Στην τελετή αποκαλυπτηρίων του µνηµείου σε ανάµνηση του παλαιού Εβραϊκού Νεκροταφείου (Πανεπιστηµιούπολη), την Κυριακή 9 Νοεµβρίου 2014, ο Γιάννης Μπουτάρης είπε μεταξύ των άλλων:
Αναγνωρίζουµε δηλαδή ότι η απώλεια των 56.000 Εβραίων Θεσσαλονικέων είναι απώλεια για όλους µας – χριστιανούς, εβραίους και μουσουλµάνους, άθεους και αγνωστικιστές. Είναι απώλεια για εκείνους που έζησαν αλλά και για όλους εκείνους που θα ζήσουν εδώ µετά από εµάς. Το Ολοκαύτωµα δεν σφράγισε µόνο το παρελθόν της πόλης µας, αλλά έκανε κάτι χειρότερο: της έκλεψε το µέλλον. Ποιος αµφιβάλλει ότι µια Θεσσαλονίκη µητέρα-πατρίδα µιας ανθούσας και κοσµοπολίτικης εβραϊκής κοινότητας θα ήταν µια άλλη πόλη;
Ο Γιάννης Μπουτάρης είχε δίκιο σε καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις του, με βάση την επιστημονική έρευνα. Σε δημοσίευση του 2010, στην οποία συμμετείχε ο νομπελίστας, Ντάρον Ατζέμογλου (Daron Acemoglou, Tarek A. Hassan, James A. Robinson, “Social Structure and Development: A legacy of the Holocaust in Russia”, National Bureau of Economic Research, 2010), διαπιστώθηκε ότι οι περιφέρειες (oblasts) και πόλεις της Ρωσίας που βίωσαν λόγω του Ολοκαυτώματος την καταστροφή της μεσαίας τάξης τους με εβραϊκή καταγωγή, τη μετα-σοβιετική περίοδο, δηλαδή εβδομήντα και χρόνια μετά, είχαν συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας, που δεν βίωσαν τόσο επώδυνα το Ολοκαύτωμα ή το απέφυγαν, μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα και μικρότερους μέσους μισθούς. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι αυτές οι ρωσικές πόλεις, το 1989, είχαν 14% μικρότερο πληθυσμό από ό,τι αν δεν είχαν βιώσει το Ολοκαύτωμα, απώλεια πληθυσμιακής ανάπτυξης που ξεπερνά κατά πολύ το ποσοστό των εβραίων κατοίκων τους που χάθηκε στο Ολοκαύτωμα. Ο μόνος δείκτης που είναι μεγαλύτερος σε αυτές τις περιφέρειες και πόλεις της Ρωσίας είναι το εκλογικό ποσοστό του οπισθοδρομικού και εθνικιστικού, μετα-σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το κατά κεφαλήν εισόδημα της Θεσσαλονίκης, οι μέσοι μισθοί της, ακόμα και ο πληθυσμός της, όλα αυτά τα μεγέθη χωρίς αμφιβολία θα ήταν αξιοσημείωτα μεγαλύτερα από ό,τι είναι σήμερα, αν υπήρχε μια εύρωστη κοινότητα 70-80 χιλιάδων χιλιάδων εβραίων. Και βέβαια η πόλη, όσο και η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, όντας σε αυτή την περίπτωση πιο εύπορες και εξωστρεφείς, θα ήταν πολύ λιγότερο φιλόξενες στην ελληνική ακροδεξιά.
Συνεπώς, η ανάδειξη του εβραϊκού στοιχείου της πόλης από τον Γιάννη Μπουτάρη υπογραμμίζει ότι άυλα χαρακτηριστικά όπως η εξωστρέφεια, ο κοσμοπολιτισμός, η παιδεία θα καθορίσουν αν θα πετύχει η Θεσσαλονίκη στο μέλλον. Ας σκεφτούμε λοιπόν πόσο πραγματικά έξυπνη πόλη είναι η Θεσσαλονίκη όταν συζητά κυρίως για τα μεγάλα έργα. Και όταν δεν συζητά την ανεπάρκεια των σχολείων της και των πανεπιστημίων της, ανεπάρκεια υλική αλλά και ανεπάρκεια ποιότητας και διακυβέρνησης. Ας σκεφτούμε αν πρέπει να συζητούμε μονοθεματικά το flyover, ναι, ακόμα και το μετρό, και όχι το γεγονός ότι τα ΑΕΙ της πόλης (όπως τα ΑΕΙ όλων των άλλων πόλεων της χώρας) έχουν σήμερα έναν από τους τρεις πλέον ηλικιωμένους πληθυσμούς πανεπιστημιακών δασκάλων και ερευνητών στην Ευρώπη των 27, μαζί με τη Βουλγαρία και την Ιταλία, λόγω της μη αναπλήρωσης των αφυπηρετήσεων, ως απότοκο της δημοσιονομικής κρίσης.
Θα επιμείνω στη σημασία της άυλης διάστασης και στο πώς αυτή διαμορφώνει υλικές συνθήκες αναφορικά με το εβραϊκό στοιχείο της πόλης και τον Γιάννη Μπουτάρη. Θα αναφέρω τρία παραδείγματα.
1. Ο σεβασμός της ιστορικής μνήμης που ήταν προϊόν της πολιτικής βούλησης του Γιάννη Μπουτάρη κινητοποίησε πόρους της ελληνικής ευεργεσίας, του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και της γερμανικής κυβέρνησης για μια μείζονα αστική παρέμβαση στη Δυτική όσο και μη προνομιούχα Θεσσαλονίκη, τη χωροθέτηση και κατασκευή του Μουσείου Ολοκαυτώματος.
