Στις 17 Ιουλίου 1940 έκανε πρεμιέρα σε αίθουσες σε όλη τη Γερμανία η ταινία Οι Ρότσιλντ – Μετοχές στο Βατερλό (Die Rothschilds – Aktien auf Waterloo)[1]. Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Erich John Waschneck (1887-1970), άγνωστος σήμερα, είχε μια καριέρα που κράτησε 24 χρόνια και τελείωσε το 11945, όταν η Γερμανία συνθηκολόγησε. Το 1932, η ταινία του Οχτώ κορίτσια σε μια βάρκα είχε κερδίσει το πρώτο βραβείο στο πρώτο Φεστιβάλ Βενετίας (τότε Esposizione Internazionale d'Arte Cinematografica, Διεθνής Έκθεση της Τέχνης του Κινηματογράφου).
UFA
Μια από τις αφίσες της ταινίας Die Rothschilds – Aktien auf Waterloo, που γυρίστηκε υπό την υψηλή αιγίδα του Γκέμπελς ως αντισημιτικό προπαγανδιστικό δράμα και προβλήθηκε, όπως ήταν επόμενο, στη Γερμανία και στην Ιταλία.
Η ταινία Οι Ρότσιλντ – Μετοχές στο Βατερλό γυρίστηκε το 1939, κατά παραγγελία του υπουργού Προπαγάνδας του Χίτλερ Γιόζεφ Γκέμπελς, ως αντίδραση στην «αποτυχία» της Νύχτας των Κρυστάλλων (Kristallnacht, 9-10 Νοεμβρίου 1938), των βίαιων επιθέσεων κατά γερμανικών στόχων στη Γερμανία, να δημιουργήσει μαζικό αντισημιτικό ρεύμα στη γερμανική κοινή γνώμη. Ο Γκέμπελς συνεννοήθηκε με τον Χίτλερ και αποφάσισε να δράσει αποφασιστικά για να αλλάξει τις αντιλήψεις του μέσου Γερμανού.
Έτσι, το 1940, κυκλοφόρησαν τρεις ταινίες προπαγάνδας στις γερμανικές αίθουσες. Η πρώτη, καθ’ υπόδειξη του δικτάτορα, ήταν O Αιώνιος Εβραίος (Der Ewige Jude), ένα ψευδο-ντοκιμαντέρ που απεικονίζει τους Εβραίους, μεταξύ άλλων, σαν αρουραίους να έχουν κατακλύσει τον κόσμο. Καταλαβαίνετε, δεν χρειάζεται να επεκταθώ[2]...
Σε αντίθεση με το αφεντικό του, ο Γκέμπελς πίστευε ότι η προπαγάνδα έχει καλύτερα αποτελέσματα εάν είναι καλυμμένη μέσα σε ιστορίες που, εκ πρώτης όψεως, δεν έχουν άμεση σχέση με το επιθυμητό μήνυμα. Έτσι, ενέκρινε τα σενάρια για τις ταινίες Οι Ρότσιλντ – Μετοχές στο Βατερλό, που είναι το αντικείμενο αυτού του σημειώματος, και Ο Γλυκός Εβραίος (Süss Jud), που είναι ένας λίβελος εναντίον του (Εβραίου) υπουργού Οικονομικών του πρίγκηπα Καρόλου-Αλέξανδρου της Βυρτεμβέργης (1733-37).
Και οι τρεις ταινίες είναι ξεκάθαρα προπαγανδιστικές και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κινηματογραφικής κριτικής. Όμως, προσφέρουν μια χρήσιμη ματιά στην ευφυΐα, την κατάρτιση και τη γενικότερη συγκρότηση των εντολέων και των δημιουργών τους. Ειδικά η ταινία Οι Ρότσιλντ – Μετοχές στο Βατερλό αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, αδιάσειστη επιβεβαίωση της μετριότητας, της ημιμάθειας και των περιορισμένων πνευματικών ικανοτήτων του Γκέμπελς, κι ας ήταν εκ των πρωταγωνιστών του χιτλερικού καθεστώτος[3].
Το 1940, ο γερμανικός κινηματογράφος παρήγαγε 85 ταινίες και κόπηκαν 834 εκατομμύρια εισιτήρια, κατά μέσον όρο περίπου 10 εκατομμύρια εισιτήρια ανά ταινία[4]. Οι Ρότσιλντ – Μετοχές στο Βατερλό έκοψαν 3,3 εκ. εισιτήρια και είχαν έσοδα 2,5 εκατομμύρια μάρκα. Με άλλα λόγια, η ταινία του Γκέμπελς πούλησε το 0,4% του συνόλου των εισιτηρίων εκείνης της χρονιάς. Έκοψε δηλαδή το ένα τρίτο (1/3) του μέσου όρου εισιτηρίων εκείνης της χρονιάς, ήταν δηλαδή σχετική αποτυχία. Το γερμανικό κοινό (και πάλι, σε σχετικά μεγέθη) του γύρισε την πλάτη. Και, όπως θα διαβάσετε παρακάτω, όχι άδικα.
