να δηλώνετε από πολλά πλέον χρόνια φιλελεύθερος;
Όταν ήμουν νέος, σε όλη τη Λατινική Αμερική ζούσαμε σε δικτατορίες υποταγμένες στις ΗΠΑ, την Ουάσιγκτον και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, οι στρατιωτικές δικτατορίες θεωρούνταν απάντηση στην επικράτηση του κομμουνισμού. Εξ αυτού του λόγου όλοι νιώσαμε ότι πρέπει να στραφούμε στον σοσιαλισμό. Όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, είδα το πραγματικό πρόσωπο του σοσιαλισμού, ο οποίος είχε επιφέρει, είναι αλήθεια, ορισμένη κοινωνική πρόοδο. Διαπίστωσα τότε ότι τα σοσιαλιστικά καθεστώτα ήθελαν να ελέγχουν τη σκέψη, τα είδα να εξελίσσονται σε αστυνομικά κράτη που καταργούσαν την ελευθερία του ανθρώπου. Γι’ αυτό και αναθεώρησα τις απόψεις μου, όπως και πολλοί άλλοι διανοούμενοι της εποχής μου. Δεν απαρνήθηκα τα ιδανικά μου αλλά τα προσδιόρισα στη δημοκρατία, στον πλουραλισμό, στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και της κριτικής. Η Κούβα ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα για να αναθεωρήσω τις απόψεις μου. Γιατί η Κούβα είναι η περίπτωση σοσιαλιστικής χώρας που γνώρισα εκ των έσω, είναι μια χώρα που μιλούν τη γλώσσα μου. Επισκέφθηκα την Κούβα πέντε φορές κατά τη δεκαετία του 1960 και είδα πώς εξελίχθηκε η επανάσταση την οποία αρχικώς θεωρούσαμε απελευθερωτική, μια επανάσταση που θα συνδύαζε την ελευθερία με δικαιοσύνη. Είδα πώς εξέλιπε η ελευθερία, πώς το καθεστώς μεταμορφώθηκε σε καθεστώς σοβιετικού τύπου. Ηταν λοιπόν καθοριστικός παράγων για μένα η απογοήτευση για την αποτυχία της κουβανικής επανάστασης. Όπως καθοριστική ήταν και η εμπειρία της Άνοιξης της Πράγας. Βρέθηκα στην Τσεχοσλοβακία το 1968, ήταν συγκλονιστική η εμπειρία να δεις αυτή την απόπειρα εκδημοκρατισμού στο πλαίσιο ενός σοσιαλιστικού καθεστώτος. Το ότι εκείνο το πείραμα διακόπηκε με τόσο βίαιο τρόπο και ότι ο Φιντέλ Κάστρο έσπευσε να στηρίξει την εισβολή των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία, ήταν ένα ακόμη καθοριστικό γεγονός για να αναθεωρήσω τις απόψεις μου.
Υπερασπίζεστε με πάθος τις ιδέες της δημοκρατίας. Τι απαντάτε σε όσους βλέπουν στην παγκοσμιοποίηση την επιβολή μιας νέας δικτατορίας των πολυεθνικών;
Η παγκοσμιοποίηση έχει τις φωτεινές και τις σκοτεινές πλευρές της. Συνολικά όμως είναι θετική για την ανθρωπότητα. Η παγκοσμιοποίηση είναι επανάσταση για την επικοινωνία. Χάρη στην παγκοσμιοποίηση δεν υπάρχει δικτατορία που να μπορεί να εφαρμόσει λογοκρισία. Η τεχνολογία σπάει όλα τα εμπόδια και στέλνει πληροφορίες εκεί όπου πριν δεν μπορούσαν να φτάσουν. Για τις φτωχές χώρες επίσης, η παγκοσμιοποίηση είναι θετική, φέρνει κεφάλαια και τεχνολογία. Αν ο Μιλόσεβιτς περιμένει να δικαστεί σήμερα στη Χάγη [σ.σ.: ο πρώην ηγέτης της Σερβίας είχε ήδη μεταφερθεί στο Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορούμενος για την υποκίνηση ωμοτήτων και γενοκτονίας κατά των Μουσουλμάνων της Βοσνίας. Πέθανε μερικά χρόνια αργότερα εκεί, στις 11/3/2006, πριν η δίκη του ολοκληρωθεί], αυτό συμβαίνει χάρη στην παγκοσμιοποίηση. Χάρη σ’ αυτή δημιουργήθηκε ένα διεθνές δικαστήριο και έτσι ο Μιλόσεβιτς και άλλοι δυνάστες δεν θα περάσουν τα γεράματά τους στην Κυανή Ακτή, αλλά θα λογοδοτήσουν για τα εγκλήματα τους.
Στην παγκοσμιοποίηση εναντιώνονται τα άκρα, οι κομμουνιστές και οι φασίστες.
