Μια και δεν έχω τηλεόραση από το 2001 ούτε συνδρομές σε διαδικτυακές πλατφόρμες προβολής ταινιών, θα ήμουν μάλλον ακατάλληλη να συντονίζω την ομάδα ομιλητών/τριών της πρώτης παρουσίασης του τόμου Black Mirror, ο μαύρος καθρέπτης της ψηφιακότητας που επιμελείται η Δέσποινα Καταπότη, αν δεν είχε εισβάλει στη σκληρή, υλική πραγματικότητα της ζωής μου κάτι που ώς τότε είχα δει μόνο σε θεαματικές ταινίες:
Το 2018, ένα βράδυ, έξω από την πόρτα του σπιτιού μου, δέχομαι άγρια σωματική επίθεση από νεαρό, ο οποίος προσπάθησε να κλέψει τον, παλιό μεν αλλά γεμάτο από ψηφιακές εργατοώρες, υπολογιστή μου. Το επόμενο βράδυ, αν δεν είχε συμβεί αυτό το βίαιο επεισόδιο που θα μου στερούσε όλο το αρχείο της εργασίας μου και των αναμνήσεων της προσωπικής ζωής μου –και σε πολλές περιπτώσεις μοναδικό και ψηφιακό– θα συμμετείχα σε μία από τις βραδιές προβολής και σχολιασμού ενός επεισοδίου του Black Mirror που οργάνωσε η Δέσποινα Καταπότη μαζί με την Πέγκυ Ρίγγα, στον κινηματογράφο Ααβόρα, εκείνης για το επεισόδιο “San Junipero”.
Τον Μαύρο Καθρέπτη τον έμαθα από τη Δέσποινα Καταπότη. Τη Δέσποινα τη γνώρισα στα ψηφιακά κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Τη συνάντησα πρόσωπο με πρόσωπο, στα τέλη της καραντίνας που έφερε η πανδημία του COVID-19. Κατά τη διάρκεια αυτού του δεύτερου θεαματικού γεγονότος της πραγματικής ζωής, επιβιώσαμε σε απομόνωση και ζήσαμε έντονες στιγμές γέλιου και εξημέρωσης του πανδημικού φόβου κυρίως μέσα από τις ψηφιακές πλατφόρμες δικτύωσης. Διευρύναμε τη δεξαμενή γνωριμιών, συνεργασίας και αλληλεπίδρασής μας με άλλους τρόπους (modes) αλλά και εξαιτίας μιας παράλληλης ενδεχομενικότητας, της δυνητικότητας που ανέβλυσε μέσα από την αναδιάταξη εργασιακού και ελεύθερου χρόνου, κατά τη διάρκεια των απαγορεύσεων μετακίνησης στους πραγματικούς χώρους της καθημερινότητάς μας. Αυτό συνέβη σε όσες και όσους είχαμε τις υλικές προϋποθέσεις συμμετοχής σε αυτές τις συνθήκες τεχνολογικής συνδεσιμότητας, δηλαδή διαθέταμε διαδικτυακή σύνδεση, κατάλληλες ηλεκτρονικές συσκευές και στοιχειώδη ψηφιακή κατάρτιση, πράγματα όχι αυτονόητα στον πραγματικό κόσμο που διαρθρώνεται και κεφαλαιοποιείται με όρους τάξης, φύλου, φυλής, ηλικίας κ.ά.
