Σύνδεση συνδρομητών

Ανάμεσα σε σπουδαίες γυναίκες

Δευτέρα, 21 Απριλίου 2025 22:41
Η Κάθριν Μάνσφιλντ (1888-1923).
Αρχείο The Books' Journal
Η Κάθριν Μάνσφιλντ (1888-1923).

Γνώρισα τη νεοζηλανδή συγγραφέα Κάθριν Μάνσφιλντ (1888-1923) διαβάζοντας για τις σημαντικές επιρροές της Κλαρίσε Λισπέκτορ. Πρωτοσυναντήθηκα με το εκπληκτικό διήγημα «Το Γκάρντεν πάρτυ» στην ωραία μετάφραση της Μίνας Δαλαμάγκα, που κυκλοφόρησε το 1982 από τις εκδόσεις Οδυσσέας. Πολύ σύντομα, στην προσπάθειά μου να μάθω περισσότερα για το βιβλίο και τη συγγραφέα του, συνειδητοποίησα πως και η Μαρία Λαϊνά είχε μεταφράσει «Το Γκάρντεν πάρτυ» ─ η μετάφρασή της κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2006 από τις εκδόσεις Σμίλη. Μάνσφιλντ, Λαϊνά, Λισπέκτορ… Σκέφτομαι το προφανές: «ανάμεσα σε σπουδαίες γυναίκες»∙ και νιώθω, βέβαια, τυχερή.

Στο «Γκάρντεν Πάρτυ», μια πλούσια οικογένεια ετοιμάζει μια κυριακάτικη δεξίωση στον υπέροχο κήπο της, με θαυμάσιο καιρό. Ο ανθοπώλης πηγαινοέρχεται με δίσκους φορτωμένους κρίνα, οι μαγείρισσες ψάχνουν τα σημαιάκια για τα σάντουιτς και οι κόρες φορούν τα καλά τους καπελάκια, την ίδια ώρα που, στα φτωχικά καλύβια λίγο πέρα από την έπαυλη, ένας αγωγιάτης ονόματι Σκοτ χάνει τη ζωή του σε εργατικό δυστύχημα. Η Λάουρα, μια από τις κόρες της οικογένειας, ζητά να ακυρωθεί το πάρτυ ως ελάχιστη ένδειξη συμπαράστασης στο πένθος, όμως κανείς δεν την παίρνει στα σοβαρά. Εντέλει, η Λάουρα επισκέπτεται την οικογένεια που πενθεί ακριβώς μετά τη λήξη τού καθ’ όλα επιτυχημένου πάρτυ, προσφέροντας ένα καλάθι γεμάτο καλούδια – τ’ αποφάγια του γκάρντεν πάρτυ.

Η Λάουρα πλησίασε.

Ξαπλωμένος στο κρεβάτι ένας νεαρός άντρας κοιμόταν βαθιά, τόσο βαθιά, που είχε φύγει μακριά, πολύ μακριά και από τις δυο τους. Α, τόσο απόμακρος, τόσο γαλήνιος. Ονειρευόταν. Μην τον ξαναξυπνήσετε ποτέ. Το κεφάλι του βυθισμένο στο μαξιλάρι, τα μάτια του κλειστά, τυφλά πίσω από τα κλειστά βλέφαρα. Δοσμένος στ’ όνειρό του. Τι τον ένοιαζαν τα γκάρντεν πάρτυ και τα καλάθια και τα δαντελωτά φορέματα; Αυτός ταξίδευε μακριά απ’ όλ’ αυτά. Ήταν εξαίσια όμορφος. Ενόσω εκείνοι γελούσαν και ενόσω η ορχήστρα έπαιζε, στο δρομάκι είχε συμβεί αυτό το θαύμα. Ευτυχισμένος… ευτυχισμένος… Όλα είναι καλά, έλεγε το κοιμισμένο πρόσωπο. Ακριβώς όπως πρέπει. Είμαι ευχαριστημένος.

Παρ’ όλ’ αυτά ένιωθες την ανάγκη να κλάψεις, και δεν μπορούσε να βγει από το δωμάτιο χωρίς να του πει κάτι. Η Λάουρα άφησε έναν δυνατό παιδιάστικο λυγμό.

«Συγχώρεσέ μου το καπέλο» είπε.

Κι αυτή τη φορά δεν περίμενε την αδελφή της Εμ. Βρήκε μόνη της το δρόμο και βγήκε από την πόρτα, πέρασε το μονοπατάκι, πέρασε κι όλους εκείνους τους σκυθρωπούς ανθρώπους. Στη γωνία έπεσε πάνω στον Λόρι.

