Σύνδεση συνδρομητών

«Πότε θα κυκλοφορήσει το φάρμακο;»

Πέμπτη, 02 Απριλίου 2020 11:27
«Πότε θα κυκλοφορήσει το φάρμακο;»

ΧΙ. 2/4/2020. «Για κάθε σύμπτωμα ή ομάδα συμπτωμάτων υπάρχει ένα μπουκάλι γιατρικό, ένα χάπι, μια εγχείριση ή κάποια θεραπεία(;)»... Γιατί αυτή η τόσο διαδεδομένη πίστη (την οποία υιοθετεί ασμένως η δημοσιογραφική κοινή γλώσσα στις εκπομπές για την πανδημία) δεν είναι ακριβής. Τι ισχύει.

 

empros

Απόκομμα της εφημερίδας Εμπρός, 24/10/2018.

 

Είναι αδύνατο να παρακολουθήσεις ενημερωτική εκπομπή στην τηλεόραση και ο δημοσιογράφος να μη ρωτήσει τον όποιο γιατρό έχει απέναντί του πότε θα έχουμε εμβόλιο, πότε φάρμακο για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού, αν το πρωτόκολλο που εφαρμόζεται είναι αποτελεσματικό, τι γίνεται με τα φάρμακα Χλωροκίνη, Remdesivir, Favipiravir, Mefloquine, Κολχικίνη... Δευτερευόντως, το ερώτημα είναι αν έλληνες γιατροί της ημεδαπής ή της αλλοδαπής είναι στο «τσακ» να βρουν το φάρμακο. Τελευταία μάλιστα όλοι εγκατέλειψαν την «ελληνική» κολχικίνη και επικεντρώθηκαν στη χλωροκίνη, τη χλωροκίνη και τη χλωροκίνη. Για να λάβουν τη στερεότυπη απάντηση, σχεδόν απ’ όλους τους γιατρούς που ευτυχώς κρατούν την επιστημονική τους σοβαρότητα, ότι αποτελεσματικό φάρμακο για τον κορωνοϊό δεν υπάρχει και ότι τα χρησιμοποιούμενα βοηθητικά ή φάρμακα συμπτωμάτων έχουν άγνωστη αποτελεσματικότητα για τη συγκεκριμένη νόσο αλλά χρησιμοποιούνται μήπως βοηθήσουν, ενώ μόνο μετά από μακροχρόνιες μελέτες θα αποδειχθεί η (ναι ή όχι) αποτελεσματικότητά τους. Αν και το ερώτημα έχει ήδη απαντηθεί πολλές φορές σταθερά και πανομοιότυπα, εξακολουθεί να τίθεται επίσης σταθερά και πανομοιότυπα. Μάλιστα, μια καθηγήτρια απάντησε: «μη μας πιέζετε, αφήστε να κάνουμε τη δουλειά μας».

Δεν νομίζω ότι όλοι οι δημοσιογράφοι δεν καταλαβαίνουν τις απαντήσεις. Είναι σαφές ότι αυτή η πίεση εκφράζει δύο πράγματα. Πρώτον, την απορία πώς, εν έτει 2020, η επιστήμη δεν έχει λύσει τέτοια ζητήματα. Και δεύτερον, την αγωνία των πολιτών.

Σκέφτομαι ότι μια τόσο μεγάλη πίεση είναι πιθανόν να εκτρέψει την επιστημονική κοινότητα σε παροχή φαρμάκου με άγνωστη αποτελεσματικότητα. Άνθρωποι είναι και οι γιατροί που επιθυμούν διακαώς να προσφέρουν. Από την άλλη πλευρά, πρέπει ν’ αντιληφθούμε ότι η επιστήμη δεν έχει ιδιότητες θαυματοποιού ή Ζορό στην επίλυση πρωτόφαντων και δύσκολων καταστάσεων. Η έρευνα είναι μία αυστηρή, δύσκολη και επίπονη διαδικασία με πολλές αποτυχίες. Λέγεται ότι μία στις δύο χιλιάδες πατέντες φαρμακευτικής έρευνας καταλήγει να γίνει φάρμακο που θα φτάσει στην κοινότητα.

