Σύνδεση συνδρομητών

Κυριάκος Αθανασιάδης

Κυριάκος Αθανασιάδης

Κυριάκος Αθανασιάδης. Συγγραφέας, μεταφραστής και επιμελητής εκδόσεων. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα: Δώδεκα (1991), Μικροί κόσμοι (1996), Το σάβανο της Χιονάτης (2000), Το βασίλειο του αποχαιρετισμού (2002), Πανταχού απών (2007), Ζα Ζα (2012). Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο του Η Κόκκινη Μαρία.

H κυβέρνηση των Τσίπρα-Καμμένου δεν μπορεί να εφαρμόσει το νέο Μνημόνιο. Πρέπει επειγόντως να πάμε σε μία κυβέρνηση συνεργασίας, που θα είναι ακριβώς Εθνικής Σωτηρίας, γιατί δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από τα αισθήματα ανακούφισης και χαιρεκακίας που μας κατακλύζουν: τα πράγματα εξακολουθούν να είναι αδιανοήτως σοβαρά και, για να μη γελιόμαστε, τραγικά. Δόθηκε στη χώρα μία τελευταία ευκαιρία. Είναι όμοια με αυτήν που της δόθηκε με το Μνημόνιο #1 και με το Μνημόνιο #2: απλώς προστέθηκαν κάποιες δεκάδες επιπλέον δισεκατομμύρια πάνω σ’ αυτά, ή μάλλον θα αφαιρεθούν από όλους μας οσονούπω — όταν το καταλάβουμε θα δούμε πως αυτό το πράγμα δεν αντέχεται. Αλλά: τέταρτη ευκαιρία δεν θα υπάρξει: άπαξ και το Grexitμπήκε στο τραπέζι, όχι απλώς δεν θα φύγει, αλλά θα ανακουφίσει όλο τον κόσμο. Μπροστά στην πολυκέφαλη λαίλαπα που θα σηκωθεί σε ένα-δυο μήνες, με τη μορφή κινητοποιήσεων, απεργιών, σκληρής διεκδίκησης «κεκτημένων», λυσσώδους προσπάθειας εξαίρεσης λογής-λογής συντεχνιών, η Ελλάδα θα ζει υπό ένα μόνιμο καθεστώς Δεκεμβριανών — και εννοώ αυτά τού ‘08: με φωτιές, σπασίματα, βία και παράλυση των πάντων. Δύο πράγματα πρέπει να γίνουν: να συνειδητοποιήσουμε ότι χωρίς μεταρρυθμίσεις ζωή δεν υπάρχει, και να τις εφαρμόσουμε — και για να εφαρμοστούν απαιτείται κυβέρνηση που να νιώθει και που να μπορεί. Μια κυβέρνηση που δεν θα έχει απέναντί της έναν Σαμαρά ή έναν Τσίπρα, αλλά τους παρανοϊκούς δραχμιστές και τους ναζί. Αν δεν τα επιτύχουμε αυτά, τα τωρινά βάναυσα μέτρα θα φαντάζουν τότε, εν τω μέσω της ύστατης αποτυχίας μας, ό,τι και το μέιλ Χαρδούβελη μπροστά στο τσουνάμι που μας θα μας πλήξει μέσω του Αριστερού Μνημονίου αύριο. [§] (Αυτό το αύριο δεν θα το αναγνωρίσουμε: θα είναι κατιτί αναπάντεχο. Να είμαστε προετοιμασμένοι, και να διαβάζουμε βιβλία: όχι μόνο για ν’ ανοίξει το μυαλό μας, αλλά για να κάνουμε, πάν’ απ’ όλα, το κορόιδο).

12 Αυγούστου 2015

László KrasznahorkaiΠόλεμος και πόλεμος, μετάφραση από τα γαλλικά: Ιωάννα Αβραμίδου (γλώσσα πρωτοτύπου: ουγγρικά), Πόλις, Αθήνα 2015, 376 σελ.

 

Το Πόλεμος και πόλεμος, που κέρδισε το φετινό Booker, είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται ακριβώς όπως παρακολουθεί κανείς μόνος μια ασπρόμαυρη αποπνικτική ταινία φαντασμάτων που κλαίνε μέσα στα χορταριασμένα ερείπια ενός σύγχρονου λαβυρινθώδους κάστρου, αλλά γνωρίζοντας πως αυτό εδώ δεν είναι μια ιστορία φαντασμάτων που αφορά κάποιους άλλους, γιατί φάντασμα, εδώ, κι ας μου επιτραπεί ο ιμπρεσιονιστικός τόνος, είναι ο ίδιος ο αναγνώστης. Αναδημοσίευση από το Books' Journal, τχ. 56, Ιούνιος 2015. 

 

12 Αυγούστου 2015

Ενώ αγωνιούμε για το αν θα μας ξημερώσει το ’16 με ένα από τα δύο βασικά νομίσματα του πλανήτη ή με κάτι υποσχετικές μονάδες σε κάποιον παράλληλο λογαριασμό, ο Αλί στέκεται στην ουρά για να πλυθεί. Κρατάει κι ένα άδειο πλαστικό μπουκάλι στην τσέπη, το πασπατεύει· σκοπεύει να το γεμίσει κι αυτό. Έχει να κάνει μπάνιο πέντε μέρες. Τρώει ό,τι του δίνουν, χωρίς να ρωτάει αν έχει μαγειρευτεί χοιρινό εκεί μέσα. Λογικά, δεν είναι αμαρτία, και δεν είναι ώρα τώρα για να αηδιάζει. Ο ήλιος καίει, και οι σκιές είναι κοντές: μεσημέρι. Η θάλασσα ακούγεται δελεαστική πέρα δεξιά, αλλά δεν τη χωνεύει, σχεδόν τη μισεί. Πώς γίνεται να μισείς ένα στοιχείο της γης; Νά που γίνεται. Δέκα δικοί του ακόμη, αν μετράει καλά. Τα γυαλιά του είναι ραγισμένα, και για την ακρίβεια δεν είναι καν τα δικά του γυαλιά· τα βρήκε εντελώς τυχαία, στη βάρκα. Δεν ρώτησε ποιου ήταν· ούτε όμως τα ζήτησε κάποιος όταν τα πρωτοφόρεσε. Και ούτε θέλει να το σκέφτεται άλλο. Πέντε ακόμη. Οι σκιές μάκρυναν ένα μέτρο περίπου. Κοντεύει δωδεκάμισι. Καθαρίζει τα ξένα γυαλιά με μια άκρη του πουκαμίσου του, ακούγοντας περισσότερο με τα δάχτυλα το φακό να τρίζει. Ένας ακόμη. Η σειρά του τώρα. Βγάζει το πουκάμισο. Πλένεται. Το φορά πάλι χωρίς να σκουπιστεί. Πάει να φύγει. Θυμάται ξαφνικά το μπουκάλι, ζητά συγγνώμη από τον επόμενο στη σειρά, τον σπρώχνει λίγο στην άκρη και το γεμίζει. Φεύγει ικανοποιημένος. [§] ΕΚΔΟΧΕΣ: [§] Πίνει το νερό το βράδυ, δακρυσμένος, αναθυμούμενος έναν παλιό του έρωτα. [§] Το νερό τού χύνεται, σε έναν καβγά. [§] Ποτίζει ένα σκύλο που ήταν δεμένος στον ήλιο. [§] Του το ζητά ένας άλλος μετανάστης, που μοιάζει άρρωστος, και του το δίνει. [§] Το προσφέρει σε έναν ντόπιο, που διψάει. [§] Κάτι άλλο, οτιδήποτε. [§] Αν βρίσκετε πολύ γλυκερές όλες αυτές τις εκδοχές, μπορείτε να ξεχάσετε ολωσδιόλου το μπουκαλάκι με το νερό. Μπορείτε επίσης να ξεχάσετε τα σπασμένα ξένα γυαλιά. Μπορείτε να ξεχάσετε και την ουρά στη βρύση. Μπορείτε να ξεχάσετε και το χοιρινό, βέβαια. Αλλά εκείνος, ο Αλή, ο ιερός Αλή, θα βρίσκεται εκεί, όσο εμείς περιμένουμε να μάθουμε τι μας μέλλει, αν θα συνεχίσουμε να τον υποδεχόμαστε, ή αν…

