Πασίγνωστη και πολυμεταφρασμένη πλέον συγγραφέας, αγαπημένη μικρών και μεγάλων αναγνωστών, η Άλκη Ζέη εισήγαγε στη νεανική λογοτεχνία –και όχι μόνον– ένα δικό της, ισχυρό, αναγνωρίσιμο στυλ γραφής, συνδυάζοντας τη βιωμένη, αναστοχαστική αφήγηση με τη ζωντάνια των προσώπων και την ευθυβολία της γλώσσας, την ιστορική αίσθηση με τις περιπέτειες των απλών ανθρώπων και τον κοινωνικό προβληματισμό: από το μυθικό πλέον Καπλάνι της βιτρίνας (1963) έως το Ένα παιδί από το πουθενά (2019) με σημαντικούς σταθμούς το πολυδιαβασμένο μυθιστόρημα Η Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (1987) και το συναρπαστικό αυτοβιογραφικό αφήγημα Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο (2013), το πλούσιο έργο της μπορεί να συγκριθεί σε αναγνωσιμότητα, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ίσως μόνο με αυτό του Νίκου Καζαντζάκη. Η χώρα ωστόσο που την αγκάλιασε και έβαλε πρώτη τα έργα της σε προνομιακή θέση μέσα στο εκπαιδευτικό της σύστημα είναι η Γαλλία. Οι γάλλοι εκπαιδευτικοί και κριτικοί ανακάλυψαν την αξία της ήδη από το πρώτο της βιβλίο. Η υποδοχή αυτού του έργου, που σημειωτέον δεν είχε την ίδια ανταπόκριση όταν πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα, την εμψύχωσε και προετοίμασε σε μεγάλο βαθμό τη γόνιμη πορεία της στη νεοελληνική πεζογραφία.
Το πρώτο της μυθιστόρημα, με τον ευρηματικό τίτλο Το Καπλάνι της βιτρίνας, υπήρξε έργο - σταθμός για την ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία και θεωρείται πλέον ένα κλασικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας για παιδιά, με συνεχείς επανεκδόσεις από το 1963 που πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα και με πολλές μεταφράσεις και διακρίσεις στο εξωτερικό. Το έγραψε στη Μόσχα, όπου έμεναν ως πολιτικοί εξόριστοι με το σύζυγό της, σκηνοθέτη και θεατρικό συγγραφέα Γιώργο Σεβαστίκογλου. Το 1964 επαναπατρίστηκαν με τα δύο παιδιά τους στην Ελλάδα, αλλά δεν έμειναν για πολύ. Το 1967, η δικτατορία των συνταγματαρχών τους ανάγκασε να ξαναφύγουν από τη χώρα τους, με προορισμό αυτή τη φορά το Παρίσι. Στη Γαλλία η έκδοση του βιβλίου καθυστέρησε και ήρθε μετά από την επιτυχία που σημείωσε η μετάφρασή του στην Αμερική (Wild cat under glass, New York: Holt, Rinehart & Winston, 1968) και στη Μεγάλη Βρετανία (Wildcat under glass, London: Victor Gollancz, 1969).
Ας σημειωθεί εδώ ότι η Άλκη Ζέη –μέσα σε μια δεκαετία– πήρε τρεις φορές διαδοχικά, για Το καπλάνι της βιτρίνας, τον Μεγάλο περίπατο του Πέτρου και το Κοντά στις ράγες, το βραβείο του καλύτερου βιβλίου για παιδιά σε μετάφραση στην αγγλική γλώσσα, από την Ένωση Βιβλιοθηκονόμων Αμερικής (Mildred Batchelder) και δυο τιμητικές διακρίσεις για Το καπλάνι της βιτρίνας (ALA Notable Book selection και Horn Book Honor List selection).
