Σε παλαιότερες εποχές δεν ήταν λίγοι όσοι από το χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών είχαν επιφυλάξεις για την είσοδο των υπολογιστών και των δικτύων στην ακαδημαϊκή καθημερινότητα. Σήμερα, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Τα υπολογιστικά εργαλεία μπορούν να δώσουν νέα διάσταση στις ανθρωπιστικές σπουδές με τις σημαντικές δυνατότητες που προσφέρουν στην έρευνα, την εκπαίδευση αλλά και στην κατανόηση αυτού του γνωστικού πεδίου από το ευρύ κοινό. Πρόκειται ίσως για τη σημαντικότερη πρόκληση του κλάδου τα τελευταία χρόνια. Τα κλασικά ερωτήματα των ανθρωπιστικών σπουδών που αφορούν τη ζωή –γιατί αξίζει να ζεις και πώς να απολαμβάνεις την ουσία της– επανέρχονται δριμύτερα στον ψηφιακό κόσμο. Οι ανθρωπιστικές αξίες βαρύνουν ήδη στη συζήτηση για τα δικαιώματα και τους περιορισμούς της ελευθερίας της έκφρασης αλλά και για τον πολιτισμό στον ψηφιακό κόσμο. Με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και του κράτους, προκύπτουν νέες ευκαιρίες παρέμβασης στον δημόσιο λόγο, νέα πεδία έρευνας και νέες ευκαιρίες απασχόλησης για νεότερους κυρίως επιστήμονες. Υποστηρίζουμε μάλιστα ότι, εάν γίνει συστηματική προετοιμασία, ενδεχομένως να οδηγηθούμε ακόμα και στην άνθηση των ανθρωπιστικών σπουδών τις επόμενες δεκαετίες, αντιστρέφοντας τη σημερινή διεθνή τάση συρρίκνωσής τους.
Οι ψηφιακές ανθρωπιστικές επιστήμες (digital humanities) αποτελούν έναν κλάδο που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια ως διεπιστημονικό πεδίο σύνθεσης των ανθρωπιστικών και των ψηφιακών επιστημών. Ως όρος έχει πληθώρα ερμηνειών. Ενδεικτικά, στην ιστοσελίδα http://whatisdigitalhumanities.com/ υπάρχουν άνω των 800 ορισμών, όχι όλοι συμβατοί μεταξύ τους. Τούτο δηλώνει περισσότερο την αγωνία των εμπλεκομένων να δώσουν μια επιστημονική ομπρέλα σε ένα από τα ενδιαφέροντά τους παρά την οριοθέτηση ενός επιστημονικού πεδίου, που βρίσκεται στο σημείο επαφής της ψηφιακής τεχνολογίας με τις ανθρωπιστικές σπουδές. Ο μεγάλος αριθμός των ερμηνειών έχει συντελέσει στην κακή χρήση του όρου, ειδικά στην εκπαίδευση, όπου πολλοί λανθασμένα τον ταυτίζουν με τον ψηφιακό εγγραμματισμό, δηλαδή με την απόκτηση βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων.
Αν κάποιος θέλει να δώσει μια πιο συγκεκριμένη περιγραφή του γνωστικού αντικειμένου «ψηφιακές ανθρωπιστικές επιστήμες», θα μπορούσε να πει ότι είναι ο διεπιστημονικός κλάδος που αφορά την αξιοποίηση υπολογιστικών εργαλείων από τους παραδοσιακούς ανθρωπιστικούς κλάδους, της Φιλοσοφίας, της Ιστορίας και της Φιλολογίας, αλλά και άλλους συγγενείς όπως η Αρχαιολογία και η Μουσειολογία. Ένας ευρύτερος ορισμός θα μπορούσε να περιλάβει και το πεδίο που καλείται Υπολογιστική Δημιουργικότητα (computational creativity) και αφορά την αξιοποίηση της Πληροφορικής και της τεχνητής νοημοσύνης σε καθετί δημιουργικό, από τη συγγραφή και τον κινηματογράφο, το θέατρο και το χορό, ώς τα ψηφιακά εικαστικά και την επιτέλεση (performance). Θα μπορούσαν να προστεθούν επίσης στο πεδίο ψηφιακές εκπαιδευτικές εφαρμογές αλλά και εφαρμογές σε κοινωνικές επιστήμες που γειτνιάζουν με τις ανθρωπιστικές, δηλαδή σπουδές επικοινωνίας και φύλου, σπουδές με έμφαση στην επιστήμη των δεδομένων, την τεχνητή νοημοσύνη αλλά και την κριτική προσέγγιση του ψηφιακού κόσμου (critical digital studies). Στα περισσότερα από τα προαναφερθέντα πεδία αξιοποιούνται κυρίως μέθοδοι στατιστικής ανάλυσης, οπτικοποίηση δεδομένων και έξυπνη αναζήτηση τεκμηρίων.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι οι ψηφιακές ανθρωπιστικές επιστήμες είναι η μετεξέλιξη του κλάδου Humanities Computing (HC), ενός κλάδου της Πληροφορικής με έμφαση στην υπολογιστική υποστήριξη των αρχείων και βιβλιοθηκών ήδη με παράδοση σαράντα ετών. Στην αρχική φάση του, το HC αφορούσε κυρίως υπηρεσίες ψηφιακών καταλόγων σε παραδοσιακά αρχεία. Μετά από κάποια χρόνια προστέθηκαν οι δυνατότητες ψηφιακής διατήρησης τεκμηρίων, με τη βοήθεια της τεχνολογίας της ψηφιακής αναπαράστασης εικόνας και ήχου. Έτσι, συνδυαστικά με τους καταλόγους, διευρύνθηκε και η δυνατότητα μελέτης τους.
