Σύνδεση συνδρομητών

Ο λαός σκέφτεται αφηρημένα…

Παρασκευή, 14 Φεβρουαρίου 2025 20:50
Ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ από τον Αλέκο Παπαδάτο.
Αλέκος Παπαδάτος / The Books' Journal
Ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ από τον Αλέκο Παπαδάτο.

Ο Χέγκελ και η κοινωνική αντίφαση που απορρέει από την αποδοχή του λαϊκισμού από την πολιτική εξουσία.

«Ποιος σκέφτεται αφηρημένα; Ο αμόρφωτος, όχι ο μορφωμένος. Η καλή κοινωνία δεν σκέφτεται αφηρημένα επειδή είναι πολύ εύκολο, επειδή είναι πολύ φτηνό – είναι φτηνό όμως όχι επειδή δεν ανήκει στην τάξη της, επειδή είναι μια κενή προσποίηση που θέτει τον εαυτό της πάνω από αυτό που δεν μπορεί να κάνει, αλλά λόγω της εσωτερικής ασημαντότητας της υπόθεσης.

Είναι τόσο μεγάλη η προκατάληψη και τόσος ο σεβασμός για την αφηρημένη σκέψη ώστε οι ευαίσθητες μύτες θα οσφριστούν εδώ σάτιρα ή ειρωνεία. Όμως επειδή είναι αναγνώστες της Πρωινής[1], ξέρουν επίσης ότι η σάτιρα[2] έχει ένα τίμημα και ότι προτιμώ να πιστέψω ότι το αξίζω και ότι αγωνίζομαι να το κερδίσω, από το να ανοίξω τα χαρτιά μου εδώ.

Για να υποστηρίξω τον ισχυρισμό μου, το μόνο που χρειάζεται είναι να δώσω ένα παράδειγμα που όλοι θα παραδεχτούν ότι τον στηρίζει: Ένας φονιάς οδηγείται στο ικρίωμα. Για τους απλούς ανθρώπους δεν είναι παρά ένας φονιάς. Οι κυρίες της καλής κοινωνίας μπορεί να πουν ότι είναι ένας δυνατός, όμορφος, ενδιαφέρων άντρας. Ο λαός όμως βρίσκει αυτή τη διαπίστωση φρικιαστική: Τι; Όμορφος ένας φονιάς; Πώς μπορεί κανείς να είναι τόσο κακοπροαίρετος και να αποκαλεί έναν φονιά όμορφο; Μάλλον δεν είστε πολύ καλύτερες! Αυτή είναι η ηθική διαφθορά που επικρατεί στους ευγενείς ανθρώπους, προσθέτει ίσως ο ιερέας, που γνωρίζει τους λόγους των πραγμάτων και τις καρδιές των ανθρώπων.

Ένας γνώστης της ανθρώπινης φύσης αναζητά το δρόμο που έχει ακολουθήσει η διαμόρφωση του χαρακτήρα του εγκληματία, βρίσκει στη βιογραφία του μια κακή ανατροφή, κακές οικογενειακές συνθήκες του πατέρα και της μητέρας του, κάποια τρομερά υπερβολική αυστηρότητα στην περίπτωση ενός μικρού αδικήματος αυτού του ανθρώπου, που τον πίκρανε ενάντια στην αστική κοινωνία, μια πρώτη αντίδραση εναντίον της που τον έδιωξε απ’ αυτήν και τον άφησε να επιβιώσει μόνο μέσω του εγκλήματος. – Μπορεί κάλλιστα να υπάρχουν άνθρωποι που όταν ακούν τέτοια πράγματα θα πουν: Θέλει να δικαιολογήσει αυτόν τον φονιά! Θυμάμαι ότι στα νιάτα μου άκουσα ένα δήμαρχο να παραπονιέται ότι οι συγγραφείς βιβλίων το παρατραβούσαν και προσπαθούσαν να εξαλείψουν εντελώς τον χριστιανισμό και τη δικαιοσύνη. Κάποιος είχε γράψει μια υπεράσπιση της αυτοκτονίας! Τρομερό, πολύ τρομερό! – Όμως περαιτέρω έρευνα αποκάλυψε ότι ο δήμαρχος αυτό μόνο είχε καταλάβει από τα Πάθη του Βερθέρου.[3]

