Σύνδεση συνδρομητών

Ο έλεγχος του στρατού και ο βασιλιάς

Τετάρτη, 18 Ιανουαρίου 2023 10:43
21 Απριλίου 1967. Η γνωστή φωτογραφία του τότε ακόμα βασιλιά Κωνσταντίνου με τους πραξικοπηματίες, με την οποία υποτίθεται ότι ο άναξ έστειλε μήνυμα δυσαρέσκειας προς τον ελληνικό λαό, επειδή ήταν μουτρωμένος! Φοράει  βέβαια  τη μεγάλη, την επίσημη σκούρα μπλε στολή με τα σιρίτια και τα κορδόνια, τη «δυάρα». Προφανώς, δεν του τη φόρεσαν διά της βίας. Καθώς ο βασιλιάς ήταν τύποις και ουσία ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, η επίσημη εκείνη φωτογράφηση έστελνε το μήνυμα που ήθελαν οι πραξικοπηματίες να στείλουν την ημέρα εκείνη κυρίως προς το εσωτερικό του στρατού: ότι δηλαδή κάποιοι ήρωες στρατιωτικοί,  με επικεφαλής τον αρχηγό του Στρατού, τον βασιλέα, ανέλαβαν τις τύχες της χώρας που κινδύνευε και «οφείλετε να συμπαρασταθείτε». Σημαντικό μήνυμα για τις  πρώτες εκείνες κρίσιμες στιγμές.
Φωτογραφία αρχείου
21 Απριλίου 1967. Η γνωστή φωτογραφία του τότε ακόμα βασιλιά Κωνσταντίνου με τους πραξικοπηματίες, με την οποία υποτίθεται ότι ο άναξ έστειλε μήνυμα δυσαρέσκειας προς τον ελληνικό λαό, επειδή ήταν μουτρωμένος! Φοράει βέβαια τη μεγάλη, την επίσημη σκούρα μπλε στολή με τα σιρίτια και τα κορδόνια, τη «δυάρα». Προφανώς, δεν του τη φόρεσαν διά της βίας. Καθώς ο βασιλιάς ήταν τύποις και ουσία ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, η επίσημη εκείνη φωτογράφηση έστελνε το μήνυμα που ήθελαν οι πραξικοπηματίες να στείλουν την ημέρα εκείνη κυρίως προς το εσωτερικό του στρατού: ότι δηλαδή κάποιοι ήρωες στρατιωτικοί, με επικεφαλής τον αρχηγό του Στρατού, τον βασιλέα, ανέλαβαν τις τύχες της χώρας που κινδύνευε και «οφείλετε να συμπαρασταθείτε». Σημαντικό μήνυμα για τις πρώτες εκείνες κρίσιμες στιγμές.

 

«Ο Βασιλεύς […] άρχει των ενόπλων δυνάμεων».

Άρθρο 32 εδ. α΄ του Συντάγματος του 1952 

Ώς το κίνημα του Μαρτίου 1935, οι δύο μεγάλες παρατάξεις, βενιζελικοί και βασιλόφρονες,  είτε συνυπήρχαν στο σώμα των αξιωματικών είτε εναλλάσσονταν. Το κίνημα αυτό οδήγησε στην  πλήρη εκκαθάριση τους στρατεύματος από κάθε βενιζελικό  στοιχείο και την απόλυτη επικράτηση, από πάνω μέχρι κάτω,  των βασιλοφρόνων. Αυτοί οδήγησαν το στρατό στον πόλεμο της Αλβανίας. Ήταν η πρώτη τους επιτυχία.

Ένα άλλο κίνημα, εκείνο του Ναυτικού, την άνοιξη του 1944 στη Μέση Ανατολή, οδήγησε στην εκκαθάριση του στρατεύματος και από τους αριστερούς, που στις συνθήκες της εποχής είχαν υποκαταστήσει στο ρόλο των αντιπάλων των δεξιών - βασιλοφρόνων τους βενιζελικούς. 

Το ίδιο ζήτημα, η στελέχωση του εθνικού Στρατού, ήταν ο λόγος και η αφορμή το 1944 των Δεκεμβριανών, σύγκρουσης που οδήγησε όχι μόνο στη διασφάλιση της απόλυτης επικράτησης των βασιλοφρόνων στο στράτευμα αλλά αποτέλεσε και την πρώτη μεγάλη στρατιωτική ήττα του έτοιμου για επικράτηση εν ανάγκη και διά των όπλων ΚΚΕ.