2. Αυτή η ίδια η ιστορική μνήμη, επειδή ακριβώς αναφέρεται σε ένα από τα πλέον διεθνοποιημένα και οικονομικά εύρωστα έθνη του πλανήτη, το εβραϊκό, την τελευταία δεκαετία έχει δημιουργήσει ροές επισκεπτών και επενδυτικών κεφαλαίων εβραϊκής και ισραηλινής προέλευσης στη Θεσσαλονίκη.
3. Δεν είναι τυχαίο ότι την αναγνώριση από την ίδια την πόλη της εβραϊκής κοινότητάς της, και του καθοριστικού ρόλου της στην ιστορική διαδρομή της Θεσσαλονίκης, τη διαδέχθηκε η επένδυση της Pfizer στην Θεσσαλονίκη – της Pfizer στην οποία ηγείται ένα από τα πλέον πετυχημένα τέκνα της Θεσσαλονίκης, ο Αλβέρτος Μπουρλά, και σήμερα ο πιο πετυχημένος, διεθνώς, έλληνας απόφοιτος ελληνικού πανεπιστημίου. Ούτε είναι τυχαίο ότι αυτή η επένδυση έγινε στα μυαλά της πόλης, σε νέους και νέες απόφοιτους των πανεπιστημίων της Θεσσαλονίκης. Η Pfizer Θεσσαλονίκης, των 1.184 υψηλής εξειδίκευσης εργαζομένων, από 51 εθνότητες, με το 15% εξ αυτών να είναι επαναπατρισθέντες Έλληνες που είχαν φύγει από τη χώρα λόγω της δημοσιονομικής κρίσης, είναι κάτοικος της πόλης του Μπουτάρη όχι της πόλης του Παπαγεωργόπουλου
Με άλλα λόγια, ο Γιάννης Μπουτάρης, σε στενή συνεργασία με την Ισραηλιτική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης, έκανε σοβαρές παρεμβάσεις με θετικές συνέπειες στο εισόδημα και τις οικονομικές προοπτικές των (μη εβραίων, πια, στην πλειονότητά τους) κατοίκων της πόλης. Επικαλούμενος τη μνήμη της των εβραίων της Θεσσαλονίκης διασυνέδεσε την πόλη με την εξωστρέφεια και την καινοτομία που κατεξοχήν χαρακτηρίζει το εβραϊκό έθνος, κινητοποιώντας την εισροή ανθρώπων, γνώσεων και κεφαλαίων στη Θεσσαλονίκη.
Ποια πρέπει να είναι η στόχευσή μας στο μέλλον με βάση αυτή την κληρονομιά του Γιάννη Μπουτάρη;
Πρώτον, σε συνεργασία με την Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και με την πολιτεία, πρέπει να ενισχύσουμε την τάση, παρότι είναι πλέον αυτοδύναμη, προσέλκυσης εβραίων στην πόλη, ώστε η κοινότητα να καταστεί πληθυσμιακά ανθούσα και όχι φθίνουσα, μια κοινότητα τουλάχιστον διπλάσια από ό,τι είναι σήμερα – και ναι, αν ήταν εφικτός ο στόχος, θα υποστήριζα την πλήρη πληθυσμιακή αποκατάσταση της κοινότητας στα προ του Ολοκαυτώματος επίπεδα.
Δεύτερον, πρέπει ως Θεσσαλονίκη να παραδειγματιστούμε από τη σχέση του Ισραήλ με την εβραϊκή διασπορά, ιδίως αναφορικά με την επιστημονική κοινότητα, την έρευνα και την καινοτομία, και να υποστηρίξουμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο που θα προσελκύσουν τη διακεκριμένη επιστημονική μας διασπορά στη Θεσσαλονίκη. Διότι είναι αυτοκτονικό, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τη Θεσσαλονίκη, να έχουμε στην Ευρώπη των 27 τη μεγαλύτερη επιστημονική διασπορά στα κορυφαία ΑΕΙ των ΗΠΑ, σε σχέση με τον πληθυσμό μας, και τη δεύτερη μεγαλύτερη, πάλι στην Ευρώπη των 27, σε απόλυτους αριθμούς, στα ίδια αυτά αμερικανικά πανεπιστήμια, μετά την πολυπληθέστερη Γερμανία.
Θυμίζω, κλείνοντας, ότι ο Γιάννης Μπουτάρης συγκρούστηκε με το πρυτανικό κατεστημένο, υποστηρίζοντας τη μεταρρύθμιση της Άννας Διαμαντοπούλου στα ΑΕΙ που, πριν καταργηθεί στη συνέχεια, έφερε διακεκριμένους επιστήμονες της διασποράς μας, αποδίδοντάς τους πραγματική εξουσία, στα Συμβούλια Διοίκησης των ΑΕΙ και της πόλης – όπως άλλωστε συμβαίνει και στα ισραηλινά πανεπιστημιακά ιδρύματα όπου συμμετέχουν επιφανείς επιστήμονες της εβραϊκής διασποράς.
*Ο Αντώνης Καμάρας διετέλεσε σύμβουλος του Δημάρχου Θεσσαλονίκης την περίοδο 2011-2014. Το άρθρο βασίζεται σε παρέμβαση του γράφοντα, σε εκδήλωση αφιερωμένη στην μνήμη του, που οργανώθηκε από τη δημοτική παράταξη Θεσσαλονίκη για όλους, με επικεφαλής τον Σπύρο Πέγκα, με την οποία εκλέχθηκε ο Γιάννης Μπουτάρης πρώτος δημοτικός σύμβουλος στις τελευταίες δημοτικές εκλογές του 2023.