Ο γαλλικός θρίαμβος
H Gisele Jeanperin μετέφρασε το Καπλάνι που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1973 στη Γαλλία από τις εκδόσεις La Farandole με τίτλο Le tigre dans la vitrine (2η: 1975). Το βιβλίο προκάλεσε ενθουσιώδη ανταπόκριση από τα περιοδικά για παιδιά και νέους αλλά και από έγκριτες εφημερίδες όπως η Monde. Είναι βέβαια ένα βιβλίο που μιλάει για τη μεταξική δικτατορία του 1936 και κυκλοφορεί την εποχή της στρατιωτικής χούντας στην Ελλάδα, όταν το γαλλικό κοινό είναι ευαισθητοποιημένο για τα όσα συμβαίνουν. Αναμφίβολα είναι μια καλή συγκυρία για την αναγνωστική του πρόσληψη, αλλά δεν αρκεί αυτή η συγκυρία για να αγαπηθεί ένα βιβλίο. Το μυθιστόρημα της Άλκης Ζέη διαθέτει πρωτοτυπία, αφηγηματική χάρη, ιδεολογική ευθυβολία, βιωματική ειλικρίνεια και ιστορική αίσθηση. Το καπλάνι της βιτρίνας χαρακτηρίστηκε από τη Monde «βιβλίο της χρονιάς», λόγω της «εξαιρετικής του ποιότητας». Σε αυτό θα συμφωνούσαν και άλλοι κριτικοί. Έτσι, στα κριτικά σημειώματα και τις βιβλιοπαρουσιάσεις του γαλλικού Τύπου εντοπίζονται τα αφηγηματικά χαρίσματα της Άλκης Ζέη που θα γίνουν σταθερά στοιχεία των επόμενων έργων της:
1) Εξαίρεται «η γοητεία και η φρεσκάδα» με την οποία η αφήγηση φωτίζει τη βαρύτητα των γεγονότων που ανέτρεψαν την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα το1936 [δικτατορία της 4ης Αυγούστου]. Χάρη στην απλή/δροσερή γλώσσα της παιδικής ηλικίας και μέσα από τη ματιά της ευφάνταστης και περίεργης μικρής ηρωίδας του μυθιστορήματος, ο αναγνώστης εισάγεται στο χώρο μιας ελληνικής οικογένειας της εποχής και παρακολουθεί τις διαφορετικές αντιλήψεις των μυθιστορηματικών χαρακτήρων (του παππού που γαλουχεί τις εγγονές του με τις αξίες των αρχαίων Ελλήνων, του πατέρα που αγωνίζεται να διατηρήσει τη δουλειά του του μέσα στο νέο κοινωνικο-πολιτικό καθεστώς, αλλά και του ιδεολόγου ξαδέλφου Νίκου που επαναστατεί προκειμένου να προασπίσει τις ιδέες και τις προσωπικές αξίες τουκαι ετοιμάζεται να συστρατευθεί με τους ισπανούς δημοκρατικούς). Το καπλάνι της βιτρίνας χαρακτηρίζεται «όμορφο βιβλίο που θα ενδιαφέρει εξίσου τους ενήλικες» [Livres jeunes aujourd’hui (Δεκέμβριος 1973)].
2) Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη μορφή του παππού, και σίγουρα εδώ παίζει ιδιαίτερο ρόλο η ανθρωπιστική/κλασική παιδεία των Γάλλων. Ο παππούς εμφορείται από τις δημοκρατικές αξίες που χαρακτηρίζουν τον «Χρυσό Αιώνα» του Περικλή και οι οποίες ανταποκρίνονται στα γαλλικά ιδεώδη της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ισότητας [βλ. Livres jeunes aujourd’hui (Δεκέμβριος 1973), Fiches bibliographiques (Δεκέμβριος 1973), L’école et la nation, Pour l’enfant vers l’homme, Elle (3 Δεκεμβρίου 1973), Bulletin d’analyses delivres pour enfants (Δεκέμβριος 1973), «Parmi lesmeilleurs» (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1973), κριτική με την ένδειξη «Ιούνιος 74» (χωρίς τίτλο), La croix (27 Ιουνίου 1974), Selection ou grand prix destreize (Ιούνιος 1974)]. Επίσης, μία κριτική εκφράζει την προτίμησή της για το χαρακτήρα του «μυστηριώδους» επαναστάτη Νίκου, συνδέοντας το όραμά του με τα ιδανικά της Μέλιας [Bulletin d’analyses de livres pour enfants (Δεκέμβριος 1973)].