Με την ανάπτυξη του Παγκόσμιου Ιστού (WWW) το HC άρχισε να δίνει νέο ρόλο σε μια διεπιστημονική περιοχή που ονομάστηκε Επιστήμη της Πληροφορίας (Information Science). Έτσι, με αφετηρία το βιβλίο, τις βιβλιοθήκες αλλά και τον Παγκόσμιο Ιστό, η περιοχή αυτή συνδέθηκε με τις ψηφιακές βάσεις δεδομένων, τα αποθετήρια υλικού αλλά και με ζητήματα πνευματικών δικαιωμάτων και ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, νέες ψηφιακές συλλογές με ιστορικό ή λογοτεχνικό περιεχόμενο είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο με το περιεχόμενό τους –είτε ανοιχτό είτε εύκολα προσβάσιμο– πολύ πιο εύκολα αξιοποιήσιμο από τους ειδικούς. Οι δυνατότητες περιλαμβάνουν τη σύνθεση δεδομένων, τεκμηριώσεων, υλικού από τα κοινωνικά δίκτυα, αρχεία ήχου, εικόνας και διαδικτύου κ.ά. Τεχνικά, αυτό συνεπάγεται και τη δημιουργία λογισμικού για την ανάλυση, την τεκμηρίωση και την επαναχρησιμοποίηση των ψηφιακών τεκμηρίων.
Πώς όμως θα μπορούσε κάποιος να οριοθετήσει το αντικείμενο των ψηφιακών ανθρωπιστικών επιστημών σήμερα; Ας δούμε συνοπτικά κάποιους από τους εν δυνάμει πυλώνες, με ενδεικτικές περιοχές για κάθε αντικείμενο: Φιλοσοφία (ηθική και λογική της πληροφορίας, σημασιολογία του Παγκόσμιου Ιστού, αισθητική της εικονικής πραγματικότητας και της τέχνης), Ιστορία (τεκμηρίωση, διάσωση και ανάδειξη αρχειακών τεκμηρίων), Φιλολογία (επεξεργασία φυσικής γλώσσας, ψηφιακή παπυρολογία, ψηφιακή αφηγηματολογία, αυτόματη μετάφραση, υπολογιστική γλωσσολογία). Στα προηγούμενα προστίθενται εφαρμογές για την Αρχαιολογία και τη Μουσειολογία, όπως εικονική πραγματικότητα και ψηφιακή απεικόνιση με τη βοήθεια χαρτών εμπλουτισμένων με πληροφορίες (GIS), φωτογραμμετρία με εναέριες και επίγειες μεθόδους, βάσεις δεδομένων, επεξεργασία εικόνας και σχεδίου, εκπαιδευτικά παιχνίδια για την εκμάθηση γλωσσών αλλά και για την προσέγγιση ιστορικών περιόδων.
Με δεδομένο ότι η ψηφιακή πραγματικότητα οδηγείται όλο και περισσότερο προς μια οικονομία της πλατφόρμας, με κεντρικό άξονα το περιεχόμενο που παράγεται από τους ίδιους τους χρήστες, νέες επαγγελματικές ειδικότητες είναι στη φάση δημιουργίας τους. Για παράδειγμα, ένας νέος επαγγελματικός χώρος, σχετικά άγνωστος, είναι αυτός του τεκμηριωτή και διαχειριστή περιεχομένου σε περιβάλλον πλατφόρμας, όπου ιδανικοί υποψήφιοι μπορούν να είναι όσοι συνδυάζουν γνώσεις ιστορίας με τη μηχανική μάθηση και την τεχνητή νοημοσύνη. Ένας άλλος αφορά την υπολογιστική γλωσσολογία, δηλαδή την προσέγγιση της φυσικής γλώσσας από υπολογιστική σκοπιά.
