I.
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης μεγάλως έχει κοπιάσει για τη συγκέντρωση του υλικού του[1]. Φέρνει στην επιφάνεια αρκετά άγνωστα και χρήσιμα στοιχεία. Επίσης οι θέσεις του για τον εκτεταμένο οικονομικό δωσιλογισμό, για τα έργα και τις ημέρες των ειδικών τμημάτων των σωμάτων ασφαλείας, για το ποιόν της μεγάλης πλειονότητας των ανδρών των ταγμάτων ασφαλείας και οι επισημάνσεις του για τη λυπηρή αντιμετώπιση των διαφόρων μορφών του δωσιλογισμού από τις μετακατοχικές κυβερνήσεις είναι επαρκώς θεμελιωμένες. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι στην Αττική δολοφονήθηκαν συνολικά 1.708 άνθρωποι από τις κρατικές δυνάμεις καταστολής και νομίζω ότι ο αριθμός αυτός είναι ακριβής. Όλη όμως η έρευνά του αφορά γεγονότα που συνέβησαν στην Αττική. Εκεί που εγώ διαφωνώ κάθετα είναι στην έντεχνη προσπάθειά του να παρουσιάσει τα γεγονότα της Αττικής ως αντιπροσωπευτικά όλης της Ελλάδας. Έτσι, προβάλλει όχι μόνο μισές αλήθειες, αλλά ούτως ειπείν το ένα τέταρτο των αληθινών, όπως θα δείξω στη συνέχεια.
Επίσης, ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης δεν αναρωτιέται γιατί προέκυψαν αυτές οι ακραίες αντιπαλότητες, ούτε ποιος άρχισε στην πραγματικότητα το χορό του αίματος, που είναι άκρως σημαντικό θέμα. Προηγουμένως όμως είναι επάναγκες να αναδειχθούν οι ακόλουθες παράμετροι:
Οι τότε οικογένειες ήταν σαφώς πιο δεμένες από ό,τι σήμερα. Προσομοίωναν περισσότερο στο πυρηνικό πρότυπο, με συνέπεια οι προσβολές και πολύ περισσότερο οι κακοποιήσεις, καθώς και οι εκτελέσεις, να έχουν πολύ εντονότερες επιπτώσεις και να προκαλούν οξύτατες αντιδράσεις όχι μόνο στα ευρύτερα μέλη τους, αλλά και στον φιλικό τους κύκλο. Περαιτέρω, η κοινωνία τότε ήταν σαφώς διαφανέστερη από την τωρινή. Το 95% τουλάχιστον του πληθυσμού δεν ζούσε σε πολυκατοικίες, ούτε καλυπτόταν από την ανωνυμία των πόλεων. Η κοινωνική ζωή του καθενός ήταν ορατή στη γειτονιά του, η οποία πλέον είχε σχηματίσει ιδίαν αντίληψη για το ποιος ήταν ο καλός πολίτης, ο εργατικός, ο πατριώτης και ο αξιοσέβαστος, αλλά και για το ποιος ήταν ο λογάς, ο φυγόπονος, ο ανάξιος εκτίμησης και προδότης, πράγματα που βίωνε και δεν τα διάβαζε σε εκ των υστέρων εξιστορήσεις, μη στερούμενες πολιτικής σκοπιμότητας. Συνεπώς, κάθε κακοποίηση ή δολοφονία ατόμου, που ανήκε στην πρώτη κατηγορία, ναι μεν γενικά φόβιζε τους αντιτιθέμενους στην πολιτική των θυτών, αλλά δεν τους εμπόδιζε μέσα τους να βράζουν από θυμό. Κάποιοι είχαν εκλάβει τη σιωπή ως αποδοχή, οι εξελίξεις όμως απέδειξαν πόσο οικτρά απατήθηκαν.
Και εξηγώ:
Όταν τότε κάποιο μέλος μιας κοινότητας βίωνε την εκτέλεση ενός συγγενούς του ως προδότη, και πράγματι το θύμα ήταν τέτοιο, τότε λυπούνταν μεν, αποδέχονταν όμως την ποινή.
