Αυτό το, μάλλον ξεχασμένο,[ii] ποίημα των 295 στίχων, αφηγείται μια ιστορία που πάει πίσω στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία.
Συμμετέχει στην αλλαγή της γλώσσας της ελληνικής ποίησης, από καθαρεύουσα σε δημοτική, που συντελείται ακριβώς την εποχή εκείνη.
Σχεδόν αμέσως μεταφράζεται στα αγγλικά και ανθολογείται από τη συγγραφέα Elizabeth Mayhew Waller Edmonds[iii], στο βιβλίο της Greek Lays, Idylls, Legends A selection from recent and contemporary poets[iv], το 1884, που επανεκδίδεται το 1886 και το 2011. Δηλαδή, το ποίημα του –νεαρού τότε– Παλαμά επιλέγεται, μεταφράζεται και δημοσιεύεται λίγους μόνο μήνες μετά τη δημοσίευσή του στα ελληνικά. Κριτήριο της ανθολόγου είναι η σχέση των ποιημάτων με την Ελληνική Επανάσταση, καθώς θεωρεί ότι η ποίηση έπαιξε μεγάλο ρόλο στο φρόνημα των Ελλήνων κατά τη διάρκειά της αλλά κι αργότερα. Έτσι διαλέγει από το μακροσκελές αφηγηματικό ποίημα του Παλαμά το τμήμα (στίχοι 116 - 285) που αφορά την πολιορκία του Μεσολογγίου.
Το ποίημα εμπεριέχει μια ρηξικέλευθη ματιά για τις δυνατότητες της γυναίκας να υποκρίνεται τον άντρα με την αλλαγή ενδύματος[v], ακόμη και στον πιο σκληρό πόλεμο, όταν η ψυχή της το επιτάσσει. Πράγμα που πρόσεξε ο Όσκαρ Ουάιλντ στην κριτική του για την ανθολογία της Edmonds, που δημοσιεύτηκε στην αγγλική απογευματινή εφημερίδα The Pall Mall Gazette[vi] το 1885.
Η δημοτική γλώσσα του ποιήματος ήταν κατανοητή και ικανή να δημιουργεί μεγαλειώδεις εικόνες που προβάλλουν κατά την ανάγνωσή του λαμπρές και φοβερές. Ο Παλαμάς αφηγείται την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία μιας γυναίκας που στα νιάτα της ντύθηκε άντρας για να μπορέσει ν’ ανεβεί στην ντάπια και να πολεμήσει δίπλα στον πατέρα της, ενώ αργότερα, όταν ήταν πια γιαγιά στην Αθήνα, η επιθυμία της ήταν να ταφεί μ’ αυτή τη στολή του παλικαριού της Επανάστασης. Η ιστορία ήταν το έναυσμα για να γράψει ο νεαρός Παλαμάς το ποίημα. Γοητευτικά ευρήματα του ποιητή: η αφήγηση της ηλικιωμένης γυναίκας από την ίδια στα εγγόνια της και η συνομιλία της με τα αντρικά της ρούχα.
Το ποίημα αποτέλεσε λόγο για μια συνάντηση δύο ανθρώπων τόσο διαφορετικής ψυχοσύνθεσης, του Όσκαρ Ουάιλντ[vii] και του Κωστή Παλαμά, καθώς ο δεύτερος επαινέθηκε από τον πρώτο, και μάλιστα το 1885 – πριν από τη γνωστή επιστολή του Εμίλ Λεγκράν (1886) για Τα Τραγούδια της πατρίδος μου.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ έγραφε ανυπόγραφα, όπως όλοι οι συντελεστές της εφημερίδας Pall Mall, βιβλιοκριτικά σημειώματα. Απευθύνονταν στο ευρύ κοινό το οποίο τα αγάπησε, ήταν ολιγόλογα και περιείχαν απολαυστικά εξωλογοτεχνικά στοιχεία. Μια τέτοια κριτική με ιδιαίτερη επισήμανση στο ποίημα του Παλαμά δημοσίευσε στο φύλλο της 27ης Μαΐου 1885.