Το στράτευμα αυτό, έτσι στελεχωμένο,  διεξήγαγε τον εμφύλιο και νίκησε. Μπορεί οι πρωθυπουργοί να ήσαν βενιζελικοί, αλλά η επιρροή τους δεν κατέβαινε χαμηλότερα. Σε κάθε περίπτωση, μη δεξιός, μη βασιλόφρων αξιωματικός ούτε κατά τον εμφύλιο ούτε κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο γινόταν ανεκτός. Αυτή η μακροχρόνια κατάσταση και, επιπλέον, η οίηση ότι ήσαν οι νικητές του εμφυλίου και οι απόλυτοι άρχοντες του στρατεύματος, οδήγησε τους αξιωματικούς αυτούς συν τω χρόνω και στην αδιαπραγμάτευτη αξίωση της παγίωση των ατομικών και συντεχνιακών τους συμφερόντων, αναφερόμενων στην βαθμολογική, μισθολογική και εν γένει υπηρεσιακή τους κατάσταση. Δεν ήσαν διατεθειμένοι να μοιραστούν τις εξουσίες και τα συμφέροντά τους με κανέναν[1].

Τα συμφέροντα αυτά τα επένδυαν με την απειλή του κομμουνιστικού κινδύνου, αναγορεύοντας κάθε αντίπαλό τους σε κομμουνιστή. Φυσικά, ο αντικομουνισμός τους δεν ήταν μόνο περικάλυμμα των συντεχνιακών τους επιδιώξεων. Ήταν και ουσία εύλογος, καθώς λίγα χρόνια πριν είχαν αντιμετωπίσει το ΚΚΕ στα βουνά με το όπλο. Είχαν σκοτώσει και είχαν σκοτωθεί. Το 1965 είχαν περάσει μόνο 16 χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου, μικρό χρονικό διάστημα, αν αναλογιστούμε πόσο μακρινοί μάς φαίνονται σήμερα οι  Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004. 

Ώς το 1963, οι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, δεξιοί αντικομμουνιστές απολύτως και   βασιλόφρονες κατά κανόνα, αλλά όχι απολύτως, αισθάνονταν ασφαλείς, τόσο προσωπικά όσο και πολιτικά.

Η νίκη της Ενώσεως Κέντρου και η δημιουργία  στην πράξη και στη βάση μιας μεγάλης δημοκρατικής συμπαράταξης από το Κέντρο και αριστερότερα άλλαξε πλήρως το σκηνικό. Όντως, το εκλογικό σώμα άλλαζε. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο στους θεσμούς του κράτους, που συνέχιζαν να είναι συντηρητικοί έως ultra συντηρητικοί και αντιδραστικοί, πάντως αποφασισμένοι να μην παραχωρήσουν σπιθαμή από τις εξουσίες και τα συμφέροντά τους στις αναδυόμενες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις και στο πνεύμα των νέων καιρών. Και αν η στάση αυτή αφορούσε το όλο πλέγμα θεσμών και εξουσιών, πολύ περισσότερο αφορούσε τον πυρήνα, δηλαδή τις ένοπλες δυνάμεις.

Βρισκόμαστε όμως στη μεγάλη δεκαετία του 1960. Η πίεση για εκσυγχρονισμό και πάσης φύσεως αλλαγές είναι αφόρητη. Τα ιερά και τα όσια ευρίσκονται εν κινδύνω. Το ιερότερο και το οσιότερο είναι, φυσικά, ο στρατός. Ποίος δε άρχει των Ενόπλων Δυνάμεων; Ο βασιλεύς!

Ανυποχώρητος λοιπόν ο βασιλεύς στην αξίωση του πρωθυπουργού να τοποθετήσει ως υπουργό Εθνικής Αμύνης, αντί του βασιλόφρονος Γαρουφαλιά, τον εαυτό του. Αντισυνταγματική η στάση του; Καθ’ ερμηνείαν, ναι. Σαφείς και ρητές διατάξεις δεν περιλαμβάνει όμως το τότε ισχύον Σύνταγμα του 1952, που αφιέρωνε στο βασιλιά και στη διαδοχή του 25 άρθρα, στη Βουλή 22 και στην κυβέρνηση μόνο 6.

Ο Γεώργιος Παπανδρέου, θεωρώντας ότι έχει πίσω του τη μεγάλη πλειοψηφία του 53% και τους αναδειχθέντες από αυτήν βουλευτές του, παραιτείται αναμένοντας αφελώς ότι ο βασιλιάς θα διαλύσει τη Βουλή, η οποία υποτίθεται ότι δεν θα μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση, και θα προκηρύξει εκλογές εντός 45 ημερών, τις οποίες υπέθετε βάσιμα ότι θα κέρδιζε εύκολα.

Ο βασιλιάς, έχοντας και αυτός την ίδια εκτίμηση ως προς το πιθανό αποτέλεσμα των εκλογών, κάνει, ως γνωστόν, το αντίθετο: θέλοντας να αποφύγει τις εκλογές, αναθέτει το σχηματισμό κυβέρνησης σε σχήματα προερχόμενα από βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου, υπό τον Νόβα και ύστερα υπό τον Τσιριμώκο, που καταψηφίζονται, παρά τη στήριξή τους από το κόμμα της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης, την ΕΡΕ. Το τρίτο, υπό τον Στεφανόπουλο, εξασφαλίζει εντέλει τους πολυπόθητους 152 (45 ανεξαρτητοποιημένοι από την Ένωση Κέντρου βουλευτές, οι 99 της ΕΡΕ και οι 8 του Κόμματος Προοδευτικών) και κυβερνά από τον Σεπτέμβριο του 1965 έως τον Δεκέμβριο του 1966, οπότε παραιτείται, αναλαμβάνει η οιονεί υπηρεσιακή κυβέρνηση Παρασκευόπουλου και εντέλει κυβέρνηση της ΕΡΕ, για να βαδίσει η χώρα σε εκλογές στις 5 Μαΐου 1967. Ο θρόνος, καθ’ όλη αυτή την περίοδο, συμπεριφέρεται ως επικεφαλής παράταξης. Όλα τα μέσα που προέβλεπε το Σύνταγμα για υπεράσπιση του ιερού και του άθικτου των αντιδραστικών θεσμών του

κράτους έχουν χρησιμοποιηθεί και αποτύχει από το τότε πανίσχυρο μπλοκ εξουσίας, στο οποίο το Παλάτι –ο βασιλιάς και σύμβουλοί του– είναι ο ισχυρός πόλος.  

Στις εκλογές προβλέπεται θριαμβευτική επικράτηση της Ένωσης Κέντρου. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο κυρίως απειλούμενος, ο Στρατός. Όποιος δηλαδή απ’ αυτούς προλάβει. Πρόλαβαν οι συνταγματάρχες. Οι προκηρυχθείσες εκλογές δεν θα γίνουν.

Το βασιλικό αφήγημα προβάλλει ότι ο βασιλιάς εκβιάστηκε να φωτογραφηθεί με τους πραξικοπηματίες, αλλά έστειλε αντιδικτατορικό μήνυμα στον ελληνικό λαό, διότι ήταν, λέει, μουτρωμένος. Φοράει  βέβαια  τη μεγάλη, την επίσημη σκούρα μπλε στολή με τα σιρίτια και τα κορδόνια, τη «δυάρα». Προφανώς, δεν του τη φόρεσαν διά της βίας.

Καθώς δε ο βασιλιάς  ήταν τύποις και ουσία ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, η επίσημη εκείνη φωτογράφηση έστελνε το μήνυμα που ήθελαν οι πραξικοπηματίες να στείλουν την ημέρα εκείνη κυρίως προς το εσωτερικό του στρατού: ότι δηλαδή κάποιοι ήρωες στρατιωτικοί,  με επικεφαλής τον αρχηγό του Στρατού, τον βασιλέα, ανέλαβαν τις τύχες της χώρας που κινδύνευε και «οφείλετε να συμπαρασταθείτε». Σημαντικό μήνυμα για τις  πρώτες εκείνες κρίσιμες στιγμές.

Αναρωτιόμαστε εκ των υστέρων τι θα συνέβαινε αν ο βασιλιάς αρνιόταν αυτή του την σύμπραξη. Όπως και για το τι θα συνέβαινε αν, στις 13 Δεκεμβρίου 1967, μετά την αποτυχία του αντιπραξικοπήματος, δεν έφευγε από τη χώρα. Τι θα πάθαινε, άραγε; Θα τον φυλάκιζαν περιορίζοντάς τον στα Ανάκτορα; Και θα ήταν δυνατόν να σταθεί η δικτατορία με το βασιλιά στη φυλακή;

Καμία απ’ αυτές τις γενναίες πράξεις δεν υλοποίησε ο νεαρός βασιλιάς. Έφυγε στο εξωτερικό, όπου σιώπησε επί επτά χρόνια – είχε πάψει εν τω  μεταξύ να είναι άπειρος νεανίας, υποθέτει κανείς. Δεν εκτιμώ ότι ενήργησε από δειλία, per vilta, κατά τον ποιητή. Όχι, ο σεβασμός του Συντάγματος και της Δημοκρατίας δεν ήταν ψηλά στις αξίες του.

Έτσι, ο  Στρατός δεν κατελήφθη από τους κομμουνιστάς, παρέμεινε ελεγχόμενος για πολλά ακόμη χρόνια από την ultra Δεξιά, ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν πήρε τα ηνία η «Αλλαγή».

Ο δε βασιλιάς, που κηδεύτηκε ιδιωτικώς, ουδέποτε αναγνώρισε επίσημα το Δημοψήφισμα και τη λήξη της Βασιλείας του. Στο μυαλό του παρέμεινε Βασιλεύς των Ελλήνων, μέχρι τέλους. Αν η κηδεία  του γινόταν επισήμως θα επικυρωνόταν ακριβώς αυτή του η αντίληψη: ότι ώς το θάνατό του ήταν βασιλιάς.

 

[1] Τη μη ανοχή τους την απέδειξε η βίαιη αντίδραση του όλου συστήματος σε έναν άλλο σε εμβρυακή κατάσταση συντεχνιακό  αντι-σχηματισμό εντός του στρατεύματος, τον ΑΣΠΙΔΑ.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.