Η παρουσίαση που ακολουθεί θέλει απλώς να δείξει ότι οι δημιουργοί της ταινίας θέλησαν να πουν μια ιστορία για να προωθήσουν μια ιδεολογική θέση και τα έκαναν θάλασσα: αντί να δείξουν ότι οι Ρότσιλντ ήταν διπρόσωποι εκμεταλλευτές που συνωμοτούσαν για να αποκτήσουν άνομα κέρδη, τους έδειξαν ως ευφυείς επιχειρηματίες που απέκτησαν τα κέρδη τους μέσω μιας σειράς καινοτομιών, ενώ προσέφεραν στους πελάτες τους τραπεζικές υπηρεσίες που κανείς από τους ανταγωνιστές τους δεν είχε τη δυνατότητα να προσφέρει.
Με άλλα λόγια, δημιούργησαν τεράστια περιουσία και μια οικονομική αυτοκρατορία γιατί ήταν, μακράν, οι καλύτεροι τραπεζίτες της εποχής τους. Όχι γιατί ήταν «φιλάργυροι Εβραίοι»...
Αυτή η εντύπωση είναι βέβαιο ότι δεν ήταν το ζητούμενο όταν ο Γκέμπελς ενέκρινε το σενάριο της ταινίας. Το ότι η ταινία πέρασε τη δοκιμασία της λογοκρισίας και, σχεδόν σίγουρα, απέσπασε την έγκριση του ίδιου του Γκέμπελς πριν παιχτεί στις αίθουσες, δείχνει απλώς πόσο προβληματική και περιορισμένη αντίληψη για τον κόσμο είχαν τα ανώτερα στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Εργατών της Γερμανίας – οι ναζί.
Στη λογική αυτή και επειδή ο αναγνώστης του παρόντος δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, πόσο μάλλον των αρχών του 19ου αιώνα, παρακάτω περιγράφω την πλοκή της ταινίας με προσθήκη σχολίων, που εξηγούν την πραγματικότητα, σε αντιδιαστολή με την ανοησία της γκεμπελικής προπαγάνδας.
Το «ματωμένο χρήμα» του γερμανού πρίγκηπα
Τον Δεκέμβριο 1805, ο Ναπολέων κατήγαγε αποφασιστική νίκη εναντίον της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας στη μάχη του Αούστερλιτς και έδωσε εντολή στα γερμανικά κρατίδια να συνενωθούν στη λεγόμενη «Συνομοσπονδία του Ρήνου».
Αntiquarian Ρrintshop
O Μάγιερ Άμσελ Ρότσιλντ, ιδρυτής του τραπεζικού οίκου της οικογένειας, σε σχέδιο του γελοιογράφου Κάρλο Πελεγκρίνι (που υπέγραφε με το ψευδώνυμο APE, που στα ιταλικά σημαίνει σφήγκα), για το Vanity Fair, τεύχος της 27ης Μαΐου 1871.
Στην πρώτη σκηνή της ταινίας, ο εξαιρετικά αγενής πρίγκιπας Βίλχελμ Ι της Έσσης, που έχει αρνηθεί να συμμορφωθεί με την εντολή του Ναπολέοντα για ενοποίηση των γερμανικών κρατιδίων, επισκέπτεται τον Μάγιερ Άμσελ Ρότσιλντ, στο γραφείο του, στο εβραϊκό γκέτο της Φρανκφούρτης, και του ζητάει να φυγαδεύσει στο Λονδίνο ομόλογα ονομαστικής αξίας 600 χιλιάδων λιρών που έχει λάβει από τη βρετανική κυβέρνηση ως αμοιβή για την αποστολή μισθοφόρων στην Αγγλία που θα πολεμούσαν εναντίον του Ναπολέοντα.
Ο γερμανός πρίγκιπας φοβάται ότι ο γαλλικός στρατός θα κινηθεί προς την Φρανκφούρτη και θα κατασχέσει την περιουσία του. Να σημειωθεί ότι οι 600 χιλιάδες λίρες στερλίνες του 1806 ισοδυναμούν σε σημερινές τιμές με περίπου 67,5 εκατομμύρια λίρες στερλίνες[5]. Ο πρίγκιπας καταφεύγει στον Ρότσιλντ γιατί κανείς από τους άλλους τραπεζίτες της Φρανκφούρτης δεν μπορεί να μεταφέρει με ασφάλεια χρήματα σε άλλες πόλεις της Ευρώπης.
ΣΧΟΛΙΟ: Η τραπεζική πράξη που περιγράφεται είναι η κατάθεση αξιογράφων (ομολόγων) σε λογαριασμό θεματοφυλακής και η μεταφορά τους σε λογαριασμό υποκαταστήματος της τράπεζας στο εξωτερικό, μια συνηθισμένη συναλλαγή στις μέρες μας. Η μόνη τράπεζα στη Γερμανία που μπορούσε να εκτελέσει την πράξη αυτή στις αρχές του 19ου αιώνα, σύμφωνα με την ταινία, είναι η Τράπεζα των Ρότσιλντ, που έχουν υποκαταστήματα στο εξωτερικό (Λονδίνο και Παρίσι). Γι’ αυτό καταδέχεται να πάει στο εβραϊκό γκέτο της Φρανκφούρτης ο ψηλομύτης Βίλχελμ Ι και να διαπραγματευτεί με τον Ρότσιλντ την αμοιβή του δεύτερου. Το ότι ο πρίγκιπας της Έσσης εμπιστεύεται, χωρίς εγγυήσεις, ένα τόσο τεράστιο ποσό στον Εβραίο τραπεζίτη είναι ενδεικτικό της φήμης που είχε δημιουργήσει ο οίκος Ρότσιλντ για αξιοπιστία και επαγγελματισμό.