3) Το μυθιστόρημα χαρακτηρίστηκε αριστούργημα (chef d’oeuvre) «αδιαμφισβήτητο, τέλειο, ανατρεπτικό». Κάποιες φορές δεν πρέπει να συγκρατούμε τον ενθουσιασμό μας! γράφουν στο L’école et la nation. Στην αυθεντικότητα των βιωμάτων που συνέχει δημιουργικά την αφήγηση αποδίδεται η ισχυρή επιδραστική δύναμη του βιβλίου. Η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο ότι μεταφέρει τα γεγονότα εκείνης της εποχής με υφολογική φρεσκάδα και ζωηρότητα, αποφεύγοντας τον διδακτικό τόνο της ηθικοπλαστικής παιδικής λογοτεχνίας. Ενδεικτικά επισημαίνεται: «Αυτό το μυθιστόρημα, σπουδαία μεταφρασμένο από τα ελληνικά, συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες ποιότητες που αναζητούμε στη σύγχρονη παιδική λογοτεχνία. Με μια ευαισθησία πάντοτε σε αφύπνιση, με τη φρεσκάδα του βλέμματος, με ένα συνεκτικό όραμα, που αποκλείει την ηθικοπλαστική πεζογραφία, η Άλκη Ζέη κατάφερε να διατηρήσει σε όλη την έκταση του κειμένου έναν τόνο “παιδικότητας”». Όλα τα παραπάνω γνωρίσματα καθιστούν Το καπλάνι της βιτρίνας ένα ιδανικό «βιβλίο για όλες τις ηλικίες» [L’école et la nation].
4) Στα προσόντα του βιβλίου η κριτική εντοπίζει τη συναρπαστική αφήγηση: Το καπλάνι της βιτρίνας είναι ένα γοητευτικό μυθιστόρημα, ικανό να κρατήσει την αναγνωστική προσοχή σε εγρήγορση από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα: «Όλα εκφράζονται με ευφυή διαύγεια, όπως επίσης και με ατέλειωτη τρυφερότητα. Ειδικότερα, ο τρόπος με τον οποίο τα γεγονότα και οι ανησυχίες των ενηλίκων προσλαμβάνονται από τα παιδιά εμφανίζεται με μεγάλη πιστότητα/αλήθεια» [«Deslivres pour les jeunes» (29 Νοεμβρίου 1973)].
5) Αρκετοί κριτικοί υπογραμμίζουν την ευρηματική συνύπαρξη του σοβαρού και του κωμικού στοιχείου (χιούμορ) μέσα στο έργο, την ισορροπία ανάμεσα στο συναίσθημα και την καθαρή ματιά.
• «Καυστικό, εύγλωττο, αστείο. Εξαιρετικά προσιτό. Μία από τις μεγάλες επιτυχίες της χρονιάς» [Contes, romans, histoires (17 Δεκεμβρίου 1973)].
• «Ένα μυθιστόρημα εξαιρετικό για την αλήθεια και για το χιούμορ του» [Bulletin d’analyses du livred’enfants (Δεκέμβριος 1973 / Μάρτιος 1974)].
• «Η αρχαία και σύγχρονη εποποιία της Ελλάδας. [...] Η τραγωδία είναι εκεί. Αλλά το πρόσωπό της κρύβεται πίσω από μια γελαστή μάσκα» [Elle (3 Δεκεμβρίου 1973)].
• Το κωμικό στοιχείο σε συνδυασμό με την απουσία του διδακτικού τόνου, σχολιάζεται επίσης ως εξής: «Ένα βιβλίο όπου οι κωμικές αντανακλάσεις, το χιούμορ, το συναίσθημα εκφράζονται μέσα από μια γραφή εξαιρετικά φυσική, δίχως αυταρέσκεια ή διδακτισμό» [Bulletin d’analyses de livres pour enfants(Δεκέμβριος 1973) και «Parmi les meilleurs» (Νοέμβριος - Δεκέμβριος 1973)].
