Σύνδεση συνδρομητών

Παπιγιόν με κλιπς

Τετάρτη, 08 Δεκεμβρίου 2021 01:30
O K.Θ. Δημαράς. Νεανική φωτογραφία του, από τη συλλογή του Φίλιππου Παππά.
Συλλογή Φίλιππου Παππά
O K.Θ. Δημαράς. Νεανική φωτογραφία του, από τη συλλογή του Φίλιππου Παππά.

Οκτώβρης 1972, χρόνια της Χούντας ακόμα, ο Δημαράς, που πρόσφατα έχει αναλάβει τη διεύθυνση του Νεοελληνικού Ινστιτούτου στη Σορβόννη, τα λέει με φοιτητές του στη Βιβλιοθήκη του σπουδαστηρίου –«Τι θέμα να βάλουμε για το φετινό σεμινάριο;», ρωτά. –«Κοινωνικοί αγώνες και γλωσσικό ζήτημα», πετάγεται η Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου, πάντα ζωηρή και μέσα στα πράματα. –«Πολύ ωραία!», απαντά ο Δημαράς. «Να δούμε τώρα πώς θα το ονομάσουμε». (Αυτά τα έχω ακούσει από την ίδια τη Ρένα Πατρικίου.) (αφιέρωμα στον Δημαρά, τεύχος 123)

Νομίζω πως δεν έχω γνωρίσει άλλον άνθρωπο που να φροντίζει να πραγματοποιήσει ό,τι θεωρεί σωστό και χρήσιμο, προχωρώντας μεθοδικά, βήμα-βήμα, χωρίς δισταγμούς και παλινωδίες, μεριμνώντας όμως επιμελώς να αποφύγει κάθε πολιτικό σκόπελο που θα μπορούσε να δυσκολέψει τον γενικότερο προγραμματισμό του. Από πολύ νωρίς, μέσα της δεκαετίας του 1930, είχε πεισθεί πως ο τόπος χρειαζόταν ένα «ερευνητικό ίδρυμα» σαν τα αντίστοιχα της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης, ανεξάρτητο από τα Πανεπιστήμια. Και οι συνθήκες φάνηκαν ευνοϊκές μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Ο νούμερο ένα κίνδυνος εκείνη τη εποχή ήταν η Φιλοσοφική Σχολή του «Αθήνησι», ιδίως οι φιλόλογοι – μετριότατοι επιστημονικά (έως και ανύπαρκτοι), οπισθοδρομικοί από κάθε άποψη (έμπαιναν στο μάθημα με τον βοηθό από πίσω τους να κρατάει την τσάντα· και οι φοιτητές να κάθονται χωριστά, τα αγόρια από ’δώ, τα κορίτσια από κει), σκληροπυρηνικοί καθαρευουσιάνοι, και διάφορα άλλα. Ο Δημαράς για τους αποφύγει, και για να έχει το ελεύθερο στους σχεδιασμούς του, συμμάχησε με το παλάτι, και βέβαια έκανε εξαίρεση για τον Διονύσιο Ζακυθηνό, που και γερός επιστήμονας ήταν, και έντιμος άνθρωπος.

Τους ερευνητές του «Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών» τους διάλεξε με πολλή προσοχή, σε μια εποχή που «επαγγελματίες» νεοελληνιστές, με μεταπτυχιακές σπουδές, δημοσιεύσεις, ή παρουσίες σε συνέδρια δεν υπήρχαν ούτε για δείγμα. Σκέφτηκε μάλιστα έξυπνα και τολμηρά· όρισε ο μισθός τους να είναι κατά τι μικρότερος από του πρωτοδιοριζόμενου καθηγητή (τότε διορίζονταν όλοι, και σχετικά γρήγορα) για ν’ αποφύγει τις έξωθεν πιέσεις από ποικίλους ημετέρους. Και δεν επέλεξε τους παλιούς του συνεργάτες, παρά νέους που ξεκίναγαν την καριέρα τους – το πόσο πέτυχε φάνηκε από την πορεία του Ιδρύματος.