Το σύνολο της σημειώματος είναι τέσσερις παράγραφοι, δύο εκ των οποίων –η πρώτη και η τέταρτη–, μεταφρασμένες στα ελληνικά,[viii] δημοσιεύτηκαν, πρώτα σ’ έναν μικρό τόμο, το 1932, από το τυπογραφείο της Εστίας με τίτλο Δώδεκα άρθρα για τον Παλαμά[ix] και αργότερα στο Γ΄ τεύχος της Αγγλοελληνικής Επιθεώρησης[x]. Τις αναπαράγουμε όπως δημοσιεύτηκαν τότε:
Ο Οδυσσέας και όχι ο Αχιλλέας είναι ο τύπος του σημερινού Έλληνα. Το εμπόριο ξεπέρασε τις Μούσες, κι η πολιτική προτιμήθηκε από τον Παρνασσό. Και όμως, στις όχθες του Ιλισού βρίσκονται γλυκόφωνοι τραγουδιστάδες. Τ’ αηδόνια δεν έχουν σωπάσει στον Κολωνό. Μέσα από τον κήπο του Ελληνικού τραγουδιού στον δέκατο ένατο αιώνα η Δδα[xi] Edmonds (Greek Lays, Idylls, Legends, μεταφρασμένα Αγγλικά) μας έδωσε μια τόσο χαριτωμένη ανθολογία, και χύνοντας το κρασί από το χρυσό ποτήρι μέσα στ’ ασημένιο, κράτησε πολλή από τη χάρη του πρωτότυπου [ακόμη κι όταν είναι μεταφρασμένη η Ελληνική ποίηση είναι προτιμητέα από τα Ελληνικά Δάνεια].[xii]
Όσον αφορά την ποιότητα αυτής της ποίησης, εάν κάποιο αρχαίο πνεύμα μπορεί ν’ ανιχνευτεί έστω κι ελάχιστα σ’ αυτήν, είναι εκείνο του Τυρταίου και του Θεόκριτου. Οι επικές μπαλάντες του Ρήγα και του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη έχουν έναν θαυμάσιο μουσικό ήχο και πάθος μέσα τους, ενώ τα λαϊκά τραγούδια του Γεωργίου Δροσίνη είναι γεμάτα με χαριτωμένες εικόνες της υπαίθριας ζωής και ντελικάτα ειδύλλια από τις βουνίσιες στάνες. Αυτά είναι που προτιμούμε. Οι φλογέρες των βοσκών είναι πιο ευχάριστες από τις σάλπιγγες του πολέμου. Όμως, η ποίηση έπαιξε έναν τόσο υψηλό ρόλο στον Ελληνικό πόλεμο για την Ανεξαρτησία, που είναι αδύνατο να μην κοιτάξουμε με ευλάβεια τα πνευματώδη πολεμικά άσματα που σήμαιναν τόσα πολλά σ’ εκείνους που μάχονταν για την ελευθερία, και σημαίνουν ακόμη και τώρα τόσα πολλά στα παιδιά τους.
Άλλοι ποιητές εκτός από τον Δροσίνη έχουν πάρει τους θρύλους που επιζούν μεταξύ των χωρικών και τους δίνουν μία καλλιτεχνική φόρμα. Το τραγούδι των Εποχών (σ. 196)[xiii] είναι γεμάτο ομορφιά, και υπάρχει ένα αξιοθαύμαστο ποίημα για το χτίσιμο της Αγίας Σοφίας (σ. 207)[xiv], το οποίο μας λέει πως ο σχεδιασμός του εξαιρετικού κτιρίου υπεδείχθη από την χρυσαφένια κηρήθρα μιας μέλισσας η οποία πέταξε από το Παλάτι με ένα ψίχουλο από το αντίδωρο που έπεσε από τα χέρια του Βασιλιά. Η ιστορία ακόμη μπορεί να βρεθεί στην Θράκη.
Μία από τις μπαλάντες αυτές (Τα νιάτα της Γιαγιάς) έχει τόσο οίστρο! Είναι γραμμένη από τον Κωστή Παλαμά, απάνω σε κάποιο επεισόδιο που έγινε εδώ και χρόνια στην Αθήνα. Το καλοκαίρι του 1881 μέσ’ από τους δρόμους πέρασαν εκεί την κηδεία μιας γριούλας, ντυμένης με ρούχα Παλληκαριού, που τα πρωτοφόρεσε στην πολιορκία του Μεσολογγιού, κι είχε ζητήσει να τη θάψουνε μ’ αυτά. [xv] Η ζωή αυτής της αληθινής Ελληνίδας ηρωίδας θάπρεπε να μελετηθεί από όσους ζητούν να εμβαθύνουν στη γνώση της γυναικείας φύσης. Ο τρόπος που την αντικρύζει ο ποιητής δεν είναι ανάγκη καν να πούμε, πως είναι πολύ διαφορετικός από εκείνον που θα πρέσβευε ο αββάς Liddon.[xvi] Αλλά δεν είναι για τούτο λιγότερο ωραίος κι είμαστε ευτυχισμένοι που η γριούλα αυτή πήρε μια θέση μέσα στην Τέχνη.