6) Άλλες κριτικές επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στο ιστορικό υπόβαθρο του μυθιστορήματος [Pleijel (Sonja B.) / Tonnerres sur java(Φεβρουάριος 1974)] ή στη διαισθητική περιγραφή του παιδικού οράματος εκ μέρους της ενήλικης συγγραφέως [Combat (18 Δεκεμβρίου 1973)]. Παράλληλα αναφορές στο βιβλίο εντοπίζουμε στα έντυπα: Le Figaro, «L’opinion des éducateurs» (5 Δεκεμβρίου 1973, La semaine du livre pour enfants (29 Μαρτίου 1974), Record, «Ouvrages de 1973…» (29 Ιουνίου 1974), Dialogue, «Enfants de 13 à 15 ans» (Ιανουάριος 1975).
7) Το καπλάνι της βιτρίνας, όπως ήδη ανέφερα, χαρακτηρίστηκε από τη Monde «βιβλίο της χρονιάς» [Le Monde (Δεκέμβριος 1973)] και τον ίδιο χαρακτηρισμό, «βιβλίο της χρονιάς», επαναλαμβάνει η Vie Lyonnaise, σχολιάζοντας ότι Το καπλάνι της βιτρίνας γίνεται ένα σύμβολο της πάλης του ατόμου για ελευθερία, χάρη στην τοποθέτησή του στο κέντρο της ελληνικής ιστορικής πραγματικότητας [Resonance vie Lyonnaise (21 Ιουνίου 1974)].
Η επιτυχία που γνώρισε Το καπλάνι της βιτρίνας άνοιξε το δρόμο για τη μετάφραση του δεύτερου βιβλίου της Άλκης Ζέη που γράφτηκε στο Παρίσι. Αναφέρομαι, φυσικά, στο μυθιστόρημα Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου, που κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 1975 και γνώρισε επίσης την αγάπη του κοινού, αλλά και την ενθουσιώδη υποδοχή της κριτικής. Η αναγνωστική επιτυχία των δύο πρώτων βιβλίων της Ζέη στη Γαλλία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο δίκτυο των βιβλιοθηκών και στους δασκάλους των σχολείων, που θα γίνουν οι καλύτεροι διαμεσολαβητές ανάμεσα στη συγγραφέα και στους μαθητές. H Άλκη Zέη έχει διατηρήσει έκτοτε μια σταθερά αγαπητική σχέση με τους μικρούς γάλλους αναγνώστες της: το 2005 το βιβλίο της Η Kωνσταντίνα και οι αράχνες πήρε το «Bραβείο των Bιβλιοφάγων», ένα βραβείο που απονέμουν μαθητές των σχολείων της Γαλλίας.
Ένας θηλυκός Οδυσσέας
Στο μυθιστόρημα Ο ψεύτης παππούς (2007), το κεφάλαιο που αναφέρεται στο Παρίσι είναι ένα ταξίδι μύησης και ένα γόνιμο τέχνασμα για τη συνάντηση του αναγνώστη με την ιστορία και τα βιώματα της Άλκης Ζέη από τη συναρπαστική εποχή της συγγραφής του έργου της Ο Μεγάλος περίπατος του Πέτρου. Το Παρίσι του Ψεύτη παππού δίνει την ευκαιρία στον εγγονό του Αντώνη (που είναι και το όνομα του εγγονού της Άλκης) να νιώσει κάτι από το ξεθυμασμένο πια άρωμα της συναδέλφωσης ανθρώπων και λαών, τότε που Γάλλοι και εμιγκρέδες, άσπροι και μαύροι, τραγουδούσαν Θεοδωράκη και νοιάζονταν για την τύχη της Ελλάδας στα χρόνια της δικτατορίας.