Όταν η δολοφονία ή η κακοποίηση ήταν άδικη, φυσικό ήταν το παραπάνω μέλος να επιζητεί εκδίκηση με κάθε τρόπο, ο οποίος μπορούσε να φτάσει ακόμα και τη συνεργασία μέχρι και με τα τάγματα ασφαλείας.
Όταν προηγούνταν της άδικης δολοφονίας και άγριοι βασανισμοί, τότε ήταν αναμενόμενο «να μαυρίζει το μάτι τους». Και μερικοί απ’ αυτούς να φτάνουν μέχρι του σημείου να συνεργαστούν ανοικτά πλέον με τον κατακτητή. Η τελευταία αντίδραση πύκνωνε όσο οι ακρότητες του ΕΛΑΣ πλήθαιναν και οι σκοποί του γίνονταν εμφανέστεροι και όσο διαφαινόταν ότι οι Γερμανοί είχαν ηττηθεί και πλησίαζε η αποχώρησή τους. Και αν κάποιος από τους αναγνώστες, ζώντας στη σημερινή εποχή ασφάλειας, αγανακτεί με αυτές τις αντιδράσεις των συγγενών των τότε θυμάτων, τουλάχιστον προηγουμένως ας έχει το σθένος να στιγματίσει τις συνθήκες που τους ώθησαν να πράξουν τα όσα έπραξαν.
Το εκ πρώτης όψεως περίεργο είναι ότι, ενόσω η Κατοχή προχωρούσε, τόσο το κατοχικό κράτος βασιζόταν όλο και περισσότερο στον υπόκοσμο, παρά ταύτα δε οι αποδεχόμενοι παθητικά αυτές τις πρακτικές αυξάνονταν. Επίσης, όσο προχωρούσε η Κατοχή, οι από τους κατακτητές διορισμένες κυβερνήσεις έρχονταν αντιμέτωπες με όλο και μεγαλύτερη λιποταξία των πλέον σοβαρών αρχικά υποστηρικτών τους. Τι σχέση είχαν οι αρχικοί υποστηρικτές του Τσολάκογλου με τον κόσμο του Κοτζαμάνη και του Ταβουλάρη;
Και μια και μιλάμε για δωσιλογισμό, νομίζω ότι αυτός άρχισε όχι από το διορισμό του Τσολάκογλου αλλά από την 28η Οκτωβρίου 1940. Ξεχνούν όμως πολλοί απ’ όσους τον μελετούν ότι μόνο η πρώτη επιστολή του Ζαχαριάδη ήταν πατριωτική και ότι οι δύο επόμενες ήταν καθαρώς προδοτικές; Μήπως οι πέντε ανακοινώσεις του ΚΚΕ πριν από την εγκαθίδρυση του Τσολάκογλου μιλούσαν για συνέχιση του αγώνα ή μήπως αυτούς τους λίγους, οι οποίοι πάνω στα πολεμικά πλοία, υφιστάμενοι πλήθoς απωλειών από τα Στούκας καθώς έπλεαν προς την Αλεξάνδρεια, τους κατήγγελλε ως λιποτάκτες και μισθοφόρους των Άγγλων; Δεν είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι προοδευτικοί καλλιτέχνες (Τάκης Μουζενίδης και Γιάννης Φλερύ) υποδέχθηκαν τα χιτλερικά στρατεύματα στην Αθήνα και συμμετείχαν σε παραστάσεις προς τιμήν τους; Όλα αυτά έγιναν βεβαίως πριν από τις 22 Ιουνίου 1941, τη μέρα που η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στην ΕΣΣΔ, οπότε πολλοί είδαν το φως το αληθινό.
Κι άλλα ερωτήματα υπάρχουν. Ποιος, π.χ., ήταν ο λόγος που ο Βάρναλης, την ώρα που η Βουλγαρία είχε εξαπολύσει αιματηρό πογκρόμ εναντίον των Ελλήνων της Ανατολικής Μακεδονίας, μπαινόβγαινε στη βουλγαρική πρεσβεία, όπως επισημαίνει στο ημερολόγιό του ο Γιώργος Θεοτοκάς; Τι δουλείες εξυπηρετούσε;
Επίσης, δικαίως ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης μπορεί να καταφέρεται κατά της χωροφυλακής, λησμονεί όμως να αναφέρει ότι από την είσοδο των Γερμανών στη χώρα ήταν αυτή που πριν από τις 22 Ιουνίου 1941 είχε ανεβάσει άνδρες στο βουνό και είχε χύσει άφθονο αίμα στην Κρήτη. Αργότερα δε, στελέχωσε όχι μόνο τον ΕΛΑΣ αλλά και τις άλλες αντάρτικες οργανώσεις.