Στην Ευρώπη, οι εχθροί της παγκοσμιοποίησης είναι οι νοσταλγοί του σταλινισμού, του κινεζικού κομμουνισμού και του φασισμού. Ο Χάιντερ στην Αυστρία [σ.σ.: σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό το 2008], ο Λε Πεν στη Γαλλία, η ΕΤΑ στην Ισπανία. Οι παραδοσιακοί εχθροί της δημοκρατικής κουλτούρας είναι αυτοί που φοβούνται την παγκοσμιοποίηση. Και έχουν δίκιο που τη φοβούνται, γιατί η παγκοσμιοποίηση επεκτείνει τα όρια της δημοκρατίας και πατάσσει τον Δούρειο Ίππο των άκρων, που είναι ο εθνικισμός. Ο εθνικισμός είναι ο μεγάλος εχθρός της δημοκρατικής κουλτούρας, όπως ήταν στο παρελθόν ο φασισμός και ο κομμουνισμός.
Η Ευρώπη έχει λόγους να φοβάται σήμερα τον εθνικισμό και την ξενοφοβία;
Ναι, δυστυχώς, υπάρχει αυτός ο κίνδυνος, γιατί ο εθνικισμός απειλεί το καλύτερο, το πιο γενναιόδωρο, το πιο φιλόδοξο σχέδιο των τελευταίων δεκαετιών, που είναι η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ένα σχέδιο με εξαιρετικά θετικές συνέπειες για όλο τον κόσμο. Μια Ε.Ε. δυνατή είναι η μόνη που μπορεί να σταθεί απέναντι στις ΗΠΑ. Δεν μπορεί να υπάρχει μόνο μια υπερδύναμη στον κόσμο. Ο εθνικισμός λοιπόν είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Και πρέπει να τον πολεμήσουμε με ιδέες. Ο εθνικισμός δεν είναι ιδεολογία, είναι ομολογία και πράξη πίστεως. Δεν έχει μεγάλο στοχαστή όπως έχουν οι άλλες ιδεολογίες, γιατί δεν έχει να κάνει με την εξυπνάδα, την κουλτούρα, αλλά με τον φόβο, με τα πιο οπισθοδρομικά ένστικτα, με αυτό που ο Πόπερ αναφέρει ως το κάλεσμα της φυλής. Έχουμε να κάνουμε με μια μάχη της λογικής έναντι του ανορθολογισμού, εναντίον των προκαταλήψεων, εναντίον των αταβιστικών φόβων για το Άλλο, το Διαφορετικό, των φόβων οι οποίοι ήταν δυστυχώς η πρωταρχική αιτία για τις εκατόμβες που έζησε η ανθρωπότητα.
Στην περίπτωση της Γαλλίας, ο εθνικισμός είναι πιο σοβαρό πρόβλημα;
Στη Γαλλία ο εθνικισμός έχει πολιτική έκφραση που είναι σήμερα πολύ παρούσα. Δεν είναι περιθωριακός, έχει εκλογική παρουσία και αυτό είναι σαφώς ανησυχητικό.
Για την ευρωπαϊκή ενοποίηση
Θεωρείστε ο πιο Ευρωπαίος από τους Λατινοαμερικανούς στοχαστές. Γνωρίζετε καλά την Ευρώπη. Πιστεύετε ότι η Ε.Ε. διαδραματίζει σήμερα το ρόλο που της αναλογεί;
Συχνά η ευρωπαϊκή πολιτική στη διεθνή σκηνή είναι ανεπαρκής, όπως πρόσφατα φάνηκε και στις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για τη Μέση Ανατολή. Το πρόβλημα είναι ότι η ΕΕ δεν είναι αρκετά ενωμένη, γιατί η διαδικασία της ενοποίησης είναι αργή και, εξ αυτού του λόγου, παρατηρούνται πολλές αντιφάσεις, όχι μόνο στην εξωτερική αλλά και στην εσωτερική της πολιτική. Γι’ αυτό και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πρέπει να πετύχει. Η διεθνής επιρροή της ΕΕ είναι περιορισμένη επειδή η διαδικασία της ολοκλήρωσής της –κοινωνική, αμυντική και οικονομική ενοποίηση– δεν έχει ολοκληρωθεί.
Ποιος είναι ο ρόλος της Ελλάδας σήμερα στην Ευρώπη;
Η Ελλάδα έχει κεντρικό ρόλο στην ΕΕ γιατί είναι γέφυρα ανάμεσα στην πιο εκρηκτική περιοχή του κόσμου και την Ευρώπη. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι σύμβολο, είναι το λίκνο της κορυφαίας στιγμής της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτό που αποκαλούμε Δύση, αυτό που αποκαλούμε δημοκρατική κουλτούρα γεννήθηκε εδώ. Η Ελλάδα λοιπόν είναι σύμβολο και παράδειγμα που, στη μοντέρνα εκδοχή του, θα έπρεπε να ακολουθεί η Ευρώπη, μια σύγχρονη δηλαδή, ορθολογική δημοκρατία που πατάσσει με εξυπνάδα και ιδέες τους δαίμονες των παθών, των ενστίκτων και του ανορθολογισμού. Αυτή είναι η κληρονομιά της ελληνικής αρχαιότητας.