Ο Λόρι βγήκε από τη σκιά. «Εσύ είσαι, Λάουρα;»

«Ναι».

«Η μητέρα είχε αρχίσει να ανησυχεί. Πήγε καλά;»

«Ναι, πολύ καλά. Αχ, Λόρι». Τον έπιασε αγκαζέ και σφίχτηκε πάνω του.

«Να σου πω. Δεν κλαις; Κλαις;»

Η Λάουρα κούνησε το κεφάλι της. Έκλαιγε.

Ο Λόρι την αγκάλιασε από τους ώμους. «Μην κλαις» είπε η ζεστή, τρυφερή φωνή του.

«Όχι» έκανε με λυγμούς η Λάουρα. «Ήταν απολύτως υπέροχα. Όμως, Λόρι─» Σταμάτησε και κοίταξε τον αδελφό της. «Η ζωή δεν είναι…;» τρεμούλιασε η φωνή της, «δεν είναι…;» Αλλά δεν μπορούσε να εξηγήσει τι είναι η ζωή. Δεν είχε σημασία. Εκείνος είχε καταλάβει.

«Ναι, δεν είναι, γλυκό μου…;» είπε ο Λόρι.1   

Η Λαϊνά γράφει για τη Μάνσφιλντ πως «ζωγραφίζει τη ζωή με μικρές πινελιές ακουαρελίστα, τρυφερές, αστείες, ειρωνικές ή σκληρές. Τραγουδάει όμως και την ευτυχία να είσαι ζωντανός, με την ποικιλία της ηδονής που κρατάει μέσα της η στιγμή, το θαύμα ενός φαφούτικου μωρουδίσιου χαμόγελου […]»2. Υπό το πρίσμα αυτών των σημειώσεων και φέρνοντας στο νου την εικόνα της Λάουρα με το καλό της καπέλο πάνω από το φέρετρο του νεκρού αγωγιάτη, ξαναδιαβάζω ένα απόσπασμα από το ποιητικό βιβλίο της Μαρίας Λαϊνά Ο Κήπος· Όχι εγώ (εκδόσεις Καστανιώτη, 2005):

Δύσκολα θυμάσαι

ότι το τώρα

δεν θα ξανάρθει

όλο τον καιρό

και τον επόμενο

σαν πέτρα

σαν χιόνι, σαν ήλιος στην πέτρα

Τι έχω έρθει να κάνω λοιπόν;

Τι στο καλό ήρθα να κάνω;

Και καθώς σκέφτομαι έντονα το καλάθι της Λάουρα με τα αποφάγια να καταφθάνει στο σπίτι του νεκρού Σκοτ, διαβάζω με άλλη διάθεση ένα ακόμη απόσπασμα από το βιβλίο της Μαρίας Λαϊνά, Ό,τι έγινε, άνθρωποι και φαντάσματα (εκδόσεις Πατάκη, 2020):

[…] εκείνη τη μέρα κατάλαβα

πως πίσω από τα πράγματα

υπάρχει μια ολόκληρη ζωή.

Ναι, καμιά φορά

υπάρχει τόση ομορφιά στον κόσμο

που δεν μπορώ να την αντέξω, είπε.

Τρελάθηκες, του είπα

τι ομορφιά και αηδίες

αυτή η χάρτινη σακούλα

χόρευε πάνω από ένα ψόφιο πουλί

κάποιος την είχε πετάξει

και το πουλί μαζί.

Βλέπεις εσύ τίποτα όμορφο;

ναι, είπε, έτσι απλά το είπε

βλέπω

υπάρχει ένας τρόπος να πλαγιάζεις ψόφιος

Κι όλα αυτά για να επανέλθω, Λάουρα, στην ερώτηση που έχω βαθιά πεποίθηση πως η Μαρία Λαϊνά καταλάβαινε απόλυτα. «Η ζωή δεν είναι…; Δεν είναι…;». Κι ας μην μπορούσες να εξηγήσεις τι είναι η ζωή ─ εκείνη είχε καταλάβει.

 

1. Κάθριν Μάνσφηλντ, Το Γκάρντεν πάρτυ, μετάφραση: Μαρία Λαϊνά, εκδόσεις Σμίλη, Αθήνα 2020, σ. 92.

2. Ό.π., σημείωμα της μεταφράστριας, σ. 13.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.