Ένα θεμελιώδες πρόβλημα που διατυπώθηκε από τους πρώτους σοβαρούς πολιτισμούς είναι η κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Λίγες προσωπικότητες καταπιάστηκαν με μία κάποια επιτυχία με την επίλυση αυτού του μεγάλου γρίφου, με κάθε μία από αυτές να φωτίζει συγκεκριμένες, μικρές πλαγιές, σε ένα βουνό που ακόμα παραμένει ολοσκότεινο. Ίσως η πιο αμφιλεγόμενη μα και πιο διεισδυτική από αυτές, ο Ζίγκμουντ Φρόυντ.
Το μεγαλείο του έργου του πηγάζει από το γεγονός ότι είναι αχρονικό. Θα μπορούσε να έχει γραφεί από έναν Αθηναίο το 500 π.Χ., από έναν διανοητή της Αναγέννησης, ή να αποτελεί καρπό ενός πολιτισμού αρχαιότερου ακόμη και από αυτούς που γνωρίζουμε. Τα βασικά συστατικά της ψυχής δεν γνωρίζουν χώρο και χρόνο – επιθυμία, ένστικτό, έρωτας, όνειρο, πόνος και θλίψη. Η ύπαρξη συνεπάγεται διλήμματα, επιλογές και συνεπώς προβλήματα. Και όμως, κανείς δεν είχε προσφέρει μια ενωμένη προσέγγιση αυτών των πλευρών, πριν από τον Φρόυντ.
Ο συγγραφέας που μας απασχολεί όμως, δεν ήταν κυνηγός της ωμής αλήθειας. Υπήρξε κυνηγός της διάκρισης. Και ο τρόπος που του έλαχε για να φτάσει στη φήμη ήταν αυτός της ανακάλυψης. Σε αντίθεση με άλλους μεγάλους στοχαστές της ανθρώπινης κατάστασης, διαφέρει κατά κράτος. Σίγουρα δεν είχε καμία διάθεση να διαταράξει την κοινωνική ιεραρχία της εποχής του. Όλα μάλιστα συνηγορούν πως οι επίμονες προσπάθειές του να ανελιχθεί στην ακαδημαϊκή ιεραρχία της ιατρικής στη Βιέννη της fin de siècle ήταν παράγωγο της διάθεσής του να κερδίσει τη θέση του στον κύκλο αυτό. ‘Οπως αναφέρει σε γράμμα στη Μάρθα, σχετικά με τις εργασίες του πάνω στην κοκαΐνη,
αν τα πράγματα πάνε καλά, είμαι σίγουρος ότι θα τραβήξω την προσοχή επάνω μου για αρκετό καιρό, γεγονός απαραίτητο για να συνεχίσω το δρόμο μου – όλα όσα ευχόμαστε θα γίνονταν πραγματικότητα.[1]
Αυτό το σχόλιο δεν πρέπει να εκληφθεί ως ειδική και μοναδική περίπτωση, αλλά ως καθολικό φαινόμενο που περιγράφει την ψυχοσύνθεση του.
Έτσι λοιπόν, η ψυχαναλυτική θεωρία δεν αποτελεί την κορύφωση μίας μακροχρόνιας και ομοιογενούς διαδικασίας που απασχολείται με την ανάλυση των ψυχικών καταστάσεων. Είναι απλώς η τρίτη σκάλα στην οποία αποπειράθηκε να αναρριχηθεί, για να φτάσει στην καταξίωση και την οικονομική ανεξαρτησία. Και θεωρώ πως είναι η τρίτη, διότι έχουν προηγηθεί άλλες δύο, λιγότερο γνωστές. Από τη μία πλευρά, η προσπάθεια κατανόησης της αναπαραγωγής και των σχετικών οργάνων των χελιών. Από την άλλη, η εξερεύνηση της θεραπευτικής/αναισθητικής δράσης της κοκαΐνης.