Κωστής Παλαμάς
Τα νιάτα της Γιαγιάς (απόσπασμα)
Από το μεγάλο ποίημα του Παλαμά επιλέγεται ένα μικρό μέρος (στίχοι 264-285), όπου η γιαγιά παύει να μιλά στα εγγόνια της και, πριν εκφράσει την τελευταία επιθυμία της, απευθύνεται στα αγαπημένα ρούχα με τα οποία πολέμησε στο Μεσολόγγι:
[…] Σας αγαπώ, στολίδια μου γεμάτα περηφάνια,
τιμή και δόξα, φέρμελη με τα χρυσά γαϊτάνια,
με των πολέμων τις βολιές φλοκάτα, φουστανέλα,
σας αγαπώ η γερόντισσα μ’ όλη της νιας την τρέλα.
Σα μόβαναν τα στέφανα του γάμου στο κεφάλι
τόση χαρά δεν ένιωθα και τόση παραζάλη
σαν τη χαρά που σας θωρώ ριγμένα εδώ μπροστά μου.
Και με το κοντογούνι μου, με το χρυσό σαγιά μου
ποτέ μου δεν καμάρωσα, ξανθούλα μαυρομάτα,
όσο καμάρωσα μ’ εσάς, καμάρια μου φευγάτα.
Μ’ εσάς, ρουχάκια μ’, άνοιξε χρυσό το ριζικό μου,
μ’ αγάπησαν, αγάπησα, και ήβρα τον καλό μου,
γλίτωσ’ απίστευτα μ’ εσάς απ’ της σκλαβιάς τα πάθη
τη νύχτα που η πατρίδα μας εκάηκε κι εχάθη
και τον πατέρα μου κακή λαβωματιά πεθαίνει·
μ’ εσάς στα όρη έφτασα νεκρή, ξεψυχισμένη,
μα στο ξανθό λεβέντη μου, στη φλογερή μου αγάπη
δεν επαράδωκα κορμί βρισμένο απ’ τον Αράπη.
Τώρα σαν έρθ’ η ώρα μου και φύγω και πεθάνω,
εσείς να τ’ απιθώσετε στην κάσα μου επάνω.
Παιδιά μου, δε μου φαίνεται κακός ο χάρος τόσο
σα συλλογιέμαι πως εκεί μαζί μ’ αυτά θα λιώσω.
[i] Μπορεί εύκολα να το διαβάσει κανείς στον πρώτο τόμο των απάντων του Κωστή Παλαμά ή ακόμη πιο εύκολα να το ανακτήσει διαδικτυακά από την «Πύλη για την ελληνική γλώσσα» στην ηλεκτρονική διεύθυνση: https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?cnd_id=7&text_id=1183.
[ii] Πέρασε, μάλλον, απαρατήρητο από τη 200ή επέτειο της Επανάστασης.
[iii] Η πολυγράφος ελληνίστρια Αγγλίδα Elizabeth Mayhew Waller Edmonds (1821-1907), σπούδασε αρχαία ελληνικά, προτίμησε όμως να ασχοληθεί με τα νέα. Για το λόγο αυτό, αλλά και για να βελτιώσει την υγεία της, ταξίδεψε το 1880 στην Αθήνα. Στην αρχή έμεινε στο ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρεταννίας, ακολούθως στο σπίτι μιας αγγλικής οικογένειας και τελικά στο σπίτι του καθηγητή του Πανεπιστημίου, κυρίου Κερασού. Από τις εμπειρίες της έγραψε το βιβλίο, Fair Athens, με αναφορές στα έθιμα τις γιορτές, τους δρόμους, τις αγορές, τα κτίρια και άλλα στοιχεία της Αθήνας εκείνης της εποχής. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην Αθήνα συνάντησε τους Γεώργιο Βιζυηνό, Γεώργιο Δροσίνη, Νικόλαο Πολίτη και Γρηγόριο Ξενόπουλο. Μετέφρασε στα Αγγλικά τα Απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη. Έγραψε βιογραφία του Ρήγα, ενδιαφέρθηκε για τη συμμετοχή των γυναικών στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας κι έγραψε ένα μυθιστόρημα Amygdala: A Tale of the Greek Revolution (1894), στο οποίο η ηρωίδα Ειρήνη υπερβαίνει την απογοήτευση του πατέρα της που ήταν κορίτσι συμμετέχοντας στην Ελληνική Επανάσταση.