II.
Είναι φυσικό και οι δύο πλευρές, επί ημέρες και χρόνια, να αλληλοεκτοξεύουν κατηγορίες για τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Το υλικό της πολεμικής είναι τεράστιο και οι εκατέρωθεν ομοβροντίες εκκωφαντικές, με προεξάρχουσες βέβαια αυτές της Αριστεράς. Πιστεύω όμως ότι ο αναγνώστης θα συμφωνήσει τελικά ότι τα χιλιάδες επιμέρους περιστατικά κάπου καταλήγουν. Υπάρχουν κάποιες «γενικές σούμες» και αυτές είναι η ανίχνευση των πεποιθήσεων των τότε υποκειμένων της Ιστορίας ως προς τα τεκταινόμενα. Και οι ανιχνεύσεις αυτές βάση βέβαια έχουν τις εκλογικές αναμετρήσεις, καθώς και τις γενικότερες καταγεγραμμένες διαθέσεις. Έτσι
Α. Στα μέσα του 1943 διενεργήθηκαν εκλογές στην ελεύθερη Ελλάδα από την Αριστερά, η οποία βρισκόταν, εκτός από την Ήπειρο, υπό την ασφυκτική επικυριαρχία της. Και όμως, παρ’ όλα αυτά, το ΕΑΜ μειοψήφησε.
Β. Στις πρώτες ελεύθερες εκλογές μετά την απελευθέρωση, στις οποίες το ΚΚΕ, κατόπιν επιφοιτήσεως του Ζαχαριάδη, απείχε, οι εκλογολόγοι, ακόμη και οι προοδευτικοί, ανιχνεύοντας τα ποσοστά της αποχής σε συνάρτηση με τη μείωση του πληθυσμού, κατέληξαν, αν ενθυμούμαι καλώς, ότι η πραγματική δύναμη της Αριστεράς ήταν περί το 25%. Είναι δε άξιο μνείας ότι ακόμα και οι φιλικώς διακείμενες προς την Αριστερά αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν καταλήξει περίπου στο ίδιο ποσοστό.
Γ. Στον εμφύλιο του 1946-49 (κανονικά θα έπρεπε να λέμε 1946-50, αφού ακόμα και το 1950 το Γ΄ Σώμα Στρατού είχε καταγράψει 95 νεκρούς), ο αριθμός των ελληνικής ιθαγένειας αρρένων που ανέβηκαν στο βουνό, ακόμα και αν συμπεριλάβουμε σε αυτόν και όλους τους Μακρονησιώτες, είναι 10 φορές μικρότερος από τον αριθμό αυτών που κατατάχθηκαν στις πάσης φύσεως κυβερνητικές ή εθνικές δυνάμεις. Και περαιτέρω: Ο αριθμός των παραδιδόμενων-λιποτακτών του Δημοκρατικού Στρατού ήταν σχεδόν εικοσαπλάσιος από τον αριθμό όσων επέλεξαν την αντίστροφη διαδρομή. Αλλά στη Μουργκάνα και στον Γράμμο, εξαιρουμένων κάποιων γόνων οικογενειών του 1821 καθώς και διακεκριμένων στρατιωτικών, κανένας Κολωνακιώτης δεν έχασε τη ζωή του προμαχώντας. Έτσι, οι μη προνομιούχοι του Εθνικού Στρατού, καταπνίγοντας την πίκρα και την αγανάκτησή τους για το πελατειακό αστικό κράτος, επέλεξαν να σταθούν εκεί όπου στάθηκαν, γιατί απλούστατα είχαν βιώσει το όραμα του ΕΑΜ.
Δ. Όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν τα βιώματα ήταν ακόμα νωπά, αποδείκνυαν κάθε φορά ένα αρραγές μέτωπο κατά της Αριστεράς, το οποίο σχηματιζόταν από τη Δεξιά και το Κέντρο. Μάλιστα, το μεγαλύτερο ποσοστό που είχε πετύχει η Αριστερά, ήταν αυτό του 1958, δηλ. 25%. Ακόμα π.χ. και στις δημοτικές εκλογές στην Καισαριανή, η ΕΔΑ δεν κατάφερε να πλειοψηφήσει.