Τα χέλια και η κοκαΐνη
Η πρώτη, όταν το 1876 όντας 20χρονος φοιτητής ιατρικής, πηγαίνει στην Τεργέστη έπειτα από προτροπή του καθηγητή του, Καρλ Κλάους, με σκοπό την ανατομική μελέτη των χελιών και την εύρεση των γεννητικών τους οργάνων. Μπορεί να μη φαίνεται ως ιδιαίτερα συναρπαστικό αντικείμενο μελέτης, όμως έχει ταλαιπωρήσει μερικά από τα λαμπρότερα μυαλά από την αρχαιότητα έως σήμερα, χωρίς να έχει δοθεί ακόμη απάντηση. Ο Αριστοτέλης, λόγου χάρη, συμπέρανε πως αναδύονταν αυθόρμητα από λάσπη και βροχόνερο. Και μπορεί οι έρευνες του νεαρού Ζίγκμουντ να μην είχαν αποτέλεσμα, ενείχαν όμως την υπόσχεση ενός λαμπρού μέλλοντος.
Η δεύτερη περίοδος της επιστημονικής του περιέργειας είναι πιο γνωστή. Αφορά την εξερεύνηση της χρήσης της κοκαΐνης. Δεν είναι μυστικό πως οι κοινωνίες επιλέγουν τα ναρκωτικά τους. Κάπως έτσι ήταν και τότε. Το αλκοόλ αντιμετωπιζόταν από πολλές ομάδες, όπως το κίνημα της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική, ως αντισυμβατικό με τις αξίες της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, η κοκαΐνη ήταν κάτι άγνωστο που μπορούσε να έχει θετικές κοινωνικές επιδράσεις, μέσω της φημολογούμενης αύξησης της παραγωγικότητας που προκαλεί, ειδικά στις χειρωνακτικές εργασίες.
Την εποχή του ώριμου Φρόυντ, η κοκαΐνη δεν είχε το κοινωνικό στίγμα που έχει σήμερα. Αυτό που είναι όμως λιγότερο γνωστό είναι η αναισθητική της λειτουργια, καθώς και το γεγονός ότι αποτέλεσε το πρώτο αποτελεσματικό τοπικό αναισθητικό που χρησιμοποιήθηκε για επεμβάσεις στο μάτι. Στο δοκίμιό του, Ueber Coca (Για την Κόκα), ο Φρόυντ αναλύει την ιστορία της κοκαΐνης, τις επιδράσεις της στα ζώα, τους ανθρώπους και στις επιδόσεις τους. Φαίνεται να προσπαθεί έντονα να της αποδώσει θεραπευτικές ιδιότητες, είτε αυτές αφορούν την θεραπεία του εθισμού στη μορφίνη είτε την καταπολέμηση της υστερίας. Σε ένα σημείο του δοκιμίου του, κλείνει το μάτι σε μελλοντική έρευνα πάνω στην αναισθητική της λειτουργία, την οποία όμως εκείνος αναβάλλει για μετά το πέρας του καλοκαιριού, το οποίο θα περνούσε με τη Μάρθα. Στο μεσοδιάστημα, ο Καρλ Κόλερ (Karl Koller), επηρεασμένος από το άρθρο του Φρόυντ, δοκιμάζει την κοκαΐνη αρχικά στα μάτια βατράχων και στη συνέχεια ανθρώπων, με επιτυχία στην επίτευξη της επιθυμητής τοπικής αναισθησίας.