Εν μέσω πολέμου και με τον Ναπολέοντα να κυριαρχεί στην Ευρώπη, ο Ρότσιλντ αναλαμβάνει να εκτελέσει την εντολή με αμοιβή 2% επί του συνολικού ποσού. Ο Βίλχελμ τον κατηγορεί για «ληστεία», διαπραγματεύονται τη μείωση της αμοιβής και συμφωνούν στο 1,125% και 5% ετήσιο επιτόκιο καταθέσεως που θα οφείλεται στον πρίγκιπα για όσον καιρό οι Ρότσιλντ παρακρατήσουν τα ομόλογα.
ΣΧΟΛΙΟ: Διαβεβαιώ τον αναγνώστη ότι η αμοιβή αυτή, την εποχή που δόθηκε, με τις ανταγωνιστικές συνθήκες της αγοράς που επικρατούσαν και με τη γεωπολιτική περιρρέουσα ατμόσφαιρα όχι μόνο δεν ήταν «ληστεία» αλλά ήταν τόσο χαμηλή, που οδηγεί κάποιον στο συμπέρασμα ότι συμφωνήθηκε γιατί κάτι άλλο είχε στο μυαλό του ο Ρότσιλντ. Και όντως, είχε.
«Σφήνα» στο καρτέλ του Λονδίνου
Ο παραλήπτης στο Λονδίνο των αξίας 600 χιλιάδων λιρών ομολόγων είναι ένας από τους γιους του Μάγιερ Άμσελ, ο Νέιθαν, ο ιδρυτής του οίκου Ρότσιλντ του Λονδίνου – που υπάρχει και ανθεί ώς τις μέρες μας. Η παραγγελία του πατέρα του ήταν: «Πάρε αυτά τα χρήματα και κάνε τα να δουλέψουν για μεγάλα κέρδη».
ΣΧΟΛΙΟ: Αυτή ακριβώς είναι η λειτουργία των τραπεζών: η τράπεζα δανείζεται τις αποταμιεύσεις πολιτών και επιχειρήσεων έναντι αμοιβής (το επιτόκιο καταθέσεων) και τις διοχετεύει ως πιστώσεις στην οικονομία αφού περάσουν το φίλτρο των δανειακών κριτηρίων της τράπεζας, επίσης έναντι αμοιβής (το επιτόκιο χορηγήσεων). Οι αποταμιεύσεις γίνονται στεγαστικά δάνεια, καταναλωτικά δάνεια, εμπορικές χρηματοδοτήσεις, μακροπρόθεσμα δάνεια αγοράς παγίων, κ.λπ. Στις μέρες μας, αξιόγραφα κατατεθειμένα σε χρηματιστηριακούς λογαριασμούς επίσης δανείζονται σε συμμετέχοντες στις χρηματιστηριακές αγορές, για την πραγματοποίηση συναλλαγών. Οι Ρότσιλντ το έκαναν αυτό, από ό,τι φαίνεται, από την ανατολή του 19ου αιώνα, δεκαετίες ή αιώνες πριν από τους ανταγωνιστές τους.
Αλλαγή σκηνικού. Μεταφερόμαστε σε «κλαμπ κυρίων» (gentlemen’s club) του Λονδίνου, όπου βρίσκεται μια παρέα τραπεζιτών, μεταξύ των οποίων ο Λάιονελ Μπάρινγκ της κυρίαρχης, τότε, Baring Bank, και ο Ντόσον Τέρνερ, γνωστός τραπεζίτης της εποχής. Η συζήτηση είναι για τον επικείμενο πλειστηριασμό φορτίου χρυσού που μόλις είχε φτάσει από την Ινδία στο Λονδίνο. Συμφωνούν μεταξύ τους να μην προσφέρουν πάνω από 700 χιλιάδες λίρες και να κρατηθεί η τιμή σε εκείνα τα επίπεδα.
ΣΧΟΛΙΟ: Αυτό έχει ένα όνομα στις μέρες μας. Λέγεται «καρτέλ». Επίσης, στα αγγλικά, collusion. Και είναι κολάσιμο με βαριές ποινές και μεγάλα πρόστιμα. Γιατί είναι επιβλαβές για όλη την κοινωνία και ωφελεί, παράνομα, τα μέλη του καρτέλ. Το πιο γνωστό καρτέλ της εποχής μας είναι ο ΟΠΕΚ, ο Οργανισμός Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών.
Όμως, ο Νέιθαν Ρότσιλντ εμφανίζεται στον πλειστηριασμό, όπως έχει το δικαίωμα, και αγοράζει τον χρυσό προσφέροντας 100 χιλιάδες λίρες παραπάνω από το καρτέλ των άγγλων τραπεζιτών.
ΣΧΟΛΙΟ: Τα καρτέλ υφίστανται για όσο καιρό όλοι οι συμμετέχοντες σέβονται τον λόγο τους και, επίσης, δεν εμφανίζεται κάποιος εκτός καρτέλ να υπονομεύσει το επίπεδο των τιμών. Τότε, το καρτέλ είτε διαλύεται ή προσπαθεί να εξουδετερώσει τον ανταγωνιστή για να εξακολουθήσουν τα μέλη του καρτέλ να απολαμβάνουν μονοπωλιακά κέρδη.
