Σύνδεση συνδρομητών

Τι θα συμβεί στην Ανατολική Ευρώπη εάν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν

Τετάρτη, 12 Ιουνίου 2024 00:01
Ο ρώσος πρόεδρος Πούτιν με τον αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, το 2009 στην Οσάκα της Ιαπωνίας. Η πιθανή επιστροφή του Τραμπ πιθανόν να έχει επιπτώσεις στο ΝΑΤΟ και να αφήσει εκτεθειμένες στη ρωσική επιθετικότητα κι άλλες χώρες, εκτός της Ουκρανίας, που στο παρελθόν είχαν βρεθεί υπό σοβιετική επιρροή.
The White House
Ο ρώσος πρόεδρος Πούτιν με τον αμερικανό πρόεδρο Τραμπ, το 2009 στην Οσάκα της Ιαπωνίας. Η πιθανή επιστροφή του Τραμπ πιθανόν να έχει επιπτώσεις στο ΝΑΤΟ και να αφήσει εκτεθειμένες στη ρωσική επιθετικότητα κι άλλες χώρες, εκτός της Ουκρανίας, που στο παρελθόν είχαν βρεθεί υπό σοβιετική επιρροή.

Παρά την άγρια επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι Ανατολικοκεντρικοί Ευρωπαίοι αισθάνονται σήμερα ασφαλείς. Έχουν εμπιστοσύνη στο ΝΑΤΟ. O υπό την ηγεσία των ΗΠΑ αμυντικός οργανισμός θεωρείται και από τη Μόσχα ιδιαίτερα ισχυρός. Όμως, πολλοί πολιτικοί, διπλωμάτες και εμπειρογνώμονες στην Ανατολική Ευρώπη αναρωτιούνται τι θα συμβεί στις χώρες τους, αν ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024 στις ΗΠΑ.

Ο Τραμπ δεν έχει σαφές στίγμα για την εξωτερική πολιτική του. Ορισμένοι τον θεωρούν φιλορώσο ή ακόμη και ελεγχόμενο από τον Πούτιν μέσω –και λόγω– κρίσιμων και εμπιστευτικών πληροφοριών. «Μια νίκη του Τραμπ το 2024 θα οδηγήσει αναμφίβολα στο τέλος της αμερικανικής υποστήριξης προς την Ουκρανία», προειδοποιεί ο Αλεξάντερ Βίντμαν, συνταξιούχος αντισυνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού και πρώην διευθυντής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, ο οποίος γεννήθηκε στο Κίεβο.

Υπάρχει όμως και μια άλλη, διαφορετική προσέγγιση: ο Τραμπ ως πιθανό πρόβλημα για το Κρεμλίνο λόγω του απρόβλεπτου χαρακτήρα του. Όσοι θεωρούν σοβαρή μια τέτοια στάση, εκτιμούν ότι έτσι ο ρόλος του Τραμπ θα μπορούσε να αποβεί θετικός για την Ανατολική-Κεντρική Ευρώπη. Ο Τραμπ, π.χ., φέρεται να δήλωσε πρόσφατα ότι – αν ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ το 2022–  θα βομβάρδιζε τη Μόσχα ως απάντηση στην πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Πολλοί Ανατολικοευρωπαίοι είναι δυσαρεστημένοι με τον Μπάιντεν και την αναποφασιστικότητά του έναντι της Ρωσίας. Από την άλλη πλευρά, ο Μπάιντεν και το Δημοκρατικό Κόμμα κινούνται σε προβλέψιμα όρια. Ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του, αντιθέτως, αντιπροσωπεύουν ένα ρίσκο.

Υπάρχει διάχυτος φόβος στην Ανατολική Ευρώπη ότι ο ρωσικός σεβασμός για τη δυτική αμυντική συμμαχία θα μπορούσε να μειωθεί μετά τις επόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Εάν μειωθεί η συνοχή του ΝΑΤΟ ή η δέσμευση της Ουάσινγκτον σε αυτό, τα κράτη της Ανατολικής Κεντρικής Ευρώπης θα μπορούσαν να γίνουν και πάλι το εύλογο και αναμενόμενο παίγνιο της Ρωσίας – όπως ακριβώς ήταν πριν από την είσοδό τους στο ΝΑΤΟ. Το εύρος των σεναρίων που μπορούν τότε να τους συμβούν έχει καταδειχθεί από τα παραδείγματα της Ουκρανίας, της Γεωργίας και της Μολδαβίας.

Τα τελευταία 30 χρόνια, η Ανατολική Ευρώπη δεν έχει συνηθίσει σε μια φαινομενικά τέλεια παγκόσμια τάξη. Σε αντίθεση με τη Δυτική Ευρώπη, δεν υπάρχει μαγική πίστη στην πολιτική δύναμη του φιλειρηνισμού. Οι Ανατολικοευρωπαίοι θυμούνται την τσαρική και τη σοβιετική καταπίεση αλλά και την προδοσία των ευρωπαϊκών αξιών από τη Δύση. Η συλλογική αντίληψη της εθνικής ασφάλειας στην Κεντρική Ανατολική Ευρώπη εξακολουθεί να διαμορφώνεται από τη γνώση, μεταξύ άλλων, του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ του 1939, της διαίρεσης της Ευρώπης στη Γιάλτα το 1945 και του Μνημονίου της Βουδαπέστης του 1994.