10 Αυγούστου 2015

Μια συζήτηση με τον Χριστόδουλο Λιθαρή σήμερα (την οποία κάναμε στο inbox, και τη μεταφέρω εδώ αυτολεξεί), για την Επιστημονική Φαντασία ως υποείδος του Φανταστικού. Αποφύγαμε τεχνηέντως την πολιτικολογία, αν και μάλλον θα μας ήταν εύκολο να υποκύψουμε σ’ αυτήν, αλλά καλά θα κάνει ο αναγνώστης να ακολουθεί τον Χ.Λ. στο Facebook, για τα πολιτικά του σχόλια (αλλά και για το σύνολο των αναρτήσεών του, είναι ξεχωριστές — ακόμη κι αν δεν είναι παρά μια φωτογραφία). Στο τέλος, κι αφού κάνει μία αναγκαστικά πολύ σύντομη ανασκόπηση, μας δίνει και έναν κατάλογο βασικών βιβλίων του είδους. Τον ευχαριστώ, και από δω, θερμά.

 

Χ.Λ.: Γεια σου Κυριάκο!

Κ.Α.: Καλησπέρα! Συγγνώμη που άργησα στο ραντεβού, με πήρε ο ύπνος! Πάμε;

Πάμε - μια χαρά είσαι από ώρα!

Οκέι!

Είμαι στη διάθεσή σου!

Λοιπόν, ήθελα από καιρό να κάνουμε αυτή την κουβέντα, έχω τόσα να σε ρωτήσω. Ευχαριστώ πάρα πολύ που δέχτηκες.

Ευχαριστώ για την πρόταση, χαρά μου να τα πούμε!

Και να πω εδώ πως, όταν σου το πρότεινα, είχες επιφυλάξεις, είπες, «Νιώθω πιο άνετα στο ημίφως και όχι επί σκηνής».

Οι μεταφραστές δουλεύουμε πίσω από τις κουρτίνες! Και προσπαθούμε να αποδώσουμε τη μαγεία μετά.

Χαχά, σωστά. Μεταφραστής λοιπόν. Έψαξα το προφίλ σου στη βάση της Βιβλιονέτ και είδα πως δουλεύεις από το 1993: WalterM. Miller, Jr., Η παράσταση, εκδόσεις Alien. Το είχα αγοράσει αυτό το βιβλίο, αλλά δεν το θυμάμαι.

Ναι, η μεταφραστική καριέρα μου ξεκίνησε από τότε, από το χώρο της Επιστημονικής Φαντασίας που λατρεύω.

Την ίδια χρονιά, κυκλοφορεί και το Παιχνίδι του Κρόνου, του PoulAnderson, από τη Μέδουσα. Δύο βιβλία, σε σύνολο πόσων; Πόσα έχεις μεταφράσει συνολικά μέχρι τώρα;

Η νουβέλα εκείνη αφορούσε τη σύγκρουση ανθρώπου-μηχανής, το κατά πόσο μπορούμε να αντικατασταθούμε από το δημιούργημά μας. Αυτά τα «ρηχά» θέματα! Έχω μεταφράσει αρκετά, δεν τα μετράω!

«Ρηχά», ναι! Είναι υποείδος τής ΕΦ τα κείμενα με ρομπότ;

Ναι, ένα από τα προσφιλέστερα. Έχει και βαθιές ιστορικές ρίζες — από τον Τάλω, το πρώτο «ρομπότ» της ελληνικής μυθολογίας. Είναι πολύ χρήσιμο ως σύμβολο για να μιλήσεις για θέματα ταυτότητας, ύπαρξης, κοινωνικής διαστρωμάτωσης, εκμετάλλευσης. Κι επίσης να βάλεις θέματα δημιουργού-δημιουργήματος, και φρανκεσταϊνικές αφηγήσεις!

Είχε βγει και ένα ελληνικό μυθιστόρημα που λεγόταν Τάλως, θυμάμαι, τότε από τα Bell, που είχαν προκηρύξει ένα διαγωνισμό. Δυστυχώς, ξεχνώ τον συγγραφέα.

Του Στυλιανού Μωυσείδη, ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο.

Μπράβο, ναι. Ο Ασίμωφ ήταν που το συμμάζεψε το θέμα με τα ρομπότ; Ήθελε συμμάζεμα;

Ναι. Συχνά ως τότε το ρομπότ στη συμβατική επιστημονική φαντασία ήταν απειλή, σύμβολο του ξένου. Ο Ασίμωφ πρόσθεσε ορθολογισμό, το έκανε συνεργάτη, συνοδοιπόρο μιας ανθρωπότητας, ακόμα και καλοκάγαθο κηδεμόνα. Και μετά ήρθε ο Φίλιπ Ντικ! Που πρόβαλε στο σύμβολο του ρομπότ απανθρωποποίηση, συναισθήματα, υπαρξιακό ανγκστ και ρόλο ψυχολόγου και παρηγορητή.

Με το Ηλεκτρικό πρόβατο;

Ναι, με το Ηλεκτρικό πρόβατο, και με πολλά άλλα έργα του, μυθιστορήματα και διηγήματα.

Κατάλαβα, ναι. Δυστυχώς δεν έχω καθόλου πρόχειρα όλα αυτά τα βιβλία, εννοώ δεν τα θυμάμαι καλά γιατί πέρασαν χρόνια από τότε που τα διάβασα για τελευταία φορά (είναι ενδιαφέρον, παρεμπιπτόντως, και παρήγορο που λέμε «πρωτοδιαβάζω» αλλά όχι «τελευταιοδιαβάζω», συγγνώμη για την ανοησία αυτή), και ειδικά το έργο τού Φίλιπ Ντικ, τον οποίο φυσικά αγαπώ πολύ, αν και δεν θυμάμαι καλά-καλά γιατί. Θυμήθηκα όμως εκείνους τους κανόνες του Ασίμωφ, που δεν έπρεπε να ξεχνά κανένας συγγραφέας ΕΦ. Αλλά θα ήθελα να μέναμε και στον Ντικ, πάλι.

Ο Ντικ είναι ανεξάντλητος! Στο Ηλεκτρικό πρόβατο, το θέμα δεν είναι απλώς αν ένα ρομπότ μπορεί να γίνει άνθρωπος, αλλά αν ο άνθρωπος μπορεί να χάσει την ανθρωπιά του. Αν ο ανθρώπινος πολιτισμός μπορεί να βυθιστεί σε μια εντροπική κατηφόρα απ’ όπου δεν μπορεί να βγει. Στα σίξτις στις ΗΠΑ, όπου όλα ήταν ρευστά, όπως και σε όλο τον κόσμο, η έννοια της προόδου δεν ήταν δεδομένη, το βέλος του χρόνου μπορούσε να γυρίσει πίσω.