Η τεχνολογία κι εμείς
Το δικό μου πεδίο, οι επιστήμες μηχανικών –με τους δομικούς περιορισμούς που επισημαίνει στην πολύ σημαντική δουλειά της η τεχνοφεμινίστρια Judy Wajcman[i]– συνήθως βρίσκεται στην άλλη πλευρά του καθρέφτη, εκείνη της υλικής πραγματικότητας, των τεχνουργημάτων (μέσα παραγωγής, πράγματα) και των τεχνασμάτων (γνώσεις), χωρίς τα οποία δεν υπάρχει και δεν κινητοποιείται η κοινωνική ζωή, η κοινωνική παραγωγή αλλά και οι δομικές ανισότητες που αυτή η παραγωγή προϋποθέτει. Είμαστε, εμείς, οι μηχανικοί των τεχνολογιών που είναι εξαρτημένες από την καπιταλιστική λογική του παγκοσμιοποιημένου νεφο-καπιταλισμού σε μετάβαση[ii], οι μεταλλειολόγοι των επιβλαβών, σήμερα, για το περιβάλλον και τις συνθήκες εργασίας, ορυχείων εξόρυξης σπάνιων γαιών, σε χώρες του παγκόσμιου Νότου. Είμαστε εμείς οι σχεδιαστές/τριες κυκλωμάτων και microchips που κατασκευάζονται στις παγκοσμιοποιημένες φάμπρικες (ιδιοκτησίας του πολυεθνικού κεφαλαίου και εργασίας του υπεξούσιου εργατικού δυναμικού διαχωρισμένου και τιμολογημένου κατά εθνότητα, φυλή και φύλο[iii]), κινούνται στους δρόμους του εμπορίου αλλά και τίθενται υπό διαπραγμάτευση μέσα από σύνθετες εμπορικές συμφωνίες και γεωπολιτικές απειλές. Είμαστε οι σχεδιαστές/τριες των καλωδίων και των οπτικών ινών υπόγειας και υποθαλάσσιας σύνδεσης. Είμαστε οι σχεδιαστές/τριες των –ενεργητικών και διαλεκτικών, πλέον– αλγορίθμων που δοκιμάζονται στους παιγνιώδεις γραφειακούς χώρους «εξόρυξης» εξειδικευμένης εργασίας, στελεχών και μαθητευομένων πρακτικάριων, στα ψηφιακά κέντρα της επιχειρηματικότητας. Αλγόριθμοι που «εκπαιδεύονται» από τη συμπεριφορά μας κατά τον οικιακό, ελεύθερό μας χρόνο, μεταφράζοντας και αυτόν σε πολλαπλής μορφής κεφάλαιο. Όλα αυτά αναδύονται, γεωγραφικά, σε τόπους ενός όλο και πιο πολυπολικού συστήματος παγκόσμιας γνωσιο-παραγωγικής και κεφαλαιακής ισχύος. Ακόμη και αν δεν το αντιλαμβανόμαστε, είμαστε ολοένα και πιο πολύ συνδεδεμένοι/ες –επειδή η τεχνολογία είναι πολλαπλή κοινωνική σχέση εντός αυτού του πολυπολικού κόσμου– με την εγγύς και την Άπω Ανατολή, με την Κίνα, την Ινδία, τη Σιβηρία, με τα κοντέινερς των data centers και των mini jobs στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και στην Ελλάδα. Σε αυτά ανακαλύπτουμε ότι πολλά ψηφιακά διαθέσιμα βιβλία έχουν σκαναριστεί, σελίδα σελίδα, από ανθρώπινο χέρι, με αντάλλαγμα μερικά cents ανασφάλιστης εργασίας ή ότι ύποπτοι διαδηλωτές έχουν εντοπιστεί, από ανθρώπινο μάτι, πάνω σε φωτογραφικά στιγμιότυπα από λήψεις καμερών, όταν πριν λίγα χρόνια –ίσως ακόμη και σήμερα σε ένα βαθμό– δεν ήταν δυνατή η πλήρης ψηφιακή αναγνώριση προσώπων. Είμαστε εμείς οι μηχανικοί, οι σχεδιαστές/τριες τόσο των automata που εκφόβισαν, συμβολικά με την ανθρωπόμορφη υλικότητά τους, ακόμη και τον στρατηλάτη Ναπολέοντα[iv], όσο και των μηχανικών αργαλειών. Οι τελευταίοι είναι οι προ-προγιαγιάδες[v] των σημερινών υπολογιστικών μηχανών και είναι αυτοί που εκτόπισαν τις υφάντρες και τους υφαντές, εξειδικευμένες/ους επαγγελματίες της χειρωναξίας και οικοτεχνίας από την πρωτοκαπιταλιστική τους πληρωμένη εργασία, «αχρηστεύοντας» τεχνολογικά τα φτιαγμένα από τις ίδιες και τους ίδιους εργαλεία ύφανσης, τα μέσα παραγωγής τους.[vi] Λέω «μερικώς» μιας και συνεχίζουν να υπάρχουν[vii] αυτά τα εργαλεία ως μέσα παραγωγής και τρόποι ζωής (life modes), έως τις μέρες μας, παράλληλα με τα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας και τις ψηφιακές υφαντο-εκτυπώσεις της κοσμοτοπικής παραγωγής[viii]. Ο κόσμος είναι πολύ πιο πληθυντικός απ’ όσο νομίζουμε.