Όλα τα παραπάνω μαρτυρούν ότι οι τότε πολίτες, έχοντας βιώσει την πραγματικότητα της Αριστεράς, την πολεμούσαν, χρησιμοποιώντας τους σταυρούς στα ψηφοδέλτια, προκειμένου να μην ξαναστηθούν οι σταυροί των μνημάτων. Και τα δύο είδη σταυρών είναι ευθέως ανάλογα.
Τέλος, η εκ των υστέρων αποτίμηση αυτών των εκλογικών αναμετρήσεων αποδεικνύει και τη σοφία των εκλογέων, γιατί ποιος άραγε σήμερα απολογητής έχει το θάρρος να υποστηρίξει ότι ο «κλεμμένος» θρίαμβος του ΕΑΜ θα ήταν τελικά επωφελέστερος για την πατρίδα μας; Συνεπώς, κάθε ιστορικός ή «ιστοριογράφος», πριν ολοκληρώσει την εργασία του, πρέπει εντίμως να αναρωτηθεί εάν αυτό δικαιολογεί και αντιμετωπίζει λογικά τα παραπάνω γεγονότα. Εάν τα πράγματα ήταν όντως όπως παρουσιάζονται σήμερα, πώς εξηγείται τότε ο λαός να επιβραβεύει τους προδότες, τους ανάξιους κ.λπ. και να καταποντίζει τους σωτήρες του; Εκτός εάν μπορεί να υποστηριχθεί είτε ότι είχε ενσκήψει πανδημία παράκρουσης, είτε με λογικοφανή επιχειρήματα ότι οι ηγέτες του ΕΑΜ θα χάραζαν στην Ελλάδα διαφορετική πορεία, αντίθετα με ό,τι συνέβη στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Αλλά πώς να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο, όταν π.χ. στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ολλανδία, όπου το φιλοφασιστικό κίνημα ήταν απείρως ισχυρότερο και ενεργότερο από ό,τι στην Ελλάδα (η Ελλάδα ήταν το μόνο ευρωπαϊκό κράτος που δεν απέστειλε στρατεύματα στο ανατολικό μέτωπο), δεν σημειώθηκαν από τις έως τώρα έρευνές μου[2] ούτε Γαργαλιάνοι, ούτε Μελιγαλάδες, ούτε τρύπες του Φενεού… Αυτό και μόνο το γεγονός φρονώ ότι δίνει σε κάποιους το δικαίωμα να ισχυριστούν ότι το ΕΑΜ ήταν μάλλον το πλέον καταστροφικό αντιστασιακό κίνημα της Ευρώπης.
III.
Για να αντιληφθεί ο αναγνώστης πάνω σε τι υπόστρωμα κινούνταν η κοινωνία και πώς εξηγούνται οι ακραίες συμπεριφορές του πληθυσμού, των σωμάτων ασφαλείας και των Ταγμάτων Ασφαλείας, ας αναλογιστεί πρώτα τι συμβάντα είχαν προηγηθεί στην υπόλοιπη Ελλάδα, τα οποία διαδίδονταν μεταξύ άλλων και στους κατοίκους της Αττικής. Θα εκθέσω μόνο τέσσερα παραδείγματα για τις αιτίες της δημιουργίας του αντιΕΑΜικού μετώπου, ο χώρος είναι άλλωστε περιορισμένος. Πάντως ας διακρατηθεί στη μνήμη ότι ο συγγραφέας επισημαίνει ότι ώς τις 18/6/1943 είχαν δολοφονηθεί στην Αττική από τα σώματα ασφαλείας 10 άτομα.
