Σύνδεση συνδρομητών

Ημερολόγιο Γεφύρας

Διάβασα χιαστί, λοξώς και γρήγορα και το δεύτερο ιλαρό non paper του βλάκα Ιάσονα Σχινά, του όχι και τόσο alter ego του Κασσιδιάρη, της Μαντάμ Σουσούς των Ορέων, και βέβαια αμέσως εντύπωση μου έκανε, όπως και στον καθένα μας, ο άλλος λόγος, η φινέτσα στο επικοινωνιακό στυλάκι, το αλά Καθημερινή ύφος, τελικώς το rewriting (ο ίδιος είναι λειτουργικά αναλφάβητος) από μία σοφή βοηθητική χείρα, έναν καλό φίλο, έναν γραμματιζούμενο σ/φο, που το γέμισε με «επιτάσσουν», με «πρότερη κατάσταση», με ανθρώπους «που χαίρουν της πολιτικής και προσωπικής εμπιστοσύνης», με «σε ό,τι αφορά», με «πάλαι ποτέ»και με «εν τέλει», έτσι, με δύο λέξεις, για να ’χει πιο πολλή αξία, να ’ναι πιο σοφολογιώτατο. :-) Το μάλωσαν το καημένο, το φτύσανε στα μούτρα, το κατσάδιασαν, φίλοι, γνωστοί και υπό διορισμόν συγγενείς, του ’πανε πόσο ρεζίλι τούς έκανε οικογενειακώς, και του μίσθωσαν και καθαρολόγο γραφέα, όπως τα σόγια των υποδίκων προσλαμβάνουν νεαρούς, φτηνούς πλην φιλόδοξους δικηγόρους, ώστε με τη δύναμη των σωστών λέξεων να μετριάσει κάπως την οργή του κόσμου. Λοιπόν, μπορεί όλο αυτό να μην έχει (στο τέλος της ημέρας τους…) κανένα αποτέλεσμα, όπως θα δουν, αλλά παρά ταύτα: καλά κάνανε. Η παραδοσιακή ελληνική οικογένεια, με τα σεμεδάκια στο εικονοστάσι, είναι σοφή και δεν αφήνει τα παιδιά της αβοήθητα. Μακάρι να το κάνανε και άλλοι, μακάρι —τώρα που το σκέφτομαι— να ’χαμε και ένα ελληνικό Indymedia (αυτό το άντρο του γλωσσικού μικροαστισμού) γραμμένο σε καλά ελληνικά. Η γλώσσα είναι πιο δυνατή από τις σιδηρογροθιές. [§] Αυτά για σήμερα. [§] Παρεμπιπτόντως, και μολονότι δεν ξέρω πόσα τους πήρε ο καλός συνάδελφος, εγώ ζητώ 100 ευρώ ανά επιστολή, –20% φόρος, +23% ΦΠΑ, περισσότερα είναι κλέψιμο, καθαρό κλέψιμο.

19 Ιανουαρίου 2016

Στη στήλη προσπαθώ, αφενός, να μη γράφω θέματα που έχουν πολλαπλώς αναλυθεί από την κοινή συνεισφορά των δημοσιολογούντων μπας και πρωτοτυπήσω λιγάκι για το κοινό καλό (ανεπιτυχώς, καθώς σπανίως θα με απασχολήσει κάτι πρωτότυπο) και αφετέρου, κι αυτό βέβαια αφορά μόνο εμένα, να βρίσκω θέματα χωρίς να τα ψάχνω επί πολύ: δεν έχω χρόνο να κατατρίβομαι με την επικαιρότητα, όπως όσοι είμαστε στο τρέξιμο για το μεροκάματο και κυνηγάμε τις δόσεις και τους λογαριασμούς (επίσης ανεπιτυχώς). Αλλά αυτό με τον ράπερ και την οικογένειά του που προσελήφθησαν στον κρατικό μηχανισμό έπεσε τόσο πολλές φορές μπροστά μου, που μου θυμίζει να πω το εξής: όλο αυτό με τη ραπ, τη χιπ-χοπ, το λόου-μπαπ και τα συναφή υποείδη της μουσικής του δρόμου των προαστίων είναι, πλην στατιστικά ασήμαντων εξαιρέσεων, όχι απλώς μουσική για τα μπάζα, φτηνή και μικρής σημασίας (που είναι), δεν με νοιάζουν οι τέτοιες κατηγοριοποιήσεις, αλλά ένα από τα δύο βασικά ηχητικά μπακγκράουντ της βίαιης πολιτικοποίησης των εφηβικών Δύο Άκρων, του λούμπεν περιθωρίου που δέρνει, μαύρου, κόκκινου, μαυροκόκκινου και μοβ — το άλλο είναι η πανκ των καταλήψεων. Και όχι μόνο στην Ελλάδα, που αντιγράφει, όπως όλη η φελαχοπεριφέρεια, αλλά και στις ΗΠΑ ακόμη (οκέι, εκεί ομνύει και στους φόνους, όχι απλώς στη «βία»). Και τα δύο είδη μαζί δεν θα δώσουν ποτέ ένα τραγούδι επιπέδου Παντελίδη, τον οποίο γνώρισα σήμερα — και δεν θα ξανακούσω ποτέ.

18 Ιανουαρίου 2016

Οι αντιδράσεις —σχεδόν παιδικές, αναφανδόν γελοίες, απολύτως ιταμές, ξεκαρδιστικά αστείες— της κυβέρνησης και κάποιων από τα μεγάλα στελέχη της —μεγάλων υπό μία σαρκαστική έννοια και μόνον, αυτών των ψηλών νάνων κατά τα άλλα— μετά την απόφαση της πλειοψηφίας των μελών της Νέας Δημοκρατίας να πάρουν τα πράγματα επάνω τους επιλέγοντας έναν 100% καινούριο τύπο αρχηγού που αλλάζει τα πάντα στο πολιτικό παιχνίδι και στον χάρτη των πολιτικών-κομματικών δυνάμεων ανακατατάσσοντάς τες και σηματοδοτώντας την πολύ πιο γρήγορη από το προσδωκόμενο αλλαγή —τη θορυβώδη πτώση του καρτουνίστικου βασιλείου της κακομοιριάς και το διά παντός κλείσιμο της αριστερής, κουρδικού τύπου, παρένθεσης—, μπορεί να γεμίζουν τις timelinesμας με τον διασκεδαστικό απόηχό τους και να είναι γενικώς ψυχωφελείς όπως κάθε δελαπατριδισμός, αλλά δεν πρέπει να μας τυφλώνουν τόσο ώστε να ξεχνάμε το εξής: πριν την προδιαγεγραμμένη του πτώση, η τελική αντίδραση του θηρίου που φτιάξαμε, αυτού του πυώδους, ανώμαλου, εθνικολαϊκιστικού τέρατος, του φτιαγμένου από το χώμα και το σάλιο μας, θα είναι θηριώδης, πυώδης και ανώμαλη. Αυτά που θα δούμε πριν το τέλος τους θα ωχριούν μπροστά σε όσα ήδη πρόλαβαν να κάνουν. Σημειώστε το αυτό, και περιμένετε αδιανόητες επιθέσεις από τα χαρακώματα του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή της μαύρης αντίδρασης. Ο αντίστροφος χρόνος της απελπισίας τους έχει αρχίσει ήδη να μετράει. Το γκόλεμ θα χιμίσει.

17 Ιανουαρίου 2016

Παρατηρούνται τρεις νέες συζητήσεις πλέον. Τι είναι τάχα καλύτερο, λέει η πρώτη: να πέσουν άμεσα, τώρα, με την πρώτη ευκαιρία, ή να πέσουν αφού πρώτα περάσουν κάποια αναπόφευκτα μνημονιακά μέτρα; αντέχουμε οικονομικά —συνεχίζουν— άλλη μία εκλογική διαδικασία σε μικρό διάστημα από τις προηγούμενες, ή όχι; Δεν θα το ανέφερα, αν δεν το έβλεπα διαρκώς. Γιατί μου φαίνεται, και ας με συγχωρήσουν, γελοίο. Και παρελκυστικό προφανώς, αλλά κυρίως: γελοίο. Για την κυβέρνηση των Τσίπρα-Καμμένου, που διέλυσε τη χώρα —και όχι μόνο σε επίπεδο οικονομίας—, έχουμε πολύ περισσότερους λόγους να τη δούμε στα αντιπολιτευτικά έδρανα, και στους δρόμους και στα πεζοδρόμια και όπου θέλει, παρά να συνεχίσει να καταστρέφει ό,τι απέμεινε να καταστραφεί, όχι απλώς στην οικονομία αλλά και σε όλα τα άλλα, χωρίς καν να υπολογίζω εδώ το πραξικόπημα που ετοίμαζε επί χρόνια για την αλλαγή καθεστώτος στη χώρα. Η δεύτερη συζήτηση αφορά την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς, της Σοσιαλδημοκρατίας, ή τέλος πάντων του «ευρύτερου προοδευτικού χώρου». Αυτή εκκινείται κυρίως, αν όχι μόνο, από το ΠΑΣΟΚ, το κόμμα που έχει σπαραχθεί όσο κανένα τα τελευταία χρόνια: δεν έχει χάσει μόνο τα ποσοστά του καταρρέοντας εκλογικά, δεν έχει απλώς πληρώσει πολύ ακριβά την πλάτη που έβαλε για να μη διαλυθεί η Ελλάδα, αλλά απώλεσε και δύο σημαντικούς ηγέτες: τον Παπανδρέου και τον Βενιζέλο (ο δεύτερος, βέβαια, δεν έχει ακόμη δικό του πολιτικό σχηματισμό). Και οι δύο συζητήσεις έχουν να κάνουν με τη βεβαιότητα (ασχέτως προώρων δημοσκοπήσεων) της νίκης τής ΝΔ στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν, και με το πώς θα μπορέσει ο λεγόμενος προοδευτικός χώρος να πλασαριστεί στο πολιτικό παιχνίδι και στις αναπόφευκτες μετεκλογικές συνεργασίες: συμπολιτευόμενος ή αφανιζόμενος. Το κατανοώ αυτό, και ας γίνεται εν πολλοίς με λάθος τρόπους. Προσωπικά, πολύ θα ήθελα να ενωνόταν εκλογικά υπό ένα σχηματισμό η Κεντροαριστερά (ΠΑΣΟΚ, Κίνημα, Ποτάμι, η όποια ΔΗΜΑΡ απέμεινε), ώστε να συγκυβερνήσει με τον Μητσοτάκη. Μακάρι να τα καταφέρουν, αν και το αποκλείω. Ας είναι. Η τρίτη συζήτηση είναι ενδοοικογενειακή, και έχει να κάνει με ερωτήματα του στιλ, «Να ανανεώσουμε τη συνδρομή μας στο New York ή να πληρώσουμε εκείνη τη δόση τού ΦΠΑ; Μήπως φάμε καμιά προσαύξηση; Να χάσουμε δυο-τρεις μήνες ακόμη από το Nation ή να πληρώσουμε τον ΟΤΕ του γραφείου; Το κόβουν αμέσως πια. Να πάρουμε ψάθα πλαστική ή από καλάμια για το μπαλκόνι; Πόσο πάει το μέτρο;» Τέτοια, πολλά.

16 Ιανουαρίου 2016

Παίρνουν όλο τηλέφωνο τον μπαμπά μου από τα νεκροταφεία εδώ και κάτι μήνες, για να του πουν ότι πέρασαν αρκετά χρόνια πια και ότι, λυπούνται, αλλά θα ξεχώσουν τη γιαγιά (και κάτι θα κάνουν με τα κόκαλα μετά, δεν πολυκαταλάβαμε τι, λογικά θα τα πετάνε, τι να τα κάνουν; αν έχουν απομείνει και καθόλου δηλαδή, που δεν νομίζω), και για να το αποφύγουμε αυτό θέλουν κάτι χρήματα, 50-60 ευρώ τον μήνα, ή κάπου 800 ευρώ τον χρόνο, κάτι τέτοιο, νομίζω, σε πέντε ή έξι δόσεις, θα τα βρούμε, του λένε, δεν είναι εκεί το πρόβλημα, ελάτε από δω. Το συζητούσαμε πίνοντας καφέ τις προάλλες στο καφενείο και σχεδόν μάς έπιασαν τα γέλια και γεμίσαμε άχνες από το μαστιχάτο λουκούμι που τον συνόδευε, στα παντελόνια μας και στα χείλια. Πάντα περνάμε καλά με τον μπαμπά μου.

15 Ιανουαρίου 2016

Δεν ξέρω πώς ακριβώς γλιτώσαμε την τελευταία στιγμή από το να γίνουμε μια μικρή χαριτωμένη Ουκρανία (με την απόσχισή μας από τη Δύση, την απόλυτη και σε dtκατάρρευση της οικονομίας, την απουσία χρημάτων και αγαθών, τις οργανωμένες ομάδες κρούσης των Δύο Άκρων και την εφόρμηση της απελπισίας, του πιο βίαιου όπλου, ένας αστικός εμφύλιος δεν θα ήταν το μεγαλύτερο από τα προβλήματά μας: θα ήταν ένα πλαίσιο), ή, έστω, αυτή τη στιγμή δεν έχει τρόπον τινά σημασία, καθώς οι συνταγματάρχες της καρπαζιάς έχασαν την μπουκιά από το στόμα και ορισμένα από τα δόντια τους και (λέμε, αφελώς) ας κάτσουμε να το απολαύσουμε αυτό, αλλά ξέρω πως ένα κονκλάβιο παρανοϊκών και ιδεοληπτικών προετοίμαζε ακριβώς αυτό: μεθοδικά· με σχέδιο· από χρόνια· με κάθε επιτελικό βλάκα στη θέση του. Και ζούμε, εμείς, οργανωνόμαστε, δουλεύουμε, κοιτάμε το αύριο, κάνουμε τα χόμπι μας, επικοινωνούμε, μαλώνουμε, βλέπουμε και συζητάμε το Star Wars, σάμπως όλο αυτό να αφορούσε, πραγματικά, την Ουκρανία, κάτι πέρα από μας. Κι ενώ οι περισσότεροι από δαύτους ζουν ανάμεσά μας. Και οργανώνονται και δρουν αλλιώς: smoothly. Να δεις που οι πρωταίτιοι δεν θα κάτσουν καν στο δικαστήριο: είμαστε ικανοί ακόμη και γι’ αυτό. [§] Κυρίως δε, είμαστε για κλάματα. Κυρίως, δε, δεν ανήκουμε στη Δύση. Αλλά σωζόμαστε από αυτήν. Για πόσο ακόμη;

14 Ιανουαρίου 2016

Πολλοί φίλοι που, έχοντας ένα λογαριασμό στα socialmedia και πέντε δράμια κοινό νου, έτυχε να πειστούν με τα πολλά πως θα ήταν καλό για την Ελλάδα να εκλεγεί αρχηγός στη Νέα Δημοκρατία ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντί οποιουδήποτε άλλου υποψηφίου για το χρίσμα αυτό, οπότε και έσπευσαν κάποιοι από αυτούς να πάρουν μέρος στις αρχαιρεσίες του κόμματος, άρχισαν ήδη από χθες-προχθές να δυσανασχετούν και να αναψοκοκκινίζουν γιατί δεν βλέπουν να υλοποιείται αυθωρεί το όνειρό τους για μια κεντροαριστερή Νέα Δημοκρατία, για μια πούρα φιλελεύθερη Νέα Δημοκρατία, για μία σοσιαλφιλελεύθερη («φιλελέφτ», που έλεγα κι εγώ χαριτολογώντας προ μερικών ετών, μην τολμώντας να φανταστώ ότι ο όρος θα ημινομιμοποιούνταν) Νέα Δημοκρατία κ.ο.κ. Ας μου επιτραπούν δύο σημειώσεις εδώ, δύο μόνο σχόλια: [§] Ψηφίσαμε τον Μητσοτάκη όλοι εμείς οι πολύ λίγοι εξωκομματικοί που το κάναμε (επαναλαμβάνω: είμαστε λίγοι, κι ας ισχυρίζεται το Twitter ότι είμαστε λεγεών — δεν υπάρχουν στοιχεία που να πιστοποιούν το πλήθος μας, ίσα-ίσα) για να έχουμε βάσιμες ελπίδες ότι η ΝΔ θα νικήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εθνικές εκλογές μήπως και, συνεπακόλουθα, ορθοποδήσει η χώρα κλείνοντας, διά των εκλογών αυτών, την αριστερή παρένθεση και θέτοντας τις βάσεις για μία δεύτερη συγκυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (και Ποταμιού, πλέον), μήπως και ξαναφτάσουμε στα επίπεδα του φθινοπώρου τού 2014: αυτό είναι ξεκάθαρο. Δεν τον ψηφίσαμε επειδή είδαμε στο πρόσωπό του τον Έλληνα Μπαράκ Ομπάμα των ονείρων μας. (Ας αφήσουμε στην πάντα το γεγονός ότι μπορεί να αποδειχτεί τέτοιος — μακάρι, μακάρι!) Τον ψηφίσαμε γιατί μόνο αυτός μπορεί να το κάνει, για μία σειρά από λόγους (τους αναλύσαμε διά μακρών το δίμηνο που μας πέρασε). Αυτό ήταν το πρώτο σχόλιο. [§] Το δεύτερο σχόλιό μου είναι αυτό: Έχω μία στέρεη ιδεολογία, παραδοσιακά φιλελεύθερη και καλά εκσυγχρονισμένη, μοντέρνα και πλούσια σε ιδέες, πραγματικά σπουδαία και τέτοια που δεν συγκρίνεται με καμία άλλη ασυζητητί (ειλικρινά, δεν δέχομαι να μπω καν σε συζητήσεις επ’ αυτού: έχω την καλύτερη ιδεολογία από όλους σας). Λοιπόν, εάν γινόταν πράξη, αυτή τη στιγμή, μονοκοπανιά (επειδή ως εκ θαύματος θα ανακηρυσσόμουν ένα είδος μεγάλου και τρανού κυβερνήτη), εάν την εφάρμοζα ως έχει και ολόκληρη διαμιάς, η σπουδαία και μακράν καλύτερη όλων ιδεολογία μου θα βύθιζε τη χώρα στην καταστροφή και στα δάκρυα: θα ζούσαμε το αντίστοιχο της απελευθέρωσης όλων των ζώων ενός ζωολογικού κήπου στην πόλη. [§] Ας έχουμε μια στάλα περισσότερο εμπιστοσύνη. Με το κίνημα ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΥΡΩΠΗ ξύπνησε μία μεγάλη, πολύ μεγάλη δύναμη, και τώρα παίρνει, σιγά-σιγά, σάρκα και οστά.

13 Ιανουαρίου 2016

Ήθελα να γράψω για το ότι άρχισαν ήδη οι προσπάθειες περιχαράκωσης των λογής στρατοπέδων (έστω και με παρωχημένη, σκουριασμένη, αφελή ρητορική τύπου «Μας χωρίζει άβυσσος», ρητορική δηλαδή που δεν είναι δυνατόν να επηρεάσει ούτε έναν κομματικό οπαδό που φοράει ακόμα με παντελόνι καμπάνα), και ότι είναι παραπάνω από λογικό αυτό, και ότι άλλωστε δεν πέφτει σε κανέναν μας λόγος (τα κόμματα είναι πολυπρόσωποι, κατά το «πολυκύτταροι», οργανισμοί —ζουν, μεγαλώνουν και ωριμάζουν, και πεθαίνουν βέβαια, όπως καθετί ζωντανό), και ότι είναι φυσικό να πολεμούν ό,τι τα αποδυναμώνει, έστω και άτσαλα, και ότι, για την ακρίβεια, είμαστε ακόμη στην αρχή των όποιων αντιδράσεων θα γίνουμε μάρτυρες, καθώς η προεδρία Μητσοτάκη θα έχει τον πρώτο καιρό, και μέχρι το συνέδριο του Μαρτίου, τα πάνω της και τα κάτω της, τόσο μέσα στο ίδιο το κόμμα όσο και από την πολεμική αντίπαλων πλην σαφέστατα όμορων υπό πολλές έννοιες χώρων (όπως το ΠΑΣΟΚ: το ΠΑΣΟΚ είναι γειτονικό κόμμα με τη ΝΔ, μη γελιόμαστε, και όχι μόνο εν τοις πράγμασι ή όπως απέδειξε η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου που κράτησε ζωντανή τη χώρα), αλλά προτιμώ να αναφερθώ σε κάτι άλλο που όλο το αμελώ, και που το ξέρουμε βέβαια καλά και το συζητάμε όλοι χαμογελώντας, αλλά που δεν παύει να μου κάνει τόσο μεγάλη εντύπωση: πιστεύω πολύ στον παράγοντα Κυριάκος Μητσοτάκης, και στο ότι προχθές αναδείχτηκε ο επόμενος πρωθυπουργός, ο επικεφαλής δηλαδή της νέας κυβέρνησης συνασπισμού που θα αναδειχθεί από τις εθνικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν, αλλά —είναι αστείο— όλο αυτό, που θα σημάνει τόσα για τη χώρα, κατέστη δυνατόν χάρη σε ένα λάθος, χάρη σε ένα σύστημα που δεν δούλεψε καλά, χάρη σε ένα πρόγραμμα που έσκασε, χάρη σε κάποια φτηνά τάμπλετ που κράσαραν. Αν είχαν διεξαχθεί χωρίς τεχνικά προβλήματα οι πρώτες εκλογές τής ΝΔ, με εκείνη την περίεργη, χωρίς σάιτ, εταιρεία που τις είχε αναλάβει, ο Μητσοτάκης δεν θα είχε κάνει την άριστη προεκλογική εκστρατεία που εντέλει τού δόθηκε χρόνος να κάνει, και (μολονότι όχι μόνο εξ αυτού) δεν θα περνούσε καν στον δεύτερο γύρο. Δεν θυμάμαι ατύχημα που να ωφέλησε τόσο μια χώρα, που να επηρέασε την πορεία της (γιατί θα την επηρεάσει) τόσο δραματικά. Για να το πω και αλλιώς: αν αυτό το βλέπαμε στο House of Cards, θα σηκώναμε ειρωνικά το φρύδι με τις υπερβολές του σεναριογράφου.

11 Ιανουαρίου 2016

Θερμά συγχαρητήρια στα μέλη της Νέας Δημοκρατίας και στον νέο τους πρόεδρο, η εκλογή του οποίου ήταν ανέλπιστη και πέραν πάσης προσδοκίας ημών των υπολοίπων: ήταν μια παρηγοριά. Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης σταθεί στο ύψος του προεκλογικού του λόγου —πράγμα που θα φανεί σύντομα και μέσα από μάχες—, οφείλουμε να τον στηρίξουμε όλοι εμπράκτως. Η επερχόμενη νίκη του αντιλαϊκιστικού φιλοευρωπαϊκού μετώπου, που, καλύπτοντας τον χώρο μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, θα διαχειριστεί τις βαθιές πληγές που υπέστη η Ελλάδα το 2015 στην οικονομία και στις σχέσεις της με τον πολιτισμένο κόσμο, θα έχει κεντροδεξιό άξονα. Ή κανέναν.

11 Ιανουαρίου 2016

Δυο πράγματα που έμαθα από τις πρώτες δέκα ημέρες μου με καθημερινό τρέξιμο στη Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης. [§] Είναι δύσκολο για αρχάριους, σε καταπονεί σωματικά και πνευματικά, όποτε πλησιάζω στον τερματισμό σκέφτομαι ήδη το αυριανό μαρτύριο. Σου αρέσει όμως, και σου αρέσει ειδικά ο τερματισμός, ενώ δεν είναι καθόλυο ευχάριστη η αρχή, ειδικά επειδή ξεκινάς πιασμένος και πονάς. Το όλο θέμα έχει να κάνει με το να μην τα παρατήσεις, πράγμα που είναι εύκολο: το αποζητάς κάθε στιγμή· αν μάθεις να μη σταματάς, θα εξελιχθείς. Πρέπει να τρέχεις συντηρητικά και με σταθερό τέμπο, οτιδήποτε άλλο δεν ευνοεί τις μεγάλες αποστάσεις. Από ένα σημείο και μετά πονάς σε διάφορα σημεία του σώματός σου, σε εσωτερικά όργανα και σε μυς, και είναι αυτό κάτι που δεν πρέπει να του δίνεις υπερβολική σημασία. Βλέπεις πολύ κόσμο δεξιά, εμπρός και αριστερά σου, και διαφορετικό κόσμο: νέους, μεγάλους, ζευγάρια, μοναχικούς, παρέες κλπ., και έχεις χρόνο να τους περιεργαστείς και να κάνεις κάποιες σκέψεις γι’ αυτούς. Παντού υπάρχουν ιστορίες, καθώς και κείμενο: τρέχοντας, ακούς σπαράγματα διαλόγων, με πολύ ενδιαφέρον — και με ακόμη μεγαλύτερο καθώς δεν θα μάθεις ποτέ την κατάληξή τους. Τρέχοντας στην ίδια πάντα διαδρομή (όπως εγώ), αντιμετωπίζεις πιο εύκολα το φαινόμενο του κορεσμού, που είναι ένα επιπρόσθετο εμπόδιο στο σχέδιό σου, και ίσως το πιο υψηλό — μπορείς να το στρέψεις προς όφελός σου με διάφορους τρόπους (δεν έχω σκεφτεί ακόμη πολλούς), ψάχνοντας, φέρ’ ειπείν, για αλλαγές που κανονικά παραείναι αδιόρατες για να τις παρατηρήσεις: στο φως, στα σχήματα, στον κυματισμό της θάλασσας, στον καιρό που όλα τα αλλάζει, στον τρόπο που τεντώνεις τον ένα σου αντίχειρα κλπ. Ακόμη και οι επαρχιώτες τουρίστες εκπαιδεύονται εύκολα και δεν πατούν στη λωρίδα των ποδηλατών (τρέχω δίπλα της, κολλητά, πατώντας στα χθεσινά μου βήματα), ωστόσο οι άνθρωποι ξεχνιούνται όταν χαίρονται πολύ ή όταν μιλούν στο τηλέφωνο ή όταν διαπληκτίζονται. Οι ψαράδες έχουν εκμοντερνιστεί: έχουν καινούρια, επαγγελματικά καλάμια, φελούς με φωτάκια λεντ που ανάβουν πάνω στο νερό και βλέπεις πού είναι η πετονιά, ισχυρούς φακούς και στα καπέλα τους όπως οι μεταλλωρύχοι, καλά ψυγειάκια για τα ψάρια, καλά ρούχα, καλούς σκούφους για το κρύο — επίσης μαθαίνεις σε ποια μέρη και ποιες ώρες τσιμπάει, καθώς και ποια σημεία πρέπει να αποφεύγεις έτσι και δεν θέλεις να φύγεις άπρακτος. Κίνηση έχει τα Σαββατόβραδα και τις αργίες. Η παραλία, όπως και οι περισσότεροι δημόσιοι χώροι, αντιμετωπίζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους βανδαλισμούς, και γενικώς αντέχει — κάποια γκραφίτι είναι λίγο έξυπνα. Μόνο εγώ δεν φοράω κολάν. Δεν χρειάζεται να τρέχεις εμποδίζοντας τους άλλους· τα πεζοδρόμια και οι δρόμοι δεν είναι για τρέξιμο, θα έπρεπε να απαγορευόταν διά νόμου. [§] Έχω στόχο να τρέχω όλο το ’16, και τρέμω στην ιδέα.

09 Ιανουαρίου 2016

Το ρεπορτάζ τής ΕΡΤ, αυτού του τέρατος, του Μεγάλου μας Καραγκιόζη, για την παρουσιάστρια των ειδήσεων στην κομουνιστική δικτατορία της Βόρειας Κορέας, ενός καθεστώτος ακραία ταπεινωτικού για τον άνθρωπο, εφάμιλλου του ναζιστικού άγους για τη Γερμανία και της σταλινικής παράνοιας στην ΕΣΣΔ, ενός καθεστώτος που συντηρείται στην εξουσία με βρομιά, βασανιστήρια, εκτελέσεις, τρόμο και σιωπή, με λύπησε πολύ. Όχι γιατί κάποιοι καημενούληδες υπάλληλοι του κρατικού καναλιού, ψυχικά ασθενείς και μόνοι, ταλαίπωροι και λεροί, με το χνότο και τη μασχάλη τους να ζέχνουν ούζο και λακέρδα, βρήκαν ευκαιρία να πουν με σάλια και βραχνάδα στη φωνή ότι αγαπούν τη δικτατορία, αυτό το ξέραμε, όλοι οι αμόρφωτοι και όλοι οι φασίστες την αγαπούν γιατί είναι άρρωστοι και μόνοι, αλλά επειδή θα περάσει κι αυτό, θα ξεχαστεί κι αυτό όπως όλα τα προηγούμενα, θα λιώσει και θα χαθεί μέσα στον γενικότερο πολιτικό πολφό όπου μέσα του ζούμε, κουρασμένοι και βαριεστημένοι πολύ, ηττημένοι και παραδομένοι, να μετράμε τα ψιλά μας, να διαβάζουμε με μισό μάτι και στα κρυφά τα νέα του πραγματικού κόσμου, να μαθαίνουμε για τους νέους διορισμούς σε νέες ΔΕΚΟ υαινών και γυπών, για τροπολογίες και κόντρα τροπολογίες, να τρέμουμε περιμένοντας πότε θα σωθεί το πετρέλαιο στον καυστήρα, να μαθαίνουμε τσούκου-τσούκου τη νεογλώσσα, να επινοούμε και να εκμεταλλευόμαστε κάθε μικρή στιγμή χαράς για να ξεχαστούμε και για να πιστέψουμε ότι ζούμε φυσιολογικά: όλη η τρέλα όπου μέσα της πνιγόμαστε διαλύει τα συστατικά της σε ένα κοινό πράγμα, ένα ζουμί και ένα σύννεφο σκόνης, που σε παραλύει. Έχουμε κουραστεί. Μπαφιάσαμε. Και ξεχνάμε. Για να κρατήσουμε τα λογικά μας, αποφασίσαμε από μόνοι μας να ξεχνάμε. Όλα θα ξεχαστούν, και στο τέλος θα ξεχαστούμε κι εμείς από τον μπαϊλντισμένο πραγματικό κόσμο. Και θα μας μείνει η ΕΡΤ, και οι ναζί υπαλληλάκηδές της, και η Ρι Τσουν-Χι. Που θα συνεχίσει την καριέρα της εδώ.

09 Ιανουαρίου 2016

Πολλοί φίλοι επιχαίρουν που κάποιοι γνωστοί (γνωστοί στα socialmedia, εννοώ, όχι παραέξω) φανατικοί υποστηρικτές τού ΣΥΡΙΖΑ, ευρωσκεπτικιστές, δραχμιστές κλπ. κλπ., κάτι θλιβερά όντα που έβριζαν και απειλούσαν τους δημοκράτες πολίτες και εύχονταν σαν άλλοι Λεβέντηδες να μας βρει ο καρκίνος, εμάς και όλα μας τα σόγια, και να μείνουμε στον τόπο, όταν δεν προέβαιναν σε πιο χειροπιαστές πράξεις, σε πιο προσωπικές επιθέσεις, σε σπορά ψευδών ειδήσεων, ας πούμε (για να χάσουμε δουλειές, φέρ’ ειπείν, ή για να απομονωθούμε κοινωνικά — τέτοια, τέτοια: πολλά τέτοια), κάτι φασίστες δηλαδή, τσογλαναρία του κερατά, Γκοτζαμάνηδες του πληκτρολογίου — επιχαίρουν τέλος πάντων οι φίλοι επειδή τάχα είδαν το φως το αληθινό αυτοί οι τύποι και κατάλαβαν πως ο Τσίπρας τούς δούλευε, ξέρω γω, και πούλησε τα αεροδρόμια, και δεν έκοψε δραχμές, και δεν εγκαθίδρυσε δικτατορία του προλεταριάτου και δεν μας έβγαλε από την Ένωση, και δεν μας πήγε στον Μαδούρο και στο Ιράν κ.ο.κ., και βρίζουν αυτόν τώρα. Το τρομακτικό εδώ βέβαια είναι η χαρά των φίλων, ή αν θέλετε η (για όνομα του καλού Θεού…) δικαίωσή τους. Κύριοι, αυτό το γεγονός που σας χαροποιεί, και που κακώς σάς χαροποιεί, και που τρελαινόμαστε που σας χαροποιεί, ένα πράγμα δείχνει μόνο, που επίσης είπαμε, ξαναείπαμε, γράψαμε, ξαναγράψαμε, δημοσιεύσαμε και ξαναδημοσιεύσαμε: από το πανηγύρι της αριστερής ματαιοδοξίας, που θα λάβει οικτρό τέλος, και που οι τέντες του και οι πάγκοι του θα γκρεμιστούν και θα πέσουν ο ένας πάνω στον άλλο νομοτελειακώ τω τρόπω, μόνο η συμμορία της Χρυσής Αυγής έχει να κερδίσει. Εθνικοσιαλιστές σαν την Άντζυ Σαμίου (πρώτη φορά γράφω αυτές τις δύο λέξεις στη ζωή μου… και ντρέπομαι τρομερά — και δεν ξέρω καν αν είναι η παλιά τραγουδίστρια ή κανένα τρολ) ή τον παρανοϊκό Χατζηστεφάνου, για να αναφερθώ στους δύο μάλλον πιο γνωστούς και επωνύμους φασίστες, για να μη μιλήσω για τα έρμα παιδάκια που για ένα σάντουιτς την ημέρα χτυπούσαν ιοβόλα δωδεκάωρα στο Twitter, φαιοχίτωνες —με μια λέξη— που βρήκαν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης του χαλασμένου ψυχισμού τους στον ΣΥΡΙΖΑ, τώρα* απλώς θα επιστρέψουν στον φυσικό τους χώρο, αυτόν δηλαδή που δεν κρατά τα προσχήματα ακόμη και για τους πιο ηλιθίους — αυτόν που διαθέτει και κανονικές στολές, και που δεν αποφεύγει απλώς τη γραβάτα για να δηλώσει έμμεσα και πονηρούτσικα πως, «Νά, νά, κοίτα: αυτό εδώ που δεν φορώ είναι στρατιωτική στολή». Και αυτοί οι τύποι, οι πέντε-δέκα γνωστοί που κάνουν την πολλή φασαρία, θα είναι μοναχά η κορυφή του παγόβουνου: η συμμορία του Μιχαλολιάκου θα προσποριστεί τεράστια οφέλη από την «αθέτηση» των «υποσχέσεων» του Τσίπρα. Θα γίνει ό,τι και στο Ανατολικό Βερολίνο μετά την πτώση του Τείχους, όπου τα κομματικά γραφεία βάφτηκαν εν μιά νυκτί από κόκκινα μαύρα, για να γίνουν από κομουνιστικά νεοναζιστικά. Εντέλει: μη χαίρεστε από όσα πάθαμε και από όσα μένουν να πάθουμε —εμείς, η χώρα, όλοι μας εδώ—, να λυπάστε και να τρέμετε. Το κακό το γλεντάει, κι ακόμη δεν έχει καν μεθύσει.

 

* Τι σημαίνει αυτό το «τώρα»; Όχι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποριζοσπαστικοποιείται και γίνεται mainstream (τίποτε δεν άλλαξε ούτε θα αλλάξει στον ΣΥΡΙΖΑ, τη εξαιρέσει των ρουσφετιών και των διορισμών συγγενών από κυβερνητικές πλέον θέσεις — η Αριστερά το έκανε πάντα αυτό από όλες τις άλλες θέσεις εξουσίας που κατείχε μεταπολεμικά). Σημαίνει απλώς ότι πεθαίνει.

08 Ιανουαρίου 2016
Σελίδα 7 από 30