Στο Παρίσι, ο «μικρός μπαμπάς», δηλαδή ο μπαμπάς του ήρωα της αφήγησης στην ηλικία των οχτώ χρόνων (περίπου στην ηλικία του γιου της συγγραφέως, όταν εκείνη και ο σκηνοθέτης Γιώργος Σεβαστίκογλου έφταναν στη γαλλική πρωτεύουσα) είχε πάει αμέσως μετά τη δικτατορία ακολουθώντας τον συνδικαλιστή ηθοποιό και πατέρα του. Η γαλλική πρωτεύουσα συμβολίζει τα οράματα της νεότητας: είναι ο Μάης του ’68, είναι τα όνειρα για τη μεγάλη αλλαγή, είναι ο έρωτας και η επανάσταση, είναι η τελευταία μεγάλη ουτοπία του εικοστού αιώνα:
Δε λυπάμαι για τίποτ’ άλλο, μόνο που χάθηκαν τα τόσα όνειρα που κάναμε τότε. Οι φοιτητές ονειρεύονταν το ακατόρθωτο. Να αλλάξει το πανεπιστήμιο, οι καθηγητές να μην είναι απόμακροι, να γίνουν φίλοι τους και να ψάχνουν να βρουν τη μεγάλη Γνώση. Και μαζί μ’ αυτούς κι εμείς θέλαμε ν΄ αλλάξουμε τα πράγματα, θέλαμε ν’ αλλάξουμε τη ζωή στη Γαλλία και, γιατί όχι, σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ένα από τα αγαπημένα συνθήματα του Μάη του ’68 ήταν: «Να ’στε ρεαλιστές. Να ζητάτε το ακατόρθωτο».
Τα πολυπολιτισμικό Παρίσι του παππού και το πολύχρωμο σχολείο του Αντώνη, η μυστηριώδης Μαργκώ που διαδήλωνε το Μάη του 1968 και η Ταμάρα των Αμπελοκήπων του 2000 αναδύονται φυσικά και αβίαστα μέσα στις σελίδες αυτού του μυθιστορήματος, για να σχηματίσουν παραλληλίες συγκινητικές και να διδάξουν, με τον τρόπο της καλής λογοτεχνίας που δεν γράφεται βέβαια με ιδέες αλλά με λέξεις. Με λέξεις όμως, που πάντα μέσα στο νόημα της τέχνης ψάχνουν το νόημα της ζωής.
Η Άλκη Ζέη πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω. Έζησε στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στη Σοβιετική Ένωση, στη Γαλλία. Γνώρισε αγωνιστές, διανοούμενους, καλλιτέχνες, αλλά και απλούς ανθρώπους όλων των ηλικιών και διαφορετικών πολιτισμικών ταυτοτήτων. Βίωσε τη φιλία, τον έρωτα, τον πόλεμο, την αντίσταση, το φόβο, την ελπίδα, την εξορία, τη συλλογικότητα, το θάνατο, τη στέρηση, τη δημιουργία, τη διάψευση, την αναγνώριση, την αγάπη. Ένας θηλυκός Οδυσσέας λοιπόν. Γιατί όχι; Βέβαια ο δικός της τρόπος δεν είναι αυτός του επικού προσωπείου. Από τις όψεις του πολύτροπου ομηρικού ήρωα πιο πολύ της ταιριάζει εκείνη της καβαφικής προσέγγισης. Η Άλκη, προσωπικότητα δυνατή, προσγειωμένη αλλά και συγκινητικά αισιόδοξη, δεν ζούσε με αυταπάτες. Μέσα στις τόσες διαψεύσεις των οραμάτων, γνώριζε πως η δική της Ιθάκη δεν τη γέλασε. Της έδωσε μια πλούσια ζωή. Την προίκισε με το υλικό μιας συναρπαστικής αφήγησης.
[1] Η Άλκη Ζέη ήταν για μένα πρότυπο ζωής. Με τίμησε με τη φιλία, την αγάπη και την εμπιστοσύνη της, από το 1975 που με φιλοξένησε στο Παρίσι –φίλη εγώ, τότε και πάντα, της κόρης της Ειρήνης– έως τη μέρα που μας άφησε, ήρεμα, διακριτικά και με απόλυτη διαύγεια. Το κείμενο αυτό αντλεί στοιχεία από το πλούσιο αρχείο της.