Αλλά μετά κάποια στιγμή τρελαίνεται ο Ντικ, σωστά; Μιλούσε με τον Θεό, ήταν πολύ σίγουρος γι’ αυτό, κατέγραφε τις εμπειρίες του — ήταν το LSD;

Ναι, ο Ντικ ήταν ανέκαθεν ανοιχτός στην ερμηνεία της πραγματικότητας από λογοτεχνικής σκοπιάς. Η χρήση ουσιών που έκανε τον έσπρωξε σε μια πιο μεταφυσική και θεολογική θεώρηση και στην πραγματική του ζωή, η οποία πέρασε στα βιβλία του. Δεν είναι πολλοί οι συγγραφείς που μπορούν να ισχυριστούν ότι μίλησαν με τον Θεό. Δυστυχώς δεν μπορούμε να τεκμηριώσουμε την ακρίβεια των ισχυρισμών τους, θα ήταν πολύ ενδιαφέρον. :p

Πάντα λέω να ξαναδιαβάσω Φίλιπ Ντικ, και όλο το αναβάλλω, από ανοησία ή βαρεμάρα, ή από αυτή την ανάγκη να διαβάζω καινούρια πράγματα — λες και ο Ντικ είναι παλιός… Με ποια βιβλία του να καταπιαστώ για να τον δω εκ νέου;

Ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο (δική μου μετάφραση, με μεγάλη χαρά). Μια εναλλακτική ιστορία όπου τον Β΄ Παγκόσμιο τον έχουν κερδίσει οι δυνάμεις του Άξονα και ο κόσμος όλος είναι στη σκιά της σβάστικας. Επίσης το Ηλεκτρικό πρόβατο. Τα Τρία στίγματα του Πάλμερ Έλντριτς. Το Έρευνα στο σκοτάδι είναι επίσης εξαιρετικό, μια ιστορία γεμάτη μαύρο χιούμορ για μια παρέα ναρκομανών στην οποία έχει διεισδύσει ένας μυστικός αστυνομικός, ο οποίος παθαίνει διχασμό προσωπικότητας ανάμεσα στις δύο ιδιότητές του. Πικρό μυθιστόρημα. Και ό,τι άλλο βρεις δικό του!

Ναι. Τι βιβλία! Σαν παραμυθένιες (και κάπως σκοτεινές) χώρες που επισκέφτηκες μικρός και θέλεις να πας να τις ξαναδείς μεγαλώνοντας. Βλέπω πως ο Άνθρωπος στο Ψηλό Κάστρο ξανακυκλοφόρησε από τον Τόπο, ωραία. Δεν το είχα προσέξει. Και, άσχετο, θυμήθηκα επίσης πως ο Φίλιπ Ντικ πέρασε μία περίοδο ακραίας φτώχειας, κατά την οποία τόσο αυτός όσο και η γυναίκα του την έβγαζαν καταναλώνοντας σκυλοτροφή.

Από τους λίγους που μπορούν να κάνουν αστεία την εμπειρία τού να αγοράζεις αλογίσιο κρέας, ένας είναι ο Φίλιπ Ντικ! (Ήταν αλογίσιο κρέσς για την ακρίβεια, όχι σκυλοτροφή). Τώρα το Ψηλό Κάστρο γίνεται και μίνι σειρά στην τηλεόραση. Η μεταθανάτια καριέρα του είναι εξίσου πετυχημένη με την προθανάτια. Εντελώς φιλιπντικικό.

Ποπό, ελπίζω να παιχτεί και στην Ελλάδα, δεν κατεβάζω σειρές και ταινίες. Και, ναι, μετά θάνατον ενέπνευσε ένα σωρό δημιουργούς και έβγαλε πολλά λεφτά για την κινηματογραφική βιομηχανία. Είναι ένας από τους κορυφαίους, σωστά; Από τους κορυφαίους σύγχρονούς μας (εξαιρέσει των ζώντων) αλλά και γενικά. Να θυμίσουμε λίγο, εδώ, τις περιόδους στις οποίες χωρίζεται η ΕΦ;

Ας το θέσω έτσι το είδος του Φανταστικού έχει βαθιές ρίζες στη λογοτεχνία και το έπος, ξεκινώντας από τον Γιλγαμές και την Οδύσσεια και τον Λουκιανό, και πολύ μετά περνώντας στη Μαίρη Σέλεϊ με τον εμβληματικό Φρανκενστάιν, το γοτθικό μυθιστόρημα, και μετά στην εποχή του Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον και του Ιουλίου Βερν και του Χ. Τζ. Γουέλς. Η σύγχρονη Επιστημονική Φαντασία ως genre αναγνωρίσιμο είναι από τη δεκαετία του 1920 και μετά, όταν εμφανίστηκαν στις ΗΠΑ τα πρώτα περιοδικά του είδους, Amazing, Astounding κλπ., και μετά έρχονται ο Ισαάκ Ασίμωφ και ο Ρόμπερτ Χάινλαϊν και ο Άρθουρ Κλαρκ και οι άλλοι. Μέσα στο corpus της, που περιλαμβάνει χιλιάδες συγγραφείς, διηγήματα και μυθιστορήματα, υπάρχουν υποείδη: όπερα του διαστήματος, κυβερνοπάνκ, εναλλακτική ιστορία, steampunk, σκληρή επιστημονική φαντασία (που ασχολείται με επιστήμες όπως η φυσική, η αστρονομία κλπ.), μαλακή Επιστημονική Φαντασία (που ασχολείται με ιστορία, τέχνη, γλωσσολογία). Να μην κάνω διάλεξη όμως!

Δεν θα μας πείραζε καθόλου και να έκανες!

Χα χα! Οι φαν έχουμε μια τάση να κάνουμε ιστορική ανασκόπηση όταν μας δοθεί η ευκαιρία, επειδή ειδικά η λογοτεχνική ιστορία του είδους δεν είναι και τόσο γνωστή στην Ελλάδα.

Ναι λοιπόν, τα περιοδικά, εκείνα τα παλπ περιοδικά τού ’20 και του ’30, που εν πολλοίς γέννησαν και τη Χρυσή της Περίοδο, μαζί με ένα πολύ πιο σκοτεινό είδος, τον Τρόμο, ή τον «κοσμικό» Τρόμο, με τον Λάβκραφτ και άλλους. Ωραίες εποχές!

Συγγενικό είδος και το horrorfiction, συχνά γραμμένο από τους ίδιους που έγραφαν και Επιστημονική Φαντασία. Ο Lovecraft πια είναι αναγνωρισμένη συγγραφική μορφή και δικαίως.

Ναι, βέβαια — τον αγαπώ πολύ. Κι ας ήταν τόσο παράξενος τύπος. Μάλλον δεν θα κάναμε παρέα.

Εννοώ, δεν θα δεχόταν αυτός. Εγώ θα ’κανα ό,τι μπορούσα για να ’μαι στον κύκλο του!

Καλά νόμιζα ότι οι Μικροί Κόσμοι σου είχαν μια επιρροή από Λάβκραφτ!

Πού το θυμήθηκες! Δεν ήξερα πως το ξέρει κάποιος. Ναι, μάλλον έχει. Πρέπει να έχω βάλει και μότο από αυτόν, δεν το έχω πρόχειρο. Τι συγγραφέας! Και τι επιστολογράφος.

Τώρα για παρέα με τον Λάβκραφτ αυτό είναι άλλο πράγμα, κάποιοι βγάζουν τους δαίμονές τους στη φόρα, όπως και τις προκαταλήψεις τους. Έγραφε τόσες επιστολές, που αναρωτιέμαι τι θα έκανε αν είχε Facebook τότε.

Ναι, σωστά, αλλά βέβαια ήταν και άλλες εποχές, και αλλιώς μεγαλωμένοι εκείνοι οι άνθρωποι — εδώ σύγχρονοί μας και αντιμετωπίζουν τους ξένους σαν μιάσματα. Τι να πεις.

Να πούμε ότι κάθε τι που βγάζει τον πραγματικό εαυτό κάποιων στη φόρα ίσως είναι καλό!

Συμφωνώ απολύτως… Κάποτε είχα διαβάσει πως ο Λάβκραφτ επινόησε το Ίντερνετ, λέει, ή εν πάση περιπτώσει τα chainmail, ξέρω γω, καθώς αντέγραφε τις επιστολές του, τις έστελνε σε δεκάδες παραλήπτες, εκείνοι τις κοινοποιούσαν σε τρίτους κ.ο.κ., και έτσι μαζευόταν ένας πελώριος όγκος — πελώριος.