1958 ίδρυση, 1960 λειτουργία· η χρήση της δημοτικής γλώσσας δεν ήταν εύκολα επιτρεπτή σε κρατικούς φορείς. Ο Δημαράς βρήκε τρόπο να παρακάμψει το πρόβλημα· ιδρύει το 1962 τον «Όμιλο Μελέτης Ελληνικού Διαφωτισμού», που αρχίζει από το 1963 να εκδίδει το περιοδικό Ο Ερανιστής, τέσσερα τεύχη κάθε χρόνο. Στην ουσία το περιοδικό βγαίνει από τα μέλη του «Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών»· όχι πως δεν υπάρχουν και ξένες συνεργασίες, αλλά την εκδοτική επιμέλεια, τις διορθώσεις, τα ευρετήρια, τα διεκπεραιώνουν οι συνεργάτες του «Κέντρου», και τα περισσότερα άρθρα είναι δικά τους ή του Δημαρά. Καθώς πρόκειται για το περιοδικό ενός «Ομίλου», όχι του Ιδρύματος Ερευνών (που ακόμα τότε δεν ήταν «εθνικό» παρά «βασιλικό»), η δημοτική είναι αποδεκτή. Στις αυτοτελείς όμως εκδόσεις του «Κέντρου», που δεν ήταν παρά κατάλογοι, ευρετήρια, βιβλιογραφίες, οι πρόλογοι του Δημαρά γράφονταν σε λιτή, κομψή καθαρεύουσα – ώστε ουδείς ψόγος. (Με την ευκαιρία, ας θυμηθούμε με πόση πολλή επιμονή στήριζε ο Δημαράς όλα ετούτα τα πρακτικά βοηθήματα: «ρητορεύουμε», έγραφε σε μια επιφυλλίδα του, «όταν δεν ξέρουμε, αλλά και όσο ρητορεύουμε δεν μπορούμε να μάθουμε, ούτε να πληροφορήσουμε· ένας μεγάλος φαύλος κύκλος».)

Με τον «Όμιλο Μελέτης Ελληνικού Διαφωτισμού» πέτυχε κι έναν δεύτερο σημαντικό στόχο, το  «Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών» συνδέθηκε και με τον χώρο των ποικίλων ερευνητών, που ήταν τότε πολλών λογιών ερασιτέχνες ιστορικοί, δικηγόροι, καθηγητές γυμνασίου, ανένταχτοι φιλομαθείς – για να παραφράσω τη στερεότυπη έκφραση. Η επαφή του Δημαρά με το ευρύτερο κοινό, αυτούς τους ανένταχτους, ήταν επίμονη – και δεν διαφαίνεται μόνο από την αδιάκοπη επιφυλλιδογραφία του. Όταν ιδρύθηκε το περιοδικό Εποχές, πρώτο τεύχος τον Μάιο του 1963, όλοι οι συνεργάτες του Κέντρου, μαζί και οι παλιοί συνεργάτες του, ετοίμασαν μελέτες υψηλής εκλαΐκευσης που φιλοξενήθηκαν στις σελίδες του περιοδικού. Πρώτη ενότητα, «Σταθμοί προς τη νέα Ελληνική κοινωνία», έξι πρωτοποριακές από κάθε άποψη μελέτες, γραμμένες από ανθρώπους που μόλις είχαν περάσει τα τριάντα. Πρωτοποριακές και για την πηγή απ’ όπου αντλούσαν (ξεχασμένα απομνημονεύματα, άγνωστες περιγραφές του τόπου και των προϊόντων του, ένα σατιρικό κείμενο που επιδίωκε να εμφανιστεί ως λογοτεχνία, τα τελευταία χρόνια του Κοραή και η ευρύτατη γκάμα των αντιδράσεων όταν πέθανε), πρωτοποριακές και για την οπτική ματιά τους, αλλά και –«the medium is the message»– επειδή οι μελέτες εμφανίζονται σ’ ένα περιοδικό γενικής παιδείας (ανά ένα στα τχ. 13-18 από τον Μάιο έως τον Οκτώβρη του 1964), ενώ βέβαια όλες θα ταίριαζαν και στον ειδικευμένο Ερανιστή. Και η ομοβροντία επαναλαμβάνεται το 1966 (τχ. 39-44, Ιούλιος έως Δεκέμβριος) με τους περιηγητές, που ας σημειώσουμε, δεν ήταν καθόλου οικείο θέμα ακόμα τότε.