Ο Τέρνερ ορκίζεται εκδίκηση. Μαζί με τον Μπάρινγκ, καταφεύγουν στον υπουργό Οικονομικών Τζον Τσαρλς Χέρις. Η σκηνή που εκτυλίσσεται στη συνέχεια στο υπουργικό γραφείο είναι ένας διδακτικότατος διάλογος, όχι όμως του είδους που μάλλον θα ήθελε ο Γκέμπελς.
Οι τραπεζίτες ζητούν από τον υπουργό να παρέμβει για να ακυρωθεί η αγορά του χρυσού από τον Ρότσιλντ. Το επιχείρημα τους είναι το εξής, αυτολεξεί: «Διαμαρτυρόμαστε γιατί αυτός ο μετανάστης Εβραίος χώνεται στα πόδια μας και καταστρέφει τη δουλειά μας».
Όταν ο υπουργός ρωτά τον Τέρνερ τι παράνομο έκανε ο Νέιθαν Ρότσιλντ, αυτός του απαντά: «Ο Ρότσιλντ είναι ένας νεόφερτος Εβραίος μετανάστης».
Ο Μπάρινγκ επεμβαίνει και ζητάει τη βοήθεια του υπουργού με το σκεπτικό ότι «όλοι βοηθούν όλους στο Σίτυ», δηλαδή (για όσους δεν έπιασαν το υπονοούμενο) το χρηματοοικονομικό και τραπεζικό κέντρο του Λονδίνου είναι ένα κλειστό κλαμπ οι κανόνες του οποίου είναι σχεδιασμένοι έτσι ώστε οι δικτυωμένοι (insiders) πάντα να κερδίζουν.
Ο υπουργός του απαντάει ότι αυτό έπρεπε να το σκεφτεί όταν όλοι οι τραπεζίτες του Λονδίνου αρνήθηκαν να μεταφέρουν κεφάλαια της βρετανικής κυβέρνησης στην Ισπανία για να οργανωθεί η άμυνα εναντίον του Ναπολέοντα.
Ο Μπάρινγκ του απαντάει απαξιωτικά και εκβιαστικά: «Αυτό δεν μπορεί να γίνει πριν βάλουμε χέρι στον χρυσό από την Ινδία». Και ο Τέρνερ συμπληρώνει, για να υπογραμμίσει τον επιχειρούμενο εκβιασμό: «Χωρίς τον χρυσό, θα πρέπει να ψάξετε να βρείτε άλλο τρόπο μεταφοράς των χρημάτων σας στην Ισπανία».
Όταν ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανικής Αυτοκρατορίας του λέει, με πλατύ, ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη, ότι η κυβέρνηση έχει εξασφαλίσει τρόπο μεταβίβασης των ποσών μέσω της τράπεζας Ρότσιλντ, οι δύο άγγλοι τραπεζίτες, ηττημένοι, αποχωρούν.
Το πώς ο Γκέμπελς κατέληξε ότι η κατάπτυστη συμπεριφορά που περιγράφεται στη σκηνή αυτή βοηθάει στην καταγγελία των πρακτικών των Ρότσιλντ είναι κάτι που με ξεπερνάει....
Το SWIFT του 19ου αιώνα
Στην επόμενη σκηνή, ο Νέιθαν Ρότσιλντ συναντά τον στρατηγό Ουέλινγκτον για να συζητήσουν τις λεπτομέρειες της μεταφοράς των χρημάτων και τον συμβουλεύει πώς να την πραγματοποιήσουν, ώστε να μη χαθούν ποσά στην πορεία λόγω διαφθοράς, «αμοιβών», «εξόδων», κ.λπ. Ενεργεί δηλαδή ως τίμιος και ειλικρινής σύμβουλος και τραπεζίτης του πελάτη του, που είναι η βρετανική κυβέρνηση.
Για να μεταφερθούν τα χρήματα για το στρατό του Ουέλινγκτον στην Ισπανία, ο Ρότσιλντ στέλνει γράμμα στον πατέρα του, στη Φρανκφούρτη, και του ζητάει να του σχεδιάσει τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσουν τα χρήματα για να φτάσουν στην Ιβηρική χερσόνησο με ασφάλεια. Ο Μάγιερ Άμσελ παίρνει ένα χάρτη και αρχίζει να ονομάζει όλες τις συνεργαζόμενες με τον οίκο Ρότσιλντ τράπεζες («ανταποκρίτριες τράπεζες» ονομάζονται σήμερα) σε πόλεις σε όλη τη Γαλλία, στη βόρειο Αφρική, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία. Οι συνεργάτες αυτοί και οι εταιρείες τους έχουν εβραϊκά ονόματα και αποτελούν ένα πυκνό, διεθνές δίκτυο τραπεζικών καταστημάτων που θα ζήλευαν οι περισσότερες σημερινές τράπεζες.
Όταν τα κασόνια με τα χρυσά νομίσματα περνάνε τη Μάγχη και φτάνουν στη Γαλλία, δύο γάλλοι λιμενεργάτες κλέβουν ένα πουγκί με 100 χρυσά νομίσματα και όταν ο ένας λέει στον άλλον, «Τι θα γίνει εάν το μάθει ο κύριος Ρότσιλντ;», ο άλλος του απαντά «Τίποτε. Εξάλλου και ο Ρότσιλντ κάποτε ξεκίνησε από το μηδέν».