Η λειτουργική λογική του ΝΑΤΟ ως αμυντικής συμμαχίας βασίζεται στην εμπιστοσύνη, τη σαφήνεια και την προβλεψιμότητα. Αυτό δεν θα μπορούσε πλέον να ισχύει με τον Τραμπ πρόεδρο των ΗΠΑ. Ακόμη χειρότερα, μια οριακή ήττα του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές μπορεί να προκαλέσει αναταραχή ή ακόμη και αστάθεια στις ΗΠΑ. Τότε, η Ουάσινγκτον θα είναι ανίκανη να ασκήσει αποφασιστική εξωτερική πολιτική. Αυτό θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στη λειτουργία του ΝΑΤΟ.

Οι Ανατολικοευρωπαίοι έχουν μάθει να περιμένουν τα χειρότερα. Η συμπεριφορά του Τραμπ ως ενδεχόμενου προέδρου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι βέβαιο ότι δεν θα καθοριζόταν απλώς από τις ιδιόρρυθμες ιδέες του πολιτικού του στρατοπέδου αλλά και από άλλες παραμέτρους. Στο κάτω κάτω, ακόμη και αν ανακτήσουν τον Λευκό Οίκο, οι τραμπιστές δεν μπορούν να λειτουργήσουν πέραν των θεσμικών δεδομένων του αμερικανικού κράτους και των αντίστοιχων παραδόσεων.

Παρ΄ όλα αυτά, ένα πολύ κακό σενάριο θέλει την Ουκρανία να μη λαμβάνει πλέον αμερικανική βοήθεια. Κι ακόμα, η δέσμευση των ΗΠΑ ότι θα συμπαρασταθούν στο ΝΑΤΟ μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Εάν ο Τραμπ κερδίσει είτε η ενδεχόμενη ήττα του προκαλέσει εσωτερικές αναταράξεις, θα σημαίνει ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί να αλλάξει γρήγορα και ριζικά. Ένα «τσαλακωμένο» ευρωπαϊκό ΝΑΤΟ χωρίς την πλήρη συμμετοχή των ΗΠΑ θα χρειάζεται άμεση αναδιοργάνωση και ανασυγκρότηση. Σε περίπτωση που το ΝΑΤΟ εξαφανιστεί εντελώς, η Ε.Ε. είναι υποχρεωμένη να μετασχηματιστεί από μια απλή οικονομική και πολιτική κοινότητα και σε μια συμμαχία ασφάλειας και άμυνας.

Με τη χορήγηση το 2022-23 καθεστώτος υποψήφιων προς ένταξη χωρών στην Ε.Ε. στην Ουκρανία, στη Μολδαβία και στη Γεωργία, η Ε.Ε. και τα 27 κράτη μέλη της συμμετέχουν εμμέσως σε τρεις ευρωπαϊκές εδαφικές συγκρούσεις με τη Ρωσία. Από τις αρχές του 2024, όλο και περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη έχουν νσυνάψει συμφωνίες ασφαλείας με την Ουκρανία. Επίσης, η Ε.Ε. μόλις υπέγραψε εταιρική σχέση ασφάλειας και άμυνας με τη Μολδαβία.

Η βαθιά πλέον εμπλοκή της Ε.Ε. στον μετασοβιετικό χώρο θα σήμαινε ότι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι θα αυξάνονταν ραγδαία εάν οι ΗΠΑ αποχωρούσαν από την Ευρώπη. Θα ήταν η στιγμή της αλήθειας για την ευρωπαϊκή ήπειρο, καθώς και ένα πεδίο δοκιμών για την πολυδιαφημισμένη ευρωπαϊκή ιδέα. Στη διάρκεια των τελευταίων 70 χρόνων ένα ερώτημα υπήρχε πάντα στον αέρα: αν η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η κοινή ασφάλεια υπάρχουν μόνο επειδή –και για όσο– η Ουάσιγκτον απλώνει το στοργικό της χέρι πάνω από την Ευρώπη.

Εάν η αμερικανική προστατευτική ομπρέλα αφαιρεθεί, θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι το όραμα μιας αυτοδύναμης ενωμένης και αλληλέγγυας Ευρώπης είναι απλώς μια πλάνη. Τα ευρωπαϊκά κράτη μεταξύ τους οφείλουν έναν βαθμό συνεργασίας σε θέματα ασφάλειας, εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, να δώσουν χαρακτηριστικά στη συνεργασία αυτή, για την οποία δεν έχουν καμία εμπειρία μέχρι σήμερα. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι, 70 χρόνια μετά, το ζήτημα αν και κατά πόσον η Μόσχα θα μπορούσε να διεκδικήσει ηγεμονικές αξιώσεις στην Ευρώπη δεν θα ήταν πλέον πρωτίστως ζήτημα της Ουάσιγκτον. Αντίθετα, αυτό θα εξαρτιόταν από το βαθμό στον οποίο οι λαοί της Ευρώπης θα έβλεπαν τους εαυτούς τους ως πραγματική κοινότητα εθνών - με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.

Andreas Umland

Αναλυτής στο Stockholm Center for Eastern European Studies (SCEEUS) του Σουηδικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων. Αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Εθνικό Πανεπιστήμιο του Κιέβου-Mohyla Academy. Υπήρξε ερευνητής, υπότροφος και διδάσκων πολλών Πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων και είναι υπεύθυνος των σειρών βιβλίων "Soviet and Post-Soviet Politics and Society" και "Ukrainian Voices" του εκδοτικού οίκου Ibidem Press.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.