Στο πονηρό ερμάριο, κάτω από τη σκακιέρα του Τούρκου, ενός αυτόματου (automaton)[ix], μηχανικού σκακιστή, τον οποίο σχεδίασε ο μηχανικός Wolfgang Kempelen, και αποτέλεσε συμβολικό εργαλείο-παίγνιο παρτίδων γεωπολιτικής ισχύος ανάμεσα στην αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία και τους αντιπάλους της, στα τέλη του 18ου αιώνα, κρυβόταν, στην πραγματικότητα, ένας πολύ καλός σκακιστής[x] που επικοινωνούσε με το χέρι της ξακουστής ξύλινης κούκλας με το φέσι, μέσω μαγνητών και ενός παντογράφου, κρυμμένος σε κρυφά ντουλάπια. Κατ’ αναλογία, πίσω από πολλά ψηφιακά προϊόντα βρίσκεται η υλική, ανθρώπινη εργασία και στοιχειώδης ευφυΐα, ως πιο γρήγορη και αποτελεσματική από τους έξυπνους αλγορίθμους της ψηφιακότητας. Πίσω από λογισμικά διαχείρισης των mini jobs / micro tasks / crowd work όπως το ομώνυμο του Μηχανικού Τούρκου της εταιρείας Amazon[xi] κρύβονται φαβέλες χιλιάδων εργαζομένων που μεταποιούν πληροφορίες σε νέες πληροφορίες “for pay or play”, χωρίς να γνωρίζουν σε τι είδος έργου θα συναρμολογηθεί αυτός ο ωκεανός ψηφιακών μικροεργασιών και πώς θα επηρεάσει τις ζωές των φυσικών και πολιτισμικών ενδιαιτημάτων τους. Οι ίδιοι μικρο-εργαζόμενοι είναι αυτοί που εκπαιδεύουν, μαζί με εμάς, τους αλγορίθμους των πληροφοριακών-ψηφιακών νεφών. Ο καπιταλισμός –συμπεριλαμβανομένου και του νεφο-καπιταλισμού, συμπληρώνω– μας λέει η Silvia Federici, πάντα χρειάζεται εργάτες, καταναλωτές και στρατιώτες[xii]. Αν δεν είμαστε εμείς, με τη σωματική μας υπόσταση και την εργασία μας, είτε εξαρτημένες-εκτεθειμένες στις διαδικασίες αναπαραγωγής της ισχύος (τεχνολογικής, γεωπολιτικής, παραγωγικής) είτε συνδεδεμένες/οι με τα νέφη κυκλοφορίας πληροφοριών, κεφαλαίου, εμπορευμάτων, τότε η κοινωνική σχέση που τα έχει κατασκευάσει –δηλαδή η τεχνολογία και τα τεχνουργήματα παραγωγής ως κοινωνική σχέση– δεν μπορεί να λειτουργήσει. They form an elegantly designed pile of junk.