ΣΧΟΛΙΟ: Δηλαδή, είναι ένας αυτοδημιούργητος που ξεκίνησε με τίποτε και έχει φτάσει να χρηματοδοτεί τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Άβυσσος η ψυχή του Γιόζεφ Γκέμπελς...
Τα χρήματα φτάνουν στον αγγλικό στρατό στην Ισπανία. Από τις 10 χιλιάδες χρυσά νομίσματα που στάλθηκαν από το Λονδίνο, φτάνουν μόνο 5.512. Οι διάφοροι μεσάζοντες έχουν κρατήσει το υπόλοιπο ποσό. Αφού ο επικεφαλής αξιωματικός της επιμελητείας αγανακτεί για την «κλοπή» των χρημάτων του στρατού, υπογράφει την απόδειξη παραλαβής για 10 χιλιάδες χρυσά νομίσματα και λέει στον υπασπιστή του να βάλει 500 χρυσά νομίσματα στον «μυστικό λογαριασμό» του.
ΣΧΟΛΙΟ: Οι «Εβραίοι τραπεζίτες» μπορεί να «έβαλαν χέρι» στα χρήματα του Βρετανικού στρατού που παρέλαβαν και προώθησαν στον επόμενο σταθμό τους στο δρόμο για την Ισπανία, όμως δεν είναι διεφθαρμένοι, σε αντίθεση με τον άγγλο αξιωματικό που παρακράτησε το 9% του ποσού που παρέλαβε. Μπορεί το 45% που παρακρατήθηκε από τους ανταποκριτές των Ρότσιλντ σε περίπου 10 πόλεις της Ευρώπης και της βόρειας Αφρικής, πριν φτάσει στο στρατό του Ουέλινγκτον στην Ισπανία, να φαίνεται υπερβολικό, όμως, σας διαβεβαιώ, δεν είναι. Πρώτον, πρέπει κάποιος να αναρωτηθεί γιατί δεν ανέλαβε να μεταφέρει τα χρήματα στην Ισπανία ο κραταιός βρετανικός στόλος; Προφανώς, γιατί δεν αισθανόταν και τόσο κραταιός εάν είχε να αντιμετωπίσει τον γαλλικό στόλο της εποχής. Δεύτερον, σε έναν κόσμο χωρίς κεντρικές τράπεζες, τραπεζικά δίκτυα, συστήματα πληρωμών, συστήματα επικοινωνιών, με χωματόδρομους να ενώνουν τις πόλεις και με ληστές να παραμονεύουν, η μεταφορά χρημάτων, και μάλιστα 10 χιλιάδων χρυσών νομισμάτων, ήταν μια επιχείρηση εξαιρετικά επικίνδυνη, σχεδόν αδύνατη. Το 2024, το κόστος «ξεπλύματος» χρημάτων από παράνομες δραστηριότητες, κάτι εξαιρετικά δύσκολο και επικίνδυνο, ανέρχεται σε 30-40% του ποσού. Αναλογικά, το 45% του 1806 μάλλον χαμηλό είναι. Εξάλλου, το 1806 δεν υπήρχε ηλεκτρονικό σύστημα μεταφοράς κεφαλαίων SWIFT. Οι Ρότσιλντ ήταν οι μοναδικοί που προσέφεραν αυτήν την υπηρεσία. Ήταν το SWIFT του 19ου αιώνα και χρέωναν ανάλογα.
Απλά μαθήματα επενδυτικής τραπεζικής
Ο πόλεμος τελειώνει, ο Ναπολέων ηττάται –προσωρινά– και ο Δούκας της Ορλεάνης ετοιμάζεται να ανέλθει στον γαλλικό θρόνο. Οι τραπεζίτες του Λονδίνου θέλουν να οργανώσουν δάνειο προς τον νέο βασιλιά, αλλά απαιτούν εγγύηση της βρετανικής κυβέρνησης για εξασφάλιση του δανείου. Ο υπουργός Χέρις αρνείται να την παράσχει. Οι τραπεζίτες γκρινιάζουν ότι έχουν μειονέκτημα έναντι των Ρότσιλντ γιατί δεν έχουν παρουσία στη Γαλλία και στη Γερμανία, άρα δεν μπορούν να προσφέρουν τους όρους που προσφέρουν οι Ρότσιλντ γιατί δεν μπορούν να ωφεληθούν από εμπράγματες εγγυήσεις που θα δώσει η γαλλική κυβέρνηση σε γαλλικό έδαφος. Ο υπουργός απαντάει ότι δεν τον αφορούν οι διαμάχες τους και τους αποπέμπει.
ΣΧΟΛΙΟ: Αυτή είναι μια κατάσταση πολύ γνώριμη σε εμάς τους Έλληνες λόγω των γεγονότων των τελευταίων 15 ετών: η γαλλική κυβέρνηση δεν έχει πιστοληπτική ικανότητα και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αρνείται να τη δανείσει χωρίς τριτεγγυητή. Στη δική μας περίπτωση απαίτησαν εγγυήσεις του ΔΝΤ και της ΕΕ. Στην περίπτωση της Γαλλίας του 1814, εγγυήτρια ζητήθηκε να είναι η βρετανική κυβέρνηση για να εξασφαλιστεί δάνειο από το Σίτυ του Λονδίνου.