Η επιστημονική φαντασία πάντα (ή συνήθως) τα προβλέπει αυτά. Στο διήγημα «ALogicNamedJoe» του MurrayLeinster, το κάθε νοικοκυριό έχει μια κονσόλα που είναι συνδεμένη με κεντρική βάση δεδομένων για επικοινωνία και πληροφόρηση. Βέβαια δεν είχε προβλέψει ο Λάινστερ πόσες εικόνες από γατάκια θα στέλναμε. Και νομίζω ότι το σέλφι δεν το πρόβλεψε κανείς!

Χαχαχά, καταπληκτικό! Πάμε όμως πάλι πίσω, αν θες, στην πιο «καθαρή» ΕΦ. Ξεκινά λοιπόν στις αρχές του 20ού αιώνα, γνωρίζει μία Χρυσή Εποχή, πραγματικά λαμπρή, με πελώριους δημιουργούς, και φτάνει πλέον ώς τις μέρες μας, αφού περνά από το κυβερνοπάνκ και το στιμπάνκ κλπ. κλπ., στις μέρες μας. Σήμερα πώς είναι η σκηνή; Προσωπικά την έχω χάσει.

Το 2014 κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ νομίζω γύρω στα 400 καινούρια μυθιστορήματα Επιστημονικής Φαντασίας. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να έχει κανείς μια συνοπτική εικόνα αυτού του φαινομένου.

Τετρακόσια σε μια χρονιά! Μάλιστα. Αυτά είναι. Οπότε, αν το κρίνω καλά, προφανώς υπάρχει ένα κοινό που στηρίζει το είδος, και σίγουρα δεν είναι όλοι κοντά στα 50, υπάρχουν και πολλοί πιτσιρικάδες. Όπως υπάρχει και μεγάλη ζήτηση για σενάρια. Ή κάνω λάθος, επειδή βλέπω πολλές ταινίες βασισμένες σε κόμικς;

Θα έλεγα ότι τώρα είναι η χρυσή εποχή για τους φαν του Φανταστικού, γιατί υπάρχουν τόσα βιβλία, σειρές, κόμικς, ταινίες και παιχνίδια (RPG και στον υπολογιστή) και cosplay!

Ντρέπομαι, δεν ξέρω καν τι είναι το cosplay.

 

Το να ντύνεσαι με κοστούμια αγαπημένων σου χαρακτήρων από κόσμους του Φανταστικού: Σταρ Τρεκ, Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, Avengers. Κάποτε ήταν ενασχόληση μιας μικρής ομάδας φαν, τώρα έχουν διαδοθεί σ’ όλο τον κόσμο.

Ναι, αν ήθελα κάτι πάρα πολύ, θα ήταν να επισκεφτώ ένα ComiCon, αν και όχι… μασκαρεμένος. Να δω από κοντά όλον αυτό το χαμό.

Είναι εμπειρία! Ένας άλλος κόσμος.

Έχεις πάει;

Απ’ ό,τι μου λένε, δεν έχω πάει.

Χαχαχά!

Υπάρχουν και στην Ελλάδα ομάδες που ασχολούνται με cosplay, αλλά είπαμε: εγώ συνήθως είμαι στα παρασκήνια.  Όπως καταλαβαίνεις, μόνο αν η μέρα είχε 124 ώρες θα μπορούσε να τα προλάβει κανείς όλα αυτά. Και μετά θέλεις άλλες τόσες για όλη την υπόλοιπη καθημερινότητα.

Να ρωτήσω κάτι άλλο. Έχει χαθεί όλη η, πώς να την πω; η τρυφερότητα, ας πούμε, της παραλογοτεχνίας; Εννοώ, και εξηγούμαι: παραλογοτεχνία, όχι με την έννοια που λέμε «παραπολιτική», αλλά με την υπακοή σε κανόνες. Ας πούμε, στο νουάρ χάθηκε αυτό, οι σύγχρονοι συγγραφείς τούς αμέλησαν απολύτως, θέλοντας να κάνουν πιο μέινστριμ τα έργα τους. Όμως το νουάρ έχει κανόνες, έχει νόρμες, όπως και κάθε είδος. Δεν μπορεί ο ντετέκτιβ σου να είναι παίκτης του γκολφ και να πίνει PepsiDiet, ξέρω γω. Το ίδιο, αν δεν κάνω λάθος, συνέβη και με πολλά υποείδη τής ΕΦ.

Υπάρχουν οπαδοί της παράδοσης και οπαδοί της ρήξης. Είναι πλατύ ποτάμι με πολλά ρεύματα μέσα του.

Θα ήθελα πολύ να είχα μία, μερική έστω, εποπτεία, αλλά δεν γίνεται — όπως λες κι εσύ, δεν προλαβαίνουμε τίποτε. Δεν διαβάζω καν τα καινούρια Hugo και Nebula.

Το καινούριο μπορεί να συνυπάρχει με το παλιό. Υπάρχουν σήμερα βιβλία, π.χ., militarysciencefiction που θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί πριν από 30 ή 40 χρόνια. Και, παράλληλα, νέες φωνές που ακολουθούν τον δικό τους δρόμο. Στην Ελλάδα έχουμε το πρόβλημα της μικρής κλίμακας. Δεν έχουν εκδοθεί σημαντικοί συγγραφείς από τη δεκαετία του ’80 ακόμα, πόσο μάλλον οι σημερινοί. Γιατί η αγορά είναι μικρή.

Κατάλαβα. Ναι… Γυρνώ σε σένα: υπήρξες υπεύθυνος στη δεύτερη περίοδό του περιοδικού ΕΦ Απαγορευμένος Πλανήτης (πολύ αγαπημένες και οι δύο περίοδοί του) και είσαι αρχισυντάκτης των Φανταστικών Χρονικών της ΑΛΕΦ. Γενικά είσαι, παρασκήνιο-ξεπαρασκήνιο, ένας γκουρού του χώρου στην Ελλάδα. Να μιλήσουμε λίγο και για τα δύο: για την Ελλάδα ως χώρα πρόσληψης της ΕΦ, και για τα περιοδικά της.

Ευχαρίστως. Να πω καταρχάς ότι ο Απαγορευμένος Πλανήτης στην α΄ περίοδο με αρχισυντάκτη τον Δημήτρη Αρβανίτη ήταν μια αποκάλυψη όταν βγήκε το 1987, με τα διηγήματά του, τα πληροφοριακά άρθρα, και την έλλογη άποψη για την Επιστημονική Φαντασία. Ήμουν απλός αναγνώστης τότε και αργότερα ανέλαβα υπεύθυνος για τη β΄ περίοδο. Το Παρά Πέντε στήριξε από την αρχή τα κόμικς και την επιστημονική φαντασία. Εξέδωσε Φίλιπ Ντικ, Τόμας Ντις, Νόρμαν Σπίνραντ, σημαντικούς συγγραφείς με άποψη και περιεχόμενο. Και ο Απαγορευμένος Πλανήτης στα χρόνια πριν το Ίντερνετ πρόσφερε ενημέρωση και γνωριμία με την Επιστημονική Φαντασία, με ιδιαίτερη έμφαση στα διηγήματα, με ισορροπία σε όλες τις εποχές του είδους — είχαμε ένα θεματικό τεύχος για τη Χρυσή Εποχή, ένα άλλο με θέμα «Εξωγήινοι και Συνομωσίες» κλπ. Τα Φανταστικά Χρονικά είναι μια έκδοση της Αθηναϊκής Λέσχης Επιστημονικής Φαντασίας. Εκεί η έμφαση είναι στην αρθρογραφία, με κείμενα γραμμένα από φαν ειδικά για το περιοδικό, για όλα τα θέματα του Φανταστικού, για βιβλία, σειρές, ταινίες, ειδήσεις. Είχαμε κάνει και ολόκληρο τεύχος αφιέρωμα στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, πήραμε συνεντεύξεις από ξένους συγγραφείς και editor, ζητήσαμε και έγραψαν άρθρα φαν απ’ όλο τον κόσμο για μας. Για μένα, η πιο αγαπημένη μου στιγμή στην ενασχόλησή μου με το Φανταστικό. (Δεν είμαι πια αρχισυντάκτης, αποχώρησα λόγω έλλειψης χρόνου, δυστυχώς, αλλά οι τωρινοί υπεύθυνοι είναι καλοί φίλοι από την ΑΛΕΦ και το περιοδικό είναι εξαιρετικό). Κι αν μπορώ να προσθέσω κάτι για την Αθηναϊκή Λέσχη Επιστημονικής Φαντασίας. Η ΑΛΕΦ είναι μια ομάδα από φαν με σκοπό την προώθηση και την ενημέρωση για το Φανταστικό. Βρεθήκαμε για πρώτη φορά για να φτιάξουμε τη λέσχη 11 άτομα στις 14 Φεβρουαρίου του 1998. Από τότε η δραστηριότητά μας είναι συνεχής, κάνουμε εκδηλώσεις, ομιλίες, παρουσιάσεις βιβλίων, προβολές ταινιών, αναγνώσεις διηγημάτων. Διοργανώνουμε το Συγγραφικό Εργαστήριο για συγγραφείς του Φανταστικού, το Διεθνές Φεστιβάλ ταινιών SFF-Rated, και εκδίδουμε το περιοδικό Φανταστικά Χρονικά. Και το διασκεδάζουμε!