Ήρθε όμως η Δικτατορία και τα πράγματα πήραν άλλη γραμμή· οι Εποχές έκλεισαν, τρεις από τους συνεργάτες βρέθηκαν με επιστημονική άδεια στο Παρίσι (και φρόντισαν να μη γυρίσουν, όσο κρατούσε η Χούντα), όμως το Ίδρυμα δεν έπρεπε να σβήσει ούτε ο Ερανιστής, που, αν και αποδυναμώθηκε, δεν ανέστειλε ωστόσο την κυκλοφορία του. Ο Δημαράς προσπάθησε να μην παραιτηθεί, αλλά φαίνεται πως κάποια στιγμή –δεν ξέρω καθόλου τις λεπτομέρειες– δεν υπήρχε άλλη λύση. Έτσι έφυγε για το Παρίσι, κι ανέλαβε τη θέση στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο.

***

Η σχέση του Δημαρά με τα βιβλία ήταν πολλαπλή, όπως και πολλαπλά παράδοξη. Να μην ξεχνάμε πως από το 1928 ώς την Κατοχή εργάζεται στο βιβλιοπωλείο «Κάουφμαν», πηγή του γαλλικού βιβλίου στην Ελλάδα. Προφανώς η κύρια ευθύνη του θα ήταν να συμβουλεύει τους ανένταχτους φιλομαθείς – δεν θυμάμαι αν έχει αφηγηθεί λεπτομέρειες σε καμία από τις πλούσιες συνεντεύξεις που έδινε στα ύστερά του χρόνια. Αυτή τη σκηνή μας την είχε διηγηθεί μια φορά στην Ιωάννα Πετροπούλου και σ’ εμένα, και θα προσπαθήσω να την αναθυμηθώ όσο γίνεται πιστά. Ένας καθηγητής του στο πανεπιστήμιο ήταν ο Μιχαήλ Βολονάκης, για την επιστημονική αξία του οποίου η γνώμη του Δημαρά ήταν ολότελα αρνητική. Του είχε κάνει μάλιστα πολύ εντύπωση πόσο μικρή ήταν η βιβλιοθήκη στο γραφείο του σπιτιού του Βολονάκη· «ξέρετε τότε οι καθηγητές εξέταζαν τους φοιτητές στο σπίτι τους. Πήγα λοιπόν κι εγώ μια φορά, με έμπασαν στο γραφείο του και τον περίμενα· εντωμεταξύ χάζευα τα λιγοστά βιβλία του. Τέλος πάντων. Ερχόταν αργότερα καμιά φορά στου Κάουφμαν, απάνω στο δεύτερο πάτωμα και μου έλεγε: “Δημαρά, έχεις κανένα μικρό βιβλίο γι’ αυτό το θέμα;” Και του έδινα μικρά».

Ότι η βιβλιοθήκη του Δημαρά ήταν από τις πλουσιότερες συναγωγές απλού ιδιώτη είναι νομίζω πολλές φορές ειπωμένο. Σήμερα βρίσκεται στο Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη· καλή κατάληξη οπωσδήποτε, αλλά από όσα τουλάχιστον έλεγε ο ίδιος –δεν λέμε όμως πάντοτε την αλήθεια– αλλιώς ονειρευόταν τη μεταθανάτια πορεία της. Ναι, του άρεσε η ιδέα ενός καταλόγου, ώστε ν’ αποτυπώνονταν κάπου το σύνολό της, «αλλά μετά να πουληθεί, εσείς θα πάρετε ετούτα, ο κύριος Ηλιού εκείνα, ο τρίτος κάποια άλλα», και ούτω καθ’ εξής. Στα χέρια του κάθε καινούργιου χρήστη θα ζούσαν μια δεύτερη ζωή, θα ξανάνιωναν· σε μια δημόσια βιβλιοθήκη θα κοιμόντουσαν για χρόνια. «Βλέπετε, στις ανατολικές χώρες, παρόλο που δεν ευνοούν καθόλου τις ιδιωτικές περιουσίες, τυπώνουν τα βιβλία σε φτηνά αντίτυπα κατά χιλιάδες, για να πάνε στα χέρια του ιδιώτη χρήστη. Έτσι το βιβλίο λειτουργεί καλύτερα».