Η αγγλική κυβέρνηση, στη συνέχεια, ζητάει από τον Νέιθαν Ρότσιλντ να χρηματοδοτήσει τον νέο γάλλο βασιλιά. Ο Ρότσιλντ συναντιέται με τον Δούκα της Ορλεάνης και του λέει ότι αντί για εμπράγματες εγγυήσεις για το δάνειο θέλει τη διαβεβαίωσή του ότι το παράρτημα του οίκου Ρότσιλντ στο Παρίσι, που διοικεί ο αδελφός του Τζέιμς, θα αναλάβει να διεκπεραιώνει τις χρηματοοικονομικές υποθέσεις της νέας γαλλικής κυβέρνησης. Ο νέος γάλλος μονάρχης συναινεί.
ΣΧΟΛΙΟ: Ο Γκέμπελς μάλλον θα ήθελε εδώ οι θεατές να φρίξουν από την «πονηριά» και τον «υπολογισμό» του Ρότσιλντ. Να σκεφτούν ότι ο Ρότσιλντ εκμεταλλεύτηκε τον γάλλο μονάρχη σε μια στιγμή αδυναμίας και απέσπασε «άδικα» προνόμια για τον εαυτό του και την τράπεζά του. Να βγάλουν το συμπέρασμα ότι οι Ρότσιλντ και οι «Εβραίοι» οφείλουν τα πλούτη και την επιτυχία τους σε τέτοιου είδους «πονηριές» και «εκβιασμούς». Η πραγματικότητα, όμως, μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου των αγορών, είναι τελείως διαφορετική. Η συμφωνία του Ρότσιλντ με τον γάλλο βασιλιά δεν είναι εκβιασμός. Είναι ιδιοφυής επιχειρηματικότητα. Ο Ρότσιλντ παίρνει τεράστιο ρίσκο με το να δανείσει χωρίς εγγυήσεις, γιατί ο Ναπολέων είναι ακόμη ζωντανός, εξόριστος σε ένα ιταλικό νησί (από το οποίο θα αποδράσει ύστερα από τρία χρόνια και θα ανατρέψει τον βασιλιά...) και η Γαλλία είναι σε έκρυθμη κατάσταση ύστερα από 22 χρόνια επανάστασης και πολέμου. Όμως, ο Ρότσιλντ, σε αντίθεση με τους άγγλους τραπεζίτες, βλέπει μακροπρόθεσμα και έχει στόχο να χτίσει μια κραταιά επιχείρηση με πανευρωπαϊκό «πάτημα», όχι να εισπράξει κάποια αμοιβή για ένα δάνειο. Και για να το πετύχει αυτό είναι διατεθειμένος να ρισκάρει όλο το κεφάλαιο της τράπεζάς του. Κάτι αδιανόητο στις μέρες μας. Αυτό που κάνει δεν είναι «πονηριά» ή «εκβιασμός»: είναι μεγαλοφυής επιχειρηματική κίνηση. Έτσι χτίζονται οι επιχειρηματικές αυτοκρατορίες.
Βατερλό – για τον Ναπολέοντα και το Σίτυ
Ο Ναπολέων δραπετεύει από τη νήσο Έλβα, όπου ήταν εξόριστος για τρία χρόνια, και επιστρέφει στη Γαλλία. Οι Άγγλοι ετοιμάζονται να τον πολεμήσουν. Ο Νέιθαν Ρότσιλντ ζητάει από τον υπουργό Οικονομικών και από τον Ουέλινγκτον να έχει πληροφόρηση για την εξέλιξη του πολέμου για να κερδοσκοπήσει στο χρηματιστήριο. Επίσης, προσλαμβάνει μια ομάδα πληροφοριοδοτών, οι οποίοι αποστέλλονται σε σημαντικά σημεία της επερχόμενης σύγκρουσης με τον Ναπολέοντα (Άμστερνταμ, Βουλώνη, Οστάνδη κ.λπ.) με εντολή να συλλέγουν και να στέλνουν στο Λονδίνο πληροφορίες για τις πολεμικές επιχειρήσεις σε πραγματικό χρόνο. Οι επικοινωνίες για τη μετάδοση πληροφοριών στο Λονδίνο γίνονται με ταχυδρομικά περιστέρια.
ΣΧΟΛΙΟ: Το 1815 δεν υπήρχαν χρηματιστηριακή νομοθεσία, επιτροπές κεφαλαιαγοράς, νόμοι περί εσωτερικής πληροφόρησης και χειραγώγησης της αγοράς, κ.λπ. Όπως είπαμε στην αρχή, οι άγγλοι τραπεζίτες μαζεύονταν στο σαλόνι του κλαμπ τους και όριζαν μεταξύ τους τις τιμές πλειστηριασμών, τα επιτόκια και τους όρους δανείων, κ.λπ. Ο Ρότσιλντ καταλαβαίνει πολύ καλά ότι το πιο σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά αξιογράφων (δηλαδή, μετοχών και ομολόγων) είναι η πληροφόρηση. Και προσπαθεί να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του, δηλαδή έναντι της αγοράς, στην απόκτηση πληροφόρησης. Για πρώτη φορά στην ιστορία των κεφαλαιαγορών, προσπαθεί να αποκτήσει και τεχνολογικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του: η χρήση ταχυδρομικών περιστεριών θα εξασφάλιζε ότι ο οίκος Ρότσιλντ του Λονδίνου θα γνώριζε τα αποτελέσματα των συγκρούσεων στο Βέλγιο μεταξύ του Ναπολέοντα και του Ουέλινγκτον πριν τα μάθει η αγορά και οι Ρότσιλντ θα μπορούσαν να κάνουν επωφελείς αγοραπωλησίες μετοχών σε συμφέρουσες τιμές με μέγιστη πιθανότητα κερδοφορίας. Τίποτε δεν εμπόδιζε τους ανταγωνιστές του Ρότσιλντ να χρησιμοποιήσουν παρόμοια μέσα για να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά. Όμως, οι ανταγωνιστές του είναι στο σκοτάδι, χωρίς πληροφορίες και χωρίς απεσταλμένους πληροφοριοδότες, και βασίζουν τις χρηματιστηριακές κινήσεις τους σε φήμες.