[iv] Μεταφράζονται και ανθολογούνται ποιήματα (κατά σειρά εμφάνισης) των Ιουλίου Τυπάλδου, Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, Γεωργίου Ζαλοκώστα, Αλεξάνδρου Σούτσου, Κωστή Παλαμά, Διονυσίου Σολωμού, Ηλία Τανταλίδη, Δημητρίου Βικέλα, Σπύρου Λάμπρου, Αχιλλέα Παράσχου, Γεωργίου Βιζυηνού, Ιωάννη Καρασούτσα, Θεοδώρου Ορφανίδη, Αλεξάνδρου Ραγκαβή, Σταμάτη Βάλβη, Άγγελου Βλάχου, Αριστομένη Προβελέγγιου Γεωργίου Δροσίνη, Αθανασίου Χριστόπουλου, ενώ συνοδεύονται από επτά δημοτικά τραγούδια.
[v] Ο Oscar Wilde ενδιαφερόταν ιδιαιτέρως για την ενδυμασία των ανθρώπων.
[vi] Εφημερίδα Pall Mall Gazette, όνομα που της έδωσε ο William Thackeray από τον ομώνυμο δρόμο του Λονδίνου, καθώς σ’ αυτόν ήταν πολλές λέσχες τζέντλεμαν που την διάβαζαν. Ιδρύθηκε το 1865 και ώς το 1880 ανήκε στους Συντηρητικούς. Αλλάζοντας διεύθυνση πέρασε στους Φιλελεύθερους και άλλαξε θέματα – ανάμεσα στη νέα της θεματολογία, η μεγάλη επιτυχημένη καμπάνια της για την παιδική πορνεία. Γνωστοί συνεργάτες της ήταν οι George Bernard Shaw, Anthony Trollope, Friedrich Engels, Oscar Wilde, Robert Louis Stevenson, κ.ά.
[vii], Modern Greek poetry, Pall Mall Gazette, 22 May 1885, σελ. 5.
[viii] Η δεύτερη και η τρίτη παράγραφος μεταφράστηκαν από μένα από το αγγλικό κείμενο της εφημερίδας
[ix] Τον τόμο βρήκε στο αρχείο του ο Γιώργος Ζεβελάκης, και μου έστειλε το σχετικό μεταφρασμένο κείμενο, ενθουσιασμένος για τη συνάντηση δύο τόσο διαφορετικών προσωπικοτήτων της εποχής, του Παλαμά και του Όσκαρ Ουάιλντ. Η ανακάλυψη αποτέλεσε το έναυσμα γι’ αυτή τη δημοσίευση. Ευχαριστώ τον Γιώργο Ζεβελάκη για την ευγενική παραχώρηση του κειμένου.
[x] Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, Γ΄ τόμος, Ιαν – Φεβρ. 1948, σελ. 252-257. Το σχετικό κείμενο είχε την καλοσύνη να στείλει ο Γιώργος Σαραντάκος.
[xi] Η Elizabeth Mayhew Waller ήταν παντρεμένη με τον Edmonds, σύμφωνα με το βιογραφικό της, αλλά στο σημείωμα του Oscar Wilde αναφέρεται ως Miss.
[xii] Η φράση στις αγκύλες παραλήφθηκε από τον μεταφραστή. Σαρκασμός που συνήθιζε ο Oscar Wilde να παρεμβάλει στις κριτικές του.
[xiii] Γεώργιος Βιζυηνός, Ατθίδες Αύραι, Trubner and Co, Λονδίνο 1884.
[xiv] Ό.π.
[xv] Πληροφορίες εξωκειμενικές, από τις οποίες φαίνεται ότι ο Oscar Wilde ενδιαφέρθηκε περισσότερο για το θέμα.
[xvi] Αιδεσιμότατος H. P. Liddon (1829-1890), διακεκριμένος άγγλος θεολόγος.