Α. Στη Θεσσαλία ανεβαίνει στο βουνό από τους πρώτους ο απότακτος ταγματάρχης Γ. Κωστόπουλος, ο οποίος το 1941 ανακλήθηκε και πολέμησε λαμπρά. Ιδρύει την οργάνωση ΕΣΑΠ με συναρχηγό αργότερα τον Σαράφη. Από ΕΛΑΣίτικες πηγές χαρακτηρίζεται πραγματικός δημοκράτης, μονοκόμματος αλλά και ευθύς, σοσιαλιστής, εχθρός της βασιλείας και άτομο που σεβόταν ιδιαίτερα τους κομμουνιστές. Του προσφέρεται η αρχηγία του ΕΛΑΣ και την αρνείται. Επιχειρείται η δολοφονία του και γλιτώνει. Ο ΕΛΑΣ αρχίζει την αιματηρή εκκαθάριση των ομάδων του. Τελικά εμφανίζεται σώμα του ΕΛΑΣ εκεί όπου στρατοπεδεύει, δηλώνοντας ότι έρχεται με συμφιλιωτικούς σκοπούς. Οι αξιωματικοί του τον παρακαλούν να λάβει μέτρα ασφαλείας κατά της διαφαινόμενης παρασπονδίας τους και αυτός τους αποπέμπει λέγοντας «πηγαίνετε να κοιμηθείτε, οι κομμουνιστές κρατούν το λόγο τους». Το πρωί της 3ης/3/1943 ξυπνούν όλοι δεμένοι, τρεις αντάρτες έχουν χάσει τη ζωή τους, ενώ ο συναρχηγός του Σαράφης, συλληφθείς και αυτός, προτιμά να συστοιχηθεί με τον ΕΛΑΣ. Αυτός λοιπόν ο αγωνιστής, ο οποίος είχε απελευθερώσει προηγουμένως και την Καλαμπάκα, πιθανότατα την πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώθηκε, διαφεύγοντας κυνηγημένος ως προδότης, καθ’ οδόν προς τη Μέση Ανατολή περνά από την Αθήνα. Ώς τότε (μέσα Μαρτίου 1943) είχε βιώσει τη στοιχειοθετημένη δολοφονία 25 ανδρών του, κάποιων με φρικτό τρόπο. Ο υπομοίραρχος Βιλαέτης εκτελείται με κονσερβοκούτι από τον καπετάν Χασιώτη ως εκδίκηση για παλαιότερη σύλληψή του για ζωοκλοπές. Ο υπολοχαγός Χατζής, πριν εκτελεσθεί, του αποκόπτεται το άνω χείλος, γιατί «δεν άξιζε να φέρει μουστάκι». Ο πιλότος Κωστορίζος («Γκέκας»), από τους περισσότερο διακριθέντες στον πόλεμο, ακολουθεί τον Άρη από τους πρώτους. Επικεφαλής ομάδας, διακρίνεται και στο Γοργοπόταμο. Η τοπική κοινωνία τον θαυμάζει. Στη συνέχεια, αφού διέγνωσε τις βλέψεις του Άρη, επικεφαλής 28-30 ανδρών διαφεύγει προς τον ΕΣΑΠ. Συλλαμβάνεται και εκτελείται προς εκδίκηση μαζί με άλλους τρεις, τους πλέον «ζωηρούς» από τους μεταγνώσαντες. Στην Ευρυτανία, τον Αύγουστο του 1942, ο ΕΛΑΣ δολοφονεί τις θυγατέρες του Ι. Κόρδα, 12 και 13 ετών, γιατί αποσκίρτησε από τον ΕΛΑΣ. Μετά δε τη διάλυση του ΕΣΑΠ, ο Κωστόπουλος καταγράφει τη δολοφονία ετέρων 33 οπαδών του. Και αυτά χωρός ο ΕΣΑΠ να έχει εκτελέσει ούτε έναν ΕΛΑΣίτη, εκτός μιας αμφιλεγόμενης περίπτωσης. Στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός Ράλλης ζητά να τον συναντήσει. Ο Κωστόπουλος καταγράφει στο ημερολόγιό του: «Διεπίστωσα ότι επρόκειτο περί εθνικού ήρωα και αγνού πατριώτη». Αν εξεγείρεται κάποιος για τη συνάντηση, καλό είναι να αναλογιστεί πρώτα ποια ήταν η εμβρυουλκός χείρα αυτών των προηγούμενων αδιανόητων συστρατεύσεων. Ποιος λοιπόν είναι ο προδότης; Ο Κωστόπουλος ή αυτοί που στέρησαν από την Αντίσταση πλήθος άξιων αγωνιστών, απλώς και μόνο γιατί δε συμπαρατάχθηκαν με τον ΕΛΑΣ; Αργότερα, στα Δεκεμβριανά, ο Κωστόπουλος αναλαμβάνει διοικητής ενός από τα πρώτα τάγματα εθνοφυλακής[3].