Ήσαστε υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του Περού το 1990, στις οποίες ηττηθήκατε από τον αλμπέρτο Φουχιμόρι. Πώς ήταν η εμπειρία της ανάμειξής σας στην ενεργό πολιτική; Θα επαναλαμβάνατε το εγχείρημα;
Όχι, δεν θα το επαναλάμβανα. Ήταν μια εμπειρία διδακτική, όχι ευχάριστη, γιατί την έζησα σε πλαίσιο μεγάλης πολιτικής βίας, τρομοκρατίας και πρωτόγνωρης κοινωνικής κρίσης για το Περού. Δεν υπάρχει όμως τίποτε πιο διαφωτιστικό από μια προεκλογική εκστρατεία για να δει κανείς το πραγματικό πρόσωπο της πολιτικής. Πολλοί συγγραφείς έχουν, συχνά, μια λογοτεχνική εικόνα της πολιτικής, μια εικόνα που σχημάτισαν χάρη στα βιβλία. Η συγκεκριμένη εμπειρία με βοήθησε να γράψω το βιβλίο μου Η γιορτή του τράγου γιατί, χάρη σε αυτή, μπόρεσα να καταλάβω καλύτερα πώς μπορεί να είναι μια δικτατορία.
Γιατί επιλέξατε τη δικτατορία του Τρουχίγιο στη Δομινικανή Δημοκρατία ως θέμα αυτού του βιβλίου;
Το 1975 έζησα για ένα διάστημα στη Δομινικανή Δημοκρατία με αφορμή μια ταινία, όπου διάβασα και έμαθα πολλά για τη δικτατορία του Τρουχίγιο. Όταν ήμουν φοιτητής στη Λίμα, τη δεκαετία του 1950, η δικτατορία του Τρουχίγιο ήταν η πιο εμβληματική από τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής. Το βιβλίο περιγράφει τη δικτατορία του Τρουχίγιο αλλά ουσιαστικά αναφέρεται σε όλα τα απολυταρχικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, στις ωμές διεφθαρμένες δικτατορίες, με όλη αυτή την γκροτέσκα θεατρικότητα που τις χαρακτηρίζει.
Σήμερα έχουμε παραδείγματα τέτοιων δικτατοριών;
Σήμερα έχουμε την Κούβα, που ακολουθεί την παράδοση τέτοιων δικτατοριών, την παράδοση του μονοκομματικού αυταρχικού κράτους, εδώ και 43 χρόνια –πολύ περισσότερα από τα 30 που διάρκεσε η δικτατορία του Τρουχίγιο– και έχουμε και έναν υποψήφιο δικτάτορα, τον Ούγκο Τσάβες, στη Βενεζουέλα, έναν δημαγωγό. Να χτυπήσουμε ξύλο, αλλά ο Τσάβες ωθεί τη χώρα του προς την απολυταρχία. Στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική, ευτυχώς, υπάρχει συναίνεση για τη δημοκρατία και αυτό, παρά την οικονομική κρίση, είναι ελπιδοφόρο.
Τι άλλαξε στον κόσμο μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001;
Άλλαξε ο κόσμος σε ψυχολογικό επίπεδο. Ο κόσμος συνειδητοποιεί ότι το πρόβλημα της τρομοκρατίας είναι παγκόσμιο, ότι μάς αφορά όλους γιατί η τρομοκρατία διαθέτει, από τη μια πλευρά, φανατισμό, από την άλλη, τεχνολογία, χάρη στην οποία μπορεί να καταφέρει παντού πλήγματα. Δεν υπάρχουν όρια στην τρομοκρατία. Το μεγάλο μάθημα της 11ης Σεπτεμβρίου είναι ότι οφείλουμε από κοινού να προασπίσουμε τη δημοκρατική κουλτούρα. Αν δεν το συνειδητοποιήσουμε, μπορεί να ζήσουμε και άλλες καταστροφές. Επαναλαμβάνω ότι πρέπει να υπάρχει αντίβαρο στις ΗΠΑ. Και μόνο η ΕΕ μπορεί να γίνει αντίβαρο στις ΗΠΑ, όχι μόνο σε επίπεδο οικονομικού ανταγωνισμού αλλά και σε πολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο ιδεών. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, είδαμε στις ΗΠΑ έναν εκνευρισμό για όσα συνέβησαν, ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει πρωτοβουλίες επικίνδυνες για την παγκόσμια ειρήνη και τη συνύπαρξη των λαών. Και εδώ ο ρόλος της Ευρώπης είναι θεμελιώδης.