Το ψηφιακό μυστήριο
Αν εμείς οι μηχανικοί είμαστε οι θεματοφύλακες των μυστικών, των πατεντών των τεχνολογιών που είναι εξαρτημένες από την καπιταλιστική λογική, εκ μέρους όλων εκείνων που κατέχουν τα εργαλεία και τη γη, από την οποία προέρχονται όλα, επαφίεται στις ανθρωπιστικές σπουδές, μέσα από μια αναπόφευκτα τεχνοφεμινιστική, τοποθετημένη (πληθυντική) μετα-ανθρώπινη (τεχνο-οικο-περιβαλλοντική) οπτική[xiii], στην ανεξάρτητη, τοποθετημένη δημοσιογραφία και στο καλλιτεχνικό έργο –ως αυτό που συμβολικά συμπυκνώνει τις κοινωνικές επιθυμίες– να υπενθυμίζουν ότι η τεχνολογία είναι μια κοινωνική κατασκευή, μια κουλτούρα, και γι’ αυτό μπορεί να υποστεί μεταμόρφωση[xiv]. Η φεμινιστική συνέβαλε ιδιαίτερα στην ανάδειξη της οπτικής ότι οι τεχνολογίες δεν είναι ουδέτερες τεχνουργίες που εκ προοιμίου «βελτιώνουν» τη ζωή μας αλλά συστήματα ενσωματωμένα και υλοποιημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να εξυπηρετούν τις στοχεύσεις των τρόπων παραγωγής. Κατά συνέπεια, οι τεχνολογίες μπορούν να ειδωθούν μόνο ως πολιτικοποιημένες κοινωνικές κατασκευές και σχέσεις, τόσο στη χρήση όσο και στο σχεδιασμό και στην ανάπτυξή τους.
Χρειάζεται να διερευνήσουμε και να αποκαλύψουμε μέσα από την πολιτική συμμετοχή, τις συμπεριληπτικές επιστημολογίες και την επιθυμία για έναν καλύτερο κόσμο τα τεχνάσματα του «ψηφιακού μυστηρίου» (the digital mystique), κατ’ αναλογία με την απομάγευση που μας κληρονόμησε η Betty Friedan. To «γυναικείο μυστήριό» της (the feminine mistique)[xv], στις αρχές της δεκαετίας του 1960, μας αποκάλυψε τους τρόπους αναδιάταξης της μεταπολεμικής πατριαρχίας ώστε να εξυπηρετεί το μοντέλο και τις τεχνολογίες της μαζικής κατανάλωσης, τα χρόνια που θεωρήθηκαν η περίοδος της «χρυσής» ευημερίας. Πολύ πριν από τις αποκαλύψεις των whistleblowers, πολλές και πολλοί προσπάθησαν να μας απομαγεύσουν δημιουργικά για τις αντιφάσεις των τεχνολογικών τεχνουργημάτων δείχνοντάς μας ότι είναι κάτι που εμείς κατασκευάζουμε και μετασχηματίζουμε, αρκεί να ξέρουμε πώς και τι φτιάχνουμε. Μερικές τέτοιες αποκαλύψεις που μου αρέσουν είναι η ατελής εξήγηση του ποιητή Έντγκαρ Άλαν Πόε για τη λειτουργία του ανδρείκελου-αυτόματου Τούρκου[xvi], το θεατρικό έργο επιστημονικής φαντασίας R.U.R.[xvii] του Τσέχου Κάρελ Τσάπεκ τη δεκαετία του 1920, για την υπόθεση του οποίου επινόησε τη λέξη ρομπότ, οι προβλέψεις του Γκυ Ντεμπόρ και του Πίτερ Γουότκινς για το θέαμα, οι γλυκόπικρες μελλοντολογίες του Μίχαελ Χάνεκε, του Στάνισλαβ Λεμ, της Ούρσουλα Λε Γκεν, το τρίτο σινεμά των Σολάνας και Γκετίνο, το σινεμά της πείνας του Γκλάουμπερ Ρόσα, η ιδέα not to speak about / just speak nearby της οπτικής εθνoγραφίας της Τrinh T. Min-ha, τα έργα της Martha Rosler, τα νεο-détournement της Calypso και η επιθεώρηση του Ελευθέρου Θέατρου στην Αθήνα, ως, ίσως, κατά Haraway, «ανησυχητικές πιθανότητες», εκτός των άλλων, και μιας «ανεξάρτητης αίσθησης χιούμορ του κόσμου» που «δεν βολεύει όσους είναι ταγμένοι στον κόσμο ως πόρο».[xviii]
Η λέξη robot προέρχεται από την τσέχικη λέξη robota που σημαίνει την υποχρεωτική εργασία του δουλοπάροικου.