Όμορφα πράγματα, να ’στε καλά όλοι εκεί που ασχολείστε. Θέλει χρόνο, αλλά κυρίως θέλει γνώση. Ωραία, και από βιβλία, από Οίκους; Δεν έχουμε πια τους δυο-τρεις που δούλεψαν πάρα πολύ πάνω στο είδος τις δεκαετίες τού ’80 και του ’90, αλλά πάλι υπάρχουν κάποιοι, σωστά; Έχω δύο βασικούς αυτή τη στιγμή στο μυαλό μου.

Υπάρχουν εξειδικευμένοι εκδοτικοί Οίκοι που υπηρετούν το Φανταστικό και εκδίδουν τίτλους του είδους: Φανταστικός Κόσμος, Άγνωστη Καντάθ, JemmaPress, Anubisκαι άλλοι. Και μέινστριμ εκδότες βγάζουν επίσης τίτλους του Φανταστικού. Εκδίδουν επίσης και Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Κλειδάριθμος που έχει βγάλει Μιχάλη Μανωλιό και Ντίνο Κέλλη. Και αρκετοί άλλοι πέρα από αυτούς που ανέφερα.

Οπότε πάμε κατευθείαν στο Φανταστικό σαν κυρίως είδος, φεύγουμε από την ΕΦ, σωστά; Έχω στο νου μου, ας πούμε, τη fantasy, που έχει εδώ και χρόνια μία άνθηση στην ελληνική αγορά, ακόμη και πριν το GameofThrones.

Η φάνταζι τα πάει μια χαρά. Ο RobertJordan (εκδ. Φανταστικός Κόσμος), ο R.A. Salvatore (εκδ. Anubis), ο GeorgeR. R. Martin (εκδ. Anubis), πριν γίνει καν σειρά νομίζω, ο RaymondFeist (εκδ. η Άγνωστη Καντάθ) έχουν πιστούς αναγνώστες.

Ευτυχώς! Ωραία νέα.

Δεν οφείλεται μόνο στην επιτυχία του κινηματογραφικού Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, αλλά σε μια αίσθηση περιπέτειας και ηρωισμού που βρήκε ανταπόκριση στο κοινό.

Α, ναι, βέβαια, πριν το Got ήταν ο LOTR.

Ο Τόλκιν ήταν ο γενάρχης αυτού του είδους, και ασύγκριτος βέβαια.

Αν και πολύς κόσμος έχει αυτοκτονήσει προσπαθώντας να διαβάσει το Σιλμαρίλιον, πώς το λένε.

Να έχουμε και καλά νέα πού και πού, έτσι για αλλαγή.

Χαχά, ορθόν! …Να γυρίσουμε όμως πάλι σε σένα; Τι βιβλία έχεις μεταφράσει τελευταία, τι μεταφράζεις τώρα;

Πρόσφατα εκδόθηκαν οι Ανθρώπινες Μύγες του HansOlavLahlum από τις εκδ. Φανταστικός Κόσμος. Και μεταφράζω το δεύτερο βιβλίο της σειράς, το SatellitePeople. Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα του κλασικού τύπου: μυστήριο κλειδωμένου δωματίου. Ανήκει περισσότερο στην παράδοση της Άγκαθα Κρίστι και όχι του νουάρ, ένα εγκεφαλικό παζλ όπου πρέπει να συνταιριάξεις τα στοιχεία για να φτάσεις στο τέλος του λαβύρινθου. Μια από τις ωραίες στιγμές της νορβηγικής σχολής!

Υπέροχα! Έχω ήδη στα χέρια μου τις Μύγες, ανυπομονώ από τώρα για το δεύτερο της σειράς. Να τελειώσουμε με κάτι που θα περίμεναν μάλλον πολλοί, περισσότερο ίσως νέοι αναγνώστες; Έναν κατάλογο με βιβλία ΕΦ για κάποιον σχετικώς αμύητο;

Ωραία ιδέα.

Θα περιμένω! Πάω να κάνω έναν ακόμη νες.

Ιδού:

Isaac Asimov, Γαλαξιακή αυτοκρατορία.

Philip K. Dick, Το ηλεκτρικό πρόβατο.

Ursula K. Le Guin, Ο Αναρχικός των δύο κόσμων.

William Gibson, Νευρομάντης.

Harlan Ellison, Το πουλί του θανάτου.

Norman Spinrad, Ο Τζακ Μπάρον και η αιωνιότητα.

Arthur Clarke, 2001 Οδύσσεια του διαστήματος.

Μιχάλης Μανωλιός Αγέννητοι αδελφοί.

Douglas Adams, Γυρίστε το Γαλαξία με οτοστόπ.

Frank Herbert, Dune.     

Χριστόδουλε, σε υπερευχαριστώ! Και για την κουβέντα, και για όλα.

Κι εγώ σε ευχαριστώ πολύ, Κυριάκο! Ήταν ωραία συζήτηση!

 

09 Αυγούστου 2015

Τα αστυνομικά σε προδιαθέτουν, γενικά, για αστικό βροχερό σκηνικό, με σηκωμένους γιακάδες στην καμπαρντίνα και κατεβασμένο το μπορ του καπέλου, αλλά έπειτα θυμάσαι ξαφνικά τον εκτυφλωτικό ήλιο σε τόσα και τόσα βιβλία της Άγκαθα Κρίστι, την Κράισλερ (ή μήπως Ντοτζ;) του Φίλιπ Μάρλοουπου ποτέ δεν βρίσκει σκιερό μέρος σε όλο το Λος Άντζελες για να την παρκάρει και το τιμόνι της πάντα καίει, τα ματωμένα ηλιοβασιλέματα του Τζέιμς Μ. Κέιν κάπου στην επαρχιακή Καλιφόρνια, ή τα ιδρωμένα μέτωπα των ταραγμένων αντιηρώων στις σελίδες του Σιμενόν, οπότε ναι — τα αστυνομικά μυθιστορήματα ανήκουν κατά πολύ στο καλοκαίρι. Εδώ, πέντε που ξεχώρισα για διάβασμα τις προσεχείς ημέρες:

                              