Και μάλιστα καθώς τα ράφια των βιβλιοθηκών στα δύο δωμάτια που διέθετε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών στη Σορβόννη ήταν πνιγμένα, όταν έβρισκε διπλό αντίτυπο το τραβούσε και το χάριζε σε κάποιον· ο βιβλιοθηκάριος, κι ο Κώστας ο Κωνσταντινίδης (ήταν ο πρώτος άντρας της Ελένης Μπιμπίκου) γινόταν θηρίο. –«Μα, τα κορίτσια και τα βιβλία δεν πρέπει να μένουνε στο ράφι», έλεγε ο Δημαράς, και μετά, άμα έφευγε, σχολίαζε ο Κωνσταντινίδης, «Ναι, αλλά έτσι που τα κατάντησε αυτός, από ’δώ κι από κει, σαν τις πουτάνες…».

Μια κουβέντα ακόμη, σχετική. Μιλώντας κάποια στιγμή για τον Γεώργιο Χαριτάκη, μια λίαν ιδιότυπη προσωπικότητα, έλεγε: «Ο Χαριτάκης, επειδή τ’ αγαπούσε τα βιβλία, τα έσκιζε», και στο βλέμμα απορίας του ακροατή του εξηγούσε ότι από ένα βιβλίο κρατούσε μόνο τις σελίδες που τον ενδιέφεραν. Να προσέξουμε το νόημα, αγαπώ τα βιβλία για τον Δημαρά σήμαινε αγαπώ το διάβασμα, όχι το βιβλίο. (Έχω ακούσει για βιβλιόφιλους, που όταν πετύχουν από ξεθαμμένο στοκ κάποιο παλιό βιβλίο, δεν κόβουν τις σελίδες του «γιατί έτσι έχει περισσότερη αξία».) Μεταφέρω και μια φράση του· κακολογούσε, όπως το συνήθιζε, κάποιον συνομήλικό του, «δεν ξέρει τί θα πει καύλα της ανάγνωσης».

***

Του άρεσε του Δημαρά η έκπληξη που προκαλούσαν οι κακές λέξεις στον ακροατή του. Γιατί ακριβώς ανέτρεπαν την επιμελημένη εθιμοφροσύνη του. Επιμελημένη και επιδεικτική· μια φορά μας είχε εμφανιστεί η Γαλλίδα απόγονος του Κοδρικά, που είχε χαρίσει στο Ινστιτούτο το αρχείο του· ο Δημαράς πετάχτηκε όρθιος και, καθώς η κυρία άπλωσε το χέρι της, ο Δημαράς έσκυψε και, χειροφίλημα. (Ομολογώ πως την πράξη την ήξερα μόνο από τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο.) Μια άλλη φορά, στην Αθήνα πια, αφηγιόταν πώς κάποιος αναιδής είχε παρκάρει δίπλα στο αυτοκίνητό του, κι έτσι ούτε να μπει μέσα δεν μπορούσε. Όταν έφτασε ο άλλος και πήγε να ξεκινήσει, ο Δημαράς του χτύπησε το τζάμι, και «Με ανθρώπους σαν κι εσάς, αποφεύγω και να τους ομιλώ». (Θα με συγχωρέσετε μα αξίζει, νομίζω, κι η ουρά της ιστορίας: ήμασταν μαζί με τη Μαρία Καΐρη, κι όταν φεύγαμε, μου λέει, σκασμένη στα γέλια. «Ξέρεις τι έκανε η Άλκη –η Κυριακίδου-Νέστορος–  στην ίδια περίπτωση; Μόλις κατέβασε ο άλλος το τζάμι, τσαφ-τσουφ, δυο μπάτσους».)  