Θέλω να κάνω μία αναδρομή στα παλιά για να διηγηθώ πως ήταν λάθος της αρραβωνιαστικιάς μου το ότι δεν έγινα διάσημος όταν ήμουν νέος. Από ένα ενδιαφέρον έξω από τις σπουδές μου, αλλά παρ’ όλα αυτά βαθύ, οδηγήθηκα, το 1884, να φέρω από την εταιρεία Merck ένα αλκαλοειδές, ωστόσο ελάχιστα γνωστό, την κοκαΐνη, για να μελετήσω τις φυσιολογικές της ενέργειες. Έτσι ρίχτηκα σε αυτές τις εργασίες για να μπορέσω να προσφέρω στον εαυτό μου τη δυνατότητα ενός ταξιδιού, που θα μου επέτρεπε να ξαναδώ την αρραβωνιαστικιά μου, την οποία και είχα αποχωριστεί για δύο χρόνια. Διατύπωσα ταχέως τα συμπεράσματά μου για την κοκαΐνη στη δημοσίευσή μου και ανακοίνωσα ότι σύντομα θα βλέπαμε τις νέες εφαρμογές αυτής της ουσίας. Ταυτόχρονα, συνέστησα στο φίλο μου, τον οφθαλμίατρο L. Konigstein, μέχρι ποιο σημείο μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι αναισθητικές ιδιότητες της κοκαΐνης σε έναν άρρωστο οφθαλμό. Όταν επέστρεψα από την άδεια, έμαθα ότι όχι αυτός, αλλά ένας άλλος φίλος, ο Karl Koller, στον οποίο είχα επίσης μιλήσει για την κοκαΐνη, είχε κάνει κάποια καθοριστικά πειράματα πάνω στα μάτια των ζώων και τα είχε παρουσιάσει στο οφθαλμολογικό συνέδριο της Χαϊδελβέργης. Ο Koller θεωρείται κατά συνέπεια αυτός που ανακάλυψε την τοπική αναισθησία με κοκαΐνη, που έγινε πολύ σημαντική για τις μικροεπεμβάσεις. Παρ’ όλα αυτά, δεν κράτησα μνησικακία στην αρραβωνιαστικιά μου για τη χαμένη ευκαιρία.[2]
Το απόσπασμα αυτό αφήνει μια υπόνοια ότι κάποιο πρόσωπο είναι άξιο μομφής. Ενδεχομένως, στην πραγματικότητα, ο Φρόυντ να μέμφεται τον ίδιο του τον εαυτό και την αδράνειά του. Όπως και να ’χει, όμως, η ιστορία σίγουρα δεν έχει υπάρξει αχάριστη μαζί του, αποδίδοντας τα σχετικά εύσημα.
Ηomo universalis
Πέρα από το κυνήγι της δόξας, είναι γνωστό ότι ο πατέρας της ψυχανάλυσης έκανε συχνή χρήση κοκαΐνης, τόσο για ψυχαγωγικό σκοπό όσο και για να τον κρατάει σε εγρήγορση και να παραμένει παραγωγικός. Δεν είναι ψέμα ότι το magnum opus του, που του χάρισε το πρώτο δείγμα παγκόσμιας αναγνώρισης, αλλά και κριτικής, Η ερμηνεία των ονείρων και η ανάλυση του Εγώ, γεννήθηκε στο μυαλό του ενώ έκανε ακόμα χρήση του διεγερτικού. Έχει εύλογα υποστηριχτεί ότι η ψυχανάλυση ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών του Φρόυντ να συλλάβει τις διάφορες καταστάσεις της ύπαρξης, υπό την επήρεια της κοκαΐνης.
Η καθιέρωση της ψυχανάλυσης παραπέμπει εν πολλοίς σε κίνημα, με τον Φρόυντ να συσπειρώνει γύρω του υποστηρικτές και να προσπαθεί, κάποτε άδηλα και κάποτε έκδηλα σε άλλες, να επιβάλει ένα κεντρικό δόγμα που να μην επιδέχεται σημαντική απόκλιση. Μέσω αυτής, ο στοχαστής κέρδισε επάξια τη θέση του στην αιωνιότητα. Ίσως πιο πολύ ως φιλόσοφος παρά ως αυθεντικός επιστήμονας, όπως θα επιθυμούσε. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που δεν του απεδόθη ποτέ το Νόμπελ Ιατρικής, παρότι είχε προταθεί 12 φορές. Τα συμπεράσματά του ήταν έντεχνα οχυρωμένα και δεν μπορούσαν να δεχθούν τον ασφυκτικό έλεγχο του πειράματος και της εμπειρικής εξέτασης.
Αλλ’ ό,τι και να του προσάψει κανείς, η ανθρωπότητα δεν δύναται να λησμονήσει τη συνεισφορά του. Τη συνεισφορά ενός homo universalis, πνεύματος άλλης εποχής και φρουρός μίας παλαιάς παράδοσης, που πάλευε να αφουγκραστεί το zeitgeist της Βιέννης και της Ευρώπης στη δύση του μακριού 19ου αιώνα, επιχειρώντας να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα που έμεναν αναπάντητα.
[1] Sigmund Freud, Χειρόγραφα Κοκαΐνης, Ερατώ, σ. 315-316.
[2] Sigmund Freud, Η ζωή μου και η ψυχανάλυση, μετάφραση: Γιώργος Ραφτόπουλος, Δαμιανός, Αθήνα χ.χ.