  • Α.J. Kazinski, Ύπνος και θάνατος. Είχαμε πρωτογνωρίσει τον Τζέι Καζίνσκι και τον ντετέκτιβ του, τον διαπραγματευτή κρίσεων στην Αστυνομία της Κοπεγχάγης Νιλς Μπέντσον, πριν δύο χρόνια στον Τελευταίο καλό άνθρωπο, ένα μυθιστόρημα που έγινε διεθνές μπεστ-σέλερ. Αυτή τη φορά ο Μπέντσον ερευνά την αυτοκτονιά μιας γυναίκας που ήταν πρίμα μπαλαρίνα στο Βασιλικό Μπαλέτο της Δανίας, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και, υποτίθεται, δεν είχε κανένα λόγο να αυτοκτονήσει. Με την έρευνα, διάφορα σκοτεινά μυστικά θα βγουν στην επιφάνεια, καθώς και μία προσπάθεια να πειραματιστεί κανείς με το θάαντο, για να ανακαλύψει αν υπάρχει μεταθανάτια ζωή... «Παραδοσιακό» σκανδιναβικό αστυνομικό, αν μπορούμε να μιλάμε έτσι για το δημοφιλέστερο υποείδος τού crime novel παγκοσμίως. «Τζέι Καζίνσκι» λέγονται ο Anders Rοnnow Klarlund και ο Jacob Weinreich, λογοτεχνικό ζευγάρι, δημοφιλές όχι μόνο στη χώρα τους, τη Δανία, αλλά και διεθνώς. Από τις Εκδόσεις Λιβάνη.
  • Cilla & Rolf Borjlind, Η μεγάλη παλίρροια. Άλλο ένα συγγραφικό δίδυμο (αυτοί είναι και ζευγάρι στη ζωή), από τα πιο επιτυχημένα στη Σουηδία, και, από όσο μπόρεσα να ψάξω, μάλλον το κορυφαίο: γράφουν μυθιστορήματα αλλά και σενάρια για αστυνομικές ταινίες, τόσο για τον κινηματογράφο όσο και για την τηλεόραση (συνεργάζονται και με τον Arne Dahl), αφήνοντας το ένα είδος να επηρεάσει δημιουργικά το άλλο: τα βιβλία τους είναι «κινηματογραφικά», έχουν ωραίους διαλόγους και έξυπνη δομή — και πολύ σασπένς. Η Μεγάλη Παλίρροια είναι το πρώτο της σειράς με πρωταγωνιστές τον επιθεωρητή Τομ Στίλτον και τη νεαρή συνεργάτιδά του Ολίβια Ρένινγκ, που θα βαλθούν να λύσουν ένα παλιό φρικιαστικό έγκλημα που έλαβε χώρα σε ένα απομονωμένο σουηδικό νησί ενώ παράλληλα μία σειρά δολοφονιών αστέγων θα ταρακουνήσει τη Σουηδία, και κυκλοφορεί σε περίπου 30 χώρες. Επίσης αρχετυπικό σκανδιναβικό, χορταστικό και πλούσιο. Από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος.
  • Hans Olav Lahlum, Οι ανθρώπινες μύγες. Ο Νορβηγός Λάλουμ είναι μια ιδιότυπη περίπτωση συγγραφέως, που σε παρακινεί να τον διαβάσεις περιτρέχοντας απλώς το βιογραφικό του: ιστορικός, συγγραφέας βιογραφιών, δεινός σκακιστής, με εκκεντρικό ντύσιμο και γενικώς εμφάνιση, είναι μέλος του Σοσιαλιστικού Αριστερού Κόμματος και κατέχει, μεταξύ άλλων, το παγκόσμιο ρεκόρ συνέντευξης: ένα διήμερο του Μαΐου τού 2013, απαντούσε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων επί 30 ώρες. Οι Ανθρώπινες μύγες, που υπήρξαν το λογοτεχνικό του ντεμπούτο, και η τεράστια επιτυχία τους τον ώθησε να γράψει (μέχρι τώρα) άλλες 5 συνέχειες, πάντα με πρωταγωνιστές τον ντετέκτιβ Κόλμπορν Κρίστιανσεν και τη βοηθό του Πατρίσια Μπόρκμαν, ένας φόρος τιμής, όπως πληροφορούμαστε, στην Άγκαθα Κρίστι, σκαλίζουν τη νορβηγική ιστορία, πηγαίνοντας πίσω, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και σε μία σειρά από μυστηριώδη και σκοτεινά γεγονότα που συνέβησαν τότε, καθώς οι δύο ερευνητές προσπαθούν να διαλευκάνουν τη δολοφονία ενός ήρωα της Αντίστασης κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Από τις εκδόσεις Φανταστικός Κόσμος.
  • M.J. Arlidge, Α μπε μπα μπλομ. O Βρετανός M.J. Arlidge δουλεύει επί δεκαπέντε χρόνια στην τηλεόραση, πάντα στο χώρο του αστυνομικού, σαν παραγωγός και σεναριογράφος σειρών μυθοπλασίας για μεγάλα αγγλικά και αμερικανικά δίκτυα. Το Α μπε μπα μπλομ υπήρξε το ντεμπούτο του στη λογοτεχνία του είδους,  έκανε αμέσως παγκόσμια επιτυχία και γέννησε άλλες τρεις —μέχρι σήμερα, γιατί σίγουρα θα υπάρξουν και άλλες— συνέχειες. Κίνησε, μάλιστα, το ενδιαφέρον ακόμη και του Στίβεν Κινγκ, μετά τη στροφή που έκανε ο μετρ στο αστυνομικό μυθιστόρημα, που τουίταρε τον περασμένο Ιούλιο το εξής: «I am going to order that novel, EENY MEENIE». Καιρός ήταν. Πρωταγωνίστρια εδώ είναι η επιθεωρήτρια Έλεν Γκρέις, και ο villain ένας καθ' έξιν δολοφόνος που απάγει ζευγάρια θυμάτων, δυάδες, και σπρώχνει στο φόνο τον ένα απέναντι στον άλλο. Μια διαφορετική, όπως πληροφορούμαι, αντιμετώπιση των ιστοριών με serialkillers, ένα subgenre που μας ιντριγκάρει πάντα. Από τις Εκδόσεις Διόπτρα.
  • Σαντιάγο Ρονκαλιόλο, Η εσχάτη των ποινών. Ο Περουβιανός Ρονκαλιόλο (γεννημένος μόλις το 1975 αλλά με ένα πολύ πλούσιο συγγραφικό έργο ήδη στο ενεργητικό του) είναι μία ξεχωριστή περίπτωση συγγραφέα, που συνδυάζει τον πολιτικό του εαυτό με το «κοινωνιολογικό» μυθιστόρημα και το καθαρά αστυνομικό. Ο ήρωας της Εσχάτης των ποινών, ο εισαγγελέας Φέλιξ Τσακαλτάνα, έχει ξαναεμφανιστεί σε βιβλίο τού Σ.Ρ., στον Κόκκινο Απρίλη, αν και εδώ είναι πολύ πιο νέος: φρεσκοδιορισμένος στο Δικαστικό Μέγαρο της Λίμα. «Λίγος», άνευρος, δειλός, κάπως απροσάρμοστος κοινωνικά, χωρίς να εντυπωσιάζεται από τα όσα κοσμοϊστορικά συμβαίνουν γύρω του (βρισκόμαστε στα 1978 και όλη το Περού ενδιαφέρεται αποκλειστικά για το Μουντιάλ, ενώ μόλις έχει πέσει και η χούντα), ο Τσακαλτάνα θα χάσει, ξαφνικά, τον συμπαίκτη του στο σκάκι, έναν καθηγητή πανεπιστημίου, και θα επιχειρήσει να τον βρει — για να βρεθεί, και ο ίδιος, αντιμέτωπος με το βάναυσο πρόσωπο των λατινοαμερικάνικων δικτατοριών της δεκαετίας τού ’70.  Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.
08 Αυγούστου 2015

Προφανώς και είναι σύμπτωση που κάθε μέρα μάς αποχαιρετά και ένας ακόμη φίλος, ή κι άλλος ένας συνεργάτης μάς ενημερώνει πως, ξέρετε, φεύγω, άλλος τις επόμενες ημέρες, άλλος τον ερχόμενο μήνα, άλλος μες στη χρονιά, ή που μαθαίνουμε από σπόντα για έναν δικό μας άνθρωπο ότι έπιασε ήδη σπίτι στο εξωτερικό, γωνία τάδε οδού με δείνα λεωφόρο, και ψάχνει για έπιπλα και ηλεκτρικό φουρνάκι. Προφανώς… Σχεδόν, πάλι, το συνηθίσαμε πια: δεν μένουμε για πολλή ώρα αμίλητοι όπως τις πρώτες φορές. Είναι πιο εύκολο, γίνεται πιο εύκολο μέρα με την ημέρα. Ή, έτσι θα ’πρεπε. Ή έτσι θα ’θελα. Θα επικοινωνούμε άλλωστε, σωστά; Δεν θα χαθούμε. Όλοι ζούμε στο ίδιο μεγάλο χωριό, απλώς το δικό μας κομμάτι είναι αυτό που είχε κάποτε έλη, και μετά στάσιμα νερά, και αύριο, λένε, είναι να ’ρθουν πάλι τα έλη, και να μείνουν. Δεν θα χαθούμε. Μα δεν μπορώ βέβαια να κρύψω και τη ζήλια μου, που ξεπερνά το θαυμασμό μου, και ακόμα-ακόμα και το δέος που νιώθω μπροστά σ’ αυτές τις επιλογές. Όντας, ο ίδιος, άνθρωπος που δύσκολα μετακινείται, που δεν κάνει τουρισμό, που από μια αλυσίδα συγκυριών δεν έχει δει τις βασικές πόλεις του κόσμου, που φοβάται τις μετακομίσεις, που δεν μπαίνει σε αστικά λεωφορεία και μπορεί να μην επισκεφτεί καν και δεύτερο μπαρ σε όλη του τη ζωή (ναι, είμαι ταξιδιωτικά αναλφάβητος και τοπογραφικώς αμβλύνους), θαυμάζω απεριόριστα τις τέτοιες αποφάσεις, που ταυτόχρονα βέβαια με τρομάζουν και κάνουν το στομάχι μου να μουδιάζει. (Το είπα και χθες αυτό με το στομάχι. Ενδεχομένως θα το πω και αύριο — έστω: θα ισχύει). [§] Οι φίλοι που φεύγουν δεν θα ξανάρθουν. Και δεν θα θέλουν να μας θυμούνται. Όχι αυτό το κομμάτι του χωριού. Όχι αυτά τα έλη που ενέσκηψαν ξανά, και που θα μείνουν.

08 Αυγούστου 2015

Ένας φίλος ξεκινά ένα εκδοτικό με έδρα τη Θεσσαλονίκη, εξειδικευμένο (όπως πρέπει δηλαδή, στο χώρο μας τίποτε άλλο δεν μπορεί και δεν πρόκειται να αντέξει — ούτε τα παλιά μαγαζιά, εκτός από τέσσερα με πέντε μάξιμουμ: από τα εκατοντάδες υπόλοιπα, μόνο τα μικρά και ευέλικτα, με στοχευμένο κοινό, θα έχουν ελπίδες), δεν ξέρω με τι πόρους ή, κυρίως, με τι διάθεση. Αλλά με έκανε και καταχάρηκα, ειδικά όταν είδα τους πρώτους τίτλους που έχει βάλει κάτω. Ποιος ξέρει πόσα άλλα τέτοια ετοιμάζονται σ’ αυτή την έρμη χώρα. (Και, βέβαια, ποιος να ξέρει ακριβώς γιατί). [§] Κάπου δέκα από τους πιο αξιόλογους ανθρώπους που ξέρω, παρέα με τους εξήντα παλιούς, ετοιμάζουν από τώρα τις νέες εκπομπές τους για τον Αμάγκι, που ξεκινά τον Σεπτέμβριο την τέταρτη, κιόλας, χρονιά του: το κάνουν με τόση θέρμη που με καταπλήσσει, εγώ πια δεν την έχω. Άλλοι από αυτούς έχουν ξανακάνει ραδιόφωνο και το ξέρουν καλά, άλλοι είναι πολύ γνωστοί από αλλού. Είναι πολύ πέρα από συγκινητικό όλο αυτό· όπως λένε τα πιτσιρίκια, «με ξεπερνά» — αυτή η χρονιά θα αφήσει και ωραία σημάδια επάνω μας. [§] Άλλος πάλι φίλος, που έφυγε προ ολίγων ημερών και εγκαταστάθηκε στην Ουάσιγκτον, θα μας στέλνει ανταποκρίσεις από κει, κι αυτό κάνει την κοιλιά μου όλη και το στομάχι μου να μουδιάζουν. Σκεφτόμαστε κι εμείς, όλο, στο σπίτι ξένες μεγάλες, ιστορικές πόλεις που θα επισκεφτούμε όταν… όταν θα φτάσει ο καιρός. Τώρα, που δεν γίνεται, χαιρόμαστε απλώς να το κάνουμε: να σχεδιάζουμε αυτά τα ταξίδια. Κι ας μη γίνεται να τα κάνουμε — δεν πειράζει απολύτως, ξέρεις. Λιγάκι, αν το δεις κάπως, είναι σαν να έχουμε αρχίσει να ετοιμάζουμε τις βαλίτσες μας. είμαστε καλά. Και φυσικά θα τα κάνουμε τα ταξίδια. [§] Έκανε μπουρίνι εδώ στη Θεσσαλονίκη, ξέπλυνε τα πάντα, η θάλασσα πήρε αυτό το γκριζοκαφέ χρώμα της αντάρας που παίρνει από την αρχή, κι έδειχνε να φεύγει προς το λιμάνι, και παραπέρα — ποιος ξέρει για πού. Τα κοιτούσαμε, όλοι, ανταριασμένοι. Ήταν ξαφνικό, κράτησε πολύ, είχε δύναμη, ξεπερνούσε με άνεση όλους μας τους φόβους. [§] Τίποτε, τίποτε δεν θα χαθεί, τίποτε δεν θα πάει χαμένο. Αν μη τι άλλο, στο λογαριασμό τού τέλους θα έχουμε ισορροπία: όποιος κι αν νίκησε, όταν κλείσει η σκακιέρα τα μαύρα και τα άσπρα κομμάτια είναι ισοδύναμα. Κάπως έτσι πάει, κάπως έτσι θα πάει και με μας.

06 Αυγούστου 2015

Όλα κυλούν αργά, καθώς η Συμφωνία γράφεται, και γράφεται, και γράφεται στο λόμπι του Χίλτον. Το Grexitκατακτάται διά της ραθυμίας, της πνευματικής-πολιτικής μας οκνηρίας, όπως αυτή που επιδεικνύει ένας ασβεστολιθικός βράχος απέναντι στην αργή, υπομονετική επίθεση του νερού. Αλλά: αυτά είναι τα καλά νέα. Τα άσχημα μαντάτα είναι που από Δευτέρα και για ένα δεκαπενθήμερο ακόμα όλα αυτά δεν θα έχουν καμία απολύτως σημασία. Όλα, όλα μα όλα, θα τυλιχτούν από το καλοκαίρι, το ελληνικό, καυτό, σκληρό καλοκαίρι. Αυτό όπου μέσα του λιώνει και χάνεται ακόμη και ο ήχος από τις ξύλινες ρακέτες, ώς και αυτές ακόμη οι τερατώδεις τσιρίδες από τους γόνους των Ελλήνων. (Θαύμα, θαύμα: τα ξένα πιτσιρίκια, από κάθε φυλή του Ισραήλ, δεν ουρλιάζουν λες και τα σφάζεις). Έτσι κι εσύ, κι εγώ, θα ξεχάσουμε και θα ξεχαστούμε, θα βλέπουμε τα λόγια μας να γίνονται αλάτι και ατμός, και καψαλιασμένη επιδερμίδα, και τίποτε δεν θα έχει σημασία. Το ελληνικό καλοκαίρι: αυτός ο μικρός εξακολουθητικός θάνατος. Τον Αύγουστο, και κυρίως τούτον εδώ, δεν θα ’χει ειδήσεις στην Ελλάδα. Θα τις καταπιεί ένα άχαρο ηλιοβασίλεμα, ένα ανάμεσα στα τόσα, θα τις σκεπάσει η γεύση του καρπουζιού καθώς ο χυμός του θα κυλάει στο πιγούνι μας. Ή, κι αν θα ’χει, θα τις μάθουμε από τις ξένες εφημερίδες, όταν και οι τελευταίοι, οι βασιλείς της αμεριμνησίας, επιστρέψουν. Αυτή η Συμφωνία θα γραφεί στην άμμο της θαλάσσης.

06 Αυγούστου 2015

Το #1 χαρακτηριστικό της κυβέρνησης των δύο μεγάλων ηγετών που έχουμε την τιμή να μας υπηρετούν ήταν το εξής: η φούρια. Ποτέ ξανά, και πουθενά στον κόσμο, μία κυβέρνηση δεν βιάστηκε τόσο πολύ να αλλάξει τα πάντα, και μάλιστα όχι σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, αλλά από την πρώτη στιγμή. Θα έλεγε κανείς πως είναι περίεργο που κανείς μας σχεδόν δεν το θυμάται, αλλά όχι, δεν είναι και τόσο: στο μεταξύ αυτό, η χώρα έχει κυλήσει κουτρουβαληδόν πίσω, οι κόποι μιας πενταετίας πήγαν στράφι, οι μισοί φίλοι μας πήγαν στο εξωτερικό και οι άλλοι μισοί ετοιμάζουν τα χαρτιά τους, ενώ ο Γολγοθάς της επόμενης γενιάς ακόμη δεν ξεκίνησε — είναι λογικό να μην το θυμόμαστε. Και όμως, ήταν εκπληκτικό. Όλα έπρεπε να αλλάξουν άρδην, να αναποδογυρίσουν, να διαστραφούν, από την πρώτη εβδομάδα. Η Ελλάδα έπρεπε να αποκοπεί από τη Δύση και να προσδεθεί στη Ρωσία του παρανοϊκού Πούτιν, με τον Κοτζιά να πετάει σάλια και να γυαλίζει το μάτι του. Το ευρώ έπρεπε να εγκαταλειφθεί και η δραχμή να επανέλθει asap, κι όλοι οι τρελοί πάσχισαν να το κάνουν πράξη, με κάθε τρόπο, και σίγουρα με όλους τους αλλοπρόσαλλους. Όλοι οι νόμοι περί την Παιδεία έπρεπε να καταργηθούν και να αντικατασταθούν με άλλους, προσκείμενους στην κουλτούρα του Κρυφού Σχολειού και των φαιών του υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η Αμυγδαλέζα έπρεπε να κλείσει, και οι ματανάστες να επιστραφούν στις πόλεις, αβοήθητοι και με χτυπηματάκια στην πλάτη — με όσο θράσος μπορεί να κουβαλά ένας Αριστερός χαφιές. Ακόμη και στην μπάλα, για όνομα του Θεού, επιχειρήθηκαν να γίνουν «τομές», που θα σήμαιναν την άμεση αποβολή των ομάδων μας από τα ευρωπαϊκά τουρνουά. (Και είναι οι μόνες ενέργειες που πήρε πίσω η κυβέρνηση, γιατί οι ιδιοκτήτες των μεγάλων ομάδων είναι πιο ισχυροί από την αντιπολίτευση). Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα, όρεξη να ’χει κανείς — και δεν μιλώ καν εδώ για πράγματα που είχαν πει προεκλογικά, όπως η επαναλειτουργία τής ΕΡΤ, ας πούμε, ή η επαναπρόσληψη των καθαριστριών τού ΥΠΟΙΚ και άλλα τέτοια αμιγώς φασιστικά. Και δεν μιλώ, φυσικά, ούτε για τις μεταρρυθμίσεις που μας επέβαλλαν, γεροί να ’ναι, οι εταίροι μας, μπας και ορθοποδήσουμε ποτέ, και που ποτέ δεν θα γίνουν: αυτά τα είχαν ξεκαθαρίσει από τα πριν. Όχι, μιλώ για όλα τα άλλα, για όλο το σόου αυτού του τσίρκου, αυτού του θεάτρου ποικιλιών. Φούρια: μια άποψη για τη διακυβέρνηση που δεν έχει προηγούμενο, ούτε και θα έχει επόμενο, πουθενά και ποτέ. Λες και πίστευαν πως θα έπεφταν πολύ σύντομα, οπότε όφειλαν να αφήσουν ένα στίγμα, ένα χάρτη προθέσεων, ή λες και στ’ αλήθεια θεωρούσαν πως όλα αυτά ήταν «για το καλό», που έλεγε και η ψυχωσική Κάθι Μπέιτς στο Μίζερι, και ότι μπορούσαν και να τα κάνουν, ότι είχαν τις δυνατότητες, τις δεξιότητες, ό,τι απαιτούνταν... Δεν ξέρω τι είναι χειρότερο. Αν και, από τα δυο μαζί, χειρότερος είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε εμείς όλοι αυτή την κατάσταση, που μαθηματικά (κυριολεκτικώς) οδηγεί τη χώρα σε έναν ακόμη εμφύλιο (γιατί η φτώχεια και ο αυταρχισμός δεν είναι κατιτί στατικό: φέρνουν χούντα, και φέρνουν αίμα — λυπάμαι, δεν είναι όλα δείκτες και νούμερα, η ζωή έχει πολλή σάρκα). Χειρότερες δεν είναι οι διακοπές του Τσίπρα εν μέσω χρηματιστηριακού κραχ, αλλά οι διακοπές της φιλοευρωπαϊκής μας αντιπολίτευσης: η βουκολική αμεριμνησία της. Το αντιδημοκρατικό ΚΚΕ κάνει περισσότερη δουλειά για τη Δημοκρατία μας απ’ ό,τι οι τρεις άλλοι μαζί.

05 Αυγούστου 2015

Μια μικρή ιστορία, μία ανάμεσα στις τόσες. [§] Ο πατέρας του είχε μία μονάδα — παρήγε κάτι, επί χρόνια. Ο γιος εγκατέλειψε την καριέρα του στη Γερμανία, που δεν είχε σχέση με το αντικείμενο της επιχείρησης, επέστρεψε εδώ και ανέλαβε τη διοίκηση. Είναι πρότυπη πλέον, μοναδική στην Ελλάδα και βραβευμένη. Ο ίδιος τιμήθηκε από τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και από άλλους πολιτειακούς θεσμούς. Είναι γνωστή, πολύ περισσότερο από όσο θα πίστευε κανείς αν ήξερε τον τζίρο της: τα μικτά της ετήσια κέρδη ίσα που ξεπερνούν τις 500.000 ευρώ. Ο ίδιος έλεγε σε μια παρέα χθες πως ο δικός του μισθός είναι 1.500 ευρώ το μήνα. Εργάζεται όλη την ημέρα. Δεν έχει άλλους πόρους. Ο πατέρας του είναι πια στο νοσοκομείο, και προ μερικών μηνών πουλήθηκαν όλα τα περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας για να πληρωθούν τα έξοδα της νοσηλείας του. Ίσως φτάσουν, ίσως όχι. Λόγω των περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων, η επιχείρηση κινδυνεύει να κλείσει — και μάλιστα άμεσα. Ένα αφεντικό λιγότερο, σωστά; Ένα αφεντικό λιγότερο. [§] Συμβαίνουν όμως και όμορφα πράγματα: είναι όλα τους προσωπικά, έχουν να κάνουν μόνο με σένα και μένα, είναι βαφτισμένα με το όνομά μας, και είναι ωραία και ακριβά. Να τα ποτίζουμε καθημερινά, να μη χαθούν. Να τα ποτίζουμε καθημερινά.

04 Αυγούστου 2015
Σελίδα 24 από 57