Και με τα θύματα, ακριβώς, τα παλαιστινιακά θύματα, λόγω της εισόδου του ισραηλινού στρατού στη Γάζα, τι γίνεται; Θύματα από εδώ, θύματα από εκεί. Τι λέμε και τι κάνουμε; Διότι, πέρα από την επικοινωνιακή εργαλειοποίησή τους από τη Χαμάς, τα θύματα είναι υπαρκτή πραγματικότητα. «Ανθρωπιστική κρίση» που λένε και τα ανθρωπιστικά ΜΜΕ και όλοι οι ανθρωπιστές. Πριν δώσουμε τον λόγο στον Ζ. Μπενσουσσάν, ιδού η απάντηση του Μ. Ουώλτζερ [...]:
Πώς να πολεμήσεις σε έναν ασύμμετρο πόλεμο; Ξέρουμε εδώ και πολύ καιρό ότι η Χαμάς ρίχνει τις ρουκέτες της από τα προαύλια των σχολείων ή από τις ταράτσες των νοσοκομείων, εκθέτοντας συνειδητά τους ίδιους της τους αμάχους στα στρατιωτικά αντίποινα του Ισραήλ, το οποίο δεν μπορεί να αφήσει να βομβαρδίζεται χωρίς να αντιδρά. Νομίζω ότι είναι εφικτό για τις ένοπλες δυνάμεις να μη σκοπεύουν παρά στρατιωτικούς στόχους. Δεδομένου όμως του τρόπου που η Χαμάς διεξάγει τον πόλεμο, κάθε απάντηση δεν μπορεί παρά να έχει επίδραση και στον πληθυσμό της Γάζας. Σε αυτές τις περιστάσεις, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι παρά το γεγονός ότι οι νεκροί θα οφείλονται στους ισραηλινούς βομβαρδισμούς, η συνειδητή έκθεση αμάχων είναι το αποτέλεσμα και ο ίδιος ο στόχος της Χαμάς. […] Ο κώδικας συμπεριφοράς του ισραηλινού στρατού απαιτεί να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να ελαχιστοποιηθεί το κόστος για τους αμάχους. Όσο υπάρχει αυτή η αποφασιστική προσπάθεια για να ελαχιστοποιηθεί ο αριθμός των αμάχων, το Ισραήλ δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για τον θάνατο παλαιστίνιων αμάχων.
Και τώρα ο λόγος στον Ζωρζ Μπενσουσσάν, η απάντηση του οποίου αν και δεν «λύνει» το πρόβλημα, δείχνει με ηθικο-πολιτική εντιμότητα την κατεύθυνση της επίλυσής του, ίσως της μοναδικής. Που περνά μέσα από την πολιτικοποίηση και την ιστορικοποίηση της σύγκρουσης, δηλαδή, θέλω να πω, μέσα από την κατανόηση της ιστορικής και πολιτικής της εξέλιξης, πέρα από συγκινήσεις. Σε σχετική τηλεοπτική συνέντευξη (15/10/2023, απομαγνητοφωνούμε ένα απόσπασμα), ο Μπενσουσσάν θα επισημάνει χαρακτηριστικά:
Ολόκληρη η εποχή μας λειτουργεί στη βάση της θυματικής μυθολογίας. Από τη στιγμή που είσαι θύμα, έχεις δίκιο, εξαιρείσαι από το να δώσεις λογαριασμό για τη συμπεριφορά σου. Υπάρχει μια πραγματική κούρσα θυματοποίησης. Πρέπει να το υπερβούμε αυτό, να βγούμε από αυτόν τον τύπο συγκίνησης. Για να θέσουμε το ερώτημα: για ποιο πράγμα πρόκειται ακριβώς, πώς φτάσαμε εδώ και με ποια διαδικασία φτάσαμε, πώς συνέβη ό,τι έκανε η Χαμάς την περασμένη εβδομάδα, και πως οι Ισραηλινοί, από τη δική τους πλευρά, υποβάλλουν τη Γάζα σε μπλόκο και κατά κάποιον τρόπο είναι καταδικασμένοι σε χερσαία επίθεση; Το ζήτημα είναι το εξής. Νομίζουμε ότι η Χαμάς είναι όλη η Παλαιστίνη. Δεν είναι καθόλου η αλήθεια, είναι ψέμα. Η Χαμάς είναι ένα μέρος, κατέχει υπό καθεστώς στυγνής τρομοκρατίας τη Γάζα. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι αν η Γάζα είναι σήμερα υπό τον τρομοκρατικό έλεγχο της Χαμάς, μεγάλο μέρος των κατοίκων της, που ζει μέσα στην μιζέρια, την «ακολουθεί» λόγω της τρομοκρατίας, τύπου ταλιμπάν, που αυτή ασκεί. Μεγάλο μέρος της οικονομικής βοήθειας πηγαίνει στους εξοπλισμούς και στα τούνελ. Αυτός ο έλεγχος της Χαμάς είναι ακριβώς ίδιος με τον έλεγχο της οικογένειας Χουσεϊνί στην Παλαιστίνη το 1948. Με αυτό θέλω να πω ότι η οικογένεια Χουσεϊνί το 1948 κατέστειλε κάθε άλλη φωνή που ήταν έτοιμη να δεχθεί ένα συμβιβασμό με το Ισραήλ και, με δολοφονίες και με όλες τις αρνήσεις σε ό,τι πρότειναν οι Βρετανοί, έφτασαν στην καταστροφή του 1948 και τη Νάκμπα. Η Χαμάς είναι ακριβώς η κληρονόμος αυτής της γραμμής, με την ίδια και ακόμα χειρότερη τρομοκρατία.
Ας επιτραπεί εδώ μία επιπλέον παρατήρηση στα όσα παραπάνω επισημάνθηκαν. Παρατήρηση, η οποία αφορά αλλά και υπερβαίνει τη συγκεκριμένη σύγκρουση ή, ακριβέστερα, στοχεύει τον ίδιο τον πυρήνα της, δηλαδή την επιστροφή στη βαρβαρότητα και τη μεγάλη δυσκολία που έχει ο δυτικός πολιτισμός να κατανοήσει, να εξηγήσει και, πολύ περισσότερο, να αντιμετωπίσει αυτήν την μείζονα πρόκληση. Πρόκληση, η οποία δεν αντιμετωπίζεται «τεχνικά», αφού πατάει πάνω σε ένα κενό νοήματος που πλέον συνοδεύει σε όλο και μεγαλύτερη δοσολογία μια Δύση ριγμένη στους καταναλωτικούς υλισμούς της, τους εσωστρεφείς κοινοτιστικούς ταυτοτισμούς της, αδύναμη να συγκροτήσει «νόημα». Η ισλαμιστική βαρβαρότητα (της Χαμάς, άλλων συναφών οργανώσεων, της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στις χώρες της Δύσης) πατάει και νικάει, όπου και όσο μπορεί, πάνω σε αυτή την απουσία, προσφέρει δηλαδή με διαστροφικό τρόπο «νόημα» στους «πιστούς» της απέναντι σε μια Δύση που δεν θέλει ούτε μπορεί να «πιστέψει» στον εαυτό της. Ο Αντρέ Μαλρώ, ήδη από το 1956, είχε προφητικά προειδοποιήσει:
Η φύση ενός πολιτισμού, είναι να συγκολλάται γύρω από μία θρησκεία. Ο πολιτισμός μας είναι ανίκανος να κατασκευάσει ένα ναό ή ένα μνήμα. Ή θα αναγκασθεί να βρει τη θεμελιώδη αξία του ή θα αποσυντεθεί. Αυτό είναι το μεγάλο φαινόμενο της εποχής μας που είναι η ισλαμική ώθηση. Υποτιμημένη από την πλειονότητα των συγχρόνων μας, αυτή η άνοδος του ισλάμ είναι αναλογικά συγκρίσιμη με τις απαρχές του κομμουνισμού της εποχής του Λένιν. Οι συνέπειες αυτού του φαινομένου είναι ακόμα απρόβλεπτες.[1]
Εδώ μέσα βρισκόμαστε.
[1] Παρατίθεται στο Pierre-André Taguieff, Le retour de la décadence. Penser l’époque post-progressiste, Παρίσι, PUF, 2022, σ. 60.