Σύνδεση συνδρομητών

Κουρσκ: μια κρίσιμη καμπή στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο

Τρίτη, 20 Αυγούστου 2024 14:29
Φλεγόμενα κτίρια μετά την προέλαση των ουκρανικών δυνάμεων στην πόλη Σούτζα.
Ιζβέστια / iz.ru
Φλεγόμενα κτίρια μετά την προέλαση των ουκρανικών δυνάμεων στην πόλη Σούτζα.

Η ουκρανική εισβολή στην περιοχή Κουρσκ, βαθιά στο έδαφος της Ρωσίας, εξελίσσεται σε κρίσιμη καμπή, ανοίγοντας μια νέα σελίδα στη μεγαλύτερη στρατιωτική σύγκρουση στην Ευρώπη από το 1945.

Όπως γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο με κάθε ώρα που περνά από την έναρξή της, η τρέχουσα ουκρανική επέλαση στη δυτική ρωσική περιφέρεια Κουρσκ από τις 6 Αυγούστου 2024 δεν είναι ένα περιστατικό ήσσονος σημασίας. Η απροσδόκητη και αιφνιδιαστική επιχείρηση του Κιέβου στο κρατικό έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα μπορούσε να αλλάξει το χαρακτήρα του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Η επίθεση της Ουκρανίας είναι μια νέα εξέλιξη με τουλάχιστον πέντε τρόπους.

 

Τα νέα χαρακτηριστικά του πολέμου

1. Πρόκειται για μια κλασική στρατιωτική επίθεση που διεξάγεται σε μεγάλη κλίμακα από τις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας. Οι προηγούμενες επιδρομές πεζικού στο ρωσικό κρατικό έδαφος πραγματοποιήθηκαν από τη μικρή και εν μέρει τακτική Λεγεώνα της Ελεύθερης Ρωσίας και το Ρωσικό Σώμα Εθελοντών που αποτελούνταν από ρώσους πολίτες οι οποίοι πολεμούσαν στο πλευρό της Ουκρανίας. Η πρόσφατη χερσαία εισβολή στη Ρωσία, αντίθετα, πραγματοποιείται από τακτικά μηχανοκίνητα ουκρανικά στρατεύματα πολλών όπλων (πεζικό, πυροβολικό, αεροπορία κ.λπ.).

Αυτή η διάκριση έχει σημασία και σε πρακτικό και σε συμβολικό επίπεδο. Η τρέχουσα επίθεση δεν είναι, όπως οι προηγούμενες από φιλο-Ουκρανούς ρώσους μαχητές, μια περιορισμένη και σύντομη εισβολή στη Ρωσία. Είναι μια μεγάλη ουκρανική στρατιωτική επιχείρηση που περιλαμβάνει και εμπλέκει σημαντικό αριθμό στρατιωτικού προσωπικού και χρησιμοποιεί ευρύ φάσμα οπλισμού.

Οι προηγούμενες επιθέσεις της Λεγεώνας της Ελεύθερης Ρωσίας και του Ρωσικού Σώματος Εθελοντών ήταν επίσης ενοχλητικές για τη Μόσχα. Τελικά, όμως, αποτελούσαν απλώς σύντομα και ενοχλητικά «τσιμπήματα» από μικρές παραστρατιωτικές μονάδες με περιορισμένες ποσότητες και τύπους όπλων. Τώρα ο τακτικός ουκρανικός στρατός κάνει, από πολλές απόψεις, στη Ρωσία ό,τι κάνει ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία από το 2024. Ο συμβολισμός –τουλάχιστον για τους Ουκρανούς, τους Ρώσους και τους άλλους Ανατολικοευρωπαίους– αυτής της νέας εξέλιξης είναι υψηλός.

2. Οι πρώτες ημέρες της ουκρανικής χερσαίας επίθεσης κατά της Ρωσίας ήταν απροσδόκητα επιτυχείς για το Κίεβο. Τα στρατεύματα της Ουκρανίας κατάφεραν να καταλάβουν γρήγορα περισσότερα από 300 τετραγωνικά χιλιόμετρα στρατηγικής σημασίας ρωσικού κρατικού εδάφους, ενώ έχασαν, σε αυτή την αρχική φάση, περιορισμένο αριθμό στρατιωτών και εξοπλισμού. Οι ουκρανικές δυνάμεις κατέλαβαν περισσότερους από 10 οικισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Σούντζα, του κέντρου της διοικητικής περιφέρειας. [σσ. η επιτυχία διευρύνθηκε στην πορεία]

Αν και είναι μόνο μια μικρή πόλη με περίπου 5.000 κατοίκους, η Σούντζα ήταν, μέχρι τις 6 Αυγούστου, σημαντική για τον ρωσικό στρατό ως κόμβος εφοδιασμού. Στα τέλη της τσαρικής περιόδου, η Σούντζα ήταν σε μεγάλο βαθμό ουκρανόφωνος οικισμός. Το 1918, η Σούντζα ήταν για περίπου ένα μήνα η πρώτη πρωτεύουσα της αναδυόμενης Ουκρανικής Σοβιετικής Δημοκρατίας.

Η Σούντζα φιλοξενεί επίσης έναν μετρητικό σταθμό της Gazprom μέσω του οποίου διακινείται όλη η εναπομείνασα χερσαία μεταφορά φυσικού αερίου της Ρωσίας προς την Ευεωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Το γεγονός αυτό προφανώς ευθύνεται για μια νευρική αντίδραση των ευρωπαϊκών αγορών, στις οποίες οι τιμές του φυσικού αερίου αυξήθηκαν απότομα από τις 6 Αυγούστου. Ωστόσο, οι φόβοι που κρύβονται πίσω από αυτές τις αυξήσεις φαίνονται αδικαιολόγητοι.

Το αέριο που αντλείται μέσω της Σούντζα, καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου από το 2014, ρέει συνεχώς μέσω της Ουκρανίας στη Σλοβακία και από εκεί διοχετεύεται στην Κεντρική Ευρώπη. Τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο είχαν έως τώρα –και πιθανόν θα συνεχίσουν να έχουν– ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διατήρηση του εναπομείναντος εμπορίου φυσικού αερίου μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ. Αυτό σήμαινε και μπορεί να σημαίνει και στο μέλλον ότι οι στρατιωτικές εξελίξεις γύρω από τις υποδομές μεταφοράς της Gazprom –είτε στο ουκρανικό είτε στο ρωσικό κρατικό έδαφος– δεν αποτελούν εξ ορισμού εμπόδια στις αμοιβαία κερδοφόρες ροές φυσικού αερίου.

 

Τρεις ακόμα λεπτομέρειες

3. Η ουκρανική εισβολή στη Ρωσία από τις 6 Αυγούστου 2024 έχει οδηγήσει στη μεγαλύτερη και ταχύτερη αλλαγή του μετώπου του πολέμου από την τελευταία ουκρανική επίθεση σε ελεγχόμενο από τη Ρωσία έδαφος στις περιοχές του Χάρκοβου και της Χερσώνας στην Ουκρανία, το φθινόπωρο του 2022. Έως πρόσφατα, όλα τα ρωσικά και ουκρανικά εδαφικά κέρδη ή οι απώλειες από τότε είχαν μικρότερη και λιγότερη σημασία από όση σημασία φέρνουν οι νέες εξελίξεις. Για πρώτη φορά εδώ και πάρα πολύ καιρό, ο χάρτης του μετώπου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας φαίνεται σημαντικά διαφορετικός.

4. Η εισβολή της Ουκρανίας στο Κουρσκ μπορεί να θεωρηθεί ως η καθυστερημένη υλοποίηση της πολυσυζητημένης ουκρανικής αντεπίθεσης που είχε βαλτώσει το 2023. Πριν από ένα χρόνο, μια ουκρανική επίθεση αντιποίνων επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς σε ουκρανικό έδαφος, ενώ τώρα επιχειρείται –τουλάχιστον αρχικά– με μεγαλύτερη επιτυχία σε ρωσικά εδάφη. Με τη σχετικά βαθιά εισβολή των ουκρανικών στρατευμάτων στη Δυτική Ρωσία, ο πόλεμος έχει γίνει λιγότερο πόλεμος φθοράς. Τουναντίον, γίνεται και πάλι περισσότερο πόλεμος κινήσεων.

5 – και ίσως το πιο σημαντικό. Με την ουκρανική εισβολή στο Κουρσκ, ο χερσαίος πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας έχει μετατραπεί από αντιπαράθεση που διεξαγόταν σχεδόν αποκλειστικά σε ουκρανικό έδαφος σε αντιπαράθεση που διεξάγεται πλέον σε νόμιμα κρατικά εδάφη και των δύο χωρών. Ήδη μετά τις πρώτες ημέρες της εφαρμογής του ουκρανικού σχεδίου επίθεσης κατά της Ρωσίας, αυτό έγινε πηγή αμηχανίας και περισπασμού για το Κρεμλίνο. Αυτό θα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, εάν η ουκρανική προέλαση προς τη Ρωσία αποδειχθεί ότι δεν είναι μόνο ένα σύντομο επεισόδιο, αλλά αν αναδειχθεί σε ένα μόνιμο και παρατεταμένο φαινόμενο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ανακατεύθυνση του αμυντικού πολέμου του Κιέβου κατά της Ρωσίας στο έδαφός της θα έχει παραδειγματική αλλά και στρατηγική –όχι μόνο, απλώς, επιχειρησιακή ή τακτική– σημασία.

 

Οι νέες προκλήσεις για το Κρεμλίνο

Για τη Μόσχα, η νέα ουκρανική στρατηγική, ακόμη και με τα προς το παρόν περιορισμένα επιτεύγματά της, καθιστά πιο περίπλοκο τον περαιτέρω σχεδιασμό και τη διεξαγωγή του επεκτατικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Με βάση τα όσα συμβαίνουν από τις 6 Αυγούστου, η Ρωσία πρέπει να διατηρήσει και να αναπτύξει περισσότερα στρατεύματα στο δικό της και όχι στο κρατικό έδαφος της Ουκρανίας. Η αντιστροφή, η πρόληψη και η αποτροπή της σημερινής αντεπίθεσης του Κουρσκ και πιθανών άλλων ουκρανικών αντεπιθέσεων στο ρωσικό έδαφος έχει γίνει ένα νέο στρατηγικό καθήκον για το γενικό επιτελείο της Ρωσίας.

Ως όργανο των εξωτερικών υποθέσεων της Μόσχας, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις επικεντρώνονταν, έως πρόσφατα, στη μάχη για και σε ξένα εδάφη – είτε αυτό αφορούσε τη Μολδαβία, τη Γεωργία, τη Συρία, την Ουκρανία είτε άλλες χώρες. Αυτή η αποκλειστικά επιθετική, παρεμβατική ή/και αλυτρωτική περίοδος ανάπτυξης των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων κατά εξωτερικών εχθρών έχει πλέον τελειώσει. Αντικαθίσταται από το καινοφανές καθήκον που συνδυάζει την υπεράσπιση του ρωσικού κρατικού εδάφους με επεκτατικές επιχειρήσεις στον πρώην σοβιετικό χώρο.

 

Οι νέες προθέσεις του Κιέβου

Για το Κίεβο, η εισβολή στην περιοχή του Κουρσκ είναι πάνω απ’ όλα ένας ελιγμός αντιπερισπασμού που αποσκοπεί στη δέσμευση, εντός μιας ρωσικής δυτικής συνοριακής περιοχής, στρατευμάτων που διαφορετικά θα επετίθεντο, θα ερήμωναν και θα τρομοκρατούσαν την Ουκρανία. Το ουκρανικό κίνητρο πίσω από την επίθεση θα μπορούσε, επιπλέον, να είναι ο επηρεασμός των εσωτερικών και εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας. Το Κίεβο προφανώς προσπαθεί να υπονομεύσει την πολιτική φήμη του Κρεμλίνου, τη στρατηγική προπαγάνδας και την πολιτική πληροφόρησης τόσο μεταξύ του ρωσικού πληθυσμού όσο και μεταξύ της διεθνούς κοινότητας.

Το Κίεβο ελπίζει ότι οι ποικίλες ρωσικές διοικητικές παραλείψεις που οδήγησαν στην ουκρανική στρατιωτική επιτυχία στο ρωσικό έδαφος θα καταστούν προβληματικές για το κύρος του Πούτιν, κυρίως στη ρωσική πολιτική ελίτ και στις φιλορωσικές ομάδες σε όλο τον κόσμο. Η μεγαλύτερη εγχώρια και διεθνής υποστήριξη προς τον Πούτιν δεν οφείλεται τόσο στην έλξη προς την ιδεολογία του πουτινισμού όσο στη σοβαρή πίστη στις ρωσικές αφηγήσεις για τις απειλές της επέκτασης του ΝΑΤΟ, του «ουκρανικού φασισμού», της δυτικής υπονόμευσης κ.λπ. Επιπλέον, αυτή η υποστήριξη έχει ενισχυθεί περαιτέρω από τον κυνικό σεβασμό για τη φαινομενική επιτυχία της αδίστακτης, μηδενιστικής και φαινομενικά αποτελεσματικής εσωτερικής και εξωτερικής συμπεριφοράς του Πούτιν. Η απροσδόκητα βαθιά και μέχρι στιγμής επιτυχημένη ουκρανική εισβολή στη Ρωσική Ομοσπονδία από τις 6 Αυγούστου και η ξαφνική εικόνα ηττημένου της Μόσχας έναντι του Κιέβου δημιουργούν, μεταξύ αυτών των ακροατηρίων, γνωστική ασυμφωνία και σύγκρουση.

Η ουκρανική επίθεση κατάφερε να καταδείξει –ή να αναδείξει– και πάλι την απροσδόκητη στρατηγική ανικανότητα, τις διοικητικές ελλείψεις και τις υλικές αδυναμίες της Ρωσίας. Αυτές οι αδυναμίες είχαν ήδη γίνει εμφανείς το 2022, κατά την αποτυχημένη ρωσική επίθεση στο Κίεβο την άνοιξη και κατά την επιτυχημένη ουκρανική αντεπίθεση στις περιοχές του Χάρκοβου και της Χερσώνας το φθινόπωρο. Η τρέχουσα ουκρανική επιχείρηση υπονομεύει και πάλι το δημοφιλές αφήγημα του υποτιθέμενου αήττητου και της υπεροχής της Ρωσίας – μια οφθαλμαπάτη που συχνά προπαγανδίζεται για να υποστηρίξει μια ρωσική Siegfrieden (Ειρήνη του Νικητή) με ουκρανικές εδαφικές παραχωρήσεις προκειμένου να τερματιστεί ο πόλεμος.

 

Συμπεράσματα

Η νέα επιθετικότητα και η ριψοκίνδυνη συμπεριφορά της Ουκρανίας στον πόλεμο δεν είναι τόσο αντίδραση στη ρωσική επιθετικότητα όσο και αποτέλεσμα μιας πλέον των 30 μηνών δειλίας ή/και απουσίας παγκόσμιας βοήθειας για το Κίεβο. Η προσάρτηση του Κουβέιτ από το Ιράκ το 1990 αντιστράφηκε γρήγορα από έναν διεθνή συνασπισμό. Στη δεκαετία του 1990, ο αλυτρωτισμός της Σερβίας υποτάχθηκε, έπειτα από κάποιον δισταγμό, αποφασιστικά με μια αποστολή του ΝΑΤΟ εκτός περιοχής δράσης του. Αντίθετα, η διεθνής υποστήριξη προς το αμυνόμενο και μαχόμενο ουκρανικό κράτος δεν είναι μόνο απλώς έμμεση, αλλά και αμφίβολα αδύναμη εδώ και 10 χρόνια. Και αυτό παρά τα σκανδαλώδη εναρκτήρια γεγονότα, όπως η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία στις 18 Μαρτίου 2014 ή η κατάρριψη της μαλαισιανής πτήσης MH-17 με 298 επιβάτες, μεταξύ των οποίων 80 παιδιά, στις 17 Ιουλίου 2014.

Οι δυτικές οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και η στρατιωτική καθώς και άλλη υποστήριξη προς την Ουκρανία έχουν γίνει, είναι αλήθεια, όλο και πιο σημαντικές από το 2022. Ωστόσο, παρέμειναν και παραμένουν σοβαρά ανεπαρκείς για να υπερασπιστούν το έδαφος, τους πολίτες και τις υποδομές της Ουκρανίας από τη γενοκτονική επίθεση της Ρωσίας. Ακόμη χειρότερα, πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου τροφοδοτούν έμμεσα τον πόλεμο εξόντωσης της Ουκρανίας από τη Ρωσία με το εμπόριο που διεξάγουν με τον επιτιθέμενο. Με τη σειρά τους, οι δυτικές αποφάσεις για την υποστήριξη της άμυνας της Ουκρανίας λαμβάνονται αργά, διστακτικά και με μισή καρδιά. Έπειτα από δυόμισι χρόνια θανάτου και πόνου, το Κίεβο θέλει τώρα να αλλάξει ριζικά το πλαίσιο.

Στο μέλλον, το Κίεβο θα συνεχίσει να προσπαθεί με διάφορα μέσα να αποδείξει στη διεθνή κοινή γνώμη ότι η εξέλιξη και το τέλος του πολέμου παραμένουν ανοιχτά και ότι η παραδοχή της αδιαμφισβήτητης ρωσικής υπεροχής είναι παραπλανητική. Ένα ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο αυτής της ουκρανικής στρατηγικής σχετίζεται με πιθανές διαπραγματεύσεις με το Κρεμλίνο για εδαφικά ζητήματα. Μπορεί επίσης να αποτελεί μια προετοιμασία για ευρύτερες πολυμερείς συνομιλίες, όπως μια σχεδιαζόμενη δεύτερη μεγάλη διεθνής διάσκεψη για τον πόλεμο μετά την πρώτη ειρηνευτική σύνοδο κορυφής του Ιουλίου 2024 στην Ελβετία. Εκτός από τη συνεχή έκφραση ηθικών, κανονιστικών και νομικών επιχειρημάτων, το Κίεβο μπορεί –αν καταφέρει να κρατήσει τα κατεχόμενα ρωσικά εδάφη– να ακολουθήσει τώρα μια νέα προσέγγιση. Τόσο στην άμεση επικοινωνία της με τη Μόσχα ή/και σε διεθνείς διασκέψεις, η ηγεσία της Ουκρανίας μπορεί να διατυπώσει προτάσεις συνδιαλλαγής, προτείνοντας την ανταλλαγή των κατεχόμενων ρωσικών εδαφών με προσαρτημένα ουκρανικά εδάφη.

Σίγουρα, η νέα προσέγγιση του Κιέβου είναι επικίνδυνη τόσο για την ουκρανική όσο και για τη διεθνή ασφάλεια. Η ουκρανική εισβολή στη Ρωσία στις 6 Αυγούστου 2024 είναι, σύμφωνα με τα λόγια του Βλαντίμιρ Πούτιν, μια «μεγάλης κλίμακας πρόκληση». Ωστόσο, όσοι διεθνείς παρατηρητές συμφωνούν με τον ορισμό του Πούτιν, οφείλουν πρώτα απ’ όλα να κατηγορήσουν τις δικές τους χώρες για το περιορισμένο ή ανύπαρκτο ενδιαφέρον τους για την κυριαρχία και την ακεραιότητα της Ουκρανίας. Είναι η ανεπαρκής εξωτερική βοήθεια για την αποκατάσταση των συνόρων της Ουκρανίας από το 2014 που οδήγησε το Κίεβο να αλλάξει τη στάση του, από αμυντική σε επιθετική.

Όποια και αν είναι η έκβαση της τρέχουσας επιχείρησης της Ουκρανίας στην περιοχή του Κουρσκ, το Κίεβο θα συνεχίσει να αναζητά αδύναμα σημεία σε όλη την περίμετρο επαφής με το ρωσικό κράτος, καθώς και τους συμμάχους, τους πράκτορες και τους πληρεξουσίους του. Η Ρωσία πρέπει να επενδύσει στην οχύρωση των ρωσο-ουκρανικών συνόρων και να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε άλλα θέατρα του πολέμου από τα ανατολικά και τα νότια της Ουκρανίας. Η ουκρανική επιδρομή στο ρωσικό κρατικό έδαφος αποδομεί την εικόνα –εντός της Ρωσίας και σε όλο τον κόσμο– μιας φαινομενικά στατικής μετωπικής γραμμής, ενός σταθερού αστερισμού δυνάμεων και μιας προβλέψιμης πορείας της σύγκρουσης.

μετάφραση: Βασίλης Α. Μπογιατζής

Andreas Umland

Αναλυτής στο Stockholm Center for Eastern European Studies (SCEEUS) του Σουηδικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων. Αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Εθνικό Πανεπιστήμιο του Κιέβου-Mohyla Academy. Υπήρξε ερευνητής, υπότροφος και διδάσκων πολλών Πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων και είναι υπεύθυνος των σειρών βιβλίων "Soviet and Post-Soviet Politics and Society" και "Ukrainian Voices" του εκδοτικού οίκου Ibidem Press.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.