Βρασίδας Καραλής
Καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος νεοελληνικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ. Πρόσφατα βιβλία του, Recollections of Mr Manoly Lascaris (2008), A History of Greek Cinema (2012), The Demons of Athens (2014), Reflections on Presence: In Five Days (2016), Realism in Greek Cinema: From the Post-War Period to the Present (2017), The Glebe Point Road Blues (2019).
Μια δυσπλασία της μυθοπλαστικής φαντασίας. Σύντομη Πραγματεία για το έργο του Γιώργου Αριστηνού
Το έργο του Γιώργου Αριστηνού περιμένει από καιρό τη δίκαιη και επίκαιρη τοποθέτησή του μέσα στα γενικότερα περιγράμματα της μεταπολιτευτικής πεζογραφίας και γενικότερα πολιτισμικής σκέψης του τόπου μας, από την κριτική του διάσταση. Από το πρώτο του έργο το 1981, μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για το έργο του Γιώργου Χειμωνά, και ταυτόχρoνα τη δημιουργική του πεζογραφία με τον τίτλο Yπόθεση γλωσσαλγία, ο Αριστηνός μας έχει δώσει σημαντικό αριθμό πεζογραφικών καταθέσεων με ένα κεντρικό χαρακτηριστικό: την προβληματικοποίηση της γλώσσας. Η ελληνική λογοτεχνία επαίρεται για τη δυναμική και την αναφορικότητα της γλώσσας που αρδεύεται από τόσες πολλές χρονικές αναγωγές και κείμενα μεγάλων προνομιακών στιγμών του δυτικού πολιτισμού. Ελάχιστοι συγγραφείς έχουν διερευνήσει την ελληνική γλώσσα ως σημασιακή και αφηγηματική αντινομία, ως ένα σύστημα σημείων και σημαινομένων που έρχονται σε σύγκρουση με τον ίδιο τους τον εαυτό, ή ακόμα με ένα μηχανισμό αυτοαποξένωσης από την προσωπική εμπειρία.
Ξαναδιαβάζοντας το Τρίτο Στεφάνι
Κώστας Ταχτσής, Το Τρίτο Στεφάνι. Μυθιστόρημα, πρόλογος: Μικέλα Χαρτουλάρη, Ψυχογιός, Αθήνα 2020, 352 σελ.
Το Τρίτο Στεφάνι είναι μυθιστόρημα που πρέπει να διαβάσει κάποιος δύο ή τρεις φορές στη ζωή του. Οι περισσότεροι διαβάζουν τέτοια μυθιστορήματα όταν είναι έφηβοι, όταν ακόμα είναι ευσυγκίνητοι και εντυπωσιάζονται εύκολα. Μολοντούτο, το ίδιο βιβλίο μιλάει διαφορετικά σε όσους έχουν πιάσει τα σαράντα και αρχίζουν να πλήττουν από την ίδια τους τη ζωή, ενώ είναι μοιραίο όταν διαβαστεί από όσους έχουν περάσει τα εξήντα. Μόνο όταν κάποιος νιώσει τον χρόνο να επιβραδύνεται στο σώμα του μπορεί να κατανοήσει τη μοναδική ποιότητα της αφηγηματικής φωνής στο μυθιστόρημα αυτό, που αγωνίζεται, κάτω από τις περιπέτειες της ιστορίας, να απομνημειώσει την ασήμαντη λεπτομέρεια, να διασώσει τα φαινόμενα από τη λήθη και να τα κατονομάσει με κάθε τρόπο, εφόσον οι λέξεις είναι οι μόνες γέφυρες που μπορούν να χτιστούν πάνω από την ακατάπαυστη ροή του χρόνου.