Β. Στο τρίτομο έργο του Κ. Αντωνόπουλου Η Εθνική Αντίστασις (1964) έχουν αποδελτιωθεί τα πλήρη στοιχεία 4.074 εκτελεσμένων στον Μοριά από τον ΕΛΑΣ. Μόνο στη Λακωνία το 1941 και το 1942 είχαν ήδη εκτελεσθεί 13 άτομα και άλλα 125 εκτελέσθηκαν μέχρι τον Οκτώβριο του 1943, δηλαδή πριν ακόμα από την άφιξη Ταγμάτων Ασφαλείας στην περιοχή. Και όπως προκύπτει από τις έρευνες του καθηγητή Στάθη Καλύβα, ο αριθμός αυτός πρέπει να αυξηθεί κατά περίπου 10%. Μάλιστα δε, σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο του γραμματέα της ΠΕ Κορίνθου προς το ΚΚΕ (Εμφύλιος Πόλεμος, Θεμέλιο, 2002, σ. 197), καταγράφονται τα ακόλουθα: «Στην Κορινθία έγιναν εκτελέσεις πάνω από 1.200, που δε μπορούν να δικαιολογηθούν». Ας σημειωθεί ότι το έγγραφο μιλά για την Κορινθία, η δε καταμέτρηση κατά Αντωνόπουλο ανέρχεται σε 1.110 για Αργολίδα και Κορινθία. Τέλος στην τρύπα του Φενεού στην Κορινθία, ο Αντωνόπουλος αποδελτιώνει 104 θύματα, εξ ων 17 γυναίκες. Όμως, μεταξύ 4 και 15 Ιουνίου 1945, η ιατροδικαστική υπηρεσία παρουσία Βρετανών ανέσυρε από την καταβόθρα 259 πτώματα. Η δε ελληνική σπηλαιολογική εταιρεία έχει δηλώσει ότι υπάρχουν και άλλα. Κανενός ο θάνατος δεν είχε προέλθει από πυροβόλο όπλο.
Γ. Στην ειρηνική Ζάκυνθο, που δεν υπήρξε ούτε χωροφυλακή (την είχαν εκδιώξει οι Ιταλοί) ή Τάγματα Ασφαλείας, εκτελέσθηκαν 51 άτομα πλήρως αποδελτιωμένα – και 2 Γερμανοί! Το αξιοσημείωτο είναι ότι, ακόμα και σήμερα, οι αριστεροί του νησιού δεν έχουν να αναφέρουν ούτε έναν δολοφονηθέντα κατά την Κατοχή από την αντιΕΑΜική παράταξη, η οποία όμως είχε προλάβει να σκοτώσει σε συμπλοκή δυο Ιταλούς. Έτσι φαίνεται εναργέστατα ποιος ήταν ο πραγματικός εχθρός του ΕΑΜ.
Δ. Στο βιβλίο του Κ. Πασχαλούδη, μεσαίου στελέχους της εσωτερικής επαγρύπνησης του ΚΚΕ, Από δω και πέρα θα είσαι ο Νίκος (Επίκεντρο, 2013) καταγράφονται τα ακόλουθα άκρως ενδιαφέροντα: «ο Τζώνης (στην Επανομή, κοντά στη Θεσσαλονίκη) είχε μεγάλη επιρροή, επηρέαζε κοντά στους χίλιους ψηφοφόρους, στεκόταν εμπόδιο στο κόμμα. Τραβάει περισσότερο κόσμο ο Τζώνης παρά το ΚΚΕ […] ο Τζώνης συλλαμβάνεται […] έγινε Δικαστήριο, δεν αποδείχτηκε τίποτα σε βάρος του, τον αφήνουν ελεύθερο. Στην Καρδιά όμως εξαφανίζεται. […] Αργότερα βρέθηκε νεκρός και δικάστηκε ο Καραγιώργης της ΟΠΛΑ. Όλη η Επανομή πέρασε στην αντίδραση […]. Στους Ταγαράδες υπήρχε ένας κτηνίατρος στο στρατό, ονόματι Αποστολίδης. Ήταν πολύ αγαπητός στην περιοχή. […] Μπήκε στην ΠΑΟ […] συμμετείχαν και 5 άλλοι […] ήταν δραστήρια ομάδα. Ένα βράδυ η ΟΠΛΑ γύρω στο φθινόπωρο του 1942 συνέλαβε και τους πέντε και τους στείλανε στο βουνό, δεν ξαναγύρισαν, ήταν το πρώτο χτύπημα […]. Πέρασε λίγος καιρός και αποφάσισαν ότι έπρεπε να φύγει ο Αποστολίδης ο κτηνίατρος […] και εξαφανίζεται […] έχουν δικαστεί κιόλας αυτοί…».