Οι ψηφιακές ανθρωπιστικές επιστήμες, όπου αυτές υπάρχουν σε προπτυχιακό επίπεδο διεθνώς, προϋποθέτουν την ταυτόχρονη ανάπτυξη δεξιοτήτων σε μια ή περισσότερες ανθρωπιστικές επιστήμες, σε συνδυασμό με γνώσεις από την επιστήμη των υπολογιστών (computer science). Προϋποθέτουν, δηλαδή, γνώση μαθηματικών και λογικής, απαραίτητων για να κατανοήσουν στη συνέχεια βασικές τεχνικές προγραμματισμού υπολογιστών. Υπ’ αυτή την έννοια, για να μπορέσει να συγκροτηθεί μια ουσιαστική σπουδή, πρέπει να βρεθεί εκπαιδευτικός τρόπος ώστε οι φοιτητές να ξαναγνωρίσουν με νέα ματιά αντικείμενα στα οποία δεν είχαν επιλέξει να εμβαθύνουν κατά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή τους.
Κρίσιμο ερώτημα, επομένως, είναι ποιος θα εκπαιδεύσει στις ψηφιακές τεχνολογίες τη νέα γενιά των φοιτητών και των πτυχιούχων ανθρωπιστικών επιστημών, με δεδομένη την ποικιλομορφία τους ως προς τις γνώσεις και τις δεξιότητες που απαιτούνται. Επειδή πρόκειται για επιστημονικά πεδία στη φάση της συγκρότησής τους, θα ήταν σφάλμα ο ρόλος αυτός –όπως και αυτός της σχετικής πιστοποίησης-- να ανατεθεί, σε αυτή τη φάση, σε τμήματα ΑΕΙ ανθρωπιστικών σπουδών. Ούτε τίθεται ζήτημα δημιουργίας νέων τμημάτων. Θα μπορούσαν να τον αναλάβουν δομές εντός των ΑΕΙ (π.χ. στο πλαίσιο της διά βίου μάθησης), συνδεδεμένες είτε με τις επισπεύδουσες σχολές είτε με ερευνητικά κέντρα. Ο σωστός σχεδιασμός προγραμμάτων προετοιμασίας και οι κατάλληλοι εκπαιδευτές είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να πετύχει ένα τέτοιο εξ ορισμού τολμηρό εκπαιδευτικό εγχείρημα.
Η σύνδεση της προτεινόμενης εκπαιδευτικής διαδικασίας με την παραγωγή, μέσω της οργανωμένης πρακτικής άσκησης εκτιμούμε πως θα δώσει αποτελέσματα που υπερβαίνουν την απλή απασχόληση φοιτητών/τριών σε κλάδους όπως η δημιουργία ψηφιακού περιεχομένου, τα ψηφιακά αρχεία και οι βιβλιοθήκες, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση κ.ά. Οι ειδικοί των ψηφιακών ανθρωπιστικών επιστημών θα μπορούσαν να απασχοληθούν σε τομείς όπως ο ψηφιακός τουρισμός ή ο ευρύτερος χώρος του ψηφιακού πολιτισμού αλλά και να ωθήσουν με τις γνώσεις τους την περαιτέρω ανάπτυξη μεγάλου μέρους της ελληνικής ψηφιακής οικονομίας μέσα από τη δημιουργία καινοτόμων υπηρεσιών. Με τα χρόνια, η κατανόηση του ψηφιακού κόσμου με όρους ανθρωπιστικών επιστημών πιστεύουμε ότι θα είναι προσόν για πρόσληψη σε πολλούς άλλους κλάδους, όπως η επικοινωνία, η διαχείριση καινοτομίας και η κοινωνική οικονομία. Εάν η διδασκαλία των ψηφιακών ανθρωπιστικών σπουδών γίνει με επιτυχημένο τρόπο, μπορεί να αλλάξει ριζικά ακόμα και τον στερεότυπο προσανατολισμό των νέων προς την εκπαίδευση, που έχει καλλιεργηθεί τόσα χρόνια με την κάθετη διάκριση και τον αμοιβαίο αποκλεισμό θετικών και ανθρωπιστικών επιστημών.