Το «ψηφιακό μυστήριο» αφορά τη μη δυνατότητά μας να ελέγξουμε τους τρόπους που φτιάχνονται, ελέγχονται και διανέμονται οι τεχνολογικές γνώσεις, οι υποδομές, υλικές και ψηφιακές, τα ψηφιακά αγαθά. Ως τεχνολογικά μέσα παραγωγής δεν μας ανήκουν –προς το παρόν– ενώ πάνω τους διεξάγεται ένας πόλεμος ισχύος που ξεκινά από τον έλεγχο της γης έως τη διαμόρφωση της κουλτούρας της καθημερινότητάς μας, των ροών κεφαλαίου και των πολιτικών επιλογών μας.
Η σωματική βία που έζησα εκείνο το βράδυ όταν μου επιτέθηκε ο νεαρός επίδοξος ληστής δεν ήταν η εισβολή του θεάματος στην πραγματική ζωή μου αλλά οι ολοένα αυξανόμενες κοινωνικές, υλικές και γνωσιακές ανισότητες που εισβάλλουν σε κάθε σφαίρα της ζωής, στον πραγματικό χώρο, στις ψηφιακές πλατφόρμες, στις αφηγήσεις και τους συμβολισμούς και κανονικοποιούνται από το θέαμα και τις κατασκευές των τεχνολογιών, ακόμη μία από τις οποίες είναι και η ψηφιακή τεχνολογία, ως πολιτικοποιημένη κοινωνική σχέση.
Ψηφιακή απομάγευση
Μόνο με τη δημιουργική ψηφιακή απομάγευση στην οποία συμβάλλει ο συλλογικός τόμος του Black Mirror[xix], πέρα από ψευδο-διλήμματα τεχνοφιλίας-τεχνοφοβίας, είμαι σχεδόν σίγουρη ότι μπορούμε να γίνουμε τεχνίτριες και τεχνίτες της αδιαμφισβήτητης υλικότητας και των ψηφιακών τεχνουργημάτων, πέρα και μέσα (και) από αυτά. «Το πιο σημαντικό εργαλείο», μας λέει η Coco Sollfrank, για να ξεπεράσουμε τις υπάρχουσες τεχνο-κοινωνικές δομές «δεν είναι η χρήση προηγμένης κρυπτο-τεχνολογίας, αλλά η χρήση της φαντασίας»[xx]. Θα προσέθετα, και ο πληθυντικός τεχνολογικός εγγραμματισμός, η υλική και γνωσιακή πρόσβαση σε πολλές τεχνολογίες, παλαιότερες και σύγχρονες, που έχουν υποστηρίξει βιώσιμους και δίκαιους τρόπους ζωής στη μεγάλη διάρκεια των οικο-τεχνο-κοινοτήτων και που βοηθάνε στη θετική αναπαραγωγή τους, στη μελλοντική μεγάλη διάρκεια που ελπίζουμε να βιώσει ο πλανήτης και οι επόμενες γενιές.
Το πραγματικό ερώτημα είναι πώς μπορούμε να ζούμε με ελευθερία και ανεξαρτησία ως δεξιοτέχνισσες/ες μαστόρισσες/ες, ως πολυτεχνίτες/τριες τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται, σχεδιάζονται και αναπτύσσονται δημόσια και δημοκρατικά; Αν αυξάνονται τα μέρη που η ηλεκτρική ενέργεια δεν είναι αυτονόητη για όλες/ους (βλ. τελευταίες εξελίξεις στο Λίβανο, ιδιωτικοποιήσεις υποδομών, υπερτιμολόγηση, αυξανόμενη γεωπολιτική αστάθεια και ανταγωνισμοί), τι είδους τεχνολογίες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ως γνωσιακές εφεδρείες[xxi];
Η δυνατότητα εκτεταμένης, κοινωνικά, τεχνολογικής πολύ-δεξιοτεχνίας/μαστοριάς είναι αυτή που δημιουργεί την κοινωνική συνοχή (κατά Sennet και Santos)[xxii] και τη σύνδεση ανάμεσα στο τεχνικό, το πολιτισμικό, το συμβολικό και το δημοκρατικό.
[i] Σε αυτό το σημείο αλλά και παρακάτω παραθέτω βιβλιογραφία από την «αδελφή» έκδοση τόμου που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Κέντρο Νέων Μέσων και Φεμινιστικών Πρακτικών στο Δημόσιο Χώρο και τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας βλ. Καραμπά, Ε., Λυκουριώτη Ι. (επιμ.) (2021). Φεμινιστικές Θεωρίες, Αισθητικές Πρακτικές και Παγκοσμιοποιημένες Τεχνολογίες. Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας. Το άρθρο της Judy Wajcman έχει τίτλο «Ανδρικά σχέδια για την Τεχνολογίας» (σελ. 256-273). Στην ερευνητική επιμελητική ομάδα του τόμου συμμετέχουν οι Ιωάννα Ζούλη, Βάλια Παπαστάμου, Κώστας Στασινόπουλος και Μαριάννα Στεφανίτση, μέλη του ΚΝΜΦΠ.
[ii] Cloud Capitalism. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την εκτενή πρόσφατη αρθρογραφία του Γιάννη Βαρουφάκη για την πολιτική οικονομία του ψηφιακού νέφους. Μερικοί ενδιαφέροντες όροι από αυτήν την αρθρογραφία: κεφάλαιο ψηφιακού νέφους, μισθώματα ψηφιακού νέφους, διαλεκτικοί αλγόριθμοι, νεφοκεφάλαιο, το νεφοκεφάλαιο ως παραχθέν μέσο συμπεριφορικής τροποποίησης -κατά το παραχθέν μέσο παραγωγής (ατμομηχανές, ρομπότ, 3δ εκτυπωτές κ.α.) του Μάρξ- κ.α.
[iii] Wajcman, ο.π. σημ.1, σελ. 268.
[iv] Βλ. παρακάτω στο κείμενο και στη σημείωση ix την περίπτωση του automaton «ο Τούρκος». Αυτό σε μία από τις παρτίδες «νίκησε» (και) τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
[v] Είναι ιδιαίτερα γνωστό ότι οι σύγχρονοι υπολογιστές αποτελούν εξέλιξη των πλεκτικών μηχανών Jacquard. Στο κείμενο της Judy Wajcman (βλ. ο.π. σελ. 260) μνημονεύεται η συμμετοχή γυναικών στην εφεύρεση τέτοιων μηχανών της βιομηχανικής επανάστασης που έχουν «διαφύγει» της ιστοριογραφίας.
[vi] Αξίζει ιδιαίτερης μνείας αυτή η υπενθύμιση της καταγωγής τόσο των πρώτων μηχανών της βιομηχανικής επανάστασης όσο και των σύγχρονων ψηφιακών τεχνολογιών από τους αργαλειούς, όχι μόνο για την τεχνολογική τους συγγένεια αλλά και για την ιστορική επιστημολογική τροπή του τι αξιολογείται και κατοχυρώνεται ως μηχανική και τεχνολογία αιχμής. Όπως αναφέρει η Judy Wajcman «Πράγματι, μόνο με το σχηματισμό της μηχανικής ως λευκού, αρσενικού, μεσοαστικού επαγγέλματος, τα ‘αρσενικά μηχανήματα και όχι τα γυναικεία υφάσματα’ έγιναν οι σύγχρονοι δείκτες της τεχνολογίας» βλ. ο.π. σελ. 261.
[vii] Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η δουλειά των Thomas Hojrup και Kirsten Monrad Hansen για την συνύπαρξη και επιβίωση διαφορετικών τρόπων ζωής (life modes) διαφορετικών συστημάτων κοινωνικής παραγωγής. Η δουλειά τους εντοπίζεται στις πρακτικές αλιείας, συνεταιριστικής οργάνωσης, μεταποίησης, εμπορίου, η οποία μπορεί να αποτελέσει ιδιαίτερα γόνιμο παράδειγμα και για άλλες επαγγελματικές, τεχνολογικές και παραγωγικές δραστηριότητες προς την κατεύθυνση των πληθυντικών τρόπων ζωής και τεχνολογικού εγγραμματισμού. Βλ. Højrup, T. (2003). State, Culture and Life-Modes: The Foundations of Life-Mode Analysis. Oxfordshire: Routledge και Monrad Hansen, K. (2012). “Simple Commodity Production and the Self-Employed Life-Mode- an Important Culture for Near-Shore Fisheries” στο Højrup, T., Schriewer, K. (επιμ.) European Fisheries at a Tipping-Point. Murcia: Edit.UM Servicio de Publicaciones, Universidad de Murcia.
[viii] Αναφέρομαι στον όρο cosmolocalism που συνδέεται το ομώνυμο ερευνητικό πρόγραμμα που έχει χρηματοδοτηθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ERC) και αφορά τις παρούσες και μελλοντικές δυνατότητες δημοκρατικής διαχείρισης της γνώσης, των πόρων, των τεχνολογιών και της παραγωγής (γνωσιακά κοινά, ψηφιακά κοινά, ομότιμη παραγωγή κ.α.).
[ix] Η ιστορία του αυτόματου σκακιστή με το όνομα «ο Τούρκος» έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί αποτελεί παράδειγμα ενός τεχνουργήματος που επιτελεί πολλαπλή προπαγάνδα τόσο προς τους ισχυρούς εκπροσώπους των γεωπολιτικών αλλαγών όσο και προς τους εξειδικευμένους επαγγελματίες των συντεχνιών της περιόδου της ευρωπαϊκής μετάβασης από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Το όνομα συμπυκνώνει τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς της περιόδου ανάμεσα στην Αυστροουγγρική και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πάντα μου φαίνεται εξαιρετική η αναλογία των automata –και ειδικά αυτού του συγκεκριμένου- και του σημερινού ανοίκειου φόβου-θαυμασμού για την τεχνητή νοημοσύνη. Πολύ ωραία ανάλυση για τη σχέση automata και μηχανών βιομηχανικής παραγωγής έχω συναντήσει στη δουλειά του Richard Sennet (βλ τελευταία σημείωση xxi). Ο «Τούρκος» και αυτός ο προβληματισμός που θέτει το κείμενο ήταν αντικείμενο μελέτης ενός έργου που παρουσιάσαμε ως Οι αρχιτέκτονες της Φάλαινας στην γκαλερί Αντωνοπούλου, το φθινόπωρο 2014, στην ομαδική έκθεση με τίτλο Trickster / Η Ευμετάβλητη Πρακτική, σε επιμέλεια Αλέξανδρου Ψυχούλη και Κωστή Βελώνη και θεωρητική υποστήριξη της Φοίβης Γιαννίση.
[x] Πολλοί σημαντικοί σκακιστές πέρασαν από την «κοιλιά» του Τούρκου καθ’ όλη τη διάρκεια της περιφοράς του μπροστά στα όλο και πιο λαϊκά πλήθη κατά τη διάρκεια ενός περίπου αιώνα.
[xi] Βλ. πληροφορίες στη βικιπέδια, https://en.wikipedia.org/wiki/Amazon_Mechanical_Turk και στον επίσημο ιστότοπο του λογισμικού, https://www.mturk.com/. Ακόμη, https://www.vicesse.eu/blog/2022/2/8/the-mechanical-turk-or-the-invisible-low-cost-labour-of-automation
[xii] Βλ. στον τόμο της σημ.1, σελ. 91-102. Ο τίτλος του κεφαλαίου της Silvia Federici είναι «Διάλεξη πρώτη: το σώμα, ο καπιταλισμός και η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης».
[xiii] Χρησιμοποιώ όρους των Wajcman, Haraway, Braidotti ο.π. τόμος της σημ. 1, ενοιολογούμενοι στα αντίστοιχα κεφάλαιά τους.
[xiv] Sollfrank, τόμος ο.π. σημ 1, σελ. 320.
[xv] Friedan, B. (1963). The Feminine Mystique. New York: W.W. Norton.
[xvi] Edgar Allan Poe, “Maelzel's Chess-Player” (Text-02), Southern Literary Messenger, April 1836, 2:318-326. Προσβάσιμο στο: https://www.eapoe.org/works/essays/maelzel.htm
[xvii] Capek, K. (1923). R. U. R. (Rossum’s Universal Robots), A Fantastic Melodrama in Three Acts and an Epilogue. New York: Samuel French, Inc. Προσβάσιμο στο Project Gutenberg στο https://www.gutenberg.org/files/59112/59112-h/59112-h.htm
[xviii] Harraway, ο.π., σημ.1, σελ. 231.
[xix] Είναι σπουδαία πολλά κεφάλαια του τόμου Black Mirror. Ο μαύρος καθρέπτης της ψηφιακότητας των Εκδόσεων Καστανιώτη σε επιμέλεια της Δέσποινας Καταπότη που συζητείται εδώ. Προς αυτή την κατεύθυνση, η σύνοψη και το πλαίσιο δίνονται στην εξαιρετική εισαγωγή της επιμελήτριας Δέσποινας Καταπότη. Ιδιαίτερα στο πεδίο της τεχνικής αναφέρω τα κεφάλαια, «Αλγοριθμική δυστοπία και πολιτική οικονομία» του Ηρακλή Βογιατζή (σελ.303-318), «Τεχνολογίες της μνήμης και της λήθης μετά τη δεδομενοποίηση του κόσμου» της Πηνελόπης Παπαηλία (σελ. 138-158), «Τεχνικές Παιγνιοποίησης και νέες μορφές επιτήρησης» του Πέτρου Πετρίδη (σελ.277-290), «Μια μηχανολογία της αγάπης, ένα μελόδραμα των αντικειμένων του Αλέξανδρου Παπαγεωργίου (σελ. 410-422).
[xx] Sollfrank, ο.π. σημ.1, σελ. 323.
[xxi] Ο όρος rearguard (εφεδρία, οπισθοφυλακή) χρησιμοποιείται στο θεωρητικό πλαίσιο των Επιστημολογιών του Νότου ως κριτική στη συγκρότηση θεωριών και έργων avantguard. Βλ. τελευταία σημείωση xxi. Αφορά τη συγκρότηση και παραγωγή γνώσης μεταξύ παράδοσης και τεχνολογιών αιχμής, μεταξύ θεωρίας και πρακτικής με συμμετοχικό τρόπο, στο πεδίο των κοινωνικών διεκδικήσεων.
[xxii] Είναι σπουδαίο το πολύτομο έργο των δύο κοινωνιολόγων για την τέχνη της κοινωνικής συνύπαρξης, εκείνη του Richard Sennet για τη δεξιοτεχνία (crafsmanship) και εκείνη του Boaventura de Sousa Santos (Επιστημολογίες του Νότου). Ενδεικτικά, Santos, de Sousa Santos, B. (2014). Epistemologies of the South: Justice Against Epistemicide, NY: Routledge, Sennet, R. (2011). Ο Τεχνίτης. Σκόπελος: Νησίδες, Sennet, R. (2015). Μαζί. Σκόπελος: Νησίδες.