IV.
Ο συγγραφέας βάλλει δικαίως κατά των μεθόδων των κυβερνητικών δυνάμεων καθώς και των Ταγμάτων Ασφαλείας. Μήπως όμως οι άνδρες αυτοί, γνωρίζοντας την τύχη των αντιφρονούντων στο ΕΑΜ, είχαν αντιληφθεί την προαναγγελθείσα εξόντωσή τους, με συνέπεια την άνευ ορίων αντιπαράθεση; Και μήπως έτσι δεν αποδεικνύεται ότι τα λούμπεν στοιχεία δεν υπήρχαν μόνο π.χ. στα Τάγματα Ασφαλείας, αλλά ήταν βασικό συστατικό και του ΕΛΑΣ; Είναι δε ενδεικτικό της μεροληψίας του συγγραφέα ότι αυτός θυμάται τα του Μοριά μόνο όταν αναφέρεται στη συνεργασία Παπαδόγκωνα - Ιταλών. Όμως τα πρώτα Τάγματα Ασφαλείας στην Αττική άρχισαν να σχηματίζονται από το τέλος του θέρους του 1943, στον δε Μοριά από τις αρχές του 1944, όταν ήδη είχε εξοντωθεί κάθε μη ΕΑΜικό αντάρτικο σώμα.
Ιδιωτικό αρχείο
Ο αρχηγός της εθνικής αντιστασιακής οργάνωσης ΕΣΑΠ, ταγματάρχης Γεώργιος Κωστόπουλος. Μετά τον αφοπλισμό και την διάλυση των τμημάτων του ΕΣΑΠ και των αρχηγείων τους, διέφυγε στο Κάιρο όπου έφτασε στις 7 Σεπτεμβρίου 1943. Εκεί ανέλαβε επιτελικός αξιωματικός του υπουργείου των Στρατιωτικών μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 1944 όπου, μέσω Ιταλίας επέστρεψε στην ελεύθερη περιοχή του ΕΔΕΣ και τον Νοέμβριο έφτασε στην Αθήνα για να αναλάβει διοικητής του 143 Τάγματος.
[1] Το παρόν κείμενο το συνέταξα στη Ζάκυνθο, όπου ατυχώς έχω μόνο μέρος του αρχείου μου.
[2] Συγγράφω ένα βιβλίο με τον τίτλο Καταγραφές και Απογραφές της Δεκαετίας του 1940-50. Επειδή στερούμαι ικανότητας χειρισμού του διαδικτύου, παρακαλώ τους αναγνώστες εάν έχουν στοιχεία περί των θυμάτων των εμφύλιων συγκρούσεων στην Ευρώπη αφενός μεταξύ των φιλοκομμουνιστικών κινημάτων, αφετέρου των τυχόν αντιαριστερών κινημάτων αντίστασης, καθώς επίσης και τους αριθμούς των εκτελεσθέντων φιλοναζιστών, να επικοινωνήσουν μαζί μου στη διεύθυνση Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.. Θα είμαι ευγνώμων. Φρονώ ότι είναι άκρως σημαντικό να καταδειχθεί εάν και στην υπόλοιπη Ευρώπη συνέβησαν όσα συνέβησαν στην πατρίδα μας.
[3] Γ. Κωστόπουλος, Χρονικό 1942-45, επιμ.: Γ. Σιούλας, Αλφειός 2017.