Θα καταφύγω πάλι στον αγαπημένο μου (επηρέασε την ιατρική όσο λίγοι την τελευταία εικοσιπενταετία του 20ού αιώνα) Άρτσι Κόχραν, ο οποίος, εξετάζοντας την ιστορία της ιατρικής και συζητώντας το θέμα της αποδοχής από το ευρύ κοινό της έλλειψης αποτελεσματικότητας ώς τις πρώτες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα, λέει:

Πρόκειται για την άκριτη πίστη του κοινού ανθρώπου στην ικανότητα του γιατρού τουλάχιστον να προσφέρει βοήθεια, αν όχι να θεραπεύει. Η πίστη αυτή βασίζεται πιθανώς στην ικανότητα των γιατρών να μειώνουν τον πόνο, στη γενική επίδραση των εικονικών φαρμάκων, στην τάση πολλών ασθενειών να εξαφανίζονται αυτόνομα ή να βελτιώνονται με το χρόνο και στην ανώτερη εκπαίδευση και το κοινωνικό επίπεδο του γιατρού στο παρελθόν, που μάλλον τον βοηθούσε να εξαφανίζει τα υστερικά συμπτώματα. Ο Osler επίσης σημείωσε ότι «η επιθυμία να παίρνει φάρμακα είναι πιθανόν το σημαντικότερο γνώρισμα που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα». Αυτό οδήγησε σιγά σιγά στην ευρύτατα διαδεδομένη πεποίθηση ότι για κάθε σύμπτωμα ή ομάδα συμπτωμάτων υπάρχει ένα μπουκάλι γιατρικό, ένα χάπι, μια εγχείριση ή κάποια θεραπεία που τουλάχιστον θα βοηθούσε. Ο γιατρός, από την πλευρά του, δύσκολα θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι υποκίνησε και υπέθαλψε τη δημιουργία αυτού του μύθου. Ήθελε πραγματικά να προσφέρει βοήθεια.

Αν αυτά συμβαίνουν διαχρονικά, στις έκτακτες καταστάσεις, η πίεση για το μπουκαλάκι και το χάπι αλλά και οι απαντήσεις πολλαπλασιάζονται. Κατά τη μεγάλη επιδημία της ισπανικής γρίπης του 1918 (μια αερομεταδιδόμενη ασθένεια αγνώστου τότε αιτιολογίας), δοκιμάσθηκαν κάποια παλιά φάρμακα που, σε ένα αρχικό διάστημα, φάνηκαν να έχουν κάποια επίδραση. Το ανθελονοσιακό κινίνο και οι ενέσεις υδραργύρου, σουμπλιμέ (χορηγούνταν για τη σύφιλη), που τις σύστησε (ανακοίνωσε ότι είχε μεγάλη επιτυχία), ένας αυστριακός γιατρός. Χορηγήθηκαν μαζικά από τους έλληνες γιατρούς. Το νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού τις δοκίμασε, είδε ότι δεν είχαν καμία επίδραση, μόνο σοβαρές παρενέργειες, και το τότε υπουργείο έβγαλε σύσταση στους γιατρούς να μην τις χρησιμοποιούν. Σημειωτέον ότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ειδικό φάρμακο για τον ιό της γρίπης αλλά, λόγω των επανειλημμένων μολύνσεων και κυρίως λόγω των εμβολίων, ο πληθυσμός απέκτησε την «ανοσία αγέλης» και η γρίπη έγινε ενδημική εποχική νόσος. Το ίδιο πιστεύω θα γίνει και με τον κορωνοϊό, αρκεί να μην αργήσει.

ΥΓ. Η καθημερινή ανακοίνωση του καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα εκτός από την επιστημονική της ακρίβεια, αποτελεί και ένα λογοτεχνικού ύφους και ευαιασθησίας ημερολόγιο.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.