Ολότελα ανάλογη ήταν επίσης η σχέση του με τα πτυχία και τα διπλώματα· τα δικά του και των άλλων. Παράτησε κάποια στιγμή τη Φιλοσοφική Σχολή για να παρακολουθήσει ιατρική (πώς θα καταλάβεις τον άνθρωπο αν δεν ξέρεις το σώμα του;), κι έτσι παράτησε σιγά-σιγά και τις σπουδές. Για ν’ αναλάβει όμως τη διεύθυνση του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (1951) χρειαζόταν κάποιο χαρτί· πήγε λοιπόν στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το πήρε. Έπειτα έκρινε πως αφού το Ι.Κ.Υ. δίνει υποτροφίες για διδακτορικό (άλλες μεταπτυχιακές σπουδές δεν υπήρχαν τότε) έπρεπε να γίνει κι αυτός διδάκτωρ. Υπέβαλε λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη πάλι, μια εργασία γι’ αυτόν τον τίτλο· ήταν το Δύο φίλοι. Κοραής και Βάμβας. Με ανέκδοτα κείμενα, Αθήνα 1953, 77 σελ. Η ακριβής διαδικασία όμως έχει το ζουμί: υπέβαλε το σελιδοποιημένο δοκίμιο της δεύτερη διόρθωσης, αυτό που παίρνει το «τυπωθήτω» για να πάει στο τυπογραφείο – και στα περισσότερα αντίτυπα δεν αναγράφεται το «διατριβή επί διδακτορία…», κ.λπ. Κι από τους συνεργάτες του στο «Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών» κανείς δεν ετοίμαζε «διατριβή», ούτε με τους νεότερους που τον τριγυρίζαμε έκανε ποτέ λόγο για χαρτιά και πτυχία, ενώ έλαμπαν τα μάτια του άμα έβλεπε μια καλή μας εργασία.

***

Σκόρπιες παρατηρήσεις με κοινό παρονομαστή. Ώσπου μια φορά, στα τελευταία του χρόνια –είχε «καλά στερνά» που λέει η κουβέντα, οδηγούσε αυτοκίνητο ώς τα βαθιά γεράματα–, είχα πάει στο σπίτι του στην οδό Μουρούζη να τον δω. Έκανε ζέστη και δεν φορούσε σακάκι, μόνο το άσπρο πουκάμισο, με ανοιχτόν τον γιακά. Άμα μπήκα στο γραφείο, μου έδειξε την καρέκλα, κούμπωσε τον γιακά, και πήρε το παπιγιόν του. Άνοιξε τα κλιπς, τα πέρασε από εδώ κι από εκεί στον γιακά, ένα κλικ, δεύτερο κλικ. Κάθισε λίγο καλύτερα στην πολυθρονίτσα του κι έβαλε, χαμογελαστός, το ένα ποδάρι πάνω στ’ άλλο. «Καλημέρα σας». Μας μιλούσε σ’ όλους στον πληθυντικό.

 

Αλέξης Πολίτης

Ομότιμος καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Βιβλία του: Υποσημειώσεις και παραπομπές (1998), Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών (1999), Το μυθολογικό κενό (2000), Ρομαντικά χρόνια (2003), Εγχειρίδιο του νεοελληνιστή (2005), Αποτυπώματα του χρόνου (2006), Το δημοτικό τραγούδι (2010), Η ρομαντική λογοτεχνία στο έθνος κράτος 1830-1880 (2017), 1821-1831. Μαζί με την ελευθερία γεννιέται και η καινούρια λογοτεχνία. Ποίηση, πεζογραφία, λογιοσύνη (2021). Το 2021 κυκλοφόρησε σχολιασμένο το έργο του Νικολάου Κασομούλη, Με το σπαθί εις το χέρι και με το ντουφέκι: Στο πολιορκημένο Μεσολόγγι.

Προσθήκη σχολίου

Όλα τα πεδία είναι υποχρεωτικά. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.