Όπως κατέθεσαν πολλοί μάρτυρες στη δίκη, όσοι πέθαναν, πέθαναν μόνοι τους. Και όσοι σώθηκαν, σώθηκαν μόνοι τους. Η απουσία του κρατικού μηχανισμού ήταν πλήρης: ούτε κυβέρνηση, ούτε πυροσβεστική, ούτε αστυνομία, ούτε πολιτική προστασία, ούτε Δήμοι, ούτε Περιφέρεια, ούτε λιμενικό!
Είναι αδιανόητο, στη χώρα με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή, να μην κυκλοφορεί κάποιο πλωτό μέσο των Ελληνικών Λιμενικών Αρχών, που δεν είναι και λίγες στην περιοχή.
Μόνο ψαράδες και ιδιώτες κάτοχοι βαρκών και μικρών σκαφών σκέφτηκαν και έκαναν μόνοι τους, και αφιλοκερδώς, αυτό που σύμπας ο αμειβόμενος από τους πολίτες κρατικός μηχανισμός ούτε σκέφτηκε ούτε έκανε.
Αλλά πώς ήταν δυνατόν ο κρατικός μηχανισμός να δραστηριοποιηθεί στη θάλασσα, ακόμα κι αν το είχε σκεφτεί, τη στιγμή που στην τηλεόραση τα στελέχη του έβλεπαν τον πρωθυπουργό με τους καθ’ ύλην αρμόδιους υπουργούς και αρχηγούς των αρμόδιων υπηρεσιών (Πυροσβεστική κ.ά.) να αρνούνται την πραγματικότητα! Είναι δυνατόν κατώτεροι υπάλληλοι του κράτους να πάνε κόντρα στην… πραγματικότητα των προϊσταμένων τους; (Καθόλου τυχαία όλα αυτά, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, εκτός από όλα τα υπόλοιπα, έχει στην θητεία της και την παγκόσμια πρωτοτυπία, να είναι η μοναδική κυβέρνηση που σε καιρό ειρήνης έκλεισε μόνη της τις τράπεζες.)
Για να είμαστε όμως ακριβέστεροι, ο κρατικός μηχανισμός είχε κάποια παρουσία, που όμως ήταν καταστροφική: όταν η φωτιά εξελισσόταν, δύο μοτοσικλετιστές αστυνομικοί που στάλθηκαν και διέκοψαν την κυκλοφορία της κεντρικής λεωφόρου Μαραθώνα είχαν οδηγίες να εκτρέπουν τα αυτοκίνητα που έφταναν από τις δύο κατευθύνσεις προς το εσωτερικό του οικισμού του Ματιού και την παραλία του, αντί να τα γυρίζουν πίσω εκεί απ’ όπου έρχονταν. Έκαναν δηλαδή το αντίθετο από αυτό που έπρεπε να γίνει. Με αποτέλεσμα, να φρακάρουν οι δρόμοι του Ματιού από τα αυτοκίνητα, κι άλλοι να καούν μέσα σ’ αυτά, ενώ άλλοι κάηκαν στο δρόμο στην προσπάθειά τους να φτάσουν στην παραλία.
Επίσης, περί ώρα ενδεκάτη βραδινή, το κράτος εμφανίστηκε στην τηλεόραση διά του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, συνοδεία των αρμοδίων υπουργών (Τόσκας, Σκουρλέτης, Πολάκης, Φάμελος κ.ά.) και των αρχηγών των αρμοδίων κρατικών μηχανισμών, στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής. Οι άνθρωποι αυτοί, πέντε ολόκληρες ώρες μετά, και με τις πληροφορίες για νεκρούς βέβαιες, μιλούσαν κυριολεκτικά περί ανέμων κι υδάτων. Αν διαβάσει κανείς τη στιχομυθία των παρευρισκoμένων θα φρίξει από τα εξόφθαλμα ψέματα, την κυνικότητα και την ανευθυνότητα με τα οποία απευθύνθηκαν τις κρίσιμες εκείνες στιγμές στον ελληνικό λαό.
Και για να μην θεωρήσει κανείς ότι τα παραπάνω αναφέρονται από πολιτική εμπάθεια, ενδεικτικά θα προσθέσω ένα μόνο: ο δικαστικός πραγματογνώμονας (ορισμένος δηλαδή από το δικαστήριο) της υπόθεσης, Δ. Λιότσιος, απαντώντας σε ερωτήσεις συνηγόρου συγγενούς θύματος στη δίκη, είπε ότι, το μοιραίο απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018, «το Κέντρο Έρευνας και Διάσωσης του Λιμενικού πληροφορήθηκε ότι βρίσκονται άνθρωποι στη θάλασσα από την αντίστοιχη υπηρεσία στη Δανία, γιατί υπήρχαν δώδεκα δανοί πολίτες στη θάλασσα»!
Όταν ασχολείσαι με το πώς θα στείλεις τους πολιτικούς σου αντιπάλους στη φυλακή, πού να σου μείνει χρόνος και διάθεση, να ασχοληθείς και με τον κόσμο που καίγεται!
Και όμως. Κανένας πολιτικός ή πολιτικός προϊστάμενος της κυβέρνησης των δύο «συνεταίρων», που αναφορικά με το εξίσου τραγικό δυστύχημα των Τεμπών έχουν γυρίσει τον κόσμο (και ιδίως την πραγματικότητα) ανάποδα, δεν ελέγχθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο από κανέναν για τις εγκληματικές τους ευθύνες και παραλείψεις στην εθνική αυτή τραγωδία. Ούτε κανείς τους έχει αποδώσει πουθενά οποιαδήποτε λογοδοσία. Πολύ περισσότερο, κανείς από τους παραπάνω δεν πέρασε καν την πόρτα Δικαστικού Συμβουλίου.