Αυτό είναι η αφηρημένη σκέψη:  να μη βλέπεις τίποτα στο φονιά εκτός από αυτό το αφηρημένο γεγονός, ότι είναι φονιάς, και μέσω αυτής της απλής ιδιότητας να απαλείφεις οτιδήποτε άλλο ανθρώπινο μέσα του. Εντελώς διαφορετική, η συμπεριφορά της ωραίας κι ευαίσθητης κοινωνίας της Λειψίας: σκόρπισε λουλούδια κι έπλεξε στεφάνια στον τροχό και στον εγκληματία που ήταν δεμένος πάνω του.[4] – Αλλά αυτό είναι πάλι η αντίθετη αφαίρεση. Οι χριστιανοί μπορεί κάλλιστα να ασκούν τον Ροδοσταυρισμό[5], ή μάλλον τον Σταυροροδισμό, στολίζοντας το σταυρό με τριαντάφυλλα. Ο σταυρός είναι εδώ και χρόνια η αγιοποιημένη αγχόνη και ο τροχός, που έχουν χάσει τη μονόπλευρη σημασία τους ως όργανα ατιμωτικής τιμωρίας και, αντίθετα, κηρύττουν την ιδέα του υψηλότερου πόνου και της βαθύτερης απόρριψης μαζί με τη μέγιστη μακαριότητα και την Θεία Τιμή. Από την άλλη πλευρά, ο Σταυρός της Λειψίας[6], στολισμένος με βιολέτες και κουτσομπολιό, είναι ένας σασμός τύπου Kotzebue[7], ένα είδος γελοίας συμβατότητας της ευαισθησίας με το κακό.

Εντελώς διαφορετικά άκουσα κάποτε μια γιαγιά, μια κοινή γυναίκα που ζούσε στο άσυλο, να θανατώνει την αφηρημένη ματιά στον φονιά και να τον ξαναφέρνει στη ζωή τιμώντας τον. Το κομμένο του κεφάλι ήταν επάνω στο ικρίωμα και ήταν μια ηλιόλουστη μέρα. Πόσο όμορφα, είπε, ο ήλιος της χάρης του Θεού δίνει μια λάμψη στο κεφάλι του Μπίντερ![8] – Δεν είσαι άξιος να σε φωτίζει ο ήλιος, λέει κάποιος σε έναν άθλιο με τον οποίο είναι θυμωμένος. Εκείνη η γυναίκα είδε ότι το κεφάλι του φονιά φωτιζόταν από τον ήλιο και ότι αυτό έδειχνε την ανθρώπινη αξία του. Τον ανύψωσε από την τιμωρία του ικριώματος στη χάρη του ήλιου του Θεού – δεν έφερε τη συμφιλίωση με τις  βιολέτες και την ευαίσθητη ματαιοδοξία της, αλλά τον είδε να ανυψώνεται στη χάρη του υψηλότερου Ήλιου»

(απόσπασμα από το χειρόγραφο του G. F. W. Hegel, Wer denkt abstrakt? (Ποιος σκέφτεται αφηρημένα;), γραμμένο το1807.

 

Με το παραπάνω κείμενο, ο Χέγκελ μας δείχνει τη ρηχότητα τόσο της αδιάφορης, γενικόλογης αντιμετώπισης μιας κατάστασης ή ενός ανθρώπου – εδώ ενός φονιά καταδικασμένου σε θάνατο με τον βάρβαρο τρόπο του πλεξίματος στον τροχό. Ο κοινός λαός στην αγορά της Λειψίας βλέπει σε αυτή την πράξη την τιμωρία του κακού εν γένει. Και στον άνθρωπο που πρέπει να υποστεί αυτό το βασανιστήριο, την ενσάρκωσή του. Η αφηρημένη θεώρηση βασίζεται μόνο σε ομοιότητες και κατασκευάζει απ’ αυτές μια νοητή υπόσταση, ένα φάντασμα, που το φέρνει στον υπαρκτό κόσμο για να μπορέσει να το τιθασεύσει –  να το κυριαρχήσει, να το προσκυνήσει, να το θανατώσει. Την αφηρημένη θεώρηση δεν τη νοιάζει αν αυτές οι ομοιότητες είναι ουσιαστικές, φαινομενικές ή τυχαίες. Η αφηρημένη θεώρηση, μας λέει ο Χέγκελ, είναι ένας τρόπος σκέψης που κυριαρχεί στις μάζες, στο λαό, στον οποίο ανήκει ο καθένας μας. Όσο είναι κλεισμένη σε ένα κρανίο και σ’ ένα μυαλό είναι τυχαία και μπορεί να αναιρεθεί από μια άλλη, λιγότερο αφηρημένη ή βασιζόμενη σε διαφορετικές τυχαίες ομοιότητες. Όμως, όταν γίνει κοινωνική πραγματικότητα, η αφηρημένη θεώρηση δείχνει το αληθινό, φρικιαστικό πρόσωπό της: γίνεται η έκφραση αυτού του φαινομένου που σήμερα αποκαλούμε λαϊκισμό και, στη χειρότερη έκφανσή του, φανατισμό (ή με τα λόγια ενός γνωστού πολιτικού: εκτσογλανισμό).

Είναι ενδιαφέρον πως ο Χέγκελ δεν θεωρεί αντίβαρο στον λαϊκισμό που απορρέει από την αφηρημένη θεώρηση την ευαίσθητη φιλανθρωπία της καλής κοινωνίας, αλλά ούτε και την επιστημοσύνη του ψυχολόγου ή του κοινωνιολόγου. Και οι δύο αυτές θεωρήσεις είναι μεν καλοπροαίρετες αλλά το ίδιο αφηρημένες και αδιάφορες απέναντι στον συγκεκριμένο άνθρωπο και τη ζωή του: η πρώτη γιατί ενδιαφέρεται μόνο από ένα πάθος και από το φόβο και το δέος απέναντι στο θάνατο, η δεύτερη γιατί καταστρέφει ό,τι κάνει έναν άνθρωπο ξεχωριστό πρόσωπο, ανάγοντας την μοίρα του νομοτελειακά στις συνθήκες της καταγωγής και της ανατροφής του που τον σημάδεψαν και στην αλληλουχία των γεγονότων της ζωής του που τον έφεραν σε αυτό το τέλος. Ο ακόμα ρομαντικός Χέγκελ βρίσκει τη σωστή απάντηση στην ταπεινή σωφροσύνη της γιαγιάς από το άσυλο, που δεν στολίζει το εργαλείο του θανάτου, αλλά ούτε και σπαταλά μια σκέψη για τις αιώνιες ψυχρές κοινωνικές διαδικασίες και δομές, αλλά βάζει το κεφάλι του νεκρού να το φωτίσει ο ήλιος και μας δείχνει τι χάθηκε: ένας μοναδικός και αναντικατάστατος άνθρωπος.

Αργότερα, ο Χέγκελ θα επανέλθει στην πραγματική κοινωνική αντίφαση που απορρέει από την αποδοχή του λαϊκισμού από την πολιτική εξουσία, ιδέα την οποία βρίσκει προσωποποιημένη στον Κρέωνα. Κι η αποδοχή αυτή οδηγεί σε μια αυτοκαταστροφική διαμάχη με τη θυμόσοφη, μη αναστοχασμένη απολυτοποίηση της μοναδικότητας του ανθρώπου, την οποία εκπροσωπεί η Αντιγόνη στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. Η λύση που δίνει είναι η θεσμοθέτηση της προστασίας της ανθρώπινης αξίας ως της υπέρτατης υποχρέωσης της πολιτείας στο πλαίσιο της ιστορικής διαδικασίας εμπέδωσης του «αντικειμενικού πνεύματος» ως αναπόσπαστου μέρους της ανθρώπινης ζωής.

Κάτι που δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε.

 

[1] Πρωινή εφημερίς για μορφωμένες τάξεις (Morgenblatt r gebildete Stände), κυκλοφόρησε την 1/1/1807 ώς το 1865 στη Στουτγάρδη, γενέτειρα του Χέγκελ, και την Τυβίγγη (Tübingen), όπου σπούδασε από το 1788 ώς το 1793.

[2] Στις  2/1/1807, η εφημερίδα είχε προκηρύξει έναν διαγωνισμό σάτιρας.

[3] Τα πάθη του νεαρού Βερθέρου είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γκαίτε. Δημοσιεύτηκε το 1774 στην Έκθεση Βιβλίου της Λειψίας.

[4] Το πλέξιμο στον τροχό ήταν ένας ιδιαίτερα βάναυσος τρόπος θανάτωσης στον Μεσαίωνα αλλά και στους νεότερους χρόνους. Στην Πρωσία, οι τελευταίες εκτελέσεις με αυτό τον τρόπο έγιναν το 1841.

[5] O Ροδοσταυρισμός είναι ένα μυστικιστικό κίνημα με καταγωγές στην αρχαιότητα.

[6] Ο Σταυρός της Λειψίας: σήμα σε σχήμα σταυρού που τον Μεσαίωνα καθόριζε τα όρια μιας πόλης ως τόπου με αυτοδιοίκηση και έδρα δικαστηρίου. Στηνόταν στα διοικητικά όρια της πόλης.

[7] August von Kotzebue (1761-1819), Γερμανός συγγραφέας και εκδότης με πολιτική δράση. Δολοφονήθηκε εξ αιτίας των φιλομοναρχικών και συντηρητικών του πολιτικών απόψεων. O Hegel το 1807 ανήκει όπως φαίνεται στους επικριτές του.

[8] O Hegel αναφέρεται μάλλον στον Eucharius Binder, κεντρική φιγούρα των Αναβαπτιστών που βρήκε μαρτυρικό θάνατο την 27η Οκτωβρίου 1527 στο Σάλτσμπουργκ.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.