Στο Λονδίνο επικρατεί ανησυχία και αρχίζουν να κυκλοφορούν φήμες ότι ο Ναπολέων επικρατεί στη μάχη του Βατερλό. Ο Νέιθαν Ρότσιλντ εντείνει, με εγκαθέτους του, τις φήμες ότι ο Ναπολέων νίκησε και, πλέον, επικρατεί ανεξέλεγκτος πανικός. Όλοι πουλάνε όσο όσο, μετοχές, ομόλογα και ό,τι άλλο αξιόγραφο έχουν. Όταν η αγορά φτάνει στο ναδίρ, ο Ρότσιλντ αρχίζει να αγοράζει τα πάντα σε εξευτελιστικές τιμές. Το κέρδος της Τράπεζας Ρότσιλντ από τη νίκη του Ουέλινγκτον στο Βατερλό, το 1815, σύμφωνα με την ταινία, ήταν 11 εκατομμύρια λίρες ή περίπου 1.227 δισεκατομμύρια σε λίρες στερλίνες του 2025.
ΣΧΟΛΙΟ: Να θυμίσω εδώ στον μη καλά πληροφορημένο αναγνώστη ότι το 2007 ο αμερικανός διαχειριστής κεφαλαίων Τζον Πόλσον, που δύο χρόνια νωρίτερα δεν τον ήξερε κανείς αλλά είχε την πρόνοια και την ευφυΐα να στοιχηματίσει μέσω αγοράς προθεσμιακών συμβολαίων ότι η αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ θα καταρρεύσει, κέρδισε 15 δισεκατομμύρια δολάρια (εκ των οποίων τα 4 δισ. δολάρια ήταν η αμοιβή του) όταν, όντως, η αγορά ακινήτων στις ΗΠΑ κατέρρευσε και προκάλεσε την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση. Οι αγορές ανεβαίνουν και πέφτουν. Όσοι επενδύσουν σ’ αυτές μπορούν να κερδίσουν χρήματα και στις δύο περιπτώσεις. Το να κερδοσκοπήσει κανείς ποντάροντας στην καταστροφή δεν αποτελεί «ανηθικότητα». Ο Ρότσιλντ ούτε προκάλεσε την ήττα του Ναπολέοντα αλλά ούτε και συμμετείχε στη νίκη του Ουέλινγκτον, όπως ο Πόλσον δεν προκάλεσε την κατάρρευση των τιμών ακινήτων στις ΗΠΑ. Αυτό που έκανε ο Ρότσιλντ ήταν να έχει πληροφόρηση πριν από οποιονδήποτε άλλο. Και με τα κέρδη που πέτυχε προσέφερε μια πολύτιμη υπηρεσία στην αγορά: έδειξε σε όλους τους συμμετέχοντες ότι πρέπει να επενδύσουν στην απόκτηση πληροφόρησης και, με τον τρόπο αυτό, να ωθήσουν τις τιμές των μετοχών να αντικατοπτρίζουν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικές με την πραγματική αξία τους και να συναλλάσσονται σε τιμές που συνάδουν με την αξία αυτή. Με άλλα λόγια, αυτό που έκανε ο Ρότσιλντ, εκτός από κερδοσκοπία, ήταν και κοινωφελής υπηρεσία.
Μετά την ήττα του Ναπολέοντα και την εξορία του στη νήσο Αγία Ελένη, στον νότιο Ατλαντικό, ο πρίγκηπας Βίλχελμ Ι της Έσσης επιστρέφει στο εβραϊκό γκέτο της Φρανκφούρτης για να παραλάβει από τον Μάγιερ Άμσελ Ρότσιλντ τα ομόλογά του, ονομαστικής αξίας 600 χιλιάδων λιρών, πλέον τόκων 5% το χρόνο. Ο ανάγωγος πρίγκιπας προσπαθεί να πιέσει τον Ρότσιλντ να του πει πόσα χρήματα έβγαλε κάνοντας χρήση των κεφαλαίων του αλλά αυτός αρνείται.
ΣΧΟΛΙΟ: Γιατί, προφανώς, δεν τον αφορά: η συμφωνία τους προέβλεπε ασφαλή μεταφορά των ομολόγων στο Λονδίνο και φύλαξή τους έναντι 5% το χρόνο. Το πού τοποθετήθηκαν τα κεφάλαια όσον καιρό ήταν στη θεματοφυλακή των Ρότσιλντ δεν αφορά τον πελάτη. Αφού οι όροι της θεματοφυλακής τηρήθηκαν, η τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση να αποκαλύψει στον πελάτη τις εργασίες της. Θυμηθείτε ότι την περίοδο αυτή, 1806-15, δεν υπήρχαν κεντρικές τράπεζες, τραπεζική νομοθεσία ή ρυθμιστικό πλαίσιο λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Άρα, με την επιστροφή του αρχικού ποσού πλέον των νόμιμων τόκων, η τράπεζα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της με τον καλύτερο τρόπο και δεν έχει καμία υποχρέωση να πληροφορήσει τον πελάτη σχετικά με τη χρήση των κεφαλαίων του.
Στην τελευταία σκηνή της ταινίας ο Νέιθαν Ρότσιλντ συζητάει με τον βρετανό υπουργό Οικονομικών για την επιτυχία της τράπεζάς του και του «αποκαλύπτει» ότι σχέδιό του είναι η δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού δικτύου τραπεζών που θα ελέγχει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της γηραιάς ηπείρου, τα κεντρικά γραφεία του οποίου θα είναι... στην Ιερουσαλήμ! Μάλιστα απεικονίζει το δίκτυο αυτό σε ένα χάρτη και ενώνει τα σημεία για να σχηματιστεί ένα άστρο του Δαυίδ πάνω από τη Βρετανία και όλη την Ευρώπη.
Πριν από τους τίτλους τέλους, ο θεατής βλέπει το εξής μήνυμα:
Όταν ολοκληρώθηκε το γύρισμα αυτής της ταινίας όλοι οι Ρότσιλντ είχαν φύγει κυνηγημένοι από την Ευρώπη. Ο αγώνας εναντίον των συνεργατών τους στην Αγγλία, δηλαδή εναντίον της αγγλικής πλουτοκρατίας, συνεχίζεται.
Δυστυχώς για τη Γερμανία, που το καλοκαίρι του 1945 είχε ισοπεδωθεί και μετρούσε περίπου 8 εκατομμύρια νεκρούς, αυτό ήταν το πνευματικό επίπεδο της συμμορίας που κατέκτησε την εξουσία με εκλογές το 1932 και οδήγησε την «πιο πολιτισμένη χώρα του κόσμου» στο πολεμικό και φυλετικό ολοκαύτωμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Τόσο περιορισμένων ικανοτήτων, τόσο ανεπαρκείς ήταν οι επικεφαλής ναζί, που ακόμη και όταν προσπάθησαν να γυρίσουν μια αντισημιτική ταινία-λίβελο, το μόνο που κατάφεραν ήταν να καταγράψουν την επιχειρηματική ιδιοφυΐα των Ρότσιλντ και να πιστοποιήσουν ότι η επιτυχία τους οφείλεται σε καινοτομίες και ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι των υπόλοιπων τραπεζών.
Αυτή ήταν η «ανώτερη Αρία φυλή»: μια παρέα ανόητων, ημιαγράμματων, αδίστακτων αποβρασμάτων και δημαγωγών. Μαζί με τους συνεργάτες τους, οι μεγαλύτεροι εγκληματίες που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
[1] Η παραγωγή είναι του ιστορικού στούντιο UFA, που λίγα χρόνια πριν, με αποκορύφωμα την περίοδο της Βαϊμάρης, είχε συμβάλει στη δημιουργία του σπουδαίου καλλιτεχνικού κινήματος του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Μέχρι σήμερα, το στούντιο UFA είναι θυγατρική του ομίλου Bertelsmann και συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες του ομίλου στο χώρο των οπτικοακουστικών μέσων.
[2] Ξεκαρδιστική λεπτομέρεια: μεταξύ άλλων, στην ταινία Ο Αιώνιος Εβραίος καταγγέλλονται οι Εβραίοι για το παρουσιαστικό τους και αναφέρεται ότι αποτελούν επιμειξία ασιατικών, μεσανατολικών και αφρικανικών φυλετικών χαρακτηριστικών. «Δεν έχουν καμία σχέση με τα αγνά, καθαρά χαρακτηριστικά των βόρειων φυλών», λέει ο αφηγητής και, όσο τα λέει αυτά, βλέπουμε εικόνες αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων, ρωμαϊκών αγαλμάτων και την Άνοιξη του Μποτιτσέλι. Ούτε ένα παράδειγμα κάλλους «βόρειας φυλής», έστω για δείγμα. Ούτε ένας Όντιν, ούτε ένας Θορ, ούτε ένας Ζίγκφριντ, ούτε ένας Πάρσιφαλ.
[3] Ο Γκέμπελς είχε μεγάλη ιδέα για την ευφυΐα και τη μόρφωσή του, μάλιστα ήθελε να τον αποκαλούν «Δρα Γκέμπελς» επειδή έκανε διδακτορικό στη γερμανική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Είναι βέβαιο ότι η έπαρση αυτή, όπως και η διαρκής ανάμειξή του σε εξωσυζυγικές περιπέτειες, είχαν αφορμή τη μερική αναπηρία του. Ο Γκέμπελς γεννήθηκε με παραμορφωμένο δεξί πόδι, το οποίο τον έκανε να κουτσαίνει σε όλη του τη ζωή, τον υποχρέωσε να φοράει μόνιμο σιδερένιο νάρθηκα και αποτέλεσε αιτία βάναυσης αντιμετώπισής του (bullying) από τους συμμαθητές του στο σχολείο.
[4]«Nazism and Cinema», Wikipedia.
[5] CPI Inflation Calculator, in2013dollars.com.