Δεν χρειάζεται διδασκαλία για να μάθουμε να επιχειρηματολογούμε. Επιχειρηματολογούμε από τη στιγμή που χειριστήκαμε για πρώτη μας φορά το «γιατί»: «θα μου πάρεις παγωτό!» - «όχι» - «θα μου πάρεις παγωτό, γιατί αλλιώς δεν θα σε αγαπάω / γιατί αλλιώς δεν θα είσαι καλός μπαμπάς», κ.ο.κ.
Ούτε και το να επιχειρούμε να πείσουμε «κλέβοντας το λόγο στο ζύγι» χρειάζεται εκπαίδευση. Και αυτό από μικρά το κάνουμε, και το συνεχίζουμε, είτε συνειδητά είτε επειδή μας εξαπατά η επιθυμία μας να έχουμε δίκιο. Θέλεις να είσαι καλός μπαμπάς - δεν μπορείς να το αρνηθείς αυτό. Επομένως, θα πρέπει να μου πάρεις παγωτό.
Το «επομένως», που θέλει να συνδέσει τα δύο πράγματα, εδώ δεν ισχύει, στη θέση του υπάρχει ένα κενό. Όμως όταν είναι εμφατικά αληθές ή και πολύ λαμπερό αυτό που επικαλείσαι, μπορεί η λάμψη του αυτή να κρύβει το κενό.
Παρεμβαίνοντας τις προάλλες, για τα περί Ροδόπης, ο καθ’ ύλην αρμόδιος καθηγητής Δημήτρης Χριστόπουλος επικαλείται το καταληκτικό κείμενο της διάσκεψης (1990) του ΟΑΣΕ:
να ανήκει κανείς σε μια εθνική μειονότητα είναι θέμα ατομικής επιλογής του ανθρώπου και κανένα μειονέκτημα δεν μπορεί να προκύπτει από την άσκηση αυτής της επιλογής.
Να δούμε τώρα και τι συμπέρασμα εξάγει από το κείμενο αυτό, που και ισχύει και αυτονόητα είναι σωστό, ο κ. Χριστόπουλος:
από τη στιγμή που η ελληνική πολιτική στη Θράκη άλλαξε και από πολιτική διακρίσεων έγινε «ισονομία - ισοπολιτεία» οι διάφοροι μηχανισμοί ελαφρού και βαθέος κράτους βάλθηκαν να μας πουν ότι η μειονότητα δεν είναι ένα ενιαίο συμπαγές τούρκικο πράμα αλλά δύο και τρεις εθνοτικές ομάδες, «πομάκων, τσιγγάνων και τουρκογενών».
Πού πήγε και κρύφτηκε η ατομική επιλογή, πώς μπόρεσε και μετασχηματίστηκε σε ενιαίο συμπαγές «πράμα»[2]; Πώς μπόρεσε η αρχή της ατομικής επιλογής να καταντήσει, στα χέρια πολιτικού επιστήμονα, σε αρχή καταστολής, αφανισμού των άλλων μειονοτήτων; Διότι περί αυτού πρόκειται. Όταν θα θελήσει ο τσιγγάνος να κάνει χρήση του δικαιώματος, της επιλογής, να πει είμαι Έλληνας τσιγγάνος, ο πολιτικός επιστήμονας υπηρεσίας, κατά τον κ. Χριστόπουλο θα του πει «είσαι προϊόν κατασκευής του βαθέος κράτους», δεν υπάρχει αυτό που θέλεις να επιλέξεις να είσαι, δεν υπάρχει αυτό που είσαι.
Αυτό το συμπέρασμα βγάζει από το καταληκτικό κείμενο της διάσκεψης του ΟΑΣΕ, ο καλός πολιτικός επιστήμων.
Non sequitur, ανακολουθία ονομάζεται στη λογική, ετούτο το "κλέψιμο στο ζύγι", διασκεδαστικό σε ένα μικρό παιδί, απροσεξία στην καθημερινή χρήση του λόγου, στην επιστήμη και στην πολιτική μπορεί να είναι και ιδιοτελές και αποκρουστικό, όπως είναι και η απάτη του εμπόρου.
[1] (φιλοσ.) η ~ είναι είδος εσφαλμένου επιχειρήματος (:απουσία λογικής σύνδεσης μεταξύ προτάσεων και συμπεράσματος). Λεξικό της Ακαδημίας.
[2] Δυστυχώς δεν παρακολουθώ τις δημοσιεύσεις του κ. Χριστόπουλου (vita brevis, γαρ) – φαντάζομαι ωστόσο να έχει διευκρινίσει αυτό το «πράμα» – που για ορολογία της πολιτικής επιστήμης δεν μου μοιάζει. Ούτε πάλι πιστεύω πως ένας επιστήμων της δικής του εμβέλειας λέει «πράμα» για να αποφύγει να πει κάποιον καθιερωμένο